Η εφημερίδα «Yeni Haber» κυκλοφόρησε το πρωί της Δευτέρας έχοντας στο πρωτοσέλιδό της μια μεγάλη φωτογραφία του 31χρονου Τούρκου πεχλιβάνη Ismail Balaban από το χωριό Elmali, με υψωμένα τα γεμάτα από λάδι και ιδρώτα χέρια του να κοιτά στον ουρανό ευχαριστώντας τον θεό του –στον οποίο αναφέρθηκε αργότερα και σε δηλώσεις του, σε απευθείας σύνδεση με τέσσερα διαφορετικά τηλεοπτικά δίκτυα–, που κατάφερε, έπειτα από ένα σερί τριών νικών τις προηγούμενες χρονιές του 29χρονου Ohran Okullu, με τον οποίο πάλεψε στον μεγάλο τελικό της Κυριακής, να κερδίσει φέτος την 59η διοργάνωση πάλης με λάδι στο μικρό χωριό Kurtdere, που βρίσκεται 40 περίπου λεπτά βόρεια από την πόλη της Τουρκίας, Balikesir.
Η ταμπλόιντ έκδοση, σε τρία διαφορετικά περίπτερα στην κεντρική λεωφόρο Bursa-Balikesir, απέναντι από τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό που οδηγεί στη Σμύρνη, είχε εξαντληθεί μέσα σε 4 μόνο ώρες από την κυκλοφορία της.
Ποιοι τίτλοι άλλων εφημερίδων για «πτώση της Τουρκικής λίρας»; Ποιες δηλώσεις Ερντογάν για «οργανωμένο σχέδιο των Αμερικανών»; Ποια «τουρκική οικονομία που κινδυνεύει»; Λογικό. Οι παλαιστές είναι κάτι σαν «εθνικοί ήρωες» στην γειτονική χώρα – ο Ali Gurbuz, ο Recep Kara, ο Saban Yilmaz, ο Tanju Gemici, ο Serhat Balci, είναι σταρ πολύ μεγάλης λαϊκής απήχησης, μεγαλύτερης από τραγουδιστές, ηθοποιούς, μοντέλα και παρουσιαστές.
Για όλους τους παλαιστές είναι κυρίως «ζήτημα τιμής» η «χρυσή ζώνη» του κορυφαίου πεχλιβάνη της χρονιάς να πάει εκεί όπου οι ίδιοι γεννήθηκαν: στην Αττάλεια, στην Προύσα, στην Κωνσταντινούπολη, στη Σαμψούντα – σα να πέφτουν τα τείχη για τον δαφνοστεφανωμένο αθλητή που αγωνίστηκε για την δόξα της πόλης και των συμπολιτών του.
Δίνουν συνεντεύξεις στα μεγαλύτερα media της Τουρκίας, φωτογραφίζονται στους δρόμους με τους «φανατικούς» τους που τους επευφημούν, έχουν χορηγούς, ομάδα ανθρώπων που βρίσκεται συνεχώς δίπλα τους, κερδίζουν πολλά χρήματα, είναι ινδάλματα για τους μικρότερους που τους αντιμετωπίζουν σαν πρότυπα.
Στο τριήμερο φεστιβάλ πάλης του Kurtdere, το δεύτερο μεγαλύτερο σε συμμετοχή παλαιστών –έπειτα από εκείνο της Αδριανούπολης–, που διεξάγεται κάθε χρόνο στην Τουρκία τις μέρες του Δεκαπενταύγουστου, συμμετείχαν φέτος 1.400 παλαιστές όλων των ηλικιών, όλων των κατηγοριών – στην πλειοψηφία τους άντρες και αγόρια της μεσαίας και κυρίως κατώτερης κοινωνικής τάξης, που το πρωί βρίσκονται σε χειρωνακτικές εργασίες και το απόγευμα στις παλαίστρες των χωριών τους για προπονήσεις.
Φέτος η ομάδα του κορυφαίου παλαιστή, πέρα από τη μεγάλη δημοσιότητα και την προσέλκυση διεθνών εταιρειών «στήριξής» του, θα κέρδιζε περίπου 10 χιλιάδες ευρώ, νέους χορηγούς και προτάσεις συμβολαίων για διαφημίσεις, όπως συμβαίνει περίπου κάθε φορά, τα τελευταία χρόνια, που καθετί που σημαίνει επιστροφή στην παράδοση γίνεται θεσμός.
Αλλά, για όλους τους παλαιστές είναι κυρίως «ζήτημα τιμής» η «χρυσή ζώνη» του κορυφαίου πεχλιβάνη της χρονιάς να πάει εκεί όπου οι ίδιοι γεννήθηκαν: στην Αττάλεια, στην Προύσα, στην Κωνσταντινούπολη, στη Σαμψούντα – σα να πέφτουν τα τείχη για τον δαφνοστεφανωμένο αθλητή που αγωνίστηκε για την δόξα της πόλης και των συμπολιτών του, για τη δύναμη του κορμιού και την επιμονή του, που κοινοποιήθηκε σε όλη τη χώρα.
Οι παλαιστές στις φωτογραφίες δεν μιλάνε αγγλικά. Δύο ήμασταν μόνο οι ξένοι «διαπιστευμένοι» δημοσιογράφοι μέσα στο χώρο του σταδίου –ο άλλος από την Ιαπωνία– και η όποια συνεννόηση γινόταν με ελάχιστες τουρκικές λέξεις και νοήματα. Αλλά στο άκουσμα της λέξης «Yunanistan», δηλαδή «Ελλάδα», υπήρχε πάντα ένα επιφώνημα θαυμασμού, χαράς και έκπληξης, κι ύστερα αναφορά στο Σοχό – το μεγαλύτερο φεστιβάλ πάλης με λάδι που διεξάγεται κάθε χρόνο στη βόρεια Ελλάδα. Κι είπαν όλοι πως τον Ιούνιο θα 'θελαν να είναι εκεί, αναφέροντας τη λέξη «arkadaşlar», δηλαδή «φίλοι».
Χαμογέλασαν με δυσκολία στο φακό. Αγωνιώντας, κυρίως, αν θα κατάφερναν έπειτα από το σύνθημα των κριτών και στο άκουσμα των τυμπάνων από τους οργανοπαίκτες που βρίσκονταν στην άκρη δίνοντας τον ρυθμό, να ρίξουν πρώτοι εκείνοι το κορμί του αντιπάλου στο χορταριασμένο γήπεδο, ηττημένο μπροστά από τους εκατοντάδες θεατές αλλά και τους χιλιάδες άλλους που θα τους παρακολουθούσαν σε ζωντανή σύνδεση από την τηλεόραση, αποθεώνοντας τους ίδιους.
Πόζαραν όλοι με τη βεβαιότητα και την υπερηφάνεια πως τα σώματά τους, έτσι όπως ήταν ιδρωμένα –στο στήθος, στην πλάτη, στα χέρια και μέσα από τα χειροποίητα μαύρα κισπέτια τους– θα έμεναν στην ιστορία για πάντα.
Οι φωτογραφίες έχουν παραχωρηθεί για αποκλειστική χρήση στο LIFO.gr και απαγορεύεται η αναδημοσίευσή τους.
σχόλια