Χωρίς ολοκληρωμένο ακόμα σχέδιο και μελέτη για τις συνέπειες κάθε μέτρου που θα αίρεται ανακοινώθηκε επίσημα εχθές η λήξη του lockdown. Η χώρα περνάει στη δεύτερη φάση της διαχείρισης της πανδημίας και η οδηγία «μένουμε σπίτι» αποσύρεται.
Το δίδυμο της καθημερινής ενημέρωσης για τον κορωνοϊό, οι κ.κ. Τσιόδρας και Χαρδαλιάς είχαν προϊδεάσει για τις αλλαγές που έρχονταν από την περασμένη εβδομάδα. Χωρίς όμως να εξηγήσει επαρκώς τους λόγους (κάτι που δεν συνηθίζει), ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας υπερασπίστηκε το άνοιγμα των σχολείων που είχαν κλείσει εξαιτίας της συμμετοχής των παιδιών στη μετάδοση της νόσου – η οποία εξακολουθεί να είναι εδώ.
Η απόφαση της κυβέρνησης για άνοιγμα των σχολείων, χωρίς να έχουν τεθεί πρώτα οι προϋποθέσεις και οι όροι κάτω από τους οποίους η Επιτροπή συστήνει το άνοιγμα τους, έχει προκαλέσει ανησυχία στην κοινότητα των εκπαιδευτικών (ειδικά όσων ανήκουν στις λεγόμενες ευπαθείς κατηγορίες), αλλά και των γονιών που διατηρούν επιφυλάξεις.
Ερωτήματα υπάρχουν πολλά και για άλλα μέτρα, κάποια από τα οποία θα επιχειρηθεί να απαντηθούν τις επόμενες μέρες.
Όσον αφορά στο σχέδιο για την άρση των μέτρων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ότι αυτό θα υπόκειται σε συνεχείς αναθεωρήσεις, ανάλογα με τις εξελίξεις και τις οδηγίες των επιστημόνων, αλλά «η πειθαρχία του κάθε πολίτη θα είναι αυτή που θα κρίνει την επιτυχία του». Φυσικά η ατομική ευθύνη δεν μπορεί να εξαλείψει την πολιτική ευθύνη κάθε κυβέρνησης και ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός που είχε πει σε προηγούμενο διάγγελμα του ότι θα δώσει λόγο και θα κριθεί όταν τελειώσει η πανδημία.
Ένας από τους επιστημονικούς συμβούλους της κυβέρνησης αναφέρει ότι πρόκειται για μια πρωτόγνωρη κατάσταση. «Αν το lockdown ήταν πολύ δύσκολο να αποφασιστεί, η αποκλιμάκωση των περιορισμών είναι ακόμα δυσκολότερη, γιατί εμπεριέχει ρίσκο. Δεν το έχει ξανακάνει κανείς αυτό» λέει. Κατά την άποψή του, η χώρα δεν θα μπορούσε να παραμείνει «κλειδωμένη» αφού, όπως υποστηρίζει, «το lockdown αυξάνει την ανεργία, η ανεργία αυξάνει τους θανάτους και τις αυτοκτονίες, ενώ επίσης ο εγκλεισμός και η απομόνωση αυξάνουν τα ψυχικά νοσήματα, τα καρδιαγγειακά κ.ο.κ.». Με την άρση των περιορισμών επιστρέφουμε στην προ lockdown εποχή, άρα «υπάρχει περισσότερο ρίσκο» τονίζει. «Αλλά τώρα ο κόσμος ξέρει».
Ο πρωθυπουργός περιέγραψε ξεκάθαρα το πέρασμα στην ατομική ευθύνη στο διάγγελμα του και την ίδια στιγμή δεν απέκλεισε την πιθανότητα αναζωπύρωσης «της απειλής του κορωνοϊού».
Όσον αφορά στο σχέδιο για την άρση των μέτρων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ότι αυτό θα υπόκειται σε συνεχείς αναθεωρήσεις, ανάλογα με τις εξελίξεις και τις οδηγίες των επιστημόνων, αλλά «η πειθαρχία του κάθε πολίτη θα είναι αυτή που θα κρίνει την επιτυχία του». Φυσικά η ατομική ευθύνη δεν μπορεί να εξαλείψει την πολιτική ευθύνη κάθε κυβέρνησης και ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός που είχε πει σε προηγούμενο διάγγελμα του ότι θα δώσει λόγο και θα κριθεί όταν τελειώσει η πανδημία.
Αν υπάρχει ένα πράγμα για το οποίο μπορεί να είναι κανείς βέβαιος σε αυτή την πανδημία είναι ότι δεν υπάρχουν βεβαιότητες για τίποτα. Κάθε τόσο βγαίνουν νέες μελέτες που αναιρούν προηγούμενες εκτιμήσεις. Ούτε για το πώς νοσούν και πώς μεταδίδουν τη νόσο τα παιδιά υπάρχουν βεβαιότητες από την επιστημονική κοινότητα, ούτε για την ανοσία – αν και πόση και για πόσο υπάρχει. «Δεν ξέρουμε με σιγουριά ποιες άλλες κατηγορίες μπορεί να ανήκουν στους ευπαθείς, ούτε αν υπάρχουν γενετικοί λόγοι».
Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς όταν οι αβεβαιότητες είναι ακόμα τόσο πολλές, πόσο μεγάλο είναι το ρίσκο που περιέχει η άρση των μέτρων περιορισμού της διασποράς της νόσου.
Τόσο ο πρωθυπουργός, όσο και ο κ. Χαρδαλιάς απέφυγαν να αναφέρουν εχθές την «ατομική ευθύνη», παρότι αυτήν εννοούσαν όταν μιλούσαν ο ένας για προσωπική και ο άλλος για κοινωνική ευθύνη.
Ο κ. Χαρδαλιάς το περασμένο Σάββατο στην απογευματινή ενημέρωση για πρώτη φορά έμοιαζε να επιχειρεί να προετοιμάσει την κοινή γνώμη για απώλειες. Αφού συνέστησε πρώτα προσοχή, μιλώντας για την επόμενη φάση είπε ότι «θα χρειαστεί χρόνο και διατήρηση στο ακέραιο της κοινωνικής ευθύνης, επειδή η διαδικασία δεν θα είναι καθόλου εύκολη. Θα έχουμε και κρούσματα και νοσηλείες σε νοσοκομεία, θα χάνουμε, δυστυχώς, και συνανθρώπους μας...».
Το ίδιο επανέλαβε και στην επόμενη ενημέρωση, μια μέρα πριν από το διάγγελμα του πρωθυπουργού για τη σταδιακή άρση των μέτρων, για την οποία σχολίασε πως «δεν σημαίνει ότι σταματάει η μετάδοση του ιού. Και κρούσματα θα έχουμε και νοσηλείες και συνανθρώπους μας, που δυστυχώς θα χάνουν τη ζωή τους».
Στην ίδια ενημέρωση ο καθηγητής κ. Τσιόδρας είχε δεχθεί ερώτηση για το «χτίσιμο σταδιακής ανοσίας στον γενικό πληθυσμό» και αν «το άνοιγμα των παιδικών σταθμών ή χώρων όπως οι παιδικές χαρές και οι παιδότοποι θα μπορούσαν να βοηθήσουν σε αυτό» και απάντησε πως θεωρεί «ότι μία από τις ομάδες που θα μπορούσε πραγματικά να εκτεθεί σταδιακά και είναι και η λιγότερο ευπαθής, με τα μέχρι τώρα δεδομένα σε όλο τον κόσμο, είναι τα μικρά παιδιά».
Μία μέρα μετά, ο κ. Τάκης Παναγιωτόπουλος, μέλος της επιτροπής του υπουργείου Υγείας για την πανδημία, μιλώντας σε τηλεοπτική εκπομπή, υποστήριξε ότι «μέχρι τώρα στόχος ήταν να διακοπεί η κυκλοφορία του ιού. Από εδώ και πέρα στόχος είναι η ελεγχόμενη πορεία του ιού σε επίπεδα χαμηλά προς μέτρια και αν δούμε να ανεβαίνουν περισσότερο, θα πρέπει να παρθούν ξανά μέτρα. Ελπίζουμε, όμως, ότι θα υπάρχει ελεγχόμενη κυκλοφορία του ιού με αποτέλεσμα να αποκτούν ανοσία οι άνθρωποι και λίγο λίγο να χτίζουμε έτσι την ανοσία του ελληνικού πληθυσμού».
Κάτι τέτοιο θα σήμαινε αύξηση των κρουσμάτων, το οποίο συνεπάγεται και αύξηση όσων νοσούν και όσων θα χρειαστούν ΜΕΘ όπως και αύξηση των θανάτων. Εκφράζει την επιτροπή ο κ. Παναγιωτόπουλος ή μόνο τον εαυτό του; Ένας άλλος συνάδελφός του, ο επιδημιολόγος κ. Γκίκας Μαγιορκίνης σε ανάρτηση του έγραψε ένα σχόλιο σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση, όπου αφού παρέθεσε αριθμούς ΜΕΘ και θανάτων, κατέληγε πως «για όλους τους παραπάνω λόγους διαφωνώ κάθετα με απόψεις που κυκλοφορούν, ότι μπορούμε να στοχεύουμε ή να αναμένουμε ανοσία της αγέλης, και "θέλουμε" να κυκλοφορήσει ο ιός».
Ο κ. Παναγιωτόπουλος ωστόσο είχε δηλώσει ότι «το κρίσιμο σε αυτό το πρώτο κύμα είναι να μολυνθούν άνθρωποι που κατά τεκμήριο θα νοσήσουν ήπια, όπως τα παιδιά και οι νέοι και ταυτόχρονα, παίρνοντας αυστηρά μέτρα, να μην προχωρήσει η μετάδοση σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Εκεί θα κριθούμε».
Στην ενημέρωση της περασμένης Δευτέρας, ο κ. Χαρδαλιάς ανέφερε ότι η άρση «θα πρέπει να μεταφέρει την ατομική μας ευθύνη από τον στόχο της μέχρι σήμερα παραμονής μας στο σπίτι, στο νέο μας στοίχημα από την επόμενη εβδομάδα: στην κυκλοφορία μας με αυστηρούς όρους και κανόνες ατομικής προστασίας και σεβασμού στους υπόλοιπους συμπολίτες μας».
Ο κ. Τσιόδρας μιλώντας κι αυτός για την σταδιακή άρση των περιορισμών, προειδοποίησε ότι αυτή συνοδεύεται από τον κίνδυνο για υποτροπή της κυκλοφορίας της νόσου, και οποιαδήποτε χαλάρωση θα μπορούσε να αποβεί καταστροφική.
Τα στάδια της άρσης των περιοριστικών μέτρων θα έχουν μια χρονική απόσταση μεταξύ τους, σύμφωνα με την κυβέρνηση, ώστε να μπορούν να αξιολογούνται οι συνέπειες κι αν δουν ότι πάει να ξεφύγει η διασπορά της νόσου, να λαμβάνουν πάλι τα κατάλληλα μέτρα. Το ζητούμενο είναι στην περίπτωση που συμβεί αυτό, να προλάβουν και να μην χρειαστεί κανεις να γίνει το καναρίνι στο ανθρακωρυχείο.
Η κυβέρνηση δεχόταν πολλές πιέσεις εδώ και καιρό για την άρση του lockdown. Η πίεση αυτή προερχόταν από τους μεγάλους επιχειρηματίες μέχρι τους μικροκαταστηματάρχες. Αλλά κυρίως ήταν οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου και του χρηματοπιστωτικού τομέα που ανησυχούσαν για την ύφεση και ζητούσαν την άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας. Μοιάζει ίσως παράδοξο, αλλά ήταν και στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης που αντέδρασαν στα περιοριστικά μέτρα προστασίας του πληθυσμού και μιλούσαν για ζημιά στην οικονομία, την οποία έβαζαν σε πρώτο πλάνο, γιατί «από την ανεργία θα πεθάνουν πιο πολλοί».
Κάποιοι μάλιστα στην αντιπολίτευση ισχυρίστηκαν ότι η Ελλάδα δεν είχε πολλά κρούσματα και θανάτους σχεδόν από τύχη και άρα δεν χρειαζόταν όλους αυτούς τους περιορισμούς και τα μέτρα.
Οι ψηφοφόροι της ΝΔ φαίνεται να επιδοκιμάζουν το άνοιγμα της οικονομίας, ενώ οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ προτάσσουν μάλλον την προστασία της δημόσιας υγείας και γι' αυτό προφανώς επιδοκίμασαν σε ποσοστό 70% την κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας στην πρώτη της φάση, που μόλις ολοκληρώθηκε.
Πιέσεις για άρση του lockdown ασκούνταν σύμφωνα με πληροφορίες και από την Ευρώπη και τη Γερμανία, που θέλει τα κράτη μέλη να συγχρονιστούν πάνω-κάτω στους δικούς της ρυθμούς. Η Γερμανία αρχικά φάνηκε να προκρίνει την ανοσία της αγέλης, καθώς το εθνικό σύστημα υγείας της είναι ίσως το καλύτερο στην Ευρώπη και αυτό της έδινε αυτοπεποίθηση, αλλά ήταν το ίδρυμα Ρόμπερτ Κοχ που προειδοποίησε ότι αν δεν ελεγχθεί ο ρυθμός μετάδοσης της νόσου, δεν θα τους φτάσουν οι ΜΕΘ που έχουν, όσες κι αν είναι, και έκανε στροφή.
Το άνοιγμα των σχολείων σε όλη την Ευρώπη υπαγορεύεται κυρίως για οικονομικούς λόγους, προκειμένου να επιστρέψουν οι γονείς στις εργασίες τους, όπου τους ζητά ο εργοδότης, και να σταματήσουν να επιδοτούνται από το κράτος.
Θα φανεί τις επόμενες μέρες αν θα υπάρξουν αντιδράσεις και ποιες θα είναι οι συνέπειες, αν τελικά ανοίξουν τα σχολεία. Η πιθανότητα να χαθεί ό,τι έχει κερδηθεί είναι υπαρκτή. Κανένας δεν ξέρει ακόμα πώς να αντιμετωπίσει τον νέο κορωνοϊό, γι'αυτό και κάθε βήμα από εδώ και πέρα, μέχρι να βρεθεί το εμβόλιο ή η θεραπεία, θα ενέχει κινδύνους.
σχόλια