Ο κύριος Μιχάλης βρίσκεται εδώ και 30 χρόνια στο ίδιο σημείο, στην οδό Μητροπόλεως λίγο κάτω από τα πολυσύχναστα καφέ. «Εγώ είμαι αυτοπροσώπως ο μανάβης!», μας συστήνεται με καμάρι. «Έχω την καλύτερη ποιότητα. Όλα τα φρούτα μου είναι ελληνικά εκτός από τις μπανάνες που είναι από South America» λέει και μας δείχνει τον γεμάτο χρώματα πάγκο του. Είναι 69 χρονών και ακόμα δουλεύει ασταμάτητα. «Είμαι εδώ 14 ώρες την μέρα. Το πιο κουραστικό είναι η ορθοστασία» συμπληρώνει ενώ μας διακόπτουν δύο Ισπανοί και τον ακούω έκπληκτη να μιλάει άνετα, χωρίς να καταλαβαίνω λέξη! «Μιλάω αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, ό,τι θέλεις! Ακόμα και κινέζικα. Τα βασικά για να συνεννοούμαι!». Μου εξηγεί πως τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν αλλάξει και η κίνηση έχει μειωθεί. «Τώρα πέρασε ένας τουρίστας. Για να ξαναδείς κόσμο πρέπει να περάσουν 2 ώρες.»
Ο πελάτης και ο κλέφτης δεν ξέρεις πότε θα σου έρθουν. Τώρα δεν έχουμε καθόλου κόσμο.
Το ίδιο μας λέει λίγο αργότερα και ο κύριος Νίκος, ο υπαίθριος μανάβης στην οδό Ακαδημίας, δίπλα στην Νομική σχολή. «Δεν έχουμε τουρίστες εμείς εδώ. Δεν πάμε πολύ καλά. Από το 2011 και μετά, δεν έχει καθόλου κίνηση. Είμαι εδώ καθημερινά από τις 6 το πρωί μέχρι τις 10 το βράδυ αλλά δεν έχει πολύ κόσμο γιατί δεν υπάρχουν λεφτά. Παλιά καθόμουν μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα. Αλλά, αυτό το επάγγελμα δεν έχει μέλλον πια. Είμαστε λίγοι και συνεχώς λιγοστεύουμε. Το σωματείο μας είχε 175 άδειες και έχουν μείνει 7 νομίζω!»
Όμως, ο κύριος Νίκος έχει συνηθίσει να δουλεύει σκληρά παρά τις δυσκολίες. «Ο δρόμος είναι επικίνδυνος! Έχω δει κλεφτρόνια, πορτοφολάδες τα πάντα. Με έχουνε κλέψει αρκετές φορές αλλά να δες, εδώ έχω το όπλο μου! Άμα τους προλάβω, τους πρόλαβα!» λέει και μου δείχνει ένα ξύλο γελώντας. Μόνο η ορθοστασία τον κουράζει. Παρά την ηλικία του και τα προβλήματα δεν θέλει να σταματήσει. Κάνει το ίδιο επάγγελμα εδώ και 57 χρόνια. Μαζί του είναι και η σύζυγος του. Ο ένας δουλεύει το πρωί και άλλος το απόγευμα. Έχουν σταθερούς πελάτες, κυρίως κατοίκους της περιοχής και με όσους εργάζονται στα γύρω γραφεία. «Έχουμε 'εξοικειωθεί' τόσα χρόνια εδώ και μας φαίνεται σαν να είμαστε στο σπίτι μας.»
Πιο κάτω, κατεβαίνοντας στην Ομόνοια, στην οδό Αιόλου, βρίσκεται ένας ακόμη πάγκος. Ανήκει στον κύριο Θανάση, πρόεδρο των Υπαίθριων Οπωροπωλών της Αθήνας. Είναι και αυτός ένας από τους πιο παλιούς μανάβηδες στο κέντρο της Αθήνας, δουλεύει από το 1986, αλλά σε μια λίγο πιο «δύσκολη» περιοχή.
«Ο πελάτης και ο κλέφτης δεν ξέρεις πότε θα σου έρθουν. Τώρα δεν έχουμε καθόλου κόσμο. Μένω μόνο γιατί έχω την πελατεία μου εδώ, δηλαδή όσους εργάζονται στα γύρω γραφεία. Αλλά σιγά σιγά, τους διώχνουν και αυτούς. Θέλουν να υποβαθμίσουν την περιοχή.» λέει και μας δείχνει μια μεγάλη πολυκατοικία, στην οποία στεγάζονταν δικηγορικά γραφεία.
Έχει κάνει τρεις φορές αίτηση στον Δήμο Αθηναίων για να μεταφέρει τον πάγκο του σε άλλο σημείο αλλά δεν τα έχει καταφέρει ακόμη. Προσπαθεί να κρατήσει την επιχείρησή του ζωντανή με κάθε τρόπο. «Έχω τιμές πιο φτηνές και από την λαϊκή! Αχλάδια 1€ και σύκα 1,5€. Έτσι πρέπει για να κρατήσεις τον πελάτη. Αλλά δεν έρχονται γιατί φοβούνται. Τους παίρνουνε τις τσάντες. Μια φορά μου είχανε πάρει και μένα την ταμιακή μηχανή! Πρέπει να έχεις τα μάτια σου 14! Τουλάχιστον τελευταία, τα παιδιά που βλέπεις εκεί, οι δύο φουσκωτοί, μας έχουν βοηθήσει πολύ.» λέει και μας δείχνει δύο σεκιουριτάδες που προχωράνε στον πεζόδρομο. «Δεν είναι ότι έχουν διώξει τους ναρκομανείς από την περιοχή αλλά τους πάνε ένα στενό παραπέρα.»
Στο Μοναστηράκι τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Με το που βγαίνεις από το μετρό η ατμόσφαιρα αλλάζει. Οι τρεις πάγκοι με φρούτα και λαχανικά είναι στημένοι ακριβώς μπροστά στην είσοδο, από όπου βγαίνει κόσμος διαρκώς. Σε έναν από αυτούς δουλεύουν 3 άτομα για να προλάβουν να εξυπηρετήσουν τους πελάτες που καταφτάνουν διαρκώς. Δεν είχαν χρόνο να μας μιλήσουν. Φεύγοντας ακούμε έναν παππού να λέει δυνατά «Έρχομαι από την Κηφισιά να ξέρεις για να πάρω τα φρούτα σου. Ταξίδι κάνω...» . Τελικά, μερικές φορές όλα είναι θέμα τύχης, θέσης και συγκυριών.
σχόλια