Διαλέγαμε γεύσεις από τη νέα, δημοφιλή τζελατερία της οδού Μητροπόλεως, όταν ξαφνικά έπεσε σύρμα ότι παίρνουν πινακίδες δύο τετράγωνα πιο κάτω /
η καλοκαιρινή ανεμελιά εξατμίστηκε στο πι και φι: πανικόβλητοι οδηγοί άφηναν τις παραγγελίες τους στη μέση για να τρέξουν στα αυτοκίνητά τους /
για να μην παριστάνω τον υπεράνω, είχα κατέβει κι εγώ στο κέντρο με αμάξι /
είχα φτάσει από τη δουλειά, με τη δικαιολογία (για εσωτερική κατανάλωση) πως «είναι καλοκαίρι», και πιθανολογώντας ότι «θα βρω εύκολα θέση» βρέθηκα να κάνω γύρους στο Σύνταγμα /
τη Μητροπόλεως τη φοβάμαι ύστερα από κλήση προ ετών και τελικά βολεύτηκα στις παρυφές της Πλάκας, σε σημείο λίαν αμφιλεγόμενο, αν και δεν υπήρχε ορατός λόγος ανησυχίας (κάποια πινακίδα της Τροχαίας κ.λπ.) /
το παγωτό, πάντως, το παρήγγειλα, αν και μου στάθηκε λίγο στο στομάχι με τη σκέψη ότι η νυχτερινή επιχείρηση μπορεί να μην περιοριζόταν στα δεκάδες παρκαρισμένα Ι.Χ. της Μητροπόλεως /
λίγο αργότερα ανακάλυπτα ότι το αυτοκίνητό μου είχε βγάλει αλώβητο τη νύχτα και με περίμενε ήσυχο κι ανυποψίαστο για τις δικές μου αγωνίες να με γυρίσει σπίτι /
ενθουσιασμένος από την καλή μας τύχη, έβαλα μπροστά και ξεχύθηκα στους άδειους δρόμους (η ώρα πρέπει να είχε πάει 3...) /
αλλά την επόμενη ημέρα, με πιο καθαρό μυαλό, αναλογιζόμενος τη χθεσινή «περιπέτεια», δεν μπορούσα να μη σκέφτομαι ότι ακριβώς αυτή η μικρή και εν πολλοίς ασήμαντη ιστορία αντανακλά ένα σοβαρό μέρος της αθηναϊκής παθολογίας /
το πρόβλημα με το παρκάρισμα στο κέντρο και, κυρίως, το πρόβλημα της αντικοινωνικής στάθμευσης, δηλαδή της στάθμευσης εκεί όπου δεν πρέπει (διαβάσεις πεζών και ΑμεΑ, πάνω σε πεζοδρόμια και πεζόδρομους), πηγάζει από το γεγονός ότι το κράτος εξακολουθεί να μας κλείνει πονηρά το μάτι: «κατέβα εσύ στο κέντρο (με το αμάξι σου) και κάτι θα κάνουμε» /
το «κάτι θα κάνουμε» μεταφράζεται ως εξής: «αν είσαι πολύ τυχερός, θα βρεις μια θέση στις θέσεις επισκεπτών (λευκή διαγράμμιση), κι αν δεν είσαι, θα παρκάρεις κάπου, που μάλλον δεν επιτρέπεται, αλλά θα το παίξεις κορόνα-γράμματα και πού ξέρεις, μπορεί στο τέλος της βραδιάς να πανηγυρίσεις μια απρόσμενη «επιτυχία», δηλαδή να τη γλιτώσεις και να μη σε γράψουν /
όπως «πανηγύρισα» εγώ το προηγούμενο βράδυ /
είναι μια υπόσχεση που δεν λέγεται ποτέ, αλλά την «ακούς», κάνοντας μια βόλτα οποιοδήποτε βράδυ στο κέντρο /
αυτή η αναθεματισμένη «υπόσχεση» έχει κάνει την Αθήνα το πιο τριτοκοσμικό μέρος στην Ευρώπη και είναι απορίας άξιον πώς δεν καταλαβαίνουμε ότι για ένα ελάχιστο και πολύ αμφιλεγόμενο «κέρδος» (να προσφέρεις ελάχιστες, αλλά θεωρητικά υπαρκτές θέσεις στάθμευσης στους επισκέπτες σου) πληρώνουμε ένα πολύ μεγαλύτερο κόστος: σε μόλυνση (ψάχνοντας και κάνοντας γύρους), λεφτά (κλήσεις, αφαίρεση πινακίδων), νεύρα (εξυπακούεται) και εντυπώσεις, καθώς η Αθήνα δίνει ακόμα την εντύπωση μιας πόλης παραδομένης στα Ι.Χ., που σημαίνει λιγότεροι ευχαριστημένοι τουρίστες, επομένως λιγότερα έσοδα για την τοπική οικονομία /
η λύση είναι μία: καθολική απαγόρευση της στάθμευσης στο ιστορικό και εμπορικό κέντρο της Αθήνας, με τις ελάχιστες νόμιμες θέσεις στη διάθεση αποκλειστικά των μόνιμων κατοίκων και των εμπόρων (οι τελευταίοι σε συγκεκριμένες ώρες) /
μόνο έτσι θα αρχίσουμε να μοιάζουμε με πολιτισμένο μέρος /
όσο δεν το κάνουμε, απλώς χάνουμε χρόνο και χρήματα.
σχόλια