Σε Ελληνο-καταριανό «πόλεμο» εξελίσσεται η προσπάθεια του κρατικού ομίλου του Κατάρ Al Rayan να επενδύσει στα νησιά του Ιονίου αναφέρει η εφημερίδα «Realnews της Κυριακής» η οποία σε αναλυτικό ρεπορτάζ της μετέδωσε πως το Κατάρ προτίθεται να στείλει ηχηρό μήνυμα στην Αθήνα και την κυβέρνηση.
Το ρεπορτάζ αναφέρει πως «μετά τις αλλεπάλληλες δικαστικές περιπέτειες που είχαν ως αποτέλεσμα το πάγωμα των σχεδίων του ομίλου για το Ναυάγιο της Ζακύνθου και τη νήσο Οξυά, αλλά και προβλήματα στην κατασκευή του ξενοδοχείου «Miramare» στην Κέρκυρα, το Εμιράτο επιλέγει τον δρόμο της μετωπικής σύγκρουσης με την Ελλάδα».
Η «Real News» σημειώνει πως ο εμίρης του Κατάρ Χαμάντ Μπιν Χαλίφα Αλ Θάνι, έχει μεν παραδώσει τα ηνία στο γιο του, αλλά ασχολείται προσωπικά με τις επενδύσεις του Ομίλου Al Rayan στο Ιόνιο και εμφανίζεται εξοργισμένος με τα συνεχή προβλήματα.
Μιλώντας με στενούς του συνεργάτες, μετά την παρέμβαση του Δημοσίου στην υπόθεση του Ναυαγίου στη Ζάκυνθο και τη νέα αναβολή της δίκης, έκανε λόγο για «εχθρική στάση της Ελλάδας απέναντι στο Κατάρ». Παράλληλα, εξέφρασε την απορία του «πώς μια τόσο φτωχή χώρα αντί να στηρίζει τις επενδύσεις κάνει ό,τι μπορεί για να τις διώξει», καταλήγοντας στην ίδια συνομιλία ότι «είναι ανέκδοτο οι επενδύσεις στην Ελλάδα». Το κράτος του Κατάρ εμφανίζεται όμως αποφασισμένο αυτή τη φορά να στείλει ηχηρό μήνυμα στην ελληνική κυβέρνηση και ήδη προσανατολίζεται σε «μπλόκο» των ελληνικών εταιρειών, ώστε να μην αναλάβουν ξανά στο μέλλον έργα στο Κατάρ.
Η «εφημερίδα Καθημερινή» αναφέρει πως η δίκη της Μητρόπολης Ζακύνθου εναντίον της εταιρείας του πρώην εμίρη του Κατάρ αναβλήθηκε για τρίτη φορά έπειτα από παρέμβαση του ελληνικού Δημοσίου, μία ημέρα πριν από τη διεξαγωγή της, ώστε να διασφαλίσει δικαιώματά του για τα οποία αμφιβάλλουν και οι ίδιες οι υπηρεσίες του. Το ρεπορτάζ σημειώνει πως το Δημόσιο εμφανίσθηκε δυόμισι χρόνια μετά τη μεταβίβαση έκτασης 15.000 στρεμμάτων στη βορειοδυτική πλευρά του νησιού και ενώ τουλάχιστον δύο υπηρεσίες του είχαν βεβαιώσει ότι δεν έχει δικαιώματα στο κομμάτι που πουλήθηκε στην εταιρεία Pimana, συμφερόντων του πρώην εμίρη του Κατάρ.
Σύμφωνα με πληροφορίες από το ρεπορτάζ του Τάσου Τέλογλου στην «Καθημερινή», η υπηρεσία που καταγράφει τη δημόσια περιουσία στη Ζάκυνθο υπέβαλε στις αρχές του 2015 στο δικαστικό γραφείο Πατρών (υπηρεσία αντίστοιχη του ΝΣΚ) σχετικό ερώτημα, για να πάρει εντός διμήνου την απάντηση ότι το Δημόσιο δεν είχε δικαιώματα στη μεταβιβαζόμενη έκταση, καθώς, αν υπήρχαν, θα έπρεπε να ασκηθούν μέσα σε 5 χρόνια και εφόσον δεν υπήρχαν κληρονόμοι του ιδιοκτήτη της έκτασης. Ομως, η υπηρεσία της Πάτρας έκρινε πως ούτε το Δημόσιο άσκησε εγκαίρως τα δικαιώματά του ούτε υπήρχαν κληρονόμοι. Την ίδια απάντηση έδωσε και το γραφείο νομοθετικού έργου του υπουργείου Οικονομικών το καλοκαίρι του ιδίου έτους.
Ωστόσο, αργότερα, η υπηρεσία που καταγράφει τη δημόσια περιουσία στην Πάτρα διχάσθηκε. Ετσι, αφενός η τοπική υπάλληλος στη Ζάκυνθο απεφάνθη ότι δεν υπάρχουν δικαιώματα του Δημοσίου στη γη που πουλήθηκε στην Pimana, αφετέρου συνάδελφός της από την Πάτρα έκρινε ακριβώς το αντίθετο.
Δύο μήνες μετά το σχετικό πόρισμα με τις δύο αντιτιθέμενες απόψεις, τον Αύγουστο του 2016 η υπάλληλος μετατέθηκε από την υπηρεσία της στο Τελωνείο Ζακύνθου με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου και του πρώην αναπληρωτή του, Τρύφωνα Αλεξιάδη.
Στη δικαστική αίθουσα στη Ζάκυνθο, όπου ήταν έντονο το μαύρο χρώμα των ράσων, η εκπρόσωπος του Δημοσίου παρουσιάσθηκε χωρίς να έχει σχετική γνωμοδότηση του ΝΣΚ, όπως συνηθίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις, αλλά και χωρίς με την παρέμβασή της να στρέφεται εναντίον του πωλητή της έκτασης (σ.σ. αν η αγοραπωλησία έχει προβλήματα, προφανώς έχει και ευθύνες). Η παρέμβαση του Δημοσίου στρεφόταν μόνο κατά της εταιρείας που εκπροσωπεί τον πρώην εμίρη του Κατάρ.
Ο ρόλος της Εκκλησίας
Σύμφωνα με την Καθημερινή, η εκκλησία με αγωγή της διεκδικεί 3.000 στρέμματα, ενώ και ο δήμος διεκδικεί άλλα 10.000-15.000 στρέμματα, ενώ πολλές εκατοντάδες στρέμματα διεκδικούν και ιδιώτες. Οι τελευταίοι μάλιστα, ιδιαίτερα γύρω από το χωριό Αναφωνήτρια, υποστηρίζουν ότι ουδέποτε είχαν γείτονα τον πωλητή.
Πρόκειται για απόγονο της οικογένειας Φλαμπουριάρη, που είχε στην κατοχή της την επίδικη έκταση με διάταγμα της Βενετίας από το 1783.
Η Εκκλησία, πέρα από το γεγονός ότι αμφισβητεί τον τίτλο, την ισχύ του οποίου πάντως δέχονται τα ανώτερα δικαστήρια της χώρας, υποστηρίζει ότι τα όρια του κτήματος Φλαμπουριάρη, που μεταβιβάσθηκε στην Pimana, είναι άλλα από εκείνα που επικαλείται ο πωλητής, καθιστώντας το κτήμα του πολύ μικρότερο.
Το βασικό πρόβλημα είναι πως το τοπογραφικό που συνόδευε το συμβόλαιο δεν είχε συνταχθεί με βάση τον νόμο, απεικονίζοντας δρόμους και κτίσματα στην επίδικη έκταση, επειδή, για να συμβεί αυτό σε ένα τμήμα γης τόσο μεγάλο, θα χρειάζονταν πολλοί μήνες. Η αγοράστρια εταιρεία υποσχέθηκε να διορθώσει αυτήν την αστοχία κατά τη σύναψη του συμβολαίου, αλλά οι αντίδικοί της λένε ότι γι' αυτόν τον λόγο το συμβόλαιο είναι άκυρο.
Στην πραγματικότητα, η απόσταση μεταξύ των δύο πλευρών δεν είναι τόσο μεγάλη, καθώς σε κατ' ιδίαν συζητήσεις εκπρόσωποι του δήμου και της περιφέρειας, που έχουν προσφύγει μαζί με τη Μητρόπολη Ζακύνθου εναντίον της εταιρείας, παραδέχονται ότι δύσκολα θα βρεθούν τίτλοι εξίσου ισχυροί με τους τίτλους του πωλητή.
Αγωγή εμίρη κατά Δημοσίου
Αγωγή κατά του ελληνικού Δημοσίου στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών κατέθεσε η εταιρεία Pimana, αγοράστρια της έκτασης των 15.000 στρεμμάτων στη Ζάκυνθο, με αίτημα να αναγνωρισθεί το συμβόλαιο με το οποίο αγόρασε την επίδικη έκταση τον Απρίλιο του 2014. Η αγωγή ήρθε μετά την απόφαση του δικαστηρίου της Ζακύνθου να αποδεχθεί την πρόσθετη παρέμβαση του Δημοσίου υπέρ της μητρόπολης, της περιφέρειας, του δήμου και των κατοίκων.
Η «Καθημερινη» επικοινώνησε με τις υπηρεσίες που θα έπρεπε να δώσουν την εντολή για την παρέμβαση αυτή, αλλά όλοι δήλωναν αναρμόδιοι τόσο στην Αθήνα όσο και στην Πάτρα. Καλά πληροφορημένες πηγές διαβεβαίωναν ότι η παρέμβαση ασκήθηκε έπειτα από αίτημα του Δασαρχείου Ζακύνθου. Εκείνο που εκκρεμεί και έχει ζητήσει η δικηγόρος που εμφανίσθηκε ως εκπρόσωπος του ελληνικού Δημοσίου στην Ζάκυνθο είναι η παρουσία της στο τοπικό όργανο όπου θα συζητηθεί ποιο μέρος της έκτασης αφορά χορτολιβαδικές και βραχώδεις εκτάσεις, καθώς 14.333 στρέμματα από το επίδικο αγρόκτημα διέπονται από τη δασική νομοθεσία χωρίς να είναι δάσος. Πηγές του υπουργείου Γεωργίας ανέφεραν στην «Κ» ότι «δεν υπάρχει τεκμήριο υπέρ του Δημοσίου στα Επτάνησα».
Με πληροφορίες από kathimerini.gr και real.gr