Ο Λάκης Γαβαλάς μίλησε στα "Μεσάνυχτα" της Τρίτης για το διάστημα που πέρασε μέσα στη φυλακή, αντιπαραβάλλοντας εκείνη την περίοδο με άλλες που, αν και ήταν ελεύθερος ένιωθε εγκλωβισμένος από το βάρος των ευθυνών.
«Δεν ήθελα να φάω το χαβιάρι»
«Στο «κελί» είχα βρεθεί όταν ήμουν σε ένα υπέροχο ξενοδοχείο, και ήμουν πάρα πολύ κουρασμένος, έπαιρνα στην Ελλάδα να μιλήσω - υποτίθεται για να συμβουλευτώ τα δικά μου στελέχη - και δεν ήταν στην θέση τους ποτέ ή αν ήταν έκαναν "πες του βλάκα ότι δεν είμαστε εδώ" [...] Αυτοί βλέπαν το αποτέλεσμα, όχι το πώς ερχόταν το αποτέλεσμα, ότι δεν υπήρχαν ωράρια, δεν υπήρχε "τίποτα".
»Άρα λοιπόν εγώ ζούσα στο «κελί» του υπέροχου ξενοδοχείου, αλλά πολλές φορές δεν είχα ούτε καν όρεξη. Ενώ στην φυλακή μπορεί να είχα όρεξη να φάω και την φασολάδα μου. Εκεί, στη Γαλλία ή στην Ιταλία ή στην Αγγλία που ήμουν, ούτε ήθελα να φάω το χαβιάρι. Ήμουν τόσο απελπισμένος, τόσο κουρασμένος για να πετύχω κάτι, να μπορέσω να πάρω περισσότερο προσωπικό. Να γίνουμε μεγάλοι».
Η ψυχολογία του στη φυλακή
«Η φυλακή μου δεν ήταν μόνο ο Κορυδαλλός. Ήταν πολλές φυλακές. Ένα παζλ. Μετά από ένα τρίμηνο (σ.σ προφυλακισμένος) λέω εδώ είμαι, καθόμαστε μέχρι το 18μηνο - γιατί ήμουν όχι φυλακισμένος ακόμη, υπόδικος. Έκανα τις γυμναστικές μου και έβλεπα όλους τους άλλους σαν κομπάρσους. Ήμουν ο Παπαμιχαήλ τους, η Βουγιουκλάκη τους, η Καρέζη τους, ο Φούντας πολλές φορές.
»Ξεκίνησα γυμναστικές, διατροφές, ένας μάλιστα συγκελίτης που μαγείρευε πάρα πολύ ωραία [...] Στο κελί, αν είχα κάποια περιοδικά ήταν περιοδικά μόδας, τότε μία Vogue που είχα. Οι κατσαρίδες «σωρός». Ποια θα ήταν ευτυχισμένη να σκοτωθεί με την Vogue; Έκανα κάθε τόσο ένα καλαμπούρι. Προστάτευσα τον εαυτό μου».
Κατά την διάρκεια της παραμονής τους στη φυλακή, εργάστηκε στον κήπο: «Έφερα με χρήματα δικά μου λουλουδάκια [...] Ήμουν σε μια πτέρυγα "υψηλού κινδύνου", με την έννοια ότι επειδή ήταν κάποιοι γνωστοί άνθρωποι μπορούσε κάποιος να τους επιτεθεί [...] "Εσύ είχες λεφτά, θα σε σκοτώσουμε ή θα σε πειράξουμε"»
«Ήμουν μαζί με άλλους τρεις Έλληνες, τέσσερις στον θάλαμο, οι οποίοι είχαν να κάνουν με οικονομικά και αυτοί. Πέρασαν ο Λαυρεντιάδης, ο Βασίλης με την ηλεκτροδότηση που μεταφέρονταν σε άλλες πτέρυγες. «Μου φέρονταν όλοι πάρα πολύ καλά. Μπήκα στη φυλακή σαν Λάκης και βγήκα σαν κύριος Γαβαλάς, για όλους. Έτσι έμπαινα και στους οίκους μόδας».
σχόλια