Το πολυαναμενόμενο μουσείο οπτικής κουλτούρας M + στο Χονγκ Κονγκ που σχεδιάστηκε από την ελβετική αρχιτεκτονική εταιρεία Herzog & de Meuron θα ανοίξει το 2021, και μόλις ανακοινώθηκε η ολοκλήρωση της κατασκευής του.
Μετά από δέκα χρόνια από τη στιγμή που ανακοινώθηκαν τα σχέδια, τα φώτα του άναψαν δοκιμαστικά και φώτισαν την προκυμαία του Victoria Harbour, στην πολιτιστική περιοχή West Kowloon του Χονγκ Κονγκ, εκεί που βρίσκεται το πρώτο και μεγαλύτερο μουσείο αφιερωμένο αποκλειστικά στον οπτικό πολιτισμό που έχει γίνει στον κόσμο.
Ο σκοπός του μουσείου M + είναι να αναδείξει την έκθεση και την ερμηνεία της εικαστικής τέχνης, του ντιζάιν, της αρχιτεκτονικής και της κινούμενης εικόνας. Το μουσείο θα αναδείξει και την ανάπτυξη της οπτικής κουλτούρας του Χονγκ Κονγκ τους δύο τελευταίους αιώνες.
Το μουσείο με τη μνημειακή δομή που ξεχωρίζει μέσα στο λιμάνι και καταλαμβάνει συνολικά 65.000 τ.μ., με 17.000 τ.μ. εκθεσιακών χώρων και 33 αίθουσες εκθέσεων είναι σε σχήμα ανεστραμμένου «Τ», με οριζόντιους και κατακόρυφους όγκους να τέμνονται και έναν λεπτό και πανύψηλο πύργο με θέα το λιμάνι.
Σκυρόδεμα και κεραμικά πλακίδια είναι τα βασικά υλικά κατασκευής που αντανακλούν τις μεταβαλλόμενες συνθήκες φωτός και καιρού και κάνουν το κτίριο να ξεχωρίζει ανάμεσα στις λαμπερές προσόψεις από γυαλί και χάλυβα που έχουν οι κοντινοί ουρανοξύστες. Στον φωτισμένο ορίζοντα του Χονγκ Κονγκ θα προβάλλεται και το περιεχόμενο των εκθέσεων με LED στην πρόσοψη του μουσείου.
«Η ποικιλομορφία είναι εγγεγραμμένη στο DNA του μουσείου», είπε ο ένας από τους διάσημους αρχιτέκτονες που έβαλαν την υπογραφή τους στην κατασκευή, Jacques Herzog. «Το μουσείο εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο την κατεύθυνση του παγκόσμιου πολιτισμού όπου η διαφορετικότητα, η ισότητα και η πρόσβαση σε κάθε είδους τέχνη εκφράζονται από την ίδρυσή του».
Το 2012, ο διάσημος Ελβετός συλλέκτης Uli Sigg, που κατέχει τη μεγαλύτερη και πληρέστερη συλλογή σύγχρονης κινεζικής τέχνης στον κόσμο, ανακοίνωσε ότι θα δωρίσει το μεγαλύτερο μέρος της στο M +. Η ιδρυτική αυτή δωρεά περιλάμβανε δωρεά 1.463 έργων από 325 καλλιτέχνες, εκτιμώμενης αξίας 1,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο Sigg αγόρασε για λογαριασμό του μουσείου 47 επιπλέον έργα για 177 εκατομμύρια δολάρια και δήλωσε ότι επέλεξε το μουσείο του Χονγκ Κονγκ επειδή η συλλογή του περιλαμβάνει έργα καλλιτεχνών που έχουν λογοκριθεί και απαγορευθεί από την κινεζική κυβέρνηση, όπως 26 έργα του Ai Weiwei.
Στο ίδιο πνεύμα, το μουσείο έχει αποκτήσει σχεδόν 100 φωτογραφίες της σειράς «Κίνα μετά το Μάο» του Λιου Χουνγκ Σινγκ, συμπεριλαμβανομένων φωτογραφιών των αιματηρών γεγονότων που ακολούθησαν την καταστολή των διαδηλώσεων της Πλατείας Τιενανμέν του 1989. Στην προειδοποίηση της Κίνας «να μην αναμειχθεί η τέχνη με την πολιτική», το μουσείο απάντησε ότι δε μπορεί να απομακρυνθεί από πολιτικά ευαίσθητα θέματα.
Συμπληρώνοντας τη συλλογή του το μουσείο ανακοίνωσε το 2014, πως η συλλογή του είχε ανέλθει σε 2.700 περίπου έργα. Η συλλογή του M + περιλαμβάνει και έργα των φρανκ Λόιντ Ράιτ, Μις βαν ντερ Ρόε και ολόκληρο το αρχείο της μεγάλης συλλογικής αρχιτεκτονικής Archigram της Βρετανίας.
Το μεγάλο αίθριο στο εσωτερικό επιτρέπει στο φυσικό φως να μπει στο κτίριο και να φωτίζει το χώρο των δημοσίων εγκαταστάσεων, την κύρια είσοδο και το φουαγέ στο ισόγειο. Δώδεκα συνολικά είναι οι όροφοι του μουσείου που θα είναι το πρώτο που θα ανοίξει στην πολιτιστική περιοχή του δυτικού Kowloon και φιλοδοξεί να γίνει ένας από τους κορυφαίους πολιτιστικούς προορισμούς της Ασίας.
Για ένα μουσείο καθολικό και ανοιχτό, προσβάσιμο σε όλους μιλούν οι αρχές και οι αρχιτέκτονες που σχεδίασαν έναν από τους 17 συνολικά πολιτιστικούς χώρους στο λιμάνι του του Χονγκ Κονγκ, ένα σχέδιο της ανάπλασης της περιοχής που έχει σχεδιάσει ο Βρετανός αρχιτέκτονας Νόρμαν Φόστερ.