Το παγκόσμιο κυνήγι που έχει εξαπολύσει το Μεξικό για χαμένα αρχαία αντικείμενα οδήγησε πρόσφατα σε μια αποθήκη της Στοκχόλμης, όπου ένα ζευγάρι κεραμικών ειδωλίων ηλικίας 2.000 ετών, που χρησιμοποιούνταν πριν από δεκαετίες για τη διαφήμιση του μεξικανικού λικέρ Kahlúa, σκονιζόταν σε μια αποθήκη.
Η ξαφνιασμένη Σουηδή αρχειοφύλακας που βρήκε τα αγαλματίδια αυτή την άνοιξη επικοινώνησε με έναν υπάλληλο της μεξικανικής πρεσβείας, ο οποίος κάλεσε ανθρωπολόγους στην Πόλη του Μεξικού, οι οποίοι σύντομα τα πιστοποίησαν ως ταφικά αντικείμενα, με αποτέλεσμα την επιστροφή τους στο Μεξικό σε μια τελετή τον Ιούνιο.
«Διάβασα κάποια άρθρα για το ότι ιδιώτες επέστρεφαν τα αντικείμενα στο Μεξικό», δήλωσε η αρχειονόμος Lovisa Severin Kragerud, η οποία εργάζεται για τον ιδιοκτήτη της Kahlúa Absolut Vodka. «Σκέφτηκα ότι ίσως θα θύμωναν, αλλά ήταν πολύ φιλόξενοι και ευγνώμονες».
Το Μεξικό ενισχύει σημαντικά τις προσπάθειές του για την ανάκτηση κλεμμένων ή εξαφανισμένων πολιτιστικών αγαθών και στην πορεία ταράζει τις διεθνείς αγορές αρχαιοτήτων.
Η κυβέρνηση του Μεξικανού Προέδρου Obrador δημιούργησε πέρυσι μια ειδική ομάδα της Εθνικής Φρουράς αφιερωμένη στην ανάκτηση κλεμμένων προκολομβιανών αντικειμένων, η οποία είχε ως πρότυπο μια μονάδα της εθνικής αστυνομίας της Ιταλίας ειδική στην ανάκτηση κλεμμένων αρχαιοτήτων που ιδρύθηκε τη δεκαετία του ‘70. Η Ιταλία, η οποία βοηθάει το Μεξικό στην προσπάθεια αυτή, είναι γνωστή για την ανάκτηση ορισμένων λεηλατημένων αριστουργημάτων με αγωγές κατά εμπόρων και μεγάλων μουσείων, όπως το Μουσείο J. Paul Getty.
Το υπουργείο Εξωτερικών του Μεξικού αναφέρει ότι η κυβέρνηση έχει ανακτήσει σχεδόν 9.000 κομμάτια από το 2018, ενώ αρκετές εκατοντάδες άλλα βρίσκονται τώρα σε πρεσβείες και περιμένουν τη μεταφορά τους στο Μεξικό.
Αντί όμως να στείλει τους δικηγόρους του στους διευθυντές των μουσείων, το Μεξικό πρωτοστατεί με μια εκστρατεία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που έχει σχεδιαστεί για να πείσει τους αγοραστές ότι οι πωλήσεις αρχαιοτήτων είναι ανήθικες. Οι προσπάθειες επαναπατρισμού προβάλλονται με ένα hashtag –«Mi Patrimonio No Se Vende» ή «Η κληρονομιά μου δεν πωλείται»– που δημιουργήθηκε από την πρώτη κυρία, Beatriz Gutiérrez Müller, η οποία έχει υποστηρίξει ενεργά την προσπάθεια.
Το Μεξικό συντονίζεται επίσης με πολιτικούς και αστυνομικούς αξιωματούχους στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Ένας αξιωματούχος της UNESCO δήλωσε σε συνέντευξή του ότι το Μεξικό απευθύνει συστηματικά εκκλήσεις στον πολιτιστικό οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών για να παρέμβει σε εκκρεμείς δημοπρασίες.
Το υπουργείο Εξωτερικών του Μεξικού αναφέρει ότι η κυβέρνηση έχει ανακτήσει σχεδόν 9.000 κομμάτια από το 2018, ενώ αρκετές εκατοντάδες άλλα βρίσκονται τώρα σε πρεσβείες και περιμένουν τη μεταφορά τους στο Μεξικό. Το σύνολο περιλαμβάνει δύο μεγάλες ανακτήσεις που ανακοινώθηκαν πριν μια εβδομάδα, σύμφωνα με τη WSJ: 2.522 κομμάτια από τη Βαρκελώνη και άλλα 428 κομμάτια από το Πόρτλαντ. Αυτές οι ποσότητες, λένε οι αξιωματούχοι, είναι σημαντικά περισσότερες από αυτές που επαναπατρίστηκαν από προηγούμενες διοικήσεις.
Ο εξονυχιστικός έλεγχος του παγκόσμιου εμπορίου αρχαιοτήτων εντείνεται, καθώς η αξία των έργων τέχνης ανεβαίνει διαρκώς και η στάση της Δύσης μεταβάλλεται σχετικά με το ποιος έχει τον τελικό λόγο για το πού βρίσκονται και με ποιον τρόπο μεταπωλούνται. Από την Καμπότζη έως το Ιράκ, τα κράτη ασκούν όλο και περισσότερες πιέσεις σε οίκους δημοπρασιών για να ανακτήσουν αντικείμενα που ενδεχομένως έχουν κλαπεί.
Το πνεύμα των προσπαθειών επαναπατρισμού του ίδιου του Μεξικού «μοιάζει να προέρχεται περισσότερο από την κοινότητα παρά από την κυβέρνηση, κάτι που λέει πολλά για τον μεξικανικό εθνικισμό», δήλωσε η Donna Yates, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ της Ολλανδίας, η οποία ειδικεύεται στην παράνομη διακίνηση αρχαιοτήτων από τη Λατινική Αμερική. «Το Μεξικό προσπαθεί να καταστήσει κοινωνικά απαράδεκτο το να αγοράζει κανείς αυτά τα αντικείμενα».
Σε αντίθεση με τις χώρες των οποίων οι αρχαιότητες μεταφέρθηκαν κυρίως από τους αποικιοκράτες, το Μεξικό υπέστη επίσης έξαρση κλοπών από τη δεκαετία του 1950 έως τη δεκαετία του '70, καθώς τα προκολομβιανά τεχνουργήματα απέκτησαν πολιτιστική επικαιρότητα, δηλώνει η Yates. Οι εικόνες των Μάγια εμφανίστηκαν όχι μόνο στη διαφήμιση –όπως της Kalhúa– αλλά και στο Χόλιγουντ. Η Όντρεϊ Χέπμπορν χτύπησε στο κεφάλι έναν Γάλλο εραστή με ένα αρχαίο μεξικανικό ειδώλιο στην ταινία «Funny Face» του 1957. Διακεκριμένες συλλογές κατείχαν ο Ντιέγκο Ριβέρα, η Φρίντα Κάλο, ο Νέλσον Ροκφέλερ και ο Βίνσεντ Πράις.
Η Audrey Hepburn κρατάει ένα αρχαίο μεξικανικό ειδώλιο στο «Funny Face» (1957)
«Επειδή έχουμε μιλήσει τόσο δυνατά, δημιουργούμε κοινωνική συνείδηση», δήλωσε ο Alejandro Celorio, κορυφαίος νομικός σύμβουλος του μεξικανικού υπουργείου Εξωτερικών. «Κάθε μέρα έχουμε όλο και μεγαλύτερη συνεργασία από τις διωκτικές αρχές του κόσμου και από ιδιώτες».
Στα αντικείμενα που ανακτήθηκαν συγκαταλέγονται από απλές αιχμές βελών από μια ιδιωτική συλλογή στο Πόρτλαντ μέχρι έγγραφα του 16ου αιώνα γραμμένα από τον Ισπανό κατακτητή Ερνάν Κορτές, λένε οι Μεξικανοί αξιωματούχοι. Αυτά τα έγγραφα, ηλικίας 500 ετών, είχαν κλαπεί –αποκομμένα με χειρουργική λεπίδα– από τα τεράστια Εθνικά Αρχεία του Μεξικού τα τελευταία χρόνια.
Παραλίγο να δημοπρατηθούν στη Νέα Υόρκη πριν τα εντοπίσουν στον κατάλογο της δημοπρασίας ακαδημαϊκοί στο Μεξικό και την Ισπανία. Το Γραφείο του Εισαγγελέα του Μανχάταν σταμάτησε την πώληση τον Μάρτιο. Η κυβέρνηση γενικά επιστρέφει τα αντικείμενα εκεί όπου βρίσκονταν πριν από την αφαίρεσή τους – σε μουσεία, αρχεία και εκθέσεις.
Το Μεξικό λέει ότι τέτοιες πωλήσεις ενθαρρύνουν την παράνομη λεηλασία των αντικειμένων, την παράνομη διακίνησή τους και τις πλαστογραφίες και στερούν τη σημασία τους ως αρχαιολογικών αντικειμένων, υποβιβάζοντάς τα σε απλά διακοσμητικά αντικείμενα.
«Μιλάμε για μια κληρονομιά με τεράστιο συμβολικό βάρος», δήλωσε ο Diego Prieto Hernández, επικεφαλής του Εθνικού Ινστιτούτου Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Μεξικού. «Για το Μεξικό, πρόκειται για ιερά πολιτιστικά αγαθά που δεν πρέπει να αγοράζονται και να πωλούνται εμπορικά».
Ενθαρρυμένοι από την εκστρατεία του Μεξικού, οι ιδιώτες επιστρέφουν όλο και περισσότερα αντικείμενα από τις οικογενειακές τους συλλογές. Πολλοί από αυτούς είναι παιδιά των αρχικών συλλεκτών, λένε οι ακαδημαϊκοί.
Πέρυσι, δύο Γερμανοί πολίτες επέστρεψαν εθελοντικά 37 αρχαία ειδώλια των Ολμέκων και των Μάγια στην πρεσβεία του Μεξικού στο Βερολίνο. Και το Albion College στο Μίσιγκαν επέστρεψε οικειοθελώς μια τεφροδόχο των Μάγια ηλικίας 500 ετών. Βρέθηκε από έναν ερασιτέχνη αρχαιολόγο στο Μεξικό και τη δώρισε στη σχολή του το 2003, όπου παρέμεινε σχεδόν απαρατήρητη σε μια γυάλινη θήκη της βιβλιοθήκης, μέχρι που επανενώθηκε με τη δίδυμή της σε ένα μουσείο της Τσιάπας πέρυσι, δήλωσε το κολέγιο.
Ένας ασυνήθιστος τρόπος με τον οποίο οι Μεξικανοί αξιωματούχοι αποθαρρύνουν τις πωλήσεις σε δημοπρασίες είναι να βάζουν ειδικούς ανθρωπολόγους να εξετάζουν τους δημοσιευμένους καταλόγους δημοπρασιών για απομιμήσεις –οι οποίες, σύμφωνα με αξιωματούχους και ακαδημαϊκούς, είναι ιδιαίτερα συχνές όσον αφορά τις μεξικανικές αρχαιότητες– και στη συνέχεια να ενημερώνουν τους δημοπράτες χωρίς να τους λένε ποια συγκεκριμένα κομμάτια πιστεύουν ότι είναι πλαστά. «Αυτή η τακτική χτυπάει στην καρδιά της αξιοπιστίας και του κύρους τους», δήλωσε ο κ. Celorio. «Θα μπορούσαν να διαπράξουν απάτη και να αντιμετωπίσουν νομικές ενέργειες από τους αγοραστές».
Οι αλληλεπιδράσεις του Μεξικού με ορισμένους ξένους οίκους δημοπρασιών δεν ήταν πάντα αρμονικές. Το 2019, ο οίκος δημοπρασιών Millon & Associés στο Παρίσι πούλησε 120 κομμάτια προκολομβιανής τέχνης από τους πολιτισμούς των Ολμέκων και των Μάγια για 1,2 εκατομμύρια ευρώ, αξίας τότε περίπου 1,3 εκατομμυρίων δολαρίων, παρά τις εκκλήσεις του Μεξικού, της Γουατεμάλας και της UNESCO να σταματήσει η πώληση.
Ο οίκος δημοπρασιών πούλησε μια άλλη παρτίδα 20 αντικειμένων τον Ιούνιο, αφού το Μεξικό διαμαρτυρήθηκε και πάλι. Ο οίκος Millon δήλωσε ότι οι χώρες απέτυχαν να προσκομίσουν έγγραφα που να αποδεικνύουν την προέλευση των αντικειμένων, σύμφωνα με Μεξικανούς αξιωματούχους, οι οποίοι λένε ότι αυτό δεν είναι πάντα δυνατό.
«Χώρες όπως η Γαλλία λένε ότι χρειάζονται αποδείξεις», δήλωσε ο κ. Celorio. «Εμείς τους λέμε: "Δεν είχαμε φωτογραφικές μηχανές τον 19ο αιώνα". Θα μας πουν: "Τότε τι θα λέγατε για έναν κατάλογο;". Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί αρχαιολογικοί χώροι που θα ήταν δύσκολο να καταγράψουμε τα πάντα με τους πόρους που διαθέτουμε».
Σε ορισμένες περιπτώσεις το Μεξικό επιτρέπει σε υπερπόντιες αρχαιότητες με άλυτο καθεστώς να στέλνονται προσωρινά στην πατρίδα τους για εκθέσεις και στη συνέχεια να επιστρέφονται – για παράδειγμα, το Βατικανό δάνεισε πρόσφατα στο Μεξικό αντικείμενα για μια έκθεση στην Πόλη του Μεξικού σχετικά με ανακτημένες αρχαιότητες. «Έχουμε την ευκαιρία να διατηρήσουμε ένα παράθυρο στον πολιτισμό μας στο εξωτερικό», δήλωσε ο κ. Celorio. «Νομίζω ότι υπάρχει μια μέση λύση – να αναγνωρίζεται ότι πρόκειται για μεξικανική κληρονομιά, ενώ παράλληλα εκπαιδεύουμε τους ανθρώπους γνωρίζοντάς τους τον πολιτισμό μας».