Ο αρχαιολογικός τουρισμός έχει χαρακτηριστεί ως η νέα τάση στα ταξίδια αναψυχής, δεν σου κάνει όμως τόση αίσθηση ως «trend» όταν ζεις σε μια χώρα γεμάτη αρχαιότητες που εκτείνονται από τους προϊστορικούς μέχρι τους νεότερους χρόνους.
Το παρελθόν εδώ είναι διαρκώς «παρόν» όπου κι αν βρεθείς, από την ηπειρωτική Ελλάδα και την Πελοπόννησο μέχρι την Κρήτη και τα νησιά, είτε πρόκειται για τις πολυάριθμες αρχαιολογικές θέσεις, ανασκαφές και τομές, είτε για τα 203 αρχαιολογικά μουσεία και τα μυριάδες ευρήματα που εκτίθενται σε αυτά, χώρια όσα παραμένουν στις αποθήκες ή έχουν «ξενιτευτεί».
Αναδιφώντας την ιστορία ενός τόπου μέσα απ’ όσα «θραύσματα μνήμης» του έχουν διασωθεί, δένεσαι περισσότερο τόσο με αυτόν όσο και με τους ανθρώπους του, που μπορεί να μη διατηρούν οπωσδήποτε κάποια συγγένεια με τους μακρινούς προγόνους τους, αναπνέουν όμως τον ίδιο αέρα, ζουν στα ίδια χώματα και λίγο-πολύ σε ανάλογο περιβάλλον με εκείνους.
Είναι βέβαια πολύ δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς μόλις δέκα από τα τόσα πραγματικά σπουδαία αρχαιολογικά ευρήματα που υπάρχουν στην επικράτεια, ακόμα κι αν εξαιρέσει την Αθήνα και γενικότερα την Αττική. Οπότε η παρακάτω επιλογή δεν είναι αξιολογική αλλά όσο γίνεται αντιπροσωπευτική γεωγραφικά, χρονολογικά αλλά και από πλευράς εκθεμάτων.
Ηνίοχος
Μουσείο Δελφών, Φωκίδα
Αφιέρωμα στο Μαντείο των Δελφών από τον τύραννο της Γέλας Πολύζαλο και σμιλεμένο σε χαλκό, είναι ένα από τα πιο αριστουργηματικά αγάλματα των κλασικών χρόνων που έχουν διασωθεί, κάτι που οφείλεται στον σεισμό του 373 π.Χ., που κατέστρεψε τον αρχαϊκό ναό όπου στεγαζόταν, καταπλακώνοντάς το και έτσι «κρύβοντάς» το από τους αρχαιοκάπηλους μέχρι το 1896, οπότε αποκαλύφθηκε κατά τις ανασκαφές της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής.
Ο ύψους 1.82 μ. νεαρός αναβάτης απεικονίζεται όρθιος στον δίφρο, αμέσως μετά τη νίκη του και ενώ κάνει τον γύρο του θριάμβου. Φορά μακρύ χιτώνα που ζώνεται ψηλά και συγκρατείται με δύο ταινίες για να μην ανεμίζει στη διάρκεια του αγώνα. Την κόμη του περιζώνει σύμβολο νίκης, μια ταινία διακοσμημένη με ασημί μαίανδρο. Τα μάτια του είναι ένθετα, από ημιπολύτιμο λίθο και γυαλί. Σου εντυπώνονται και νιώθεις ότι σε παρατηρούν απ’ όποια μεριά κι αν σταθείς, αποπνέουν δε μια αυτοπεποίθηση και μια εσωτερικότητα που συμβολίζει τη μετάβαση από την αρχαϊκή στην κλασική τέχνη, καθώς διαβάζω.
Ο Ηνίοχος φιλοτεχνήθηκε αμέσως μετά τους Περσικούς Πολέμους, μάλλον από τον Πυθαγόρα τον Σάμιο (όχι τον φιλόσοφο). Αποτελούσε μέρος ενός μεγαλύτερου συμπλέγματος, το οποίο περιλάμβανε τέθριππο και τουλάχιστον μια δεύτερη μορφή, πιθανότατα έναν ιπποκόμο. Από αυτό σώζονται δύο πίσω πόδια αλόγων, μια ουρά, κομμάτια από τον ζυγό του άρματος και ένα εφηβικό ή παιδικό χέρι με απομεινάρια ηνίων.
Κεφαλή Σφίγγας από την είσοδο του τύμβου Καστά
Μουσείο Αμφίπολης, Σέρρες
Πρόκειται για τη σπάνιας ομορφιάς και μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας κεφαλή μίας εκ των δύο, ύψους 2 μ. Σφιγγών που «φρουρούν» τον τύμβο. Βρέθηκε στο εσωτερικό του τρίτου θαλάμου του μνημειώδους αυτού ταφικού μνημείου των ελληνιστικών –κατ’ άλλους ρωμαϊκών–χρόνων το 2014 από ανασκαφείς που αφαιρούσαν τα χώματα ώστε να προσεγγίσουν τον τέταρτο.
Η εν λόγω κεφαλή όπως και τα άλλα εντυπωσιακά ευρήματα αυτής της ανασκαφής, που είχε ξεκινήσει σε πρώτη φάση την περίοδο 1950-1970 και συνεχίστηκε σε δεύτερη το 2012, γνώρισαν ιδιαίτερη προβολή και έφτασαν να γίνουν πεδίο πολιτικής εκμετάλλευσης και αντιπαράθεσης. Επιπλέον διατυπώθηκε η εικασία ότι στον τύμβο Καστά είχε θαφτεί ο Μέγας Αλέξανδρος, κάτι που όμως δεν επιβεβαιώθηκε. Το σίγουρο είναι ότι αποτέλεσε την τελευταία κατοικία κάποιου ισχυρού ηγεμόνα ή αξιωματούχου, του Ηφαιστίωνα, κατά παραγγελία του Αλέξανδρου, σύμφωνα με την εκδοχή που παρουσιάστηκε κατά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της ανασκαφικής ομάδας το 2015. Κατασκευαστής του φέρεται να είναι ο Δεινοκράτης.
Η κεφαλή της Σφίγγας, η οποία εκτίθεται από το 2019 στο Μουσείο Αμφίπολης, ωσότου επιστρέψει στην αρχική της θέση, όταν οι αναστηλωτικές εργασίες του μνημείου ολοκληρωθούν, είχε «ταξιδέψει» πέρσι στην Αθήνα για να συμμετάσχει στην έκθεση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης «Κάλλος, η υπέρτατη ομορφιά», συγκεκριμένα στην ενότητα του «Δαιμονικού Κάλλους» με τις μειξογενείς μυθολογικές οντότητες.
Ερμής του Πραξιτέλη
Μουσείο Αρχαίας Ολυμπίας
Από τα κορυφαία αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής τέχνης είναι το κορυφαίο εύρημα που στεγάζει το εν λόγω μουσείο. Ο αγγελιοφόρος των θεών απεικονίζεται να κρατά τον μικρό Διόνυσο σε ένα μαρμάρινο σύμπλεγμα του 340 π.Χ. που θεωρείται αντιπροσωπευτικό της μετάβασης από την κλασική στην ελληνιστική γλυπτική. Ο ύψους 2.13 μ. Ερμής, που έχει χαρακτηριστεί ως η επιτομή του κλασικού ανδρικού κάλλους, στηρίζεται σε κορμό δέντρου καλυμμένο με ιμάτιο, ενώ στο δεξί του χέρι, που λείπει, εικάζεται ότι κρατούσε σταφύλι το οποίο πρότεινε στον γόνο του Δία και της Σεμέλης, που έμελλε να γίνει ο οργιαστικός θεός του κρασιού και του γλεντιού, δημιουργώντας δική του λατρεία. Συμπληρωμένα είναι το αριστερό πόδι από το γόνατο και κάτω, η δεξιά κνήμη και το κάτω μέρος του κορμού.
Το εξαίσιο αυτό γλυπτό από παριανό μάρμαρο ανακάλυψαν Γερμανοί αρχαιολόγοι το 1877 στον σηκό του ναού της Ήρας στην αρχαία Ολυμπία. Ήταν, λέγεται, αφιερωμένο από τους Ηλείους και τους Αρκάδες για να τιμήσουν μια συνθήκη ειρήνης και είχε αρχικά τοποθετηθεί στο ιερό άλσος Άλτις. Υπήρξαν κατά καιρούς διαφωνίες για την προέλευσή του, για το αν η ανδρική μορφή είναι ο Ερμής ή ο Πάνας και για το αν πρόκειται για μεταγενέστερο χρονολογικά έργο, ωστόσο σήμερα η κρατούσα άποψη είναι ότι αποτελεί πράγματι έργο του Πραξιτέλη και ότι όντως απαθανατίζει τον Ερμή σε μια στιγμή ανάπαυσης καθώς φυγαδεύει τον μικρό Διόνυσο στις Νύμφες της Κρήτης για τον γλιτώσει από την οργή της για μία ακόμα φορά απατημένης Ήρας.
«Ο ψαράς»
Τοιχογραφία, Ακρωτήρι Θήρας
Από τις πιο ονομαστές τοιχογραφίες του Ακρωτηρίου στη Σαντορίνη και τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα της κυκλαδικής τέχνης, η νατουραλιστική αυτή νωπογραφία χρονολογείται στο 1650 π.Χ. και βρέθηκε στο 5ο δωμάτιο της Δ. Οικίας. Ο νεαρός ψαράς απεικονίζεται να κρατά δύο αρμαθιές ψάρια περασμένα σε σχοινί, δείγμα ευμάρειας, ενώ φαίνεται να κινείται πάνω στη θάλασσα ή δίπλα στην ακτογραμμή.
Ο ακμάζων κάποτε οικισμός του Ακρωτηρίου, η λεγόμενη ελληνική Πομπηία, αποτελούσε τα χρόνια εκείνα σημαντικό λιμάνι και ήταν από τα κυριότερα κέντρα του κυκλαδικού πολιτισμού. Είχε επαφές με την ηπειρωτική Ελλάδα, τη μινωική Κρήτη, την Κύπρο και τη Μέση Ανατολή και τίποτα δεν φαινόταν να τον απειλεί, ώσπου καταστράφηκε με την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης γύρω στο 1500 π.Χ. Η ηφαιστειακή τέφρα που τον κάλυψε, όμως, διατήρησε σχεδόν ανέπαφο μεγάλο τμήμα του, διασώζοντας ταυτόχρονα πολλά ευρήματα.
Η τοιχογραφία ανακαλύφθηκε το 1970 αποκολλημένη μεν, αλλά σε θαυμάσια κατάσταση, όπως και άλλες τοιχογραφίες που κοσμούσαν τους πάνω ορόφους αρκετών κτιρίων του οικισμού, πολλά από τα οποία ήταν διώροφα ή τριώροφα. «Ο ψαράς» εξετίθετο στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο έως το 2015, οπότε επέστρεψε στα γνώριμα «νερά» του, στο Μουσείο Προϊστορικής Θήρας.
Δίσκος της Φαιστού
Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου Κρήτης
Με διάμετρο 16 εκ. και πάχος 1 εκ,. ο πήλινος αυτός εγχάρακτος δίσκος κατέχει ξεχωριστή θέση στα μινωικά ευρήματα καθώς από το 1908, οπότε ανακαλύφθηκε στο υπόγειο του δωματίου XL-101 του παλατιού της Φαιστού, του δεύτερου σημαντικότερου μινωικού κέντρου μετά την Κνωσσό, επιμένει να μην αποκαλύπτει τα μυστήριά του. Στις δύο του όψεις ο διάσημος αυτός δίσκος φέρει 45 διαφορετικά σύμβολα, πολλά από τα οποία αναπαριστούν ανθρώπινες μορφές, ψάρια, πουλιά, έντομα και φυτά. Συνολικά υπάρχουν 241 σύμβολα, 122 στη μία πλευρά και 119 στην άλλη, τοποθετημένα σπειροειδώς.
Ανάγεται στην Ύστερη ή Μέση Εποχή του Χαλκού (2η χιλιετία π.Χ.) και πολλές θεωρίες έχουν διατυπωθεί για τη χρήση και τους συμβολισμούς του. Άλλοι πρότειναν ότι πρόκειται για ύμνο, προσευχή ή εξορκισμό, άλλοι ότι είναι ένα ποιητικό ή λογοτεχνικό κείμενο με θρησκευτικό χαρακτήρα – το πιθανότερο. Θεωρήθηκε επίσης τάμα, φυλαχτό ή ένα είδος ημερολογίου, τίποτα όμως δεν έχει τεκμηριωθεί απόλυτα, καθιστώντας τον Δίσκο της Φαιστού ένα προϊστορικό «X-file»!
Το βέβαιο είναι ότι οι επιγραφές του, γραμμένες σε Γραμμική Α’ και εν μέρει μόνο αναγνώσιμες, είναι μοναδικές στο είδος τους, μολονότι πιστεύεται ότι υπήρχαν κι άλλες αντίστοιχες που δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμα και που σίγουρα θα βοηθούσαν στην πλήρη αποκρυπτογράφησή του. Ωστόσο το γεγονός ότι φτιάχτηκε από ψημένο πηλό, κάτι ασυνήθιστο εκείνα τα χρόνια, δείχνει ότι ο δημιουργός του ή ο άνθρωπος που το παρήγγειλε ενδιαφερόταν για τη μακροημέρευσή του.
«Ιππόκαμπος»
Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας, Καλαμάτα
Το λεπτοδουλεμένο αυτό χάλκινο εδώλιο του 5ου αι. π.Χ., που αποτελεί και το σύμβολο του μουσείου, εντοπίστηκε τυχαία από αγρότες στα Ακοβίτικα στα τέλη της δεκαετίας του ’50 και εκτιμάται ως ένα ιδιαίτερo και εξαιρετικά σπάνιο στην κατηγορία του εύρημα. Ο περίτεχνος αλογόμορφος ιππόκαμπος μήκους 13,6 εκ., ο οποίος δείχνει σαν να καλπάζει με τα δυο μπροστινά πόδια και ταυτόχρονα να ελίσσεται στο νερό με τη βοήθεια της ουράς και των πτερυγίων που φέρει, αναπαριστά ένα από τα μυθολογικά πλάσματα που έσερναν πάνω από τα κύματα το χρυσό άρμα του Ποσειδώνα με τη συνοδεία δελφινιών. Φαίνεται ότι είχε αφιερωθεί στο ιερό του θεού της θάλασσας που βρέθηκε στην τοποθεσία αυτή από κάποιον ευσεβή πιστό που είτε ο ίδιος είτε κάποιο στενό συγγενικό ή φιλικό του πρόσωπο επρόκειτο να έρθει σε επαφή με το υγρό στοιχείο (αλιείς, ναυτικοί, ταξιδιώτες ή έμποροι).
Το ιερό του Ποσειδώνα στα Ακοβίτικα ανακαλύφθηκε επίσης τυχαία, στη διάρκεια αντιπλημμυρικών έργων στον παρακείμενο ποταμό Άρι τη δεκαετία του ’60. Φαίνεται ότι ήταν ονομαστό προσκύνημα και ότι λειτουργούσε από την αρχαϊκή εποχή μέχρι και το τέλος της κλασικής. Ο μυθικός ιππόκαμπος, μαζί με τα υπόλοιπα ευρήματα της ανασκαφής αυτής, έριξαν περαιτέρω φως στην ιστορία της αρχαίας Μεσσηνίας, ενώ τα ευρήματα που προκύπτουν από μια σειρά άλλες σημαντικές ανασκαφές που πραγματοποιούνται εκεί επιβεβαιώνουν ότι υπήρξε σπουδαίο κέντρο πολιτισμού και κατά τους κλασικούς χρόνους, παρά τη μακρόχρονη σπαρτιατική δεσποτεία.
Χρυσό διάδημα της Μήδας
Μόνιμη έκθεση του Μουσείου Βασιλικών Τάφων Αιγών, Βεργίνα
Ένα υψηλής τέχνης διάδημα της ελληνιστικής περιόδου από καθαρό χρυσό και υαλόμαζα που, παρότι διασώθηκε «τραυματισμένο» από τις φλόγες, δεν έχει χάσει σχεδόν τίποτα από την ομορφιά και τη λάμψη του. Βρέθηκε μέσα στη χρυσή λάρνακα που περιείχε τα καμένα οστά της γυναίκας που ενταφιάστηκε στον προθάλαμο του τάφου του Φιλίππου Β’. Σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες πρόκειται για την πριγκίπισσα Μήδα από τη Θράκη, την έκτη σύζυγο του Μακεδόνα βασιλιά που, σύμφωνα με το έθιμο της φυλής της, όφειλε να ακολουθήσει τον άντρα της στον Άδη, όταν εκείνος δολοφονήθηκε στο θέατρο των Αιγών το 336 π.Χ., μπαίνοντας αυτοβούλως στη νεκρική πυρά. Έτσι έκανε και έτσι ερμηνεύεται η ταυτόχρονη διπλή ταφή.
Λεπτοί χρυσοί βλαστοί στολισμένοι με φυλλαράκια ελίσσονται και συμπλέκονται, δημιουργώντας ένα εξαιρετικά κομψό πλέγμα διακοσμητικών μοτίβων, ενώ δεκάδες λουλούδια ανθίζουν προς κάθε κατεύθυνση, στερεωμένα σε σπείρες. Διακρίνονται ακόμα δύο μικροσκοπικά ρόδια, οι ιεροί καρποί της Περσεφόνης και σύμβολα γονιμότητας. Χρυσές μέλισσες ρουφούν το νέκταρ των λουλουδιών, ενώ ένα περιστέρι, ιερό πουλί της Αφροδίτης και σύμβολο του αιώνιου έρωτα, καθισμένο στο μεσαίο βλαστάρι, «κελαηδάει ανέγγιχτο στο πέρασμα των αιώνων», όπως αναφέρει η γλαφυρή περιγραφή του διαδήματος που συγκαταλέγεται στα κορυφαία εκθέματα του Μουσείου των βασιλικών τάφων Αιγών.
Πυξίδα με παράσταση οικιακών δραστηριοτήτων
Αρχαιολογικό Μουσείο Κορίνθου
Πολλά σπουδαία ευρήματα απέδωσαν οι ανασκαφές στην αρχαία Κόρινθο, αξίζει όμως να σταθεί κανείς σε αυτήν τη μελανόμορφη πυξίδα του 5ου π.Χ. αιώνα, καθώς αποτελεί μια πολύ παραστατική όσο και λεπτομερή μαρτυρία των δραστηριοτήτων που συντελούνταν σε ένα «αστικό» σπίτι των κλασικών χρόνων, κάτι σαν μια κεραμική χρονοκάψουλα.
Η αφήγηση ξεκινά με μια γυναίκα, προφανώς την κυρία του σπιτιού, η οποία παίζει με το παιδί της. Από πίσω μια δούλα τής περιποιείται τα μαλλιά, ενώ μια άλλη μεταφέρει τα απαραίτητα σύνεργα για τον καλλωπισμό της – η προσεγμένη εμφάνιση είχε σίγουρα μεγάλη σημασία ως ενδεικτική του καλού γούστου και της κοινωνικής θέσης σε μια ισχυρή και πλούσια πόλη-κράτος, όπως ήταν η αρχαία Κόρινθος, έστω κι αν οι γυναίκες περιορίζονταν όχι μόνο από τον δημόσιο χώρο αλλά και από ιδιωτικές κοινωνικές εκδηλώσεις που θεωρούνταν «αντρική υπόθεση».
Γι’ αυτό άλλωστε και ο κύρης της απεικονίζεται να συμμετέχει ξέχωρα από εκείνη στο συμπόσιο που παραθέτει σε φίλους του στον ανδρώνα. Είναι, εννοείται, όλοι άνδρες, οι μόνες γυναίκες που επιτρεπόταν να παρευρίσκονται σε αυτά, χωρίς όμως να συντρώγουν, ήταν δούλες, καλλιτέχνιδες ή εταίρες. Πιο κάτω παρακολουθούμε κάποιους δούλους να αντλούν κρασί από έναν μεγάλο κρατήρα και να προσφέρουν εδέσματα στους παριστάμενους, ενώ σε άλλους χώρους έτεροι δούλοι φροντίζουν για το μαγείρεμα, το ψήσιμο και τη λάντζα.
Ρωμαϊκό ψηφιδωτό με παράσταση Διονύσου και Αριάδνης
Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων
Η Κρήτη φημίζεται κατεξοχήν για τις μινωικές της αρχαιότητες, δεν περιορίζεται όμως εκεί το αρχαιολογικό της ενδιαφέρον. Ένα από τα πιο αξιόλογα ευρήματα που εκτίθενται στο νέο, αισθητά αναβαθμισμένο αρχαιολογικό μουσείο των Χανίων, το οποίο εγκαινιάστηκε φέτος τον Απρίλιο, είναι το πιο καλοδιατηρημένο από τα τρία ψηφιδωτά που βρέθηκαν το 2002 εντός πολυτελούς κατοικίας των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων στην περιοχή της αρχαίας Κυδωνίας με θέματα εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία. Μέσα σε ένα οκτάγωνο περίγραμμα που κοσμούσε την αίθουσα υποδοχής, το «χολ» σαν να λέμε, απεικονίζεται η ανακάλυψη της Αριάδνης της Νάξου από τον Διόνυσο και δύο μέλη του θιάσου του, έναν Σειληνό και έναν Σάτυρο. Η εικονογράφηση πλαισιώνεται από ορθογώνια διάχωρα με σκηνές από κωμωδίες του Μενάνδρου και μετάλλια με προσωποποιημένες τις τέσσερις εποχές του έτους.
Η αξία τόσο του διαστάσεων 4,90x5,05 μ. αυτού ψηφιδωτού όσο και των υπόλοιπων της «οικίας Διονύσου», αγνώστου καλλιτέχνη, μεγαλώνει από το γεγονός ότι σηματοδοτούν, τρόπον τινά, ένα «τέλος εποχής», αφού με την επικράτηση του χριστιανισμού που συντελείται μέσα στον αιώνα που φιλοτεχνήθηκαν (3ος αι. μ.Χ.) η ακμάζουσα τέχνη του ψηφιδωτού θα εγκαταλείψει τις παγανιστικές αναπαραστάσεις στρεφόμενη στη θεματολογία της νέας επικρατούσας θρησκείας.
«Πιπίνα»
Αρχαιολογικό Μουσείο Πάρου
Ένα από τα σημαντικότερα και πιο πολυταξιδεμένα εντός και εκτός συνόρων εκθέματα του Αρχαιολογικού Μουσείου Πάρου είναι ένα δαιδαλικό ειδώλιο με γυναικεία μορφή που χρονολογείται στην προκλασική περίοδο, περί τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. Από το πρωτότυπο έργο σώζεται µόνο το άνω µέρος του κορµού, από τη µέση και πάνω μαζί με το κεφάλι, ύψους 0,25 µ., το δε κάτω μέρος θα πρέπει να ήταν κυλινδρικό.
Η «Πιπίνα», όπως την ονόμασαν οι αρχαιολόγοι, ανακαλύφθηκε σχετικά πρόσφατα κατά τις ανασκαφές στο ακατοίκητο σήμερα νησάκι Δεσποτικό, 10 ν.μ. δυτικά της Πάρου, κοντά στην Αντίπαρο, στη θέση όπου βρισκόταν μεγάλο αρχαϊκό ιερό του Απόλλωνα, «ανταγωνιστικό» εκείνου στη Δήλο. Φορά πόλο (ιερατικό καπέλο) που σώζεται τμηματικά και έχει µακριά κόµη με ζωγραφική διακόσµηση, τα δε χαρακτηριστικά του προσώπου της αποδίδονται με εξαιρετική ζωντάνια, όπως και τα μεγάλα ζωγραφιστά μάτια της.
Το αριστοτεχνικό αυτό ειδώλιο πιστεύεται ότι ήταν έργο Παριανού καλλιτέχνη –η Πάρος και τα γύρω νησιά φημίζονταν για τις επιδόσεις τους στην κεραμική και στην αγγειοπλαστική– και ταυτίζεται με το πρωιμότερο λατρευτικό είδωλο του ιερού. Οι ανασκαφές στο Δεσποτικό συγκαταλέγονται στις πλέον σημαντικές σε όλο το Αιγαίο.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.