Την αναβάθμιση της Σχολής Μαρμαροτεχνίας Τήνου, όπως και της οικίας του Γιαννούλη Χαλεπά, ανακοίνωσε το υπουργείο Πολιτισμού.
Το έργο στην Τήνο αναμένεται να ολοκληρωθεί έως τα τέλη του 2025, σύμφωνα με το υπουργείο Πολιτισμού, ενώ εντάσσεται στο Ταμείο Ανάκαμψης, με προϋπολογισμό 13,5 εκατομμύρια ευρώ.
Για τη Σχολή Μαρμαροτεχνίας Τήνου προβλέπεται ο εκσυγχρονισμός των υφιστάμενων κτιρίων, η επέκταση των εγκαταστάσεων και η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου. Το νέο κτιριακό συγκρότημα θα περιλαμβάνει εργαστήρια επεξεργασίας μεγάλων μαρμάρινων όγκων, αίθουσα κόφτη, σιδηρουργείο – χυτήριο, ξυλουργείο, εργαστήριο εκμαγεύσεων, αποθήκες, εργαστήρια γλυπτικής και αρχιτεκτονικού σχεδίου, γραφεία διοίκησης, βιβλιοθήκη και χώρους υγιεινής.
Επίσης, προβλέπεται προμήθεια εργαλείων, εξοπλισμού των εργαστηρίων και υλικών, που είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της Σχολής Μαρμαροτεχνίας Τήνου, η οποία λειτουργεί από το 1955 στο κτίριο του παλιού δημοτικού σχολείου θηλέων Πύργου. Ήταν ένα από τα πρώτα σχολικά κτίρια που κατασκευάστηκαν την περίοδο της αντιβασιλείας του Όθωνα και ανεγέρθηκε το 1832.
Παράλληλα προβλέπεται η αποκατάσταση, συντήρηση και διαρρύθμιση ως μουσειακού χώρου της οικίας του Γιαννούλη Χαλεπά στην Τήνο, η οποία βρίσκεται στον Πύργο και έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο.
«Η Τήνος διαθέτει μια σπουδαία παράδοση στον τομέα της μαρμαροτεχνίας, η οποία αποτελεί εγγεγραμμένο στοιχείο άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς στο εθνικό ευρετήριο και στον αντιπροσωπευτικό κατάλογο της UNESCO. Αμέτρητοι τεχνίτες έχουν δημιουργήσει εξαιρετικά έργα, αλλά παράλληλα συνέβαλαν στη διαμόρφωση και διατήρηση της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας της Τήνου», επεσήμανε η Λίνα Μενδώνη.
Η δημιουργία των νέων εγκαταστάσεων «δίνει μια νέα, σύγχρονη διεθνή δυναμική» στη Σχολή Μαρμαροτεχνίας και «συνεισφέρει καταλυτικά» στην εκπαίδευση των νέων μαρμαρογλυπτών, τους οποίους θέλει να αξιοποιήσει «ακόμη περισσότερο από ότι σήμερα» το υπουργείο Πολιτισμού, σε έργα που εκτελεί επί μνημείων, συμπλήρωσε.
Σε ό,τι αφορά στην αποκατάσταση της οικίας Χαλεπά και του επισκέψιμου μουσειακού χώρου, σημείωσε πως το έργο «αναδεικνύει την αυθεντικότητα και την ιστορικότητα», μέσα από τη «σωστή προβολή των εκθεμάτων και του κινητού εξοπλισμού της, τιμώντας το έργο και τη σπουδαιότητα του μεγάλου γλύπτη».