Πώς είναι να ζεις με κάποιο «δανεικό» όργανο; Ποιο το προσδόκιμο αλλά και η ποιότητα ζωής; Πώς είναι, όντας ασθενής σε ανάγκη, να περιμένεις εναγωνίως να βρεθεί κάποιο διαθέσιμο; Πόσο έχει προχωρήσει η επιστήμη αλλά κι εμείς ως κοινωνία στη μεταμόσχευση και τη δωρεά οργάνων, πόσο επίσης την υποστηρίζει το σύστημα υγείας μας; Υπάρχει εμπόριο οργάνων;
Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου και οι επιστημονικές πρόοδοι του τελευταίου αιώνα αύξησαν θεαματικά την ποιότητα και το προσδόκιμο ζωής του μέσου ανθρώπου. Τα περισσότερα όργανα του σώματός μας δεν έχουν εντούτοις ακόμα «προγραμματιστεί» να ακολουθούν τις εξελίξεις – γερνάνε και χαλάνε περίπου όπως στην εποχή των προπαππούδων μας, ενώ ο σύγχρονος τρόπος ζωής, το τοξικό στρες, η κακή διατροφή, οι ουσίες, το επιβαρυμένο περιβάλλον κ.λπ. συνιστούν επιπλέον επιβαρυντικούς παράγοντες. Για μια σειρά παθήσεων και ασθενειών, η μεταμόσχευση ενός οργάνου είναι μονόδρομος αν ο ασθενής θέλει να μακροημερεύσει – και ποιος θα έλεγε «όχι» στην προοπτική να παραμείνει έστω και μία επιπλέον μέρα ζωντανός; Τα μεταμοσχευμένα όργανα κρατάνε, ευτυχώς, πολύ περισσότερο από ένα 24ωρο. Ανάλογα την περίπτωση, τον οργανισμό και τη «χρήση» τους αντέχουν από έξι έως και είκοσι χρόνια, μια κανονική ζωή δηλαδή.
Στη δυστοπική sci-fi νουβέλα του Ουίλιαμ Μπάροουζ Blade Runner (1979), διεφθαρμένοι ζάμπλουτοι προσπαθούν να εξασφαλίσουν με κάθε νόμιμο ή παράνομο τρόπο φρέσκα, νεανικά όργανα ώστε να μακροημερεύσουν. Μέχρι συμμορίες που αποσπούν βιαίως όργανα και ιστούς από ζωντανούς επιστρατεύουν. Στην πραγματικότητα, αφενός στις προηγμένες τουλάχιστον χώρες η σχετική νομοθεσία είναι πολύ αυστηρή, αφετέρου η μεταμόσχευση καθαυτή είναι μια αρκετά περίπλοκη διαδικασία που δεν γίνεται κρυφά – δεν αρκεί δηλαδή να μπορείς να «αγοράσεις» ένα καινούργιο νεφρό ή πάγκρεας. Εντούτοις το εμπόριο οργάνων «ανθεί» σε κάποιες φτωχές, αναπτυσσόμενες ή εμπόλεμες χώρες (Βραζιλία, Ινδία, Πακιστάν, Ν. Αφρική, Φιλιππίνες, Μέση Ανατολή κ.ά.). Οι παράνομες μεταμοσχεύσεις φθάνουν, λέγεται, τις 10.000 το χρόνο διεθνώς και αφορούν οικειοθελή παραχώρηση οργάνου από δότη έναντι χρηματικού ανταλλάγματος.
Το αγαθό της δωρεάς οργάνων ελάχιστα το έχουμε ενστερνιστεί – στατιστικά, οι μισοί σχεδόν Έλληνες αρνούνται να παραχωρήσουν όργανα ανθρώπου τους που κατέληξε σε ΜΕΘ.
Οι συνομιλητές μου βέβαια επιμένουν ότι πουθενά στην Ευρώπη τουλάχιστον δεν συμβαίνει αυτό (εξόν κάποιες σοβαρές καταγγελίες που αφορούσαν τον γιουγκοσλαβικό εμφύλιο), ούτε «εκβιάζονται» τέτοιες επεμβάσεις, πολλές δε εξωφρενικές ειδήσεις του είδους αποδείχθηκαν «hoaxes». Εντούτοις στην Ισπανία –από τις πλέον ευαίσθητες χώρες στο ζήτημα, με υψηλά ποσοστά δωρητών– σάλο δημιούργησαν προ μηνών οι πληροφορίες ότι το μεταμοσχευθέν συκώτι του γνωστού πρώην ποδοσφαιριστή και νυν αθλητικού διευθυντή της «Μπάρτσα» Ερίκ Αμπιντάλ ήταν προϊόν αγοραπωλησίας (κάτι που προκάλεσε δικαστική έρευνα και που πάντως διέψευσε κατηγορηματικά τόσο ο ίδιος όσο και ο ισπανικός ΕΟΜ).
Εξίσου όμως ή και περισσότερο σημαντικό θέμα είναι νομίζω το ζήτημα των κανονικών, νόμιμων μεταμοσχεύσεων που είναι η συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων και που αφορούν συγγενείς, συντρόφους, φίλους, ανθρώπους της διπλανής πόρτας, εμάς τους ίδιους ενδεχομένως, καθώς σε αντίθεση με τον περιορισμένο αριθμό δωρητών, όλοι μας σχεδόν είμαστε δυνάμει υποψήφιοι λήπτες.
Τι γίνεται στην Ελλάδα; Αρχικά επιστρέψαμε μεν πέρσι ως χώρα από την εικαζόμενη συναίνεση που θεσμοθετήθηκε το 2012 στην καθαρά εθελούσια (κάρτα δωρητή), καθώς υπήρξαν «παρατράγουδα» – η παγκόσμια βιβλιογραφία αναφέρει ότι για να γυρίσει ένα σύστημα από δηλούμενη συναίνεση σε εικαζόμενη πρέπει να έχουν προηγηθεί κάποια χρόνια ευρείας ενημέρωσης του πληθυσμού ώστε να «ξεφοβηθεί», κάτι που δεν συνέβη εδώ, όπως μου λένε. Είχαν βγει μάλιστα, θυμάμαι, «στα κάγκελα» κάποιοι μητροπολίτες (Πειραιώς και άλλοι) αποκαλώντας «εφεύρημα» την εικαζόμενη συναίνεση με σκοπό την απόσπαση ζωτικών οργάνων, παρότι η επίσημη Εκκλησία δεν αντιτίθεται στις μεταμοσχεύσεις. «Τους πρώτους μήνες του '12 που άλλαξε ο νόμος είχαμε κάπου 30.000 αρνητικές δηλώσεις από ανθρώπους εμφανώς παραπληροφορημένους ή ανενημέρωτους!» με πληροφορούν.
Στα καλά νέα, πρόσφατα έγινε και νομικά αποδεκτός ο συναισθηματικός δότης, ένας άνθρωπος δηλαδή που δεν είναι εξ αίματος συγγενής αλλά επιθυμεί να δωρίσει μέρος ή ολόκληρο όργανο (νεφρό συνήθως) σε σύντροφο ή επιστήθιο φίλο που το χρειάζεται. Απαραίτητη προϋπόθεση, η ύπαρξη μακροχρόνιου συναισθηματικού δεσμού μεταξύ τους, πράγμα το οποίο ελέγχει επιτροπή του υπουργείου Υγείας (την απαρτίζουν δύο δικαστικοί, δύο ψυχίατροι, δύο κοινωνικοί λειτουργοί) για τη διασφάλιση της ελευθερίας βούλησης του δότη και την αποφυγή τυχόν οικονομικής συναλλαγής που θα ενέπιπτε στο trafficking οργάνων. Αναμένεται εξάλλου ότι η ανέγερση του Ωνάσειου Εθνικού Μεταμοσχευτικού Κέντρου (ΩΕΜΕΚ) θα λύσει πολλά προβλήματα.
Στα «κακά», είμαστε από τις τελευταίες χώρες στην Ευρώπη στη δωρεά οργάνων. Τα μεγέθη μιλούν μόνα τους. Έχουμε 5 πραγματικούς δότες οργάνων ανά εκατομμύριο πληθυσμού ετησίως, όταν η Ισπανία π.χ. που θεωρείται πρωτοπόρος αξιοποιεί όργανα από 40 δότες αντίστοιχα ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι γύρω στους 20. Σε απόλυτους αριθμούς, ενδεικτικό είναι ότι χώρες με πληθυσμό αντίστοιχο της Ελλάδας μεταμοσχεύουν όργανα από 250 δότες ετησίως ενώ η Ελλάδα από μόλις 50. Ένας νεφροπαθής στην Ελλάδα πρέπει να περιμένει στη λίστα 6-7 χρόνια ενώ στην Ισπανία μόλις ένα εξάμηνο!
«Είμαστε πολύ πίσω όχι από "απανθρωπιά" αλλά από έλλειψη κουλτούρας δωρεάς, ειδικά ανάμεσα στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. Η μεταμόσχευση δεν είναι μια απλή χειρουργική πράξη, είναι κάτι παραπάνω από το να βρούμε κάποιο "ανταλλακτικό". Είναι καταρχήν μια κοινωνική συμφωνία, μια αποδοχή ότι μπορούμε μέσα από τον θάνατο να δώσουμε ζωή σε ορισμένους συνανθρώπους μας. Το αγαθό της δωρεάς οργάνων ελάχιστα το έχουμε ενστερνιστεί – στατιστικά, οι μισοί σχεδόν Έλληνες αρνούνται να παραχωρήσουν όργανα ανθρώπου τους που κατέληξε σε ΜΕΘ. Ξοδεύουμε μεγάλα ποσά να στέλνουμε στο εξωτερικό ασθενείς εφόσον, βεβαίως, κάποιες χώρες μπορούν να μας τροφοδοτήσουν με μοσχεύματα διότι βέβαια ούτε περισσεύουν, ούτε υποχρέωση έχουν» λέει σχετικά ο Αντρέας Καραμπίνης, Διευθυντής Ιατρικής Υπηρεσίας, Συντονιστής Διευθυντής Μονάδων Εντατικής Θεραπείας Ωνασείου.
Πρώτη ζήτηση έχει το νεφρό, μου λένε στον ΕΟΜ, αυτό όμως δεν είναι ενδεικτικό. Αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα αιμοκαθέρονται περί τους 11.000 νεφροπαθείς ετησίως ενώ στη λίστα αναμονής για καινούργιο είναι κάπου 1.200 άτομα. «Εντός συνόρων» καταφέρνουμε να πραγματοποιήσουμε γύρω στις 100-120 μεταμοσχεύσεις τη χρονιά. Στη λίστα για καινούργια καρδιά, πάλι, είναι καμιά σαρανταριά άνθρωποι και εξυπηρετούνται μόλις δέκα το χρόνο. Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν μάλιστα μια αύξηση διεθνώς στη ζήτηση νεφρών που οφείλεται και στον σύγχρονο τρόπο ζωής, το στρες, τη λάθος διατροφή κ.λπ.
Οι μεταμοσχεύσεις προέρχονται είτε από αποβιώσαντα ή από ζώντα δότη. Ο νόμος επιτρέπει για ευνόητους λόγους (την αποφυγή οικονομικής συναλλαγής) κάποιες συγκεκριμένες κατηγορίες συγγένειας είτε αποδεδειγμένα στενής φιλικής σχέσης για τη δωρεά οργάνων. Υφίσταται άραγε παράνομο εμπόριο οργάνων στην Ελλάδα; Οι συνομιλητές μου επιμένουν ότι ούτε εδώ, ούτε στην Ευρώπη γενικότερα δεν υφίσταται τέτοιο θέμα.
«Τόσο η επέμβαση όσο και η μεταμόσχευση είναι περίπλοκες διαδικασίες που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις και εργαλεία. Δεν μπορούν έπειτα απλώς να σε σκοτώσουν για να κλέψουν ένα όργανο καθώς μόλις 2' από τον θάνατο τα εσωτερικά όργανα αχρηστεύονται. Υπάρχουν όμως χώρες που δεν απαγορεύουν την ανταλλαγή οργάνων μεταξύ αγνώστων. Εκεί επιστρατεύονται από επιτήδειους οικονομικά αδύνατοι άνθρωποι που δεν διστάζουν να πουλήσουν κάποιο όργανό τους για να επιβιώσουν. Πρόκειται εντούτοις για κυκλώματα περιθωριακά. Έχουν επίσης ακουστεί τέτοιες ιστορίες σε εμπόλεμες ζώνες όπου δεν υπάρχει κανένας έλεγχος» συνεχίζει ο κ. Καραμπίνης, δωρητής και ο ίδιος.
Δότης είναι αυτός που καταλήγει με εγκεφαλικό θάνατο σε κάποια ΜΕΘ και προσφέρονται τα όργανά του για μεταμόσχευση. Δωρητής είναι όποιος-α γράφεται οικειοθελώς στο μητρώο του ΕΟΜ, δηλώνοντας ότι εφόσον επέλθει εγκεφαλικός θάνατος διαθέτει τα όργανά του, αποκτώντας τη σχετική κάρτα που επανενεργοποιήθηκε πέρσι – μεταξύ 2013-18 είχε νομοθετηθεί η εικαζόμενη συναίνεση που σήμαινε ότι κάθε πολίτης είναι δυνάμει δότης. Οι δωρητές ανήλθαν στους 3.000 φέτος αλλά βέβαια θα πρέπει να καταλήξουν για να αξιοποιηθούν τα όργανά τους. Διαφορετικά απαιτείται η συναίνεση συγγενών α' βαθμού, εκτός και ο εκλιπών έχει προβεί σε αρνητική δήλωση.
Στη δραματική ταινία του Κατέλ Κιγιεβερέ «Δύο Καρδιές» (2016) οι γονείς ενός 19χρονου που βρίσκεται σε κώμα ύστερα από δυστύχημα έχουν μόλις μερικές ώρες να αποφασίσουν αν η αναμενόμενη κατάληξή του ωφελήσει μια γυναίκα με σοβαρό καρδιακό πρόβλημα – ένα από τα φιλμ που ανέδειξαν και κινηματογραφικά το ζήτημα των μεταμοσχεύσεων και των δωρητών οργάνων, όπως επίσης το αργεντινοϊσπανικό «Ένστικτο της Ζωής» και το βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Καζούο Ισιγκούρο sci-fi δράμα του Μαρκ Ρόμανεκ «Μη μ' αφήσεις ποτέ» (2010).
«Είναι πολύ ευκολότερο να δωρίσουν οι οικείοι του τα όργανα ενός ανθρώπου αν έχουν βεβαιωθεί ότι έγινε ό,τι ήταν δυνατό ώστε να σωθεί, ότι ήρθε έγκαιρα το ΕΚΑΒ, βρέθηκε γρήγορα κρεβάτι, υπήρξε άμεση περίθαλψη κ.λπ., πράγματα που βέβαια μόνο αυτονόητα δεν είναι. Ένα άλλο πρόβλημα είναι καθαρά συστημικό: Όταν ένας άνθρωπος σε κρίσιμη κατάσταση διακομισθεί στη ΜΕΘ ενός μεγάλου νοσοκομείου μπορεί να είναι εγκεφαλικά νεκρός αλλά τα όργανα να συνεχίσουν να λειτουργούν με μηχανική υποστήριξη για μέρες ή και εβδομάδες. Αυτός είναι δυνητικός δότης εφόσον ο εγκεφαλικός θάνατος είναι μη αναστρέψιμος. Θα πρέπει τότε οι γιατροί της εντατικής να ξεκινούν προετοιμασία, ειδικές εξετάσεις, διαβούλευση με την οικογένεια κ.λπ., μια επίπονη έξτρα διαδικασία δηλαδή σε ένα ήδη πολύ επιβαρυμένο εργασιακά περιβάλλον με ελλιπές ιατρικό προσωπικό. Κανείς δεν μπορεί να απαιτήσει από τους γιατρούς να επωμισθούν και αυτό το καθήκον ενόσω έχουν να ασχοληθούν και με ζωντανούς ασθενείς. Στα μεγάλα νοσοκομεία ανεπτυγμένων χωρών υπάρχουν ειδικές υπηρεσίες που το επιλαμβάνονται όλο αυτό, δεν είναι δηλαδή ένα επιπλέον βάρος για τους θεράποντες γιατρούς... Μια τέτοια δομή λειτουργεί διαρκώς με τον χαρακτήρα του επείγοντος κι έχει συνεχώς ανάγκες κι απαιτήσεις, από αίμα μέχρι πτητικά μέσα ώστε να μπορέσει μια ιατρική ομάδα να μεταβεί άμεσα όπου υπάρχει διαθέσιμος δότης. Χρειάζεται επίσης αρκετό προσωπικό σε 24ωρη βάση. Αυτό είναι δύσκολο στα δημόσια νοσοκομεία. Πολλά από αυτά τα προβλήματα ελπίζουμε ότι θα λυθούν με την ανέγερση του Ωνάσειου Εθνικού Μεταμοσχευτικού Κέντρου» λέει ο πρόεδρος του ΕΟΜ.
«Τα όργανα που δύνανται να αντικατασταθούν είναι η καρδιά, οι πνεύμονες, το ήπαρ, το πάγκρεας, το λεπτό έντερο και τα νεφρά. Μπορούμε επίσης να χορηγήσουμε από δότη δέρμα και κερατοειδείς. Τεχνητά όργανα ικανά να αναπληρώσουν τα παραπάνω δεν έχουν δυστυχώς ακόμα εφευρεθεί και θα περάσουν, ως φαίνεται, πολλά ακόμα χρόνια ωσότου έχουμε ικανοποιητικά αποτελέσματα. Μεγαλύτερη αισιοδοξία υπάρχει για τις γενετικές θεραπείες, να μπορέσουμε δηλαδή να τροποποιήσουμε γενετικά την ανεπάρκεια του οργάνου ώστε να επαναλειτουργήσει έστω εν μέρει».
Όσο για το προσδόκιμο ζωής ενός λήπτη, αυτό εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Για έναν ασθενή με καινούργιο νεφρό π.χ., από τα πιο συνηθισμένα μοσχεύματα, οι πιθανότητες επιβίωσης για δέκα επιπλέον χρόνια είναι πάνω από 80%. Για όργανα πιο «δύσκολα» όπως οι πνεύμονες, οι πιθανότητες για πέντε επιπλέον χρόνια είναι 60%. Καταγράφονται, εντούτοις, αρκετές περιπτώσεις μεταμοσχευμένων νεφροπαθών που φτάνουν αισίως τα 15-20 χρόνια. Υπάρχουν πια ανοσοκατασταλτικά φάρμακα που παρατείνουν την αποδοχή από τον οργανισμό ενός ξένου οργάνου επί μακρόν. Αυτά όλα σχετίζονται βέβαια με το είδος της πάθησης, την ηλικία και τη φυσική κατάσταση του ασθενούς, το περιβάλλον, τον τρόπο ζωής του κ.λπ.
«Ταλαιπωριέμαι με την υγεία μου από 12 χρονών, όταν μου διεγνώσθη ελκώδης κολίτιδα. Το σοβαρό πρόβλημα στο συκώτι το απέκτησα το 2003. Όχι, δεν μου το... έπρηξαν, απλώς έπαθα σκληρυντική χολαγγειίτιδα, ένα σπάνιο αυτοάνοσο σχετικό με αυτή που δεν γιατρεύεται» λέει με μια δόση χιούμορ που το θεωρεί επίσης θεραπευτικό ο 43χρονος Γιάννης Ρέππας, εργαζόμενος στον ΟΑΕΔ. «Μπήκα σε λίστα αναμονής –ευτυχώς δεν ήταν επείγουσα η κατάστασή μου– και το 2012 έκανα την επέμβαση στο Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης, το μόνο νοσοκομείο που μπορούσε τότε να την πραγματοποιήσει (πλέον μεταμοσχεύσεις ήπατος γίνονται και στην Αθήνα, στο Λαϊκό). Πρέπει να είσαι σε ετοιμότητα, να έχεις μια βαλίτσα διαρκώς εύκαιρη. Ένα μεσημέρι του Μαρτίου του '12 μου τηλεφώνησαν λέγοντας "στις 20.00 απόψε να είσαι Θεσσαλονίκη". Φεύγω από το γραφείο, πάω σπίτι, αλλάζω και κατευθείαν αεροδρόμιο. Καθώς εγώ πετούσα για εκεί, μια άλλη ιατρική ομάδα έκανε το αντίστροφο ταξίδι στην Αθήνα ώστε να αφαιρέσει το όργανο από τον δότη. Κάποιες τελευταίες ετοιμασίες και την επομένη το πρωί στις 7:00 ξεκίνησε το χειρουργείο».
Για κάποιες περιπτώσεις αρκεί ένα τμήμα συκωτιού που μπορεί να προσφέρει κι ένας ζώντας δότης –κάτι που τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα δεν γινόταν στην Ελλάδα–, όμως στη δική του χρειαζόταν ολόκληρο. Αυτό σήμαινε επτά τουλάχιστον ώρες σκληρής δουλειάς: «Οι γιατροί μου ήταν εξαιρετικοί, υπερβήκανε νομίζω εαυτούς».
Το οικονομικό δεν είναι τόσο πρόβλημα για έναν ασφαλισμένο εφόσον καλύπτεται τόσο η επέμβαση όσο και κάποια βασικά φάρμακα που οφείλεις πλέον να λαμβάνεις εφ' όρου ζωής και που αλλιώτικα θα κόστιζαν δεκάδες με εκατοντάδες Ευρώ το μήνα. «Είναι λίγο τράβηγμα, δεν λέω, ειδικά που αυτά ως τώρα χορηγούνται μόνο από τα ιατρεία του ΙΚΑ, όμως δεν συγκρίνεται με την κερδισμένη –και ποιοτικά καλύτερη από ό,τι πριν την μεταμόσχευση– ζωή σου... Επειδή όμως τα νοσοκομεία μας αδυνατούν να υποστηρίξουν επί μακρόν βαριές περιπτώσεις, το πρώτο διάστημα –περί τις 15 μέρες– χρειάζεσαι αποκλειστική νοσοκόμα σε 24ωρη βάση, έξοδο που καλύπτεται μόνο εν μέρει. Ανταποκρίθηκα ευτυχώς πολύ καλά, έμεινα στην εντατική μόνο δυο μέρες και πήρα εξιτήριο στις τρεις βδομάδες. Χρειάστηκαν βέβαια άλλοι δύο μήνες καθημερινών σχεδόν επισκέψεων στο νοσοκομείο για εξετάσεις, ελέγχους κ.λπ. Νοίκιασα κιόλας σπίτι για το διάστημα αυτό καθότι ζούσα στην Αθήνα».
Είναι σημαντικό να κατανοήσει ο κόσμος ότι είναι πολύ πιο πιθανό να γίνει λήπτης μοσχεύματος παρά δότης.
Η πρώτη περίοδος είναι η κρισιμότερη καθώς ο οργανισμός ίσως αντιδράσει άσχημα απορρίπτοντας το όργανο. Μπορεί τότε να γίνει εκ νέου μεταμόσχευση, όμως με τη σπανιότητα διαθέσιμων οργάνων και το ασφυκτικό χρονικό περιθώριο (περί τις δύο μέρες για συκώτι) σίγουρα δεν ακούγεται η πλέον εφικτή λύση. «Είχα ξαναεπιχειρήσει κι εγώ μεταμόσχευση η οποία δεν προχώρησε γιατί το μόσχευμα δεν αποδείχθηκε καλό. Συμβαίνει, ξέρεις, καμιά φορά. Αφενός είναι μια κάποια φασαρία και απογοήτευση, αφετέρου όμως σημαίνει ότι γίνεται σωστή δουλειά καθώς ένα ακατάλληλο μόσχευμα θα δημιουργούσε στην πορεία σοβαρά προβλήματα. Το αρχικό διάστημα μετά το εξιτήριο πρέπει επίσης να προσέχεις μην κολλήσεις κάποια ίωση λόγω της ανοσοκατασταλτικής αγωγής. Κάθισα τουλάχιστον ένα εξάμηνο στο σπίτι όπου δεχόμουν περιορισμένες επισκέψεις φορώντας για μεγαλύτερη προστασία χειρουργική μάσκα. Συνέχισα μάλιστα να τη φοράω για κάποιους μήνες κι αφότου επέστρεψα στη δουλειά – μπορούσα να είχα συνταξιοδοτηθεί καθώς σε μας αναγνωρίζουν 80% αναπηρία, όμως δεν σκόπευα να ιδιωτεύσω από τώρα. Σταδιακά ξαναπήρα το κανονικό μου βάρος και με καλή διατροφή και συντήρηση, έναν χρόνο μετά επανήλθα πλήρως. Ορισμένα πράγματα όπως το αλκοόλ μου είναι βέβαια απαγορευμένα, πάλι καλά που δεν ήμουν ποτέ πότης! Υπόψη κιόλας ότι αν είσαι αλκοολικός και χρειαστείς καινούργιο συκώτι χρειάζεται να έχεις πρώτα απεξαρτηθεί.
Ένιωσε κάπως περίεργα συνειδητοποιώντας ότι έχει ένα «ξένο σώμα» μέσα του; «Κοίτα, καμιά φορά πράγματι το σκέφτεσαι αυτό. Για τον δότη όχι, δεν γνωρίζω πολλά, ούτε επιδίωξα να μάθω. Πληροφορήθηκα μόνο ότι ήταν ένα 40χρονο παλικάρι και το μόσχευμα λήφθηκε από ΜΕΘ της Αθήνας. Τον σκέφτομαι όμως ιδιαίτερα σε κάθε "επέτειο" της μεταμόσχευσης. Ευχαριστώ, εννοείται, θερμά την οικογένειά του κι όλους όσους μου δώσανε μια δεύτερη ευκαιρία να ζήσω».
Έχοντας περιπέτειες υγείας από μικρός, η ταλαιπωρία του νοσοκομείου δεν του έκανε, λέει, μεγάλη εντύπωση. «Ήμουν πειθαρχημένος, αντιλαμβανόμουν πλήρως τι γινόταν, διέθετα υπομονή. Άλλοι άνθρωποι δυσκολεύονται πολύ να το διαχειριστούν όλο αυτό. Τουλάχιστον δεν έπαθα εγκεφαλοπάθεια, όπως συμβαίνει με πολλούς που έχουν πρόβλημα με το συκώτι τους, κυρίως αλκοολικοί με κίρρωση. Η σύζυγός μου αποδείχθηκε πολύ μεγάλο στήριγμα. Μοιράστηκε τις αγωνίες και τις δυσκολίες και την ευγνωμονώ».
Ο τρόπος ζωής ύστερα από μια μεταμόσχευση παίζει επίσης σημαντικό ρόλο. Ο διάσημος Βρετανός ποδοσφαιριστής Τζορτζ Μπεστ, γνωστός αλκοολικός, είχε βάλει καινούργιο συκώτι αλλά συνέχισε να πίνει και δεν μακροημέρευσε. Στην περίπτωσή του είχαμε, λέει, αυτό που ονομάζουμε «σπατάλη μοσχεύματος»: «Αντίθετα ο Ερίκ Αμπιντάλ της Μπαρτσελόνα που υποβλήθηκε σε μεταμόσχευση το 2012, δυο χρόνια μετά έπαιζε στο Τσάμπιονς Λινγκ!».
Είναι σημαντικό, υπογραμμίζει, να κατανοήσει ο κόσμος ότι είναι πολύ πιο πιθανό να γίνει λήπτης μοσχεύματος παρά δότης. Να μη δίνει επίσης πίστη σε διάφορες βλακείες που κυκλοφορούν στο Ίντερνετ σχετικά με γιατρούς-«χασάπηδες», νοσοκομειακά «κυκλώματα» ή με συμμορίες που απαγάγουν παιδιά για να τους αφαιρέσουν όργανα κ.λπ.
Οι μεταμοσχευμένοι έχουν επίσης τους δικούς τους συλλόγους. «Οι νεφροπαθείς π.χ. έχουν τον δικό τους που έχει κάποιες χιλιάδες μέλη καθώς είναι και η πιο συνηθισμένη μεταμόσχευση. Οι ηπατικοί, που είμαστε λίγες εκατοντάδες, έχουμε τον σύλλογο "Ηπάρχω" – από το ήπαρ. Όλοι υπαγόμαστε στην Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (ΕΣΑΜΕΑ) που είναι αρκετά δραστήρια.
Πολλοί μου λένε πόσο συγκινούνται με κάποια πράγματα που αναρτώ στο Facebook γι΄αυτό το θέμα, δεν ξέρω όμως αν η ιστορία μου παρακίνησε άλλους να γίνουν δωρητές οργάνων. Κανείς δεν μου έχει αναφέρει κάτι σχετικά, ούτε καν φίλος ή γνωστός. Έστω κι ένας όμως να πειστεί, αξίζει κι ας το κρατήσει μυστικό. Εύχομαι επίσης η επιστήμη να καταφέρει σύντομα να μεταμοσχεύει και εγκεφάλους γιατί στη χώρα αυτή ειδικά, πολλοί το χρειαζόμαστε!».
σχόλια