Για τις επιπτώσεις στο οικοσύστημα μετά τις φωτιές που έχουν ξεσπάσει τα τελευταία εικοσιτετράωρα μίλησε ο καθηγητής Ιωάννης Γήτας.
Ο καθηγητής του τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, δήλωσε αναφορικά με το μέτωπο της φωτιάς στον Κουβαρά πως υπάρχουν δύο χαρακτηριστικά. Στην περιοχή κάηκαν σχεδόν 35.000 στρέμματα. Απ' αυτά ποσοστό 8% αφορά σε έκταση αστικού ιστού, δηλαδή σε σπίτια και σε περιοχές δίπλα στη βλάστηση. Ο Ιωάννης Γήτας επισήμανε πως η έκταση αυτή κάηκε μέσα σε μόλις έξι ώρες, ενώ επικρατούσαν άνεμοι της τάξης των 7-8 μποφόρ.
Παράλληλα, μέχρι στιγμής έχουν ήδη καεί 44.000 στρέμματα στα Δερβενοχώρια, σύμφωνα με την πρωινή καταγραφή από δορυφόρους της ΝΑSA, ενώ η φωτιά συνεχίζεται. Ο καθηγητής τόνισε ότι τέτοιες φωτιές εξαπλώνονται πολύ γρήγορα και για την αντιμετώπισή τους, εκτός από ανθρώπινη προσπάθεια, χρειάζεται και λίγη τύχη, δηλαδή να είναι σύμμαχος και ο καιρός.
Στη συνέχεια, ο καθηγητής εστίασε στην επανάληψη των πυρκαγιών, επισημαίνοντας πως το μεγάλο πρόβλημα προκύπτει όταν οι ίδιες ή γειτονικές εκτάσεις καίγονται κάθε 5-10 χρόνια. Οι επανειλημμένες πυρκαγιές στην ίδια περιοχή σε μικρό χρονικό διάστημα πολλαπλασιάζουν τις επιπτώσεις στο οικοσύστημα, οι οποίες δεν αφορούν μόνο τη βλάστηση αλλά και την άγρια πανίδα. Ακόμη και οι προσπάθειες αναδάσωσης δεν έχουν αποτέλεσμα, τόνισε ο ίδιος.
Αναφορικά με τον χρόνο που θα χρειαστεί ώστε να επιστρέψουν στην αρχική τους εικόνα οι καμένες περιοχές, ο καθηγητής ανέφερε ότι «το πόσο χρόνο θα χρειαστεί για να επανακάμψει το οικοσύστημα εξαρτάται από το πόσο χώμα υπάρχει εκεί, πόσο έδαφος, αν οι εκτάσεις είναι βραχώδεις. Οι θαμνώδεις εκτάσεις αποκαθίστανται πιο γρήγορα. Αν όμως πρόκειται για πλήρη αποκατάσταση δάσους πεύκης όπως στη Βόρεια Εύβοια ή στα Δερβενοχώρια ή στα Γεράνεια Λουτρακίου, εκεί μιλάμε για 30 χρόνια».