Η αστυνομία στην Αθήνα συχνά παρενοχλεί και κακοποιεί άστεγους, χρήστες ναρκωτικών και εκδιδόμενα άτομα, αναφέρει σε έκθεσή της η Human Rights Watch. Όπως επισημαίνει η οργάνωση, οι έλεγχοι της αστυνομίας και η αυθαίρετη κράτηση ατόμων που ζουν ή περνούν σημαντικό χρόνο στους δρόμους του κέντρου της Αθήνας, επηρεάζουν την πρόσβασή τους σε υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης και υποστήριξης.
Η Ιωάννα, 37 ετών, οροθετική χρήστρια ναρκωτικών, δήλωσε τον Αύγουστο του 2014 ότι είχε χάσει πολλές συναντήσεις στον ΟΚΑΝΑ λόγω των αστυνομικών ελέγχων. «Προσπαθώ να φτιάξω τη ζωή μου και [οι αστυνομικοί] δεν με αφήνουν», είπε, ξεσπώντας σε κλάματα.
Η HRW τονίζει ότι διαπίστωσε πως η αστυνομία ελέγχει και θέτει υπό κράτηση ανθρώπους που περπατούν στον δρόμο, περιμένουν το λεωφορείο ή επισκέπτονται ένα κέντρο ημέρας όπου μπορούν να σιτιστούν, να πλυθούν ή να λάβουν στήριξη. Ενδεικτικό είναι, όπως σημειώνει, πως η αστυνομία σταμάτησε αρκετές φορές για έλεγχο συμμετέχοντες σε δράσεις δρόμου οργανώσεων, καθώς και μια ερευνήτρια της Human Rights Watch, τους έθεσε υπό κράτηση και τους υπέβαλε σε σωματική έρευνα.
Η Human Rights Watch πραγματοποίησε συνεντεύξεις σε βάθος με 44 ανθρώπους που ζουν ή περνούν σημαντικό χρόνο στο κέντρο της πόλης, από τον Μάιο ως τον Σεπτέμβριο του 2014, ενώ έγιναν πρόσθετες συνεντεύξεις με συμμετέχοντες σε δράσεις δρόμου και συνομιλίες με έξι άτομα από τις ίδιες ομάδες τον Απρίλιο του 2015. Από αυτό προέκυψε ότι οι καταχρηστικές πρακτικές δεν σταμάτησαν ούτε υπό τη νέα κυβέρνηση. Αυτό που δείχνει να σταμάτησε ωστόσο, είναι η πρακτική της μεταγωγής ατόμων σε αστυνομικά τμήματα μακριά από το κέντρο της πόλης, κάτι που δεν αναγνωρίστηκε ποτέ επισήμως.
Οι συνεντευξιαζόμενοι περιέγραψαν ότι η αστυνομία τούς σταματούσε συχνά στον δρόμο για έλεγχο ταυτότητας, τους έθεταν υπό κράτηση σε αστυνομικά τμήματα για ώρες, μεταξύ άλλων και σε τμήματα μακριά από το κέντρο της πόλης, όπου εκεί τους άφηναν ελεύθερους. Κάποιοι περιέγραψαν περιστατικά σωματικής κακοποίησης και σχεδόν όλοι είπαν ότι είχαν αντιμετωπιστεί με αγένεια, είχαν δεχθεί προσβολές και απειλές. Ανέφεραν ότι στοχοποιούνται βάσει της εξωτερικής εμφάνισης και όχι για κάτι που έκαναν.
Η Γεωργία, μία από τους ερωτηθέντες, δηλώνει ότι ο απώτερος σκοπός των προσαγωγών είναι η απομάκρυνσή τους από το κέντρο της Αθήνας. Τον Ιούλιο του 2014, αφότου πέρασε ώρες κρατούμενη σε δυο διαφορετικά τμήματα ρώτησε γιατί το κάνουν αυτό και η απάντηση που πήρε ήταν «για μείνεις μακριά από την Αθήνα...». Στην αντίστοιχη ερώτηση που έθεσε η Ειρήνη, 39 χρονών, πρώην χρήστρια ναρκωτικών, ο αστυνομικός από το τμήμα Ομονοίας της αποκρίθηκε «θα πάμε ένα ταξιδάκι για να μάθουμε το μάθημά μας και να πάμε στο κέντρο ξανά» - ο αστυνομικός τής έδωσε μια μπουνιά και η Ειρήνη έχασε δυο δόντια.
Δεκαπέντε από τους συνεντευξιαζόμενους περιέγραψαν περιστατικά σωματικής κακοποίησης, περιλαμβανομένων ξυλοδαρμών. Κανένας δεν ανέφερε τα περιστατικά βίας στις αρχές.
Ο Αναστάσης, 45 ετών, πρώην αξιωματικός του στρατού, ανέφερε ότι κάνει ενδοφλέβια χρήση ηρωίνης τα τελευταία 11 χρόνια για να αντιμετωπίσει την απώλεια της εργασίας του και τη ζωή στον δρόμο. Θυμόταν τον εξευτελισμό που υπέστη όταν οκτώ αστυνομικοί τον ανάγκασαν να σκύψει στη μέση του δρόμου για εξέταση του ορθού με φακό, και στη συνέχεια τον χτύπησαν όταν αυτός αρνήθηκε.
«Με κοιτάξανε πίσω. Μου είπαν "Άνοιξέ τα ρε" και κοιτάξανε κανονικά με φακό. Και έσκυψα έτσι. Και γελάγανε... Μου πήρε το κεφάλι [ένας από τους αστυνομικούς] και μου το χτύπαγε στα ρολά. Τρώω κάτι κλοτσιές. Είχα κάτι σύνεργα, μου τα έσπασε. Μου πέταξε τα χαρτιά μου. Είχα φωτοτυπία την ταυτότητά μου και μου την έσκισε γιατί ήταν άκυρη, λέει. Και λέει, "Αν σε ξαναβρώ, τον φακό θα στον χώσω μέσα". Του έλεγα πως είναι χτυπημένο το πόδι μου και ήταν σαν να του έλεγα "Βάρα το χτυπημένο πόδι". Δηλαδή όπου έλεγα πως είμαι χτυπημένος, εκεί με βάραγε. Και γελάγανε».
Τριάντα έξι από τους συνεντευξιαζόμενους δήλωσαν ότι η αστυνομία τούς σταματούσε σχεδόν καθημερινά, ενώ 25 από αυτούς ανέφεραν ότι τους είχαν σταματήσει για εξακρίβωση στοιχείων πάνω από μία φορά την ίδια ημέρα.
«Η νέα κυβέρνηση έχει αναλάβει σημαντικές δεσμεύσεις να αλλάξει την προσέγγισή της όσον αφορά την αστυνόμευση στο κέντρο της Αθήνας· ωστόσο, απαιτούνται συγκεκριμένες νομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις για να σταματήσουν αυτές οι καταχρηστικές πρακτικές», δήλωσε η Εύα Κιοσσέ, ειδική επί θεμάτων που αφορούν την Ελλάδα στη Human Rights Watch.
Η οργάνωση επισημαίνει ακόμα ότι οι εκδιδόμενες γυναίκες συνεχίζουν να βρίσκονται στο στόχαστρο, παρότι το επάγγελμα των εκδιδόμενων επ' αμοιβή προσώπων δεν είναι παράνομο.
«Η ζωή στους δρόμους είναι αρκετά δύσκολη και χωρίς τις καταχρηστικές πρακτικές της αστυνομίας», υπογραμμίζει η Εύα Κιοσσέ. «Αντί η αστυνομία να παρενοχλεί και να θέτει υπό κράτηση άπορους ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να βοηθήσει τους ανθρώπους αυτούς να λάβουν τις υπηρεσίες και τη φροντίδα που χρειάζονται».
Μαρτυρίες
Η Αφροδίτη, 28 ετών, η οποία δήλωσε ότι εκδιδόταν για να εξασφαλίζει τη δόση της και να πληρώνει το δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου διαμένει, ανέφερε στη Human Rights Watch ότι τον Μάρτιο του 2014 ένας αστυνομικός την αποκάλεσε «πουτάνα» και την κακοποίησε σωματικά στο πλαίσιο ελέγχου εξακρίβωσης στοιχείων:
Με έβαλαν στην κλούβα. Ρώτησα σε ποιο τμήμα θα μας πάνε με ευγενικό τρόπο γιατί έπρεπε να γυρίσω πίσω [στη δουλειά μου]. Δεν μου απαντούσαν. Επειδή ύψωσα λίγο τη φωνή μου από παράπονο, ο ένας από τους τρεις [αστυνομικούς] μου απάντησε βρίζοντας «Σκάσε μωρή καριόλα»... Μας πήγαν Αιγάλεω και... o [ίδιος] ασφαλίτης... ήρθε και μου έδωσε σφαλιάρα πολύ δυνατή. Μου έφυγαν τα γυαλιά και μου μάτωσε το στόμα. Και μίλαγε με όλες τις βρισιές που υπάρχουν και συμπεριφερόταν σαν τρελός. Οι συνάδελφοί του δεν είπανε τίποτα. Μας έκαναν εξακρίβωση στο τμήμα και σε 20 λεπτά είχαμε τελειώσει.
Η Nikkita, μια 28χρονη διαφυλική εκδιδόμενη από τη Βουλγαρία, δήλωσε ότι ένας αστυνομικός στο αστυνομικό τμήμα της Ομόνοιας την χαστούκισε, τραυματίζοντάς την στο μάτι, επειδή αντιστάθηκε στη μεταγωγή της για εξακρίβωση στοιχείων σε άλλο αστυνομικό τμήμα μακριά από το κέντρο της πόλης. Η Nikkita οδηγήθηκε στο αστυνομικό τμήμα μαζί με άλλα 18 άτομα, συμπεριλαμβανομένων και άλλων διαφυλικών εκδιδόμενων ατόμων. Όταν η Human Rights Watch πήρε συνέντευξη από τη Nikkita, τον Ιούνιο του 2014, δύο ημέρες μετά το συμβάν, είχε ορατά τραύματα στο μάτι και στο χέρι της.
Η Nikkita ανέφερε ότι δεν ήταν η πρώτη της συνάντηση με τον συγκεκριμένο αστυνομικό και ότι εκείνος συχνά την προσβάλλει και της λέει ότι πρέπει «να γυρίσει στη χώρα της». Ο ίδιος αστυνομικός είπε σε ερευνήτρια της Human Rights Watch ότι τα διαφυλικά εκδιδόμενα άτομα από τη Βουλγαρία «έχουν αρρώστιες, είναι κακοποιά στοιχεία, παίρνουν ναρκωτικά και ήρθαν από τη χώρα τους για να τα κάνουν όλα αυτά εδώ πέρα».
Ο Hamid, ένας 24χρονος μετανάστης χωρίς έγγραφα από το Αφγανιστάν, ο οποίος κάνει χρήση ηρωίνης και είναι άστεγος, δήλωσε ότι τον Απρίλιο του 2014 αστυνομικοί τον κλότσησαν προσπαθώντας να τον απομακρύνουν από το σημείο όπου κοιμόταν: «Μου έδωσαν πέντε με έξι κλοτσιές. Μου έδωσαν μία κλοτσιά, [τόσο δυνατή που] μου κόπηκε η ανάσα. Με χτυπάγανε συνέχεια».
Ο Δημήτρης, 58 ετών, ο οποίος αντιμετωπίζει προβλήματα ψυχικής υγείας, έχει ενταχθεί σε πρόγραμμα μεθαδόνης και ζει στον δρόμο, ανέφερε ότι δύο αστυνομικοί τον σταμάτησαν για έλεγχο στην οδό Σταδίου στο κέντρο της Αθήνας στις 31 Ιουλίου 2014 και κατέστρεψαν τα υπνωτικά χάπια τα οποία του είχε συνταγογραφήσει ιατρός του ΟΚΑΝΑ. Από τότε, ο Δημήτρης έχει επάνω του ένα σημείωμα από τον ιατρό του που αναφέρει ότι τα χάπια έχουν χορηγηθεί νόμιμα με ιατρική συνταγή.
Ο Γιάννης, ο οποίος αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας και ζει στον δρόμο, δήλωσε στις 31 Ιουλίου ότι την προηγούμενη ημέρα ο αστυνομικός έλεγχος τον εμπόδισε να πάει σε ραντεβού που είχε για χειρουργική επέμβαση λόγω σοβαρού αποστήματος στο χέρι του:
Σου χαλάνε όλη την ημέρα, όλο το πρόγραμμα, την υγεία... Λέω [στον αστυνομικό] «Με έχεις πάρει δεκαπέντε φορές εσύ ο ίδιος. Ξέρεις ότι είμαι εγώ. Δεν εκκρεμεί ούτε απόφαση ούτε τίποτα εναντίον μου. Σε παρακαλώ άφησέ με να πάω να κάνω την εγχείρησή μου, έχω ραντεβού με τον χειρούργο». Λέω, «έχω πρόβλημα και μάλιστα σοβαρό» και τους το δείχνω... Δεν το έλαβε υπόψη του. «Κάτσε εκεί», μου λέει. Και έχασα την εγχείρηση. Εγώ να πεθαίνω από τον πόνο... Προσπάθησα να τους πω 100 φορές «Ρε παιδιά, σας παρακαλώ, έχω πρόβλημα». Τίποτα, δεν το λάμβανε κανένας υπόψη. Το ραντεβού ήταν στις δέκα το πρωί. Μετά έγινε η εξακρίβωση και με άφησαν, και πήγα [στο νοσοκομείο] και ο χειρούργος δεν ήταν πια εκεί, είχε φύγει... Και ξέρετε τι έκανα από την απελπισία μου; Άνοιξα το απόστημα μόνος μου.