Διπλασιάζονται από τη Δευτέρα τα τεστ ελέγχου Covid-19, καθώς, σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) και την εξαγγελία του υπουργείου Υγείας από τον προηγούμενο μήνα, στη διαδικασία διενέργειας ελέγχων μπαίνει και το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας με προηγμένα μηχανήματα μοριακού ελέγχου, το οποίο θα είναι σε θέση να πραγματοποιεί πάνω από χίλια τεστ την ημέρα. Το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας είναι πλέον έτοιμο, αφού έγιναν οι κατάλληλες προετοιμασίες και στο δυναμικό του προστίθενται τώρα και νέοι νοσηλευτές, τεχνολόγοι και άλλες ειδικότητες που απαιτούνταν για να μπει στη μάχη.
Μάλιστα, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας, σημαντική θα είναι και η εξοικονόμηση χρημάτων για το ΕΣΥ, καθώς το κόστος θα είναι αρκετά χαμηλότερο. Ήδη, πάντως, στη χώρα μας είχαν ελεγχθεί συνολικά περισσότερα από 35.000 κλινικά δείγματα για την παρουσία του ιού μέχρι την Παρασκευή 10/4.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), το πιο αξιόπιστο τεστ για τη διάγνωση του Covid-19 αυτήν τη στιγμή είναι το μοριακό τεστ που χρησιμοποιεί ως τώρα και η χώρα μας. Τα τεστ αντισωμάτων, για τη βελτίωση της αξιοπιστίας των οποίων γίνονται μεγάλες προσπάθειες διεθνώς, θα χρησιμοποιηθούν στην επόμενη φάση της πανδημίας, ώστε να γίνει η πιο ευρεία καταγραφή που θα βοηθήσει στην άρση των περιοριστικών μέτρων.
Αλλά δεν είμαστε ακόμα εκεί, παρότι ο σχεδιασμός και η προετοιμασία έχουν ξεκινήσει. Η ελληνική επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την αντιμετώπιση της πανδημίας έχει εγκρίνει πάντως τα κριτήρια επιλογής των τεστ αντισωμάτων, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν αργότερα, όπως έχει εξηγήσει πολλές φορές ο επικεφαλής της επιτροπής, καθηγητής κ. Σωτήρης Τσιόδρας.
«Θέλουμε τα τεστ να είναι αξιόπιστα και να χρησιμοποιηθούν με συγκεκριμένα κριτήρια για την καλύτερη επιδημιολογική καταγραφή της πορείας του ιού στη χώρα».
Τα τεστ αντισωμάτων που προορίζονται για τους μαζικούς ελέγχους, ωστόσο, δεν έχουν επικυρωθεί ακόμα όσον αφορά την αξιοπιστία τους και ο ΠΟΥ βρίσκεται σε μια φάση δοκιμών, η οποία αναμένεται να δώσει κάποιες απαντήσεις τις επόμενες μέρες. «Αυτά τα τεστ, εάν θέλουμε να είναι τέλεια, θα πρέπει να μη χάνουν κανένα αποτέλεσμα. Τέτοιο τεστ δεν υπάρχει ακόμα» ανέφερε στην προτελευταία ενημέρωση ο κ. Τσιόδρας.
Θα έχει παρατηρήσει ίσως κανείς στις καθημερινές ενημερώσεις που γίνονται στις 6 το απόγευμα ότι οι δημοσιογράφοι ρωτάνε και ξαναρωτάνε για τα τεστ και ο κ. Τσιόδρας απαντά με υπομονή και αναλυτικά κάθε φορά, ενώ συχνά αναγκάζεται να επαναληφθεί. Παρ' όλα αυτά, πολλά δημόσια πρόσωπα εκφράζουν ερωτήματα σαν να μην έχουν ακούσει ποτέ τις καθημερινές δημόσιες και αναλυτικές ενημερώσεις.
Στις 20 Μαρτίου, στην απογευματινή ενημέρωση, ο κ. Τσιόδρας, απαντώντας σε δημοσιογραφική ερώτηση για τα τεστ, υπήρξε πολύ αναλυτικός: «Υπάρχουν τρεις κατηγορίες ελέγχου και διαφορετικές ποικιλίες τεστ. Είναι οι μοριακές τεχνολογίες, που επιβεβαιώνουν την παρουσία του ιού στη μύτη και στον φάρυγγα και χρειάζεται ειδική διαδικασία λήψης με στειλεό ή γαργαρισμό, οι οποίες χρησιμοποιούνται αυτήν τη στιγμή. Και είναι οι έλεγχοι που γίνονται στα εθνικά κέντρα αναφοράς και έχετε ακούσει ότι κάποιοι από τους ελέγχους γίνονται και σε ιδιωτικά εργαστηριακά κέντρα.
Υπάρχουν ταχέα (rapid) τεστ, τα οποία δεν κυκλοφορούν στην αγορά μας. Είναι τεστ τα οποία βασίζονται σε αντιγόνο του ιού και έχουν χρησιμοποιηθεί σε κάποιες χώρες της ανατολικής Ασίας. Και υπάρχουν και τεστ αντισωμάτων, τα οποία σιγά-σιγά και δειλά-δειλά βλέπουν το φως της δημοσιότητας και κάποια από αυτά είναι εγκεκριμένα.
Η πρώτη μορφή τεστ χρησιμοποιείται για να διαγνώσει τον ιό και είναι η μορφή τεστ που χρησιμοποιούμε αυτήν τη στιγμή στα νοσοκομεία μας. Είναι αυτή που μας δίνει την εξαντλητική εικόνα για την επιδημία στη χώρα, όσον αφορά τα σοβαρά και τις ΜΕΘ. Είναι η κορυφή του παγόβουνου. Η βάση της πυραμίδας, η οποία πυραμίδα είναι μεγάλη, μόνο με εκτιμήσεις μπορεί να γίνει και γίνεται με μαθηματικά μοντέλα.
Παρ' όλα αυτά, προσπαθώντας να πάρουμε και μια δεύτερη κατά κάποιον τρόπο "φωτογραφία" ‒στην επιστημονική διάλεκτο το λέμε επιπολασμό της νόσου‒, έχουμε κινητοποιήσει διαδικασία για να πάρουμε, δειγματοληπτικά και με κανόνες ασφάλειας, αντιπροσωπευτικό δείγμα ασθενών με συμπτώματα γριπώδους συνδρομής ‒ίδια είναι, πυρετός και βήχας‒ ώστε να έχουμε και μια δεύτερη εικόνα του πώς εξελίσσεται η επιδημία στη χώρα.
Είναι αδύνατον αυτήν τη στιγμή και με την επάρκεια των μέσων που υπάρχουν στη διεθνή και παγκόσμια αγορά να κάνει κανείς εξαντλητικό έλεγχο σε καθένα που έχει υποψία για τη νόσο. Σας έχω πει πολλές φορές ότι μπορεί να είναι στη φάση επώασης και να είναι αρνητικός.
Παρ' όλα αυτά, δεχόμαστε τη στήριξη, όπως σας είπα σήμερα, από αυτή την εξαιρετική ομάδα επιστημόνων, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως back up και να ενισχύσει εργαστηριακά ακόμα περισσότερο αυτού του τύπου τη στρατηγική. Ταυτόχρονα, σχεδιάζεται, πάλι με τη συνεργασία του ΕΟΔΥ και τη συνεργασία αυτής της ομάδας και άλλων ομάδων επιστημόνων, μελέτη αντισωμάτων.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι πας σε διαφορετικές περιοχές της χώρας με ένα δείγμα, με κανόνες στατιστικής και επιδημιολογίας, και παίρνεις αίμα για να δεις ποιοι έχουν περάσει τη νόσο. Και αυτό το κάνεις τώρα, το κάνεις σε τρεις εβδομάδες και βλέπεις μια εικόνα πάλι, μια "φωτογραφία" με τις περιοχές που έχουν επηρεαστεί περισσότερο από τον ιό. Αυτό χρειάζεται μια συστηματική διαδικασία, χρειάζεται ειδικό σχεδιασμό, ο οποίος είναι ήδη στα σκαριά και θα γίνει. Άρα, θα έχουμε τρεις διαφορετικές πληροφορίες για το πώς εξελίσσεται η νόσος.
Ωστόσο, σας είπα και στην αρχή, 15% καταγράφεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα μαθηματικά μοντέλα και οι εκτιμήσεις που έχουμε κάνει μέχρι τώρα δείχνουν ότι είμαστε εντός των προβλέψεών μας με αυτά τα δεδομένα που σας είπα και αφορούν εξαντλητική επιτήρηση των σοβαρών κρουσμάτων σε ΜΕΘ και σε νοσοκομεία. Είμαστε ικανοποιημένοι με την πορεία. Αλλά η πορεία, πρέπει να το πω ξανά, θα εξαρτηθεί από την αυστηρότητα και την πίστη την οποία θα δείξουμε στα απλά μέτρα που είπαμε όλοι μας, τα οποία δεν περιλαμβάνουν το τεστ ‒ να είμαι σαφής».
Η αξιοπιστία των τεστ
Τα τεστ αντισωμάτων που προορίζονται για τους μαζικούς ελέγχους, ωστόσο, δεν έχουν επικυρωθεί ακόμα όσον αφορά την αξιοπιστία τους και ο ΠΟΥ βρίσκεται σε μια φάση δοκιμών, η οποία αναμένεται να δώσει κάποιες απαντήσεις τις επόμενες μέρες. «Αυτά τα τεστ, εάν θέλουμε να είναι τέλεια, θα πρέπει να μη χάνουν κανένα αποτέλεσμα. Τέτοιο τεστ δεν υπάρχει ακόμα» ανέφερε στην προτελευταία ενημέρωση ο κ. Τσιόδρας.
Κάποια από τα τεστ που έχουν βγει έως τώρα έχουν δοκιμαστεί στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες, αλλά ακόμα βρίσκονται στο αρχικό στάδιο, χωρίς την υψηλή αξιοπιστία που θέλουν οι επιστήμονες. «Και εμείς δοκιμάσαμε κάποια κινέζικα τεστ, αλλά θα υπάρξουν κι άλλα στην αγορά και θεωρώ ότι όσο περνάνε οι εβδομάδες θα έχουμε και περισσότερη πληροφορία» είπε.
Οι περισσότερες χώρες εξακολουθούν να στηρίζονται κυρίως στα εργαστηριακά τεστ του μοριακού ελέγχου, τα λεγόμενα PCR, όπως και η Ελλάδα που τα χρησιμοποιεί με βάση τα κριτήρια του ΠΟΥ και των διεθνών οργανισμών. Ωστόσο, όπως μας έχουν πει οι επιστήμονες, όταν κάποιος βρίσκεται στο στάδιο της επώασης, το τεστ βγαίνει αρνητικό, ενώ ενδέχεται και στην πορεία να μην έχει τα συμπτώματα και να μην καταλάβει καν ότι είναι άρρωστος, με συνέπεια να μεταδίδει τον ιό εν αγνοία του.
«Το τεστ είναι αναξιόπιστο την περίοδο από την αρχή της μόλυνσης μέχρι και μια-δυο μέρες πριν από την εκδήλωση των συμπτωμάτων, γιατί μπορεί να είναι ψευδώς αρνητικό και να δημιουργήσει επικίνδυνο εφησυχασμό σε κάποιον που νοσεί» αναφέρει ο Γιάννης Τούντας, καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. «Υπάρχει ο κίνδυνος να νομίζουμε πως είμαστε υγιείς, ενώ νοσούμε. Γι' αυτό πρέπει να κάνουμε το τεστ μόνο εάν ανήκουμε στις κατηγορίες που έχει ανακοινώσει ο ΕΟΔΥ».
Δηλαδή, ακόμα και τα μαζικά τεστ στον πληθυσμό στην πρώτη φάση δεν θα ήταν ικανά να εντοπίσουν όλα τα κρούσματα, αφού υπάρχουν σημαντικά περιθώρια λάθους και στο μεταξύ κάποιοι θα παραπλανούνταν, νομίζοντας ότι δεν έχουν τον ιό, ενώ θα τον είχαν, με αποτέλεσμα να τον μεταδίδουν. Γι' αυτό, τα μέλη της επιστημονικής επιτροπής εξήγησαν ότι κάτι τέτοιο θα ήταν άσκοπη σπατάλη πόρων, ενώ το πιο αποτελεσματικό μέσο εμπόδισης της διάδοσης θα ήταν να συμπεριφέρονται όλοι σαν να έχουν τον ιό, προφυλάσσοντας έτσι τους πάντες.
«Κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, είναι λάθος και είναι και σπατάλη των πόρων» απαντούσαν χαρακτηριστικά στις ερωτήσεις για το αν χρειαζόταν διενέργεια μαζικών τεστ στην αρχή της πανδημίας. Στην αρχική φάση, όπως λένε οι επιστήμονες, εκείνο που είχε σημασία ήταν τα στοχευμένα τεστ, η ιχνηλάτηση και τα μέτρα για να περιοριστεί η εξάπλωση. Επίσης, τις πρώτες εβδομάδες της πανδημίας δεν υπήρχε διεθνώς (με εξαίρεση λίγες χώρες) ούτε επάρκεια υλικών και αντιδραστηρίων για κάτι τέτοιο. Ωστόσο, για τη στρατηγική που ακολούθησε η επιτροπή επιστημόνων στην Ελλάδα τα τεστ που είχαν στη διάθεσή τους επαρκούσαν και αυτό φάνηκε και από το αποτέλεσμα, όπως λένε.
Η ελληνική επιτροπή αντιμετώπισης της πανδημίας επέλεξε τον στοχευμένο έλεγχο με βάση τα κριτήρια του ΠΟΥ αντί των μαζικών ελέγχων που έκρινε ότι θα ήταν σπατάλη πόρων, καθώς δεν είναι απαραίτητα στην πρώτη φάση της πανδημίας ‒ κάτι που αποδεικνύει και η περιορισμένη διασπορά ως τώρα του Covid-19 στην Ελλάδα. «Για ποιον λόγο να σπαταλήσεις πόρους για να κάνεις τεστ σε εκατομμύρια ανθρώπους, όσο τα κρούσματα είναι μερικές χιλιάδες μόνο, αντί να κάνεις στοχευμένα και ιχνηλατώντας τις επαφές των γνωστών κρουσμάτων;» λένε.
Είναι αλήθεια ότι αρχικά υπήρχε περιορισμένος αριθμός διαθέσιμων τεστ, αλλά και υποδομών και προσωπικού για έναν πιο μαζικό έλεγχο. Αλλά αυτό, όπως αναφέρουν οι ειδικοί, δεν ήταν καταλυτικό για την αντιμετώπιση του ιού και αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των τεστ που κάνουμε είναι αρνητικά. Τις τελευταίες μέρες έχουν αρχίσει να γίνονται πολλά τεστ και από τα 33.634 που είχαν γίνει μέχρι την Πέμπτη μόνο τα 1.995 ήταν θετικά.
Τα μαζικά τεστ αντισωμάτων, όπως αναφέρουν συνεχώς τα μέλη της επιτροπής πραγματογνωμόνων, θα χρησιμοποιηθούν στην πορεία, από δω και πέρα, και αφού βελτιωθεί η αξιοπιστία τους, ώστε να καταγραφεί μια ακριβέστερη εικόνα για την πορεία του ιού Covid-19 στη χώρα. «Θα φτάσουμε γρήγορα σε ένα επίπεδο που θα χρησιμοποιείται συνδυασμός του μοριακού διαγνωστικού τεστ και ενός αξιόπιστου τεστ αντισωμάτων» δήλωσε πρόσφατα ο κ. Τσιόδρας, αναφέροντας ότι τώρα παραμένουμε στη φάση του μετριασμού με την εφαρμογή των μέτρων της φυσικής απόστασης και της κοινωνικής απομάκρυνσης. «Σε αυτήν τη φάση η φυσική απόσταση είναι πιο αποτελεσματική από τα τεστ, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν με άλλους στόχους».
Ωστόσο, όπως έχει πει, «η συνολική πληροφορία για τον πληθυσμό μπορεί να καθοριστεί μόνο με οροεπιδημιολογικές μελέτες, δηλαδή μελέτες αντισωμάτων και μελέτες που έχουν σχέση με το σύστημα sentinel, το οποίο χρησιμοποιείται για την επιτήρηση και της γρίπης. Και όσο περισσότερο αυξάνουν η επάρκεια και η διαθεσιμότητα εργαστηριακών τεχνικών για να γίνεται πιο μαζικός έλεγχος, αυτός θα γίνεται και θα είναι σίγουρα απαραίτητος, αλλά και πάλι στοχευμένος, στην επόμενη φάση της επιδημίας».
Ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες επιστήμονες του εξωτερικού, ο Γιώργος Παυλάκης, που είναι γιατρός-ερευνητής στον τομέα των ανοσοθεραπειών και των εμβολίων για τον καρκίνο και τις μολυσματικές ασθένειες στο Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου των ΗΠΑ (το τμήμα του οποίου ηγείται αναπτύσσει εμβόλια και ανοσοθεραπείες για το AIDS και τον καρκίνο), έγραψε πριν από λίγες μέρες στον λογαριασμό του στο Facebook: «Αυτοί που ζητάνε ακριβά και δυσεύρετα PCR τεστ εδώ και τώρα (και μαζικά!) δεν έχουν δίκιο και καλύτερα να αφήσουν τους ειδικούς να αποφασίζουν. Η Ελλάδα έχει πολλούς και καλούς και μέχρι τώρα κάνουν τα σωστά, κάτω από αντίξοες συνθήκες. Ας περιμένουμε για λίγο τα τεστ αντισωμάτων να είναι διαθέσιμα και τότε να τα κάνουμε μαζικά. Είναι το καλύτερο εργαλείο για να παρθούν αποφάσεις για το τι να κάνουμε και πότε, μαζί με το PCR».
Τα τεστ ως αντιπολίτευση
Τα τεστ, εν μέσω πανδημίας, επιχειρήθηκε να χρησιμοποιηθούν και ως πεδίο άσκησης αντιπολίτευσης, με τον Αλέξη Τσίπρα να ζητάει από το βήμα της Βουλής μαζικά τεστ, παρότι κανένας επιστήμονας δεν αμφισβήτησε ποτέ τη στρατηγική που ακολούθησε η ελληνική επιτροπή των επιστημόνων που λαμβάνει τις αποφάσεις.
Το έργο της επιστημονικής επιτροπής, όμως, αμφισβήτησαν πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που δεν είναι επιστήμονες και τα οποία είτε δεν γνωρίζουν ότι τεστ γίνονται, είτε αγνοούν τις υποδείξεις του ΠΟΥ, είτε έχουν κάποιες έρευνες υπόψη τους, στις οποίες όμως δεν έχουν αναφερθεί ποτέ για να στοιχειοθετήσουν τον ισχυρισμό τους. Η στρατηγική αντιμετώπισης της πανδημίας στη χώρα δεν χαράχτηκε από πολιτικούς της Νέας Δημοκρατίας αλλά από ειδικούς που δεν έχουν σχέση με την πολιτική. Και τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα, που τους δικαιώνουν, δεν ανήκουν στην κυβέρνηση, αλλά στη χώρα.
Κάποιοι λίγοι επιχείρησαν να παρουσιάσουν την οδηγία «test, test, test» του ΠΟΥ ως οδηγία ελέγχου όλου του πληθυσμού, ενώ ο ΠΟΥ διευκρίνιζε ότι μιλούσε για τεστ στα «ύποπτα περιστατικά». Οδηγία που ακολουθούσε εξαρχής η Ελλάδα, η οποία έχει δεχτεί και τα συγχαρητήρια του ΠΟΥ.
Είναι χαρακτηριστικό το τουίτ του στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργου Κυρίτση, που έγραψε στον λογαριασμό του: «Εδώ σταματήσαμε τα τεστ και βγαίνουν οι γελοίοι και λένε ότι περιορίζονται τα κρούσματα και ζήτω μας. Κάνουν το ακριβώς αντίθετο από την οδηγία του ΠΟΥ». Στο ίδιο τουίτ, μάλιστα, έχει αναρτήσει και το τουίτ του ΠΟΥ που αποδεικνύει το αντίθετο από αυτό που ισχυρίζεται ο ίδιος, αφού ο ΠΟΥ ζητά να γίνονται στοχευμένα τεστ (Test every suspected #COVID19 case), όπως κάνει δηλαδή η Ελλάδα, και δεν αναφέρει πουθενά για μαζικά τεστ παντού (όπως κάνει π.χ. η Κορέα και ζητούσαν και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ).
Εδώ σταματήσαμε τα τεστ κ βγαίνουν οι γελοίοι κ λένε ότι περιορίζονται τα κρούσματα κ ζήτω μας. Κάνουν το ακριβώς αντίθετο από την οδηγία του ΠΟΥ https://t.co/SIc9SDve88
— Γιώργος Κυρίτσης (@giorgoskyritsis) March 17, 2020
Ο ΠΟΥ ποτέ και πουθενά δεν πρότεινε άπειρα τεστ για την πρόληψη της εξάπλωσης της επιδημίας. Από την αρχή τόνιζε ότι το βασικό είναι η απομόνωση. Δηλαδή αυτό που ήταν η οδηγία και των Ελλήνων επιστημόνων, οι οποίοι επισήμαναν ότι για τα επιδημιολογικά στοιχεία που είναι χρήσιμα θα μάθουμε αργότερα από τα τεστ αντισωμάτων που θα γίνουν για να καταδείξουν τη διασπορά του ιού.
Ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής της Σορβόννης, Γρηγόρης Γεροτζιάφας, έχει χαρακτηρίσει ανόητες τις δημόσιες συζητήσεις άσχετων περί τεστ μοριακής βιολογίας. «Μερικοί δεν έχουν ιδέα για το τι ζητάνε. Μιλάνε για μαζικά τεστ μοριακής βιολογίας στον πληθυσμό, που στις καλύτερες συνθήκες έχουν 30% ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα. Όσοι τα λένε για να κάνουν προπαγάνδα είναι ή κοινοί απατεώνες ή επικίνδυνα άσχετοι».
«Στις καλύτερες συνθήκες, το τεστ PCR δίνει 70% αληθώς θετικά αποτελέσματα. Τα υπόλοιπα είναι ανακριβή. Πράγμα που είναι λογικό για ένα τεστ που αναπτύχθηκε τόσο γρήγορα στις δεδομένες συνθήκες» εξηγεί, εκφράζοντας ωστόσο την απορία του για το πώς είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται πολιτικά αυτό το θέμα.
Ο αρμόδιος για την πολιτική Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ, Ανδρέας Ξανθός, πάντως, σε άλλη γραμμή από το κόμμα του, έχει τονίσει ότι η επιτροπή των επιστημόνων κάνει καλά τη δουλειά της, περιορίζοντας την κριτική του προς την κυβέρνηση, λέγοντας ότι εκείνη πρέπει να σπεύδει να κάνει όσα της υποδεικνύουν χωρίς καθυστέρηση.
«Με τα μέτρα που έχουμε πάρει έχουμε καταφέρει και έχουμε συγκρατήσει την επιδημία. Αυτό είναι νομίζω το σημαντικότερο μήνυμα» απάντησε πρόσφατα εμμέσως στην κριτική αυτή ο κ. Τσιόδρας. «Δεν είναι το σημαντικότερο αν έχεις 10.000 ή 15.000 κρούσματα στον πληθυσμό. Κανένας δεν μπορεί να το πει με σιγουριά. Το εύρος είναι μεγάλο, η μαθηματική αβεβαιότητα τεράστια. Καμία χώρα από αυτές που βλέπετε να κάνουν μαζικό έλεγχο δεν μπορεί να σας πει με ακρίβεια τι ποσοστά του πληθυσμού τους έχουν νοσήσει. Όλοι βασίζονται αυτήν τη στιγμή σε μαθηματικές εκτιμήσεις. Ακόμα και στη Γερμανία, που κάνει αυτόν τον μαζικό έλεγχο, αυτό που έχει γίνει στην πραγματικότητα είναι ότι οι υπηρεσίες δημόσιας υγείας έχουν ελέγξει με τα κριτήρια που χρησιμοποιούμε κι εμείς και οι υπόλοιποι ελέγχονται από ιδιωτική πρωτοβουλία. Και στην ιδιωτική πρωτοβουλία ελέγχονται κυρίως άνθρωποι που έχουν ελαφρά συμπτωματολογία, άνθρωποι που ούτως ή άλλως έπρεπε να παραμένουν σπίτι τους. Άρα η στρατηγική του testing δεν αλλάζει το κύριο μήνυμα, ότι μένεις σπίτι σου όταν έχεις ελαφρά συμπτώματα...».
Πρόσφατη έρευνα του γερμανικού Πανεπιστημίου του Γκέτινγκεν αναφέρει ότι μόνο ένας μικρός αριθμός κρουσμάτων (6% κατά μέσο όρο) εντοπίζεται από τα τεστ που γίνονται, ακόμα και στη Γερμανία, που έδειξε να ξαφνιάζεται από τα ευρήματα της έρευνας.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, οι επιστήμονες από πολύ νωρίς είχαν εκτιμήσει ότι ο πραγματικός αριθμός των κρουσμάτων στη χώρα μας υπολογιζόταν κάπου δέκα φορές πάνω από τα καταγεγραμμένα κρούσματα με βάση το μαθηματικό μοντέλο που ακολουθούν, επισημαίνοντας πάντα ότι δεν υπάρχουν βεβαιότητες.
Η γερμανική έρευνα του Γκέτινγκεν εκτιμά ότι στις 31 Μαρτίου η Γερμανία είχε 460.000 κρούσματα, οι ΗΠΑ περισσότερα από 10 εκατομμύρια, η Ισπανία περισσότερα από 5 εκατομμύρια, η Ιταλία περίπου 3 εκατομμύρια και το Ηνωμένο Βασίλειο περίπου 2 εκατομμύρια. Για την Ελλάδα εκτιμά τον αριθμό των 12.000 κρουσμάτων, ο οποίος συμπίπτει με τις εκτιμήσεις της ελληνικής επιτροπής. Σύμφωνα με τους ερευνητές, ακατάλληλα διαγνωστικά τεστ και τεστ που αργούν να δώσουν αποτελέσματα μπορεί να είναι ένας λόγος που κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, έχουν τόσο υψηλά ποσοστά θνησιμότητας. Επίσης, η έρευνα εκτιμά ότι η Γερμανία έχει εντοπίσει το 15,6% των κρουσμάτων, ενώ η Ισπανία το 3,5%.
Ο ΠΟΥ ποτέ και πουθενά δεν πρότεινε άπειρα τεστ για την πρόληψη της εξάπλωσης της επιδημίας. Από την αρχή τόνιζε ότι το βασικό είναι η απομόνωση. Δηλαδή αυτό που ήταν η οδηγία και των Ελλήνων επιστημόνων, οι οποίοι επισήμαναν ότι για τα επιδημιολογικά στοιχεία που είναι χρήσιμα θα μάθουμε αργότερα από τα τεστ αντισωμάτων που θα γίνουν για να καταδείξουν τη διασπορά του ιού.
Πάντως, και τα μαθηματικά μοντέλα που δημοσιεύτηκαν τον περασμένο μήνα από το Imperial College του Λονδίνου και αφορούσαν την επιδημία στη Γουχάν της επαρχίας Χουμπέι έδειξαν ότι μόνο το 15% των αληθινών περιστατικών είχε καταγραφεί.
Ακόμα και η Κορέα, που κάνει συνεχή τεστ σε όλο τον πληθυσμό, με τρομερά μέτρα παρακολούθησης της ιδιωτικής ζωής των ανθρώπων που παραβιάζουν τα προσωπικά δεδομένα, σύμφωνα με την έρευνα του Γκέτιγκεν έχει εντοπίσει μόνο τα μισά κρούσματα, σύμφωνα με την έρευνα.
Σε άλλη μελέτη, του Κέντρου Ανάλυσης Παγκόσμιων Λοιμωδών Νοσημάτων (MRC Centre for Global Infectious Disease Analysis) του Imperial Gollege, όπως εξήγησε στο ΑΠΕ ο κ. Γκίκας Μαγιορκίνης, καθηγητής Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, φαίνεται ότι σε σύγκριση με τη Γερμανία, η οποία έχει κάνει εκτεταμένα τεστ, αλλά ακόμη δεν έχει περάσει σε ύφεση, η Ελλάδα είναι σε καλύτερη θέση και τα μέτρα έχουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.
Παρ' όλα αυτά, ο κ. Τσιόδρας δεν παύει να τονίζει από την αρχή πως αυτό δεν αναιρεί τη χρησιμότητα ενός μαζικού εργαστηριακού ελέγχου σε επόμενη φάση, στην οποία θα χρησιμοποιηθεί για να υλοποιηθεί σιγά-σιγά η επαναφορά της χώρας στην κανονικότητα.
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων-CDC, τις οδηγίες του οποίου ακολουθεί η Ελλάδα, χρειάζεται πρώτα να ελεγχθεί η αξιοπιστία αυτών των μεθόδων από την επιστημονική κοινότητα προτού τα τεστ αυτά περάσουν στη μαζική χρήση από τον πληθυσμό.
Ο μοριακός διαγνωστικός έλεγχος που γίνεται αυτήν τη στιγμή θεωρείται πιο αξιόπιστος και είναι διαφορετικός από τον έλεγχο της ανοσίας και των αντισωμάτων. Αυτό, όπως έχει πει ο κ. Τσιόδρας, είναι πολύ σημαντικό να το κατανοήσει ο κόσμος γιατί «έχω την αίσθηση ότι κάποιοι μιλούν πάρα πολύ για τα τεστ αντισωμάτων, χωρίς να κατανοούν τι ακριβώς σημαίνει αντίσωμα και τι σημαίνει μοριακός διαγνωστικός έλεγχος ‒ είναι διαφορετικά πράγματα. Όμως θα χρησιμοποιηθούν και τα δύο στην επόμενη φάση της επιδημίας στη χώρα μας».
Η διεθνής επιστημονική κοινότητα, πάντως, παραμένει διχασμένη σχετικά με την αξιοπιστία των τεστ αντισωμάτων και αυτός είναι ο λόγος που «δεν έχουν μπει ευρέως στο παιχνίδι». Οι ερευνητικές προσπάθειες για την ενίσχυση της αξιοπιστίας τους συνεχίζεται, καθώς όλοι συμφωνούν ότι είναι απαραίτητα για τις επόμενες φάσεις της πανδημίας.
Αύξηση των τεστ
Τον τελευταίο καιρό, αφού έγινε η κατάλληλη προετοιμασία, τα τεστ στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί κατά πολύ και πλέον γίνονται πολύ περισσότερα από 1.000 την ημέρα, ενώ από την επόμενη εβδομάδα, σύμφωνα με τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, θα διπλασιαστεί και αυτός ο αριθμός. «Θεωρώ ότι αυτήν τη στιγμή έχουμε επάρκεια και το βλέπετε από τους καθημερινούς αριθμούς των εργαστηριακών δοκιμασιών που γίνονται» ανέφερε αυτή την εβδομάδα και ο κ. Τσιόδρας, ο οποίος εξήγησε και τον σχεδιασμό της επιτροπής που ετοιμάζεται για τις επόμενες φάσεις αντιμετώπισης της πανδημίας, τονίζοντας ότι για την ώρα η χώρα εξακολουθεί να πραγματοποιεί τον στοχευμένο εργαστηριακό έλεγχο, όπως και οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
«Το Robert Koch Institute της Γερμανίας υλοποιεί εργαστηριακό έλεγχο με βάση τις δικές μας προτεραιότητες. Ο κόσμος δεν το ξέρει αυτό και νομίζει ότι γίνονται πολύ περισσότερα τεστ σε άλλες χώρες. Δεν είναι αλήθεια» είπε ο καθηγητής και επανέλαβε για άλλη μια φορά πως η στρατηγική μαζικού εργαστηριακού ελέγχου είναι απαραίτητη και θα υλοποιηθεί στη φάση κατά την οποία θα αίρονται τα μέτρα. Αυτό συζητούν οι περισσότερες χώρες αυτήν τη στιγμή και κάθε χώρα ετοιμάζεται γι' αυτή την επόμενη περίοδο, είπε.
«Αρχικά υπήρχε παγκόσμια έλλειψη των τεστ και ειδικά των αξιόπιστων. Τώρα θα αρχίσει η νέα μαζική παραγωγή» αναφέρει στέλεχος του φαρμακευτικού χώρου. «Τα πολλά τεστ στην αρχή της νόσου, ωστόσο, δεν λένε πολλά, καθότι στη φάση ανάπτυξης της νόσου, τι να μάθεις; Ότι δεν είναι 346 τα κρούσματα αλλά 460; Δεν λέει κάτι αυτό» υποστηρίζει. «Το να απομονώσεις κάποιον που θα βρεις θετικό σε αυτήν τη φάση καλύπτεται έτσι κι αλλιώς με την καραντίνα». Ο ίδιος παρακολουθεί στενά την έρευνα γύρω από τα νέα τεστ και υποστηρίζει ότι «η ευρεία χρήση των τεστ έχει μεγαλύτερο νόημα στο στάδιο σταθεροποίησης, καθότι μπορείς να βρεις τις εστίες που μεταδίδουν ακόμα τη νόσο, ώστε να τη σβήνεις όσο το δυνατόν περισσότερο. Το ίδιο ισχύει και για τη φάση της απόσυρσης των μέτρων, για να βρίσκεις τις εστίες που ακόμα μεταδίδουν. Σε λίγο καιρό θα έχουμε τα τεστ αντισωμάτων, όπου θα φαίνεται ποιος πέρασε τον ιό και θα μάθουμε αν έχει ανοσία και για πόσο διάστημα. Αυτά θα είναι χρήσιμα. Ο συνδυασμός των δύο τεστ, ανίχνευσης και αντισωμάτων, θα βοηθήσει πολύ. Αυτό, βέβαια, από του χρόνου».
Όπως είχε αναφέρει και ο κ. Τσιόδρας εκ μέρους της επιτροπής: «Στη μάχη με τον ιό θέλουμε τα πραγματικά δεδομένα και την αλήθεια. Τα τεστ αντισωμάτων δεν είναι γι' αυτήν τη φάση της επιδημίας. Αυτή την περίοδο ερευνητικές ομάδες στην Ελλάδα από τα πανεπιστήμιά μας, σε συνεργασία με τον ΕΟΥ, θα αξιολογήσουν την αξιοπιστία και την πιθανή χρήση στο μέλλον αξιόπιστων τέτοιων τεστ με αντισώματα για επιδημιολογικούς και πρακτικούς σκοπούς».
Στις 26/3, απαντώντας σε ερώτηση εκπροσώπου ΜΜΕ, είχε αναφερθεί στο παράδειγμα του Βελγίου, «που απαγόρευσε την κυκλοφορία των ταχέων τεστ για μεγάλο χρονικό διάστημα, γιατί γίνονται αντικείμενο αισχροκέρδειας, χωρίς να έχουν αξιολογηθεί επαρκώς από την επιστημονική κοινότητα».
«Εμείς θα τα αξιολογήσουμε άμεσα τις επόμενες εβδομάδες στην πατρίδα μας. Θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την επιστροφή και τη διακοπή της καραντίνας γι' αυτούς τους ανθρώπους που θα έχουν περάσει τη νόσο» εξήγησε (για άλλη μία φορά).
Η περίπτωση της Νότιας Κορέας
Κάποιοι στην Ελλάδα αναφέρουν ως παράδειγμα προς μίμηση την περίπτωση της Νότιας Κορέας, η οποία είναι η μόνη χώρα που εφάρμοσε, μεταξύ άλλων, την τακτική των μαζικών τεστ στο πληθυσμό. Η Νότια Κορέα, όμως, είναι πολύ διαφορετική από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης. Στην ενημέρωση της 18ης Μαρτίου ο κ. Τσιόδρας είχε μιλήσει και για τη Νότια Κορέα, στην οποία «μετά την επιδημία του πρώτου ιού SARS επί τρία χρόνια οι άνθρωποι φορούσαν μάσκες στον δρόμο».
«Η Νότια Κορέα έχει μικρότερη γεωγραφική επιφάνεια από την Ελλάδα και 50 εκατομμύρια πληθυσμό. Ως εκ τούτου, έχει πολύ υψηλότερη πιθανότητα διασποράς του ιού στον πληθυσμό και γι' αυτό κάνουν εξαντλητικές στρατηγικές ελέγχου που αφορούν 20.000 άτομα την ημέρα, έχουν 633 εργαστηριακές δομές για τεστ, ειδικούς χώρους ελέγχου έξω από κάθε κτίριο με θετική περίπτωση, 118 διαφορετικά εργαστήρια και 1.200 επαγγελματίες Υγείας να αναλύουν τα αποτελέσματα καθημερινά» είχε πει. «Καταλαβαίνετε, λοιπόν, πόσο δύσκολο θα ήταν να πραγματοποιηθεί μια τέτοια στρατηγική στην πατρίδα μας». Ο καθηγητής είχε αναφερθεί επίσης και στο σοβαρό ζήτημα της παραβίασης των προσωπικών δεδομένων και των ατομικών ελευθεριών, « λόγω ηλεκτρονικών εφαρμογών παρακολούθησης της δραστηριότητας των πολιτών στη Νότια Κορέα», για τα οποία δεν γίνεται αναφορά από αυτούς που προβάλλουν το μοντέλο αυτό, παρά τα δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο.
Το ίδιο θέμα επισημαίνει και ένας γιατρός και στέλεχος της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς για πολλά χρόνια: «Η αντιεπιδημική πολιτική της Νότιας Κορέας είχε μεν τα πολλά τεστ, που έχουν χαμηλή ακρίβεια, σε μια ανεπτυγμένη τεχνολογικά υποδομή, που καμία χώρα στην Ευρώπη δεν έχει, αλλά ήταν συνδυασμένα με σκληρή καταστολή, υποχρεωτική μέτρηση θερμοκρασίας στην είσοδο καταστημάτων και υπηρεσιών και υποχρεωτική λήψη δείγματος για PCR από ελεγκτές στον δρόμο. Δεν γίνεται να διαμαρτύρεσαι για "κατασκευή ενόχων μέσω DNA" και να εκθειάζεις την καταστολή της Νότιας Κορέας» υποστηρίζει.
«Μιλάνε για το "θαύμα της Νότιας Κορέας" κάποιοι που εδώ μιλάνε για "χούντα" και ζητάνε άρση της καραντίνας. Γνωρίζουν, άραγε, πόσο αυστηρά είναι τα μέτρα εκεί; Γιατί αν εφαρμόζονταν εδώ τα ίδια μέτρα καταστολής είναι βέβαιο ότι οι ίδιοι άνθρωποι θα μιλούσαν για "χούντα του Πινοσέτ"» αναφέρει άλλος γιατρός με μακρά θητεία κι αυτός στην αριστερά.
Ο έλεγχος της επιδημίας στον γενικό πληθυσμό
Όσον αφορά τον γενικό πληθυσμό, η παρακολούθηση της επιδημίας στη χώρα γίνεται όχι με την καταμέτρηση όλων των περιστατικών αλλά με δύο ειδικές δειγματοληπτικές διαδικασίες, όπως έχουν εξηγήσει οι γιατροί της επιτροπής εμπειρογνωμόνων. «Η μία είναι εκτεταμένη και περιλαμβάνει όλες τις νοσηλείες στα νοσοκομεία και τα βαριά περιστατικά σε ΜΕΘ, η οποία είναι εξαιρετική διαδικασία, sentinel επιτήρησης της νόσου», όπως έχει πει ο κ. Τσιόδρας, "και μία ειδική δειγματοληπτική διαδικασία στον γενικό πληθυσμό, που όμως δεν θα εκθέτει σε κίνδυνο τις ομάδες αυξημένου κινδύνου».
Η ελληνική ομάδα χρησιμοποιεί μαθηματικά μοντέλα που έχουν ως βάση τους τα χαρακτηριστικά του ιού, τα σοβαρά νοσηλευόμενα περιστατικά και τους θανάτους. Σε αυτά τα μοντέλα δουλεύει η ειδική ομάδα της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ υπό την κ. Βάνα Σύψα από το εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, την οποία τόσο συχνά αναφέρει και ο κύριος καθηγητής στις ενημερώσεις.
Η κ. Σύψα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, είναι η επικεφαλής μιας ομάδας επιστημόνων οι οποίοι δουλεύουν πάνω σε αυτά τα περίφημα μαθηματικά μοντέλα. «Δεν τα γνωρίζουμε όλα, υπάρχει αβεβαιότητα για αρκετές παραμέτρους» συνηθίζει να λέει, παρά την κατά κοινή ομολογία επιτυχημένη και αναγνωρισμένη δουλειά της. «Στην Ελλάδα κινηθήκαμε εγκαίρως. Ιδίως στην αρχή, η προσπάθεια ελέγχου των κρουσμάτων και ιχνηλάτησης των επαφών ήταν πολύ μεγάλη» έχει δηλώσει σε συνέντευξή της στο ΑΠΕ.
Επιστήμη vs μικροπολιτικής
Παρά τη μεγάλη συζήτηση που γίνεται στην Ελλάδα για τα τεστ, κανένας επιστήμονας δεν έχει αμφισβητήσει τη στρατηγική αντιμετώπισης της πανδημίας της επιτροπής των Ελλήνων επιστημόνων, ούτε κανένας έχει παρουσιάσει κάποια μελέτη που να δείχνει ότι κάτι δεν γίνεται σωστά. Αντιθέτως, οι Έλληνες επιστήμονες που έχουν αναλάβει να αντιμετωπίσουν την πανδημία δέχονται τα συγχαρητήρια όλων διεθνώς. Ο μοναδικός καθηγητής που αμφισβήτησε δημόσια εμμέσως, αλλά προκαλώντας αρκετό θόρυβο, ήταν ο καθηγητής Βιοχημείας του πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Δ. Κουρέτας, στα μέσα του περασμένου Μαρτίου, ισχυριζόμενος ότι στη χώρα μας διενεργούνται ελάχιστα τεστ, όπως στην Ιταλία, με τα γνωστά αποτελέσματα, αλλά το πήρε πίσω λίγο μετά, όταν ενημερώθηκε, λέγοντας ότι συμφωνεί πλήρως με την επιτροπή και ότι ποτέ δεν την αμφισβήτησε.
Στην πραγματικότητα, ο θόρυβος γύρω από τα τεστ στην Ελλάδα είναι κυρίως πολιτικός, γιατί κάποιοι πίστεψαν ότι αυτό είναι ένα προνομιακό γι' αυτούς πεδίο αντιπολίτευσης. Μόνο που δεν έχουν στοιχειοθετήσει τους ισχυρισμούς τους με κανέναν τρόπο ως τώρα. Ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στη Βουλή, ζήτησε να γίνουν περισσότερα τεστ, χωρίς να αναφέρει σε ποια επιστημονικά στοιχεία ή μελέτες βασίζει την κριτική ότι αυτά που γίνονται δεν είναι αρκετά. Πολύ περισσότερο όταν η επίθεση για τον αριθμό των τεστ δεν υιοθετείται από τον αρμόδιο του κόμματος για τα θέματα Υγείας, ο οποίος δεν λέει τίποτα διαφορετικό από την ομάδα των ειδικών που χαράζει τη στρατηγική για την πανδημία. Η μόνη «τεκμηρίωση» ως τώρα ήταν αυτή του Γιώργου Κυρίτση που παρέθεσε την οδηγία του ΠΟΥ, χωρίς να καταλάβει όμως ότι έλεγε τα αντίθετα από αυτά που νόμιζε ότι λέει.
Τώρα, πόσο υπεύθυνο είναι να προσπαθεί κανείς με αβάσιμη κριτική να κάνει την κοινωνία να χάσει την εμπιστοσύνη της, εν μέσω πανδημίας, στην ηγεσία της επιστημονικής ομάδας που χαράζει τη στρατηγική αντιμετώπισής της, ας το κρίνει ο καθένας. Θα ήταν απολύτως θεμιτό, αν υπήρχαν στοιχεία ότι η επιτροπή δεν κάνει καλά τη δουλειά της, αυτά να παρουσιαστούν και να προτείνουν οι πολιτικοί που τα λένε αυτά μια καλύτερη στρατηγική. Αλλά δεν έχουν ούτε στοιχεία ούτε προτάσεις. Και τα αποτελέσματα για την ώρα δικαιώνουν το δύσκολο έργο των επιστημόνων, καθώς αυτοί, και όχι η κυβέρνηση, είναι οι στρατηγοί σε αυτήν τη μάχη.