Η Αγγελική Γενιτσαρίδου ζει στον Πύργο Μονοφατσίου στην Κρήτη. Όλα της τα χρόνια έζησε και μεγάλωσε με τον αργαλειό στο σπίτι, βλέποντας την μητέρα και τη γιαγιά της να υφαίνουν. Πρόσφατα αποφάσισε να αφιερωθεί στην τέχνη της υφαντικής. Ιδανική αφορμή και πολύ χρήσιμο εργαλείο για να κάνει πράξη τα όνειρά της είναι ο αργαλειός 100 χρόνων που είχε στην αποθήκη. Τον μετέφερε σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι στο χωριό και άρχισε να δημιουργεί. «Αυτό μου αρέσει στην υφαντική» λέει, «που φαντάζεσαι, ονειρεύεσαι και ταξιδεύεις. Δημιουργώ μοναδικά υφαντά που φαντάζομαι ζώντας μια ωραία στιγμή και ονειρεύομαι να φτάσουν μακριά βρίσκοντας τη θέση που τους αξίζει». Και αναμένει να βρεθεί τρόπος ώστε να φτάσουν κάποια μέρα τα υφαντά της στην Νέα Υόρκη.
—Σε τι περιβάλλον μεγάλωσες;
Μεγάλωσα σ’ ένα περιβάλλον δημιουργικό και καλλιτεχνικό. Ο μπαμπάς ήταν ράφτης, ένα επάγγελμα που τη δεκαετία 60-70 ήκμαζε, μιας και υπήρχαν λάτρεις του ραμμένου ρούχου. Ήταν ένας μόδιστρος. Ήμουν μαζί του ώρες ατέλειωτες από την ηλικία που θυμάμαι τον εαυτό μου. Τον παρατηρούσα πώς παίρνει μέτρα, πώς σημαδεύει το πατρόν, πώς κόβει το ύφασμα, πώς αρχίζει το ράψιμο και τέλος πώς συναρμολογεί τα κομμάτια για να ολοκληρώσει ένα κοστούμι. Μαγική στιγμή ήταν η πρόβα που έβλεπα ένα σακάκι να αγκαλιάζει το σώμα σαν να ήταν «ραμμένο πάνω του». Τον θαύμαζα με πάθος. Ήταν ένας μοναδικός καλλιτέχνης και από πολύ νωρίς μου επέτρεψε να γαζώνω μικρά κουρελάκια στη ραπτομηχανή του. Έτσι, εμπειρικά, έμαθα και να ράβω. Αγάπησα το ράψιμο όσο και το μπαμπά μου, γιατί μου ξυπνάει όμορφες αναμνήσεις. Η μαμά ήταν νοικοκυρά και δεινή υφάντρα τα χρόνια που όλα τα σπίτια είχαν από έναν αργαλειό μέσα στο σπίτι και ύφαιναν τα «προικιά». Εικόνες , όπως τη γιαγιά να τυλίγει μασούρια από την ανέμη και τη μαμά να υφαίνει τα ξόμπλια είναι πολύ βαθιά ριζωμένες στη μνήμη μου. Και, βέβαια, η αγωνία μου για το πότε θα καταφέρω κι εγώ να υφαίνω ήταν έκδηλη από πολύ νωρίς. Έτσι, θέλοντας να έχω κι εγώ το ρόλο μου, ανέλαβα να διαλέγω το επόμενο σχέδιο και τα χρώματα που θα χρησιμοποιούσαν. Ανάμεσα σε σχέδια, χρωματιστά μαλλιά, νήματα, χτένια, σαΐτες περνούσα ώρες ευχάριστης παιδικής δημιουργίας και φαντασίας. Και, βέβαια δεν μπορώ να μην αναφέρω πόσο πολύ είναι συνδεδεμένες οι παιδικές μνήμες στον αργαλειό με αρώματα όπως του δυόσμου και του βασιλικού που υπήρχαν σε αφθονία έξω από το αργαστηρόσπιτο! Λάτρεψα την υφαντική όσο και τη μαμά μου, γιατί μου ξυπνάει χρωματιστές και ευωδιαστές αναμνήσεις!
—Τι σου άρεσε στην τέχνη της υφαντικής και επέλεξες να ασχοληθείς με αυτήν;
Πρέπει να ομολογήσω ότι για κάποια χρόνια έχασα την επαφή μου με την υφαντική, γιατί προηγήθηκαν οι σπουδές στη διακόσμηση, αργότερα η οικογένεια και το μεγάλωμα των παιδιών μου, που αφοσιώθηκα ολοκληρωτικά. Όταν λοιπόν βρέθηκα να έχω στην αποθήκη τρεις αργαλειούς, συνέβη κάτι μαγικό. Ανέσυρα μνήμες, που εύκολα -σαν να μην πέρασαν τα χρόνια- άρχισα να τις υφαίνω με σχέδια, χρώματα κι αρώματα για να «ξυφάνω» την “kurelu”.
—Πώς είναι να ζεις στο Πύργο Μονοφατσίου Κρήτης;
Αυτό που χαρακτηρίζει τη ζωή μου στον Πύργο είναι η ελευθερία. Με αφετηρία αυτό, διανύω πολλούς όμορφους δρόμους. Είναι μοναδικό το να ζω, να δημιουργώ, να ονειρεύομαι χωρίς περιορισμούς, κοντά στη φύση που αλλάζει από εποχή σε εποχή προσφέροντάς μου την έμπνευση.
—Πώς μπορεί ένας άνθρωπος από ένα χωριό της Κρήτης να πετύχει αυτά που θέλει;
Παλιότερα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να πετύχεις αυτά που ήθελες από ένα απομακρυσμένο χωριό. Τώρα όλα έχουν αλλάξει, έχοντας μπει για τα καλά στον ηλεκτρονικό κόσμο, οι αποστάσεις εκμηδενίστηκαν και οι συναλλαγές διευκολύνθηκαν. Εδώ και δύο χρόνια, αποδεδειγμένα και έμπρακτα πια, μπορώ να πω ότι πετυχαίνεις ό,τι θέλεις από όποιο σημείο κι αν βρίσκεσαι.
—Πες μας μερικά από τα δημιουργήματά σου και ως πού θα ήθελες να φτάσουν;
Αυτή τη στιγμή διατηρώ τρεις αργαλειούς με δυνατότητα να φτιάχνω τρία διαφορετικά πλάτη. Κύρια δημιουργήματά μου είναι χαλιά-κουρελούδες με 85, 95 και 1,80 εκατοστά φάρδος. Όμως έχω τη δυνατότητα να φτιάξω και ύφασμα κουρελού που ανάλογα με τη χρήση (τσάντα, φωτιστικό, σουπλά, ράνερ, κουρτίνα) το κάνω λεπτότερο. Επίσης, έχω επιλογή χρωμάτων από μεγάλη ποικιλία, μιας και έχω καταφέρει να εισάγω τις πρώτες ύλες σε μεγάλες ποσότητες από το εξωτερικό και έτσι να μην έχω περιορισμούς. Κι εδώ έχω απόλυτη ελευθερία. Τα δημιουργήματά μου θα ήθελα να φτάσουν μακριά, όχι μόνο καλύπτοντας τη δική μου ανάγκη να συμβεί αυτό, αλλά γιατί πιστεύω ότι ταυτόχρονα κάποιος άλλος εκεί μακριά το ψάχνει και αναζητάει να καλύψει μια δική του ανάγκη.
—Τι θεωρείς ότι έχει αξία στην ζωή;
Ωραία ερώτηση. Αξία στη ζωή έχει να κάνεις αυτό που σου αρέσει, αυτό που σε γεμίζει, που σε κάνει να ταξιδεύεις και να ονειρεύεσαι. Εγώ από εδώ, τον Πύργο και το εργαστήριο μου ταξιδεύω σε όλο τον κόσμο κουβαλώντας ωραίες εικόνες.
—Η εποχή ευνοεί ή όχι τους τολμηρούς;
H εποχή νομίζω ότι ευνοεί τους τολμηρούς. Με το να τολμήσεις, βγαίνεις λίγο πιο μπροστά, προπορεύεσαι και τελικά σιγά-σιγά πετυχαίνεις. Αυτό που απαιτεί η εποχή είναι «υπομονή».
—Μια μικρή καθημερινή σου συνήθεια που λατρεύεις.
Καθημερινή λατρεμένη συνήθεια είναι μπαίνοντας στο εργαστήριό μου ν’ ανοίξω το ράδιο και να κάνω βουτιά στα χρώματα!
—Υπάρχει μια εικόνα που δεν θα ξεχάσεις ποτέ;
Η εικόνα του πρώτου υφαντού που διάλεξα να μου φτιάξει η μητέρα μου. Όταν τέλειωσε και το είδα, με συγκίνησε αφάνταστα και με ακολουθεί. Γι’ αυτό βρίσκεται κρεμασμένο στον τοίχο στο εργαστήριό μου σαν μοναδικής ομορφιάς δημιούργημα.
—Τι όνειρα κάνεις;
Τα όνειρά μου καταλαμβάνουν τρεις θέσεις μετά τον αγώνα ζωής. Την κορυφή κατέχει βέβαια η οικογένειά και τα παιδιά μου, για τα οποία ονειρεύομαι να κάνουν στη ζωή τους αυτό που πραγματικά θέλουν, να αγαπήσουν και έτσι να είναι ευτυχισμένα. Στη δεύτερη θέση είναι η Ελλάδα, η χώρα μου, που αγαπώ και πληγώνομαι βαθιά που την βλέπω σε αυτό το επίπεδο. Θέλω να βρει το σεβασμό που της αξίζει. Και στην τρίτη θέση θα πω ότι όνειρο ζωής είναι να ταξιδέψουν τα υφαντά μου στη Νέα Υόρκη. Να ταξιδέψει η τέχνη της υφαντικής που κληρονομήσαμε από την Πηνελόπη και να διαδοθεί στα πέρατα της γης.
σχόλια