Σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας «Αυγή» με τίτλο «Ο χρυσαυγιότατος μητροπολίτης και τα καλά παιδιά του» αναφέρει τα ακόλουθα:
Οι λεγόμενες «γιορτές του μίσους» πραγματοποιούνται, αδιαλείπτως, εδώ και χρόνια, τέλη Αυγούστου, στον Γράμμο και το Βίτσι. Οι συγκεντρωμένοι γιορτάζουν «την συντριβήν του κομμουνιστοσυμμοριτισμού» και τη σωτηρία της Ελλάδος από τον «σλαυοκομμουνισμό». Ως εδώ, ανεξάρτητα με την ενόχλησή μας, δύσκολα μπορούμε να ψέξουμε το πράγμα καθαυτό. Ο καθείς δικαιούται να είναι όσο ακροδεξιός ή βασιλοχουντικός θέλει, να αναπαράγει τα περί «κόκκινων τσακαλιών» και «μητραλοιών», μισόν αιώνα μετά τη λήξη του Εμφυλίου, άσχετα με το αν αυτό μόνο θλίψη ή θυμηδία, ανάλογα με τη σκοπιά που το βλέπουμε, προξενεί. Ψόγος όμως, και μάλιστα σοβαρός, υπάρχει όταν δημόσια πρόσωπα (όπως οι βουλευτές της ΝΔ Στ. Κωνσταντινίδης και Ζ. Τζηκαλάγιας, πέρσι) πλαισίωναν τούτες τις «γιορτές». Και βέβαια, ο τοπικός μητροπολίτης.
Ο κ. Ανδρέας.Ο νυν μητροπολίτης Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, υπέρτιμος και έξαρχος Βορείου Ηπείρου, στη γραμμή του προκατόχου του κ. Σεβαστιανού, είναι τακτικός θαμών και θιασώτης των γιορτών αυτών. Φέτος, ξεπερνώντας τις καλύτερες επιδόσεις του (πέρσι είχε πει ότι ο Γ. Παπανδρέου θέλει να «μαστουρώσει όλη την Ελλάδα» με τον νόμο περί αποποινικοποίησης), εκφώνησε έναν καθαρά πολιτικό και διχαστικό λόγο, βγαλμένο από τα βάθη των εμφυλιακών χρόνων: Ύμνησε τη ΣΦΕΒΑ, εξέφρασε τη «λύπη του γιατί ταπεινώνονται οι γενναίοι αξιωματικοί, ενώ πριμοδοτούνται τενεκέδες αντιστασιακοί του γλυκού νερού» και, ωρυόμενος κατά του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ, αναφώνησε: «Ο Γράμμος ζει και μας οδηγεί!». Μπορεί όλα αυτά, από την απόσταση της Αθήνας, να μοιάζουν παρωχημένα και γραφικά, ωστόσο δεν είναι — αρκεί να σκεφτούμε το κύρος «του δεσπότη» σε μια τοπική κοινωνία. Και πολύ σωστά επισημαίνει το ζήτημα, απευθυνόμενος προς τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο Τάσος Κουράκης.
Στη φετινή γιορτή, όμως, υπάρχει μια κρίσιμη παράμετρος, που κάνει τα πράγματα όχι απλώς θλιβερά, αλλά εξοργιστικά και επικίνδυνα. Και αυτή είναι η μαζική παρουσία «αγωνιστών» της Χρυσής Αυγής, καθώς και του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κόμματος, Χρήστου Παππά. (Δεν χρειάζεται, νομίζω, να εξηγήσω γιατί αυτό το στοιχείο κάνει όλη τη διαφορά, πόσο διαφορετική σημασία παίρνει η τελετή, όταν δεν παρίστανται μόνο κάποια γερόντια και απόστρατοι, αλλά την αγκαλιάζουν μαζικά τα δολοφονικά «τάγματα» της Χρυσής Αυγής). Ο Σεβασμιώτατος, λοιπόν, παρακάλεσε τον «κύριο βουλευτή» (ο οποίος υπό τις ιαχές «Αλήτες-προδότες-πολιτικοί», δήλωνε: «Μισούμε όλους αυτούς τους προδότες κι αυτούς θέλουμε να εξοντώσουμε. Μισούμε όλους τους ανθέλληνες, όλα αυτά τα ερυθρά σκουπίδια»), να μεταφέρει στο Κοινοβούλιο την οργή του «τοπικού ιεράρχη» για όλα τα παραπάνω (τους «τενεκέδες» κλπ.). Και ο ιεράρχης, κλείνοντας τον λόγο του, στράφηκε στους Χρυσαυγίτες, «αυτά τα παιδιά τα καλά, τα αγωνιστικά», όπως τα αποκάλεσε κατά λέξη, με «την ευχή και την προσευχή»: «Να μην αργήσει ο καιρός που τις μαύρες μπλούζες που φοράτε τώρα που αγωνίζεστε θα τις αντικαταστήσετε με γαλάζιες και άσπρες μπλούζες. Αυτή είναι η ευχή μου».
Το βρίσκω ανατριχιαστικό: ο μητροπολίτης χέρι χέρι με τους Χρυσαυγίτες. Γιατί είναι άλλο να είσαι ακροδεξιός, νοσταλγός της Χούντας, κήρυκας του μίσους (που κι αυτές δεν είναι, εδώ που τα λέμε, οι ιδεωδέστερες και πλέον προσήκουσες ιδιότητες για έναν ποιμενάρχη) και άλλο να αγκαλιάζεις τα «καλόπαιδα» μιας νεοναζιστικής εγκληματικής συμμορίας. Ο μητροπολίτης, με την ενέργειά του αυτή, αποτελεί όνειδος για το ποίμνιο, τον τόπο του, την ελληνική Δημοκρατία, αλλά και την Εκκλησία.»
σχόλια