Η Ελλάδα ευρισκόμενη σε ένα ιδιαίτερα εύθραυστο και διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον διεθνών σχέσεων, ειδικά σε ότι αφορά τη διπλωματία των αγωγών, οφείλει να καταβάλει εργώδεις προσπάθειες και να εξηγήσει με καθαρότητα τις θέσεις της προκειμένου να πείσει για το δίκαιο των επιχειρημάτων της και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της εμπλοκής της, τονίζει σε συνέντευξή του στον Γ. Μηλιώνη για το ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Δρ. Κωνσταντίνος Φίλης, Διεθνολόγος, Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.
Υπογραμμίζει ότι οι απειλές και οι άκομψες παρεμβάσεις εκ μέρους ορισμένων εταίρων μας, χωρίς να συνοδεύονται από αντιπροτάσεις, δεν μπορεί να αποτελέσουν γνώμονα των αποφάσεων ενός κυρίαρχου κράτους, ακόμη και υπό ασφυκτική πίεση, όπως τελούμε εδώ και καιρό.
Ο κ. Φίλης, επίσης, αναφέρεται στις επιλογές που έχει η Ελλάδα, ενώ διατυπώνει και τις εκτιμήσεις του για το τι μπορεί να περιμένει η χώρα αναφορικά με τα πιθανά ενεργειακά της κοιτάσματα.
— Κατά την επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών του Ιράν στην Αθήνα, έγινε αναφορά στο ενδεχόμενο ενεργειακής συνεργασίας των δύο χωρών για την μετά εμπάργκο εποχή, που όπως δείχνουν οι εξελίξεις, δεν θα αργήσει. Τι μπορεί να περιμένει η Ελλάδα από μια τέτοια συνεργασία;
Το Ιράν είναι αδιαμφισβήτητα ο μόνος παίκτης που μπορεί να αλλάξει τις ισορροπίες στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου. Κατέχει από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα στον κόσμο και μοιάζει πρόθυμο, εφόσον εξελιχθούν ομαλά οι διαπραγματεύσεις και κυρίως η εφαρμογή των συμφωνηθέντων, να μπει δυναμικά στο παιχνίδι. Ωστόσο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στις εκτιμήσεις ως προς τις προθέσεις της Τεχεράνης και των δυνητικών εταίρων της. Αφενός επειδή δεν γνωρίζουμε τον βαθμό στον οποίον επιθυμούν οι τελευταίοι να την ενδυναμώσουν, μέσα από μία διευρυμένη ενεργειακή σύμπραξη, συνδυαστικά με το βάθος χρόνου που μπορεί να χρειαστεί η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς το ιρανικό καθεστώς. Αφετέρου διότι οι αποφάσεις αυτού θα κριθούν και από οικονομικά/εμπορικά κριτήρια, βάσει των οποίων, ως Ευρώπη, δεν αναδεικνυόμαστε στην πλέον ενδιαφέρουσα περίπτωση, εφόσον η αγορά της Ασίας παραμένει περισσότερο προσοδοφόρα και ελκυστική λόγω μεγέθους, οικονομικής ανάπτυξης και υψηλότερων τιμών.
Αν το Ιράν αποφασίσει να τροφοδοτήσει την Ευρώπη θα θελήσει να τη «δεσμεύσει» με μεγάλες ποσότητες και μακροχρόνια συμβόλαια, άρα μέσω δικτύου αγωγών. Η αναγκαστική χρήση της τουρκικής επικράτειας δεν αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα, ακόμη και αν και η 'Αγκυρα επιδιώξει την παράκαμψή μας, όπως και η επαναπροσέγγισή μας με την Τεχεράνη δεν μας διασφαλίζει μία ευνοϊκή κατάληξη. Θα χρειαστούν εργώδεις προσπάθειες από πλευράς μας για να πείσουμε για το δίκαιο των επιχειρημάτων μας και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα εμπλοκής μας.
Οι ΗΠΑ επιχειρούν εδώ και δύο δεκαετίες να περιορίσουν δραστικά τη δεσπόζουσα θέση της Ρωσίας στην ευρωπαϊκή αγορά, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, από τη στιγμή που οι εναλλακτικές είτε δεν επαρκούν, είτε διακρίνονται από σειρά αβεβαιοτήτων, γεγονός που πολλαπλασιάζει το ρίσκο συνεργασίας.
— Το Ιράν θεωρείται χώρα κλειδί στην περιοχή, αλλά και η Ελλάδα κατέχει μια σημαντική γεωπολιτική θέση. Πώς μπορεί να οικοδομηθεί μια αξιόπιστη σχέση και ταυτόχρονα να εξυπηρετούνται και τα εθνικά συμφέροντα;
Η Ελλάδα έχει ανάγκη της εξομάλυνσης των συγκρούσεων που μαίνονται στο εγγύς εξωτερικό της, προσβλέπει στη δημιουργία αντίβαρων έναντι της προσπάθειας της Τουρκίας να ηγεμονεύσει περιφερειακά, οφείλει να συζητά με όλες τις οντότητες στη Μέση Ανατολή και ασφαλώς ενδιαφέρεται για τους ενεργειακούς δρόμους. Η συμβολή του Ιράν στα παραπάνω, εν συναρτήσει με τον καταλυτικό ρόλο του σιιτικού στοιχείου στη Μέση Ανατολή, καθιστά απαραίτητη την περαιτέρω εμβάθυνση των δεσμών μας. Μάλιστα, παρότι η τωρινή κυβέρνηση του Ισραήλ απομονώνεται όλο και περισσότερο από πολλούς εταίρους του, εξαιτίας της μαξιμαλιστικής ατζέντας στο Παλαιστινιακό αλλά και των ακραίων στοιχείων που έχουν παρεισφρύσει σε αυτή, η σχέση μας με το Τελ Αβίβ, την οποία πρέπει να διαφυλάξουμε, σημαίνει πως πρέπει να εξηγήσουμε με καθαρότητα τις θέσεις μας, ζητώντας να αποφευχθούν μανιχαϊστικές αντιλήψεις ότι η προσέγγιση με το Ιράν συνεπάγεται αναίρεση των συμφωνιών με το Ισραήλ και τούμπαλιν.
— Οι ΗΠΑ πιέζουν την Ελλάδα να μην αποδεχθεί τη ρωσική πρόταση για τον «τουρκικό αγωγό» και την προέκτασή του στην Ελλάδα. Τελικά είναι μόνο οι ενεργειακές ανάγκες που βρίσκονται στο τραπέζι ή και οι γεωπολιτικές επιδιώξεις κάθε πλευράς;
Η ενέργεια είναι μέρος μίας ευρύτερης εικόνας, στην οποία διαπλέκονται οι ανάγκες της αγοράς με οικονομικά, επιχειρηματικά και ασφαλώς γεω-πολιτικά συμφέροντα. Οι ΗΠΑ επιχειρούν εδώ και δύο δεκαετίες να περιορίσουν δραστικά τη δεσπόζουσα θέση της Ρωσίας στην ευρωπαϊκή αγορά, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, από τη στιγμή που οι εναλλακτικές είτε δεν επαρκούν, είτε διακρίνονται από σειρά αβεβαιοτήτων, γεγονός που πολλαπλασιάζει το ρίσκο συνεργασίας. Πλέον, όμως, οι πανευρωπαϊκές τάσεις έχουν διορθώσει σε σημαντικό βαθμό τα επίπεδα αυτονομίας, αν και αρκετές χώρες παραμένουν σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένες.
Πάντως, η όποια αντίθεση των εταίρων μας (ΗΠΑ) δεν πρέπει να είναι στείρα, αλλά να εμπλουτίζεται με αντιπροτάσεις που θα εξυπηρετούν εξίσου ή περισσότερο τα ελληνικά συμφέροντα. Ειδάλλως, καθίσταται σαφές ότι οι απειλές και οι άκομψες παρεμβάσεις δεν μπορούν να αποτελέσουν γνώμονα των αποφάσεων ενός κυρίαρχου κράτους, ακόμη και υπό ασφυκτική πίεση, όπως τελούμε εδώ και καιρό. Απαιτούνται, συνεπώς, κοστολογημένες και βιώσιμες εναλλακτικές με αντοχή στον χρόνο, αν πρόκειται να στραφούμε προς άλλες κατευθύνσεις.
— Υπάρχουν χώρες της Ευρώπης -όπως η ΠΓΔΜ, η Σερβία, η Ουγγαρία- που θέλουν τον ρωσικό αγωγό, ενώ εκτιμάται ότι θετική είναι και η Ιταλία. Η ΕΕ όμως πως βλέπει αυτή την υπόθεση;
Επιτρέψτε μου μία διόρθωση, όπως προέκυψε από τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών. Η Σερβία εμφανίζεται να αποστασιοποιείται, η FYROM βρίσκεται σε βαθιά εσωτερική κρίση με άδηλο μέλλον, η δε Ουγγαρία εσχάτως εξεδήλωσε την πρόθεση συμμετοχής σε μία εκδοχή του ρωσικού αγωγού, που παρακάμπτει την Ελλάδα, είτε συνδέοντας την Τουρκία με τη Βουλγαρία, είτε ποντίζοντας απευθείας υποθαλάσσιο αγωγό προς την τελευταία. Σε ένα ιδιαιτέρως ευμετάβλητο περιβάλλον, η αναγκαία για την υλοποίηση του έργου συναίνεση από πλευράς ΕΕ προϋποθέτει τη συμμετοχή πελατών με οικονομική επιφάνεια, ισχυρή εμβέλεια και ανάλογες δυνατότητες lobbying, καθώς και τη δημιουργία ενός συνασπισμού κρατών που θα διεκδικήσουν από κοινού την προώθηση του project.
Η λογικότερη οδός λόγω ωριμότητας των αδειοδοτήσεων, μικρότερης απόστασης και κόστους κατασκευής, διάθεσης μεγαλύτερων ποσοτήτων, καθώς και εμπλοκής λιγότερων και σταθερότερων κρατών είναι με την αναβίωση του IGI (Interconnector Greece-Italy), για τον οποίο φαίνεται να υπάρχει ενδιαφέρον από πλευράς Edison. Η έμμεση εμπλοκή της Γαλλίας μέσω της EDF (ιδιοκτήτη της Edison) θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για τον Turkish/Greek Stream, όχι, όμως, στις ποσότητες που διατείνεται η Gazprom (47 δις κυβικά μέτρα) αλλά περίπου στις μισές. 'Αλλωστε, η πολιτική και οικονομική δέσμευση της ΕΕ στην Ουκρανία, την υποχρεώνει να μη συνηγορήσει στο «άδειασμα» του ουκρανικού δικτύου, επιδιώκοντας μία πιο μετριοπαθή λύση, με ταυτόχρονη χρήση αυτού, ενδεχομένως και μερική παράκαμψή του, ώστε ναι μεν να απομειωθούν οι ποσότητες ρωσικού αερίου που διέρχονται από ένα προβληματικό διαμετακομιστή, όπως το Κίεβο, χωρίς το τελευταίο να αφήνεται εντελώς ανυπεράσπιστο.
Επιδίωξη μας θα πρέπει να είναι η στρατηγική μας αναβάθμιση μέσω συμπράξεων και σταθερών συμμαχιών, η εμπλοκή μας σε projects στη βάση των βιωσιμότερων λύσεων, η σταδιακή βελτίωση της διαπραγματευτικής μας θέσης έναντι των προμηθευτών, καθώς βέβαια και η διασφάλιση ανταγωνιστικότερων τιμών στο εσωτερικό.
— Η Ελλάδα πως κινείται σε γεωπολιτικό επίπεδο, ώστε και αγωγούς να προσελκύσει και την οικονομία να αναπτύξει και στρατηγικού τύπου συμμαχίες να συγκροτήσει. Δηλαδή πέραν της Ρωσίας και του ΤΑΡ, ποιες άλλες επιλογές υπάρχουν.
Με εξαίρεση τον TAP, ο οποίος, πάντως, δύσκολα θα τηρήσει τις αρχικές προθεσμίες, και τον διασυνδετήριο Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB), δεν υπάρχει κάποιο άλλο χειροπιαστό σχέδιο. Το σχέδιο νότιας παράκαμψης της Ουκρανίας αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά, αλλά απέχουμε πολύ από τη διευθέτηση των πολλών και ασαφών εκκρεμοτήτων, πολλώ δε μάλλον από τις τελικές αποφάσεις. Μάλιστα, η πρόσφατη πρόταση της Σλοβακίας, την οποία φέρεται να υποστηρίζουν Βουλγαρία, Ρουμανία και Ουγγαρία, τροφοδότησής τους μέσω όδευσης που αποκλείει τη χώρα μας και η ουδέτερη αποδοχή εκ μέρους του Ρώσου πρωθυπουργού, περιπλέκει την κατάσταση, επιβεβαιώνοντας πως δεν υπάρχουν οριστικές και αμετάκλητες αποφάσεις, συνεπώς δεν μπορούμε να επενδύουμε ούτε να στηριζόμαστε αποκλειστικά στο εν λόγω σχέδιο- αν, βέβαια, καταλήξουμε, κατόπιν διεξοδικής αξιολόγησης, ότι είναι εθνικά συμφέρον θα δώσουμε τη μάχη.
Από εκεί και πέρα, πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στη δημιουργία εγχώριων υποδομών, συνδέσεων (π.χ. με νησιωτική χώρα) και αποθηκευτικών χώρων (για τυχόν περιόδους κρίσης), να αναζητήσουμε τρόπους καλύτερης διασύνδεσης με την ηπειρωτική Ευρώπη, να διευρύνουμε τις εναλλακτικές προμήθειας μας και να αποκτήσουμε ευελιξία μέσω νέων εγκαταστάσεων LNG αλλά και βελτίωσης της υπάρχουσας στη Ρεβυθούσα. Επιδίωξη μας θα πρέπει να είναι η στρατηγική μας αναβάθμιση μέσω συμπράξεων και σταθερών συμμαχιών, η εμπλοκή μας σε projects στη βάση των βιωσιμότερων λύσεων, η σταδιακή βελτίωση της διαπραγματευτικής μας θέσης έναντι των προμηθευτών, καθώς βέβαια και η διασφάλιση ανταγωνιστικότερων τιμών στο εσωτερικό.
— Φαίνεται ότι δεν επιβεβαιώνονται πλήρως οι εκτιμήσεις για τα κοιτάσματα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό μπορεί να αλλάξει τα ενεργειακά δεδομένα προς αρνητική κατεύθυνση;
Πράγματι, τα τελευταία ευρήματα έχουν χαμηλώσει αισθητά τον πήχη. Τα μεγαλεπήβολα σχέδια των περασμένων ετών έχουν αντικατασταθεί από πιο πραγματιστικά. Επακόλουθα, αρχίζει να γίνεται κοινός τόπος ότι η αποτελεσματική αξιοποίηση του κυπριακού αερίου προϋποθέτει ευρύτερες συνέργειες και άθροισμα ποσοτήτων με άλλες πηγές. Ούτως ή άλλως, η περιοχή υπολείπεται ποσοτικά και χρονικά από άλλες, ενώ οι προοπτικές της είναι εν πολλοίς αλληλένδετες με την εξομάλυνση εντάσεων και χρονιζουσών διαφορών, την πορεία μετασχηματισμού καθεστώτων και κοινωνιών, την επαρκή αντιμετώπιση περιφερειακών κινδύνων, καθώς και τις τιμές ενέργειας. Σε κάθε περίπτωση, οι συμμαχίες που προωθούνται χρήζουν ουσιαστικής εμβάθυνσης ώστε να αντέξουν στο χρόνο. Αυτονόητα οι όποιες συμπράξεις δεν θα ικανοποιούν όλες τις δυνάμεις της περιοχής.
— Πολλά έχουν ειπωθεί για τα πιθανά κοιτάσματα στην Ελλάδα, ενώ σύντομα θα γίνουν οι διαγωνισμοί για τις άδειες. Υπάρχει μια έγκυρη εκτίμηση για το τι μπορούμε να περιμένουμε;
Λόγω των μεταβολών στην παγκόσμια ενεργειακή σκακιέρα, της χαμηλής συμμετοχής και του περιορισμένου ενδιαφέροντος για τα ελληνικά πεδία, μοιάζει λογικό να υπάρξει χρονική μετάθεση των διαγωνιστικών διαδικασιών (εν προκειμένω του 2ου γύρου παραχωρήσεων) με την ελπίδα βελτίωσης των εγχώριων και διεθνών συνθηκών. Πάντως, η πτώση των τιμών του πετρελαίου καθιστά λιγότερο ελκυστικές τις μεγάλες τοποθετήσεις κεφαλαίων που απαιτούνται για την άντληση από κοιτάσματα σε μεγάλα βάθη. Οι περισσότερες εταιρείες έχουν μειώσει τα ερευνητικά έξοδα, στρεφόμενες στην αξιοποίηση πεδίων με χαμηλότερο κόστος εξόρυξης, προκειμένου να μην επιβραδύνονται οι αποδόσεις των αποσβέσεων τους. Είναι ενθαρρυντικό μεν ότι δεν βρισκόμαστε στον πρώτο κύκλο αποφάσεων που πρέπει να ληφθούν, εντούτοις, εφόσον διατηρηθεί η τωρινή δυναμική, πολλά projects με χαμηλότερη κερδοφορία ή αυξημένο επιχειρηματικό και πολιτικό ρίσκο είτε θα ανασταλούν, είτε θα ματαιωθούν.
σχόλια