Από το ξεκίνημα του πολέμου στην Ουκρανία που ξεσπίτωσε εκατομμύρια ανθρώπους, προκαλώντας τη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση στην Ευρώπη μεταπολεμικά, πάνω από 18.000 πρόσφυγες έχουν καταφύγει στην Ελλάδα, στη συντριπτική πλειοψηφία τους γυναίκες και παιδιά, και ο αριθμός τους διαρκώς αυξάνεται. Η ανταπόκριση των αρχών κρίνεται μέχρι στιγμής μάλλον ικανοποιητική και ευτυχώς καθώς αυτό δεν είναι καθόλου δεδομένο αναφορικά με άλλες προσφυγικές ροές.
Για την περίπτωσή τους, μάλιστα, η Ε.Ε. ενεργοποίησε για πρώτη φορά μετά τον γιουγκοσλαβικό εμφύλιο το καθεστώς διεθνούς προστασίας το οποίο απλοποιεί πολλές διαδικασίες, εξασφαλίζοντας σίτιση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ΑΦΜ, ΑΜΚΑ και άνοιγμα λογαριασμού για πρόσβαση στην εργασία, ενώ όσον αφορά τις στεγαστικές ανάγκες, πέρα από τις υπάρχουσες δομές, οι ενδιαφερόμενοι αναμένεται να ενταχθούν στο πρόγραμμα Estia.
Αρκετοί φιλοξενούνται προσωρινά σε φίλους, συγγενείς, αλληλέγγυους πολίτες ή σε δωμάτια και διαμερίσματα που έχουν παραχωρήσει διάφοροι δήμοι, με τα παιδιά να συνεχίζουν την εκπαίδευσή τους στις ειδικές τάξεις υποδοχής.
Φορείς, συλλογικότητες, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εταιρείες, απλοί πολίτες συμπαραστέκονται στους Ουκρανούς πρόσφυγες, τους οποίους συνδράμει όσο μπορεί και η εδώ ουκρανική ομογένεια, ενώ ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην προστασία των ανηλίκων, την πρόληψη του trafficking και της έμφυλης βίας.
Όμως τα προβλήματα δεν λείπουν και αφορούν κυρίως τη γραφειοκρατία, την ανοργανωσιά και την έλλειψη ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Μιλήσαμε για όλα αυτά με τη Ναταλία Βασκόβιτς και την κόρη της Αναστασία, πρόσφυγες από το Λεβεντίν, τη Γαλήνη Μασλιούκ-Κάκκου, πρόεδρο του Συνδέσμου της Ουκρανικής Διασποράς στην Ελλάδα, που αναφέρθηκε γενικότερα στο «ουκρανικό», τη Στέλλα Νάνου, υπεύθυνη επικοινωνίας της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, και την Άντλα Σασάτι, διευθύντρια του γραφείου του Ελληνικού Φόρουμ Μεταναστών.
Οικογένεια Βασκόβιτς: «Κανείς άνθρωπος να μη ζήσει αυτό που περνάμε»
Η Ναταλία Βασκόβιτς ζούσε μια ήσυχη και σχετικά άνετη ζωή στη μικρή αλλά ιστορική πόλη Λεβεντίν της περιφέρειας Σούμι στη βορειοανατολική Ουκρανία, με τον σύζυγό της Ανατόλι και την έφηβη κόρη τους, την Αναστασία. Η Ναταλία εργαζόταν σε μια ποτοποιία, ο Ανατόλι σε πρατήριο καυσίμων, η Αναστασία πήγαινε σχολείο και παράλληλα ασχολούνταν με τον χορό, το τραγούδι αλλά και το σκάκι, που πολύ το αγαπά.
Το ξέσπασμα του πολέμου ήταν και γι’ αυτούς ένα ισχυρό σοκ, που έγινε μεγαλύτερο όταν άρχισαν οι ρωσικοί βομβαρδισμοί. Μία, μάλιστα, βόμβα έπεσε στο διπλανό σπίτι, χωρίς ευτυχώς να εκραγεί. Σφάλισαν πόρτες και παράθυρα και παρέμειναν «οχυρωμένοι» στο υπόγειο του σπιτιού τους μια βδομάδα σχεδόν, με τις σειρήνες, τους πυροβολισμούς και τις εκρήξεις να στοιχειώνουν τις μέρες κι ακόμα περισσότερο τις νύχτες τους. Τρόφιμα είχαν φροντίσει έγκαιρα να προμηθευτούν, τρόφιμα που δεν χρειάζονταν μαγείρεμα γιατί το ηλεκτρικό ρεύμα ήταν πια πολυτέλεια, είχαν όμως τουλάχιστον φρέσκα λαχανικά από τον κήπο τους.
«Ευτυχώς κανείς δικός μας άνθρωπος δεν σκοτώθηκε, ούτε γίνανε από όσο ξέρουμε εν ψυχρώ δολοφονίες αμάχων, όπως μάθαμε ότι συνέβη αλλού, όμως και συγκρούσεις υπήρξαν και νεκροί και μεγάλες καταστροφές, έπειτα οι εισβολείς λεηλάτησαν πολλά καταστήματα και σπίτια. Ζούσαμε με τον φόβο ότι θα μπαίνανε και στο δικό μας σπίτι και, αν μας έβρισκαν, κανείς δεν μπορούσε να εγγυηθεί την ασφάλειά μας», μου λένε.
Κάποια στιγμή οι Ρώσοι αναδιπλώθηκαν, ο κίνδυνος όμως παρέμενε. «Κάναμε τότε οικογενειακό συμβούλιο κι αποφασίσαμε εγώ και η Αναστασία να πάρουμε το αυτοκίνητό μας και να φύγουμε για Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται την τελευταία διετία η αδελφή μου, η Ιρένα. Ο Ανατόλι θα έμενε πίσω μαζί με τον σκύλο μας να φυλάει το σπίτι και να βοηθήσει όπως μπορεί τους συντοπίτες μας», λέει η Ναταλία.
Τα ξημερώματα της επομένης ξεκίνησαν με την κόρη της ταξίδι. Μαζί τους πήραν και τον Ντομινίκ, τον μόλις τετράχρονο γιο της Ιρένα, ο σύζυγος της οποίας υπηρετεί ως αξιωματικός στην άμυνα του Χάρκοβο.
Μου δείχνουν στα κινητά τους φωτογραφίες και βίντεο σε στιγμές ξενοιασιάς πριν ξεκινήσουν όλα αυτά, φωτογραφίες και βίντεο σαν αυτά που πολλοί συνηθίζουμε να ανεβάζουμε στα σόσιαλ μίντια – μοιάζει σχεδόν απίστευτο που η αμέσως επόμενη «συλλογή» είναι από το καταφύγιο του σπιτιού τους, όσο απίστευτο έμοιαζε μέχρι προχθές ότι θα ξέσπαγε στην Ευρώπη τον 21ο αιώνα ένας ακόμα πόλεμος.
Η διαδρομή δεν ήταν καθόλου εύκολη, ούτε ευχάριστη. Εικόνες καταστροφής και ερήμωσης τους συνόδευαν για πολλά χιλιόμετρα. Συναντούσαν κάθε τόσο μπλόκα του στρατού, ένιωθαν, δε, μεγάλη ανασφάλεια να κινούνται σε αυτές τις συνθήκες δυο γυναίκες μόνες με ένα μικρό παιδί.
Με τα πολλά έφτασαν στα σύνορα με τη Μολδαβία και ύστερα πέρασαν στη Ρουμανία. Εκεί το αυτοκίνητό τους έπαθε βλάβη, η οποία αποκαταστάθηκε χάρη στην αφιλοκερδή βοήθεια κάποιων ντόπιων, και το ταξίδι προς Ελλάδα συνεχίστηκε μέσω Βουλγαρίας. Τα βράδια λαγοκοιμόντουσαν μέσα στο αμάξι, σε σταθμούς τρένων και υπεραστικών λεωφορείων.
Πέντε μερόνυχτα αφότου ξεκίνησαν από το Λεβεντίν, έφτασαν τελικά στην Αθήνα – «ήταν η πρώτη βαθιά ανάσα που πήραμε μετά από καιρό». Πήγαν στην ουκρανική πρεσβεία στη Φιλοθέη, όπου τις βοήθησαν να φτιάξουν τα χαρτιά τους, να βγάλουν άδεια παραμονής, ΑΜΚΑ κ.λπ.
Άνθρωποι της εδώ ουκρανικής κοινότητας αλλά και αλληλέγγυοι Έλληνες τις συνέδραμαν με τρόφιμα και ρουχισμό, εκείνες πάλι προσπαθούν να προσαρμοστούν στον νέο τους τόπο όπου δεν έχουν ιδέα πόσο θα χρειαστεί να παραμείνουν.
Το βλέμμα της Ναταλίας σκοτεινό και ανήσυχο, χρειάζεται να «εκβιάσεις» ένα χαμόγελό της, η έφηβη Αναστασία πάλι φαίνεται ή θέλει να δείχνει πιο ψύχραιμη, ίσως το βλέπει και λίγο σαν περιπέτεια. Έχουν όμως διαρκώς και αυτές και η Ιρένα που τις φιλοξενεί την έννοια του Ανατόλι, με τον οποίο επικοινωνούν καθημερινά όταν αυτό είναι εφικτό, γιατί δεν είναι πάντα, του συζύγου της Ιρένας που πολεμά στο μέτωπο του Χάρκοβο, καθώς και άλλων συγγενών και φίλων που είναι ακόμα στην Ουκρανία.
Η Αναστασία, που σαν μεγαλώσει σκέφτεται, λέει, να γίνει μαθηματικός, ξεκίνησε ήδη να πηγαίνει στο ουκρανικό σχολείο της Αθήνας για να συνεχίσει όπως μπορεί τις σπουδές της, έκανε κιόλας φιλίες εκεί. Σε παιδικό σταθμό ξεκίνησε να πηγαίνει και ο μικρός Ντομινίκ.
Μου δείχνουν στα κινητά τους φωτογραφίες και βίντεο σε στιγμές ξενοιασιάς πριν ξεκινήσουν όλα αυτά, φωτογραφίες και βίντεο σαν αυτά που πολλοί συνηθίζουμε να ανεβάζουμε στα σόσιαλ μίντια – μοιάζει σχεδόν απίστευτο που η αμέσως επόμενη «συλλογή» είναι από το καταφύγιο του σπιτιού τους, όσο απίστευτο έμοιαζε μέχρι προχθές ότι θα ξέσπαγε στην Ευρώπη τον 21ο αιώνα ένας ακόμα πόλεμος.
Τους αρέσει η Ελλάδα το λίγο που την έχουν γνωρίσει –πήγαν μάλιστα προχθές στη Γλυφάδα να ξεσκάσουν λίγο και όχι, δεν τους φάνηκε κρύα η θάλασσα, στη χώρα τους συνηθίζουν να βουτούν σε παγωμένα νερά ακόμα και τον χειμώνα, μου λένε ελαφρύνοντας λίγο το κλίμα–, θέλουν να μάθουν και τη γλώσσα. Γνωρίζουν μεν κάποια αγγλικά, στα οποία και συνεννοηθήκαμε, η Αναστασία ειδικά, θα χρειαστούν όμως και τα ελληνικά, έχουν κιόλας αποστηθίσει κάποιες βασικές λέξεις.
Χαίρονται που νιώθουν πια τουλάχιστον ασφαλείς, το σφίξιμο όμως στην καρδιά δεν λέει να χαλαρώσει: «Δεν είμαστε πλούσιοι, αλλά ζούσαμε αξιοπρεπώς, δεν στερούμασταν κάτι. Μέναμε σε μια όμορφη συνοικία, με καλούς γείτονες, είχαμε το σπιτάκι μας, τον κήπο, τις παρέες μας, σκεφτόμασταν ήδη πού θα πάμε διακοπές το καλοκαίρι και ξαφνικά μέσα σε μια στιγμή χάθηκαν όλα. Κανένας άνθρωπος να μη ζήσει αυτό που περνάμε».
Γαλήνη Μασλιούκ-Κάκκου: «Η βάρβαρη εισβολή του Πούτιν μάς ένωσε περισσότερο από ποτέ»
Πρόεδρος του Συνδέσμου «Ουκρανο-Ελληνική Σκέψη», αρχισυντάκτρια του «Βίσνικ-Αγγελιαφόρος», μέλος του Συμβουλίου Διευθυντών του Παγκόσμιου και του Ευρωπαϊκού Κογκρέσου των Ουκρανών.
Η Γαλήνη γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Λβιβ, τις τελευταίες τρεις δεκαετίες όμως ζει στην Αθήνα και έχει πάρει την ελληνική ιθαγένεια. «Υπεύθυνος» γι’ αυτό είναι ο σύζυγός της, με τον οποίο γνωρίστηκαν στο πανεπιστήμιο της πόλης της, όπου εκείνος σπούδαζε χημικός μηχανικός. Όταν εγκαταστάθηκαν εδώ, αξιοποιώντας την κλίση της στη δημοσιογραφία ξεκίνησε αρχικά να αρθρογραφεί σε μια ρωσόφωνη εφημερίδα, κρατώντας τη στήλη «Άνεμος από την Ουκρανία».
Απασχολήθηκε για ένα διάστημα στο τμήμα δημοσίων σχέσεων του Ελληνοουκρανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, ως ανταποκρίτρια του Ουκρανικού Πρακτορείου Ειδήσεων Ukrinform και με μια φίλη Ελληνίδα εξέδωσε τη δεκαπενθήμερη εφημερίδα των Ουκρανών ομογενών «Βίσνικ-Αγγελιαφόρος» – στη συνάντησή μας μου δείχνει ένα μεγάλο, τρίγλωσσο (ουκρανικά, ελληνικά, αγγλικά), ετήσιο, πλέον, Αλμανάκ της εν λόγω έκδοσης με πολύ ενδιαφέρουσα ύλη και φωτογραφικό υλικό.
Από το 1998 και μετά δραστηριοποιείται στις οργανώσεις της ομογένειας, οι οποίες μετά το ξέσπασμα του πολέμου συσπειρώθηκαν δημιουργώντας τον Σύνδεσμο της Ουκρανικής Διασποράς στην Ελλάδα «Ουκρανο-Ελληνική Σκέψη», όπου εκπροσωπούνται όλοι οι αναγνωρισμένοι σύλλογοι.
Η Γαλήνη εξελέγη πρόεδρος και ενάμιση μήνα τώρα έχει χάσει τον ύπνο της και οποιαδήποτε προσωπική ζωή, καθώς είναι σε διαρκή επικοινωνία με εκπροσώπους της ουκρανικής αλλά και της ελληνικής ομογένειας, με πρόσφυγες που ήρθαν ή πρόκειται να έρθουν στην Ελλάδα, με την ουκρανική πρεσβεία, με υπηρεσίες, αρχές, ΜΜΕ, με ανθρωπιστικές και δικαιωματικές οργανώσεις, προσφέροντας όσο και όπου μπορεί.
«Η αδελφική μου φίλη είναι Ρωσίδα, αγαπώ όμως την αλήθεια και η αλήθεια είναι ότι αφού η Μόσχα “έκλεψε” στο παρελθόν την ιστορία και τον πολιτισμό μας, θέλει τώρα να “κλέψει” ξανά όχι μόνο τη γη αλλά και το μέλλον μας, εγκληματώντας κατά του λαού μας», λέει.
Γνωρίζει άριστα ρωσικά, όπως οι περισσότεροι Ουκρανοί από τον καιρό της ΕΣΣΔ, σταμάτησε όμως να τα μιλά μετά το ’14 οπότε και ξεκίνησε, στην ουσία, αυτός ο πόλεμος «του οποίου τώρα βλέπουμε απλώς τη δραματική κορύφωση… κανείς μας δεν πίστευε ότι τα πράγματα θα έφταναν μέχρι εδώ, να όμως που το χειρότερο συνέβη».
Αναφέρεται στο μεσαιωνικό κράτος του Κιέβου, στη συστηματική προσπάθεια «ρωσοποίησης» που ξεκίνησε από τα χρόνια του Μεγάλου Πέτρου και συνεχίστηκε επί Σοβιετικής Ένωσης – «στις αρχές του 20ού αιώνα σε ένα ρωσοουκρανικό λεξικό έβλεπες μία ρωσική λέξη και δίπλα πέντε ουκρανικές, τη δεκαετία του ’70 υπήρχε μόνο η ρωσική λέξη με ουκρανική απλώς κατάληξη», στη γενιά της μητέρας της που διδασκόταν και μιλούσε στο σχολείο και τις δύο γλώσσες, ενώ οι μετέπειτα γενιές μόνο ρωσικά, στις προσπάθειες να αλλάξει η δημογραφική σύνθεση της χώρας με «εισαγόμενους» ρωσικούς πληθυσμούς που όμως οι περισσότεροι απέκτησαν στην πορεία ουκρανική συνείδηση, καθώς λέει.
«Πολλοί στην Ελλάδα, και όχι μόνο, νομίζουν ότι Ρώσοι και Ουκρανοί είμαστε ίδιος λαός, δεν είναι όμως καθόλου έτσι, υπάρχουν μεν κάποιες συγγένειες, αλλά φυλετικά και γλωσσικά διαφέρουμε», διευκρινίζει.
Συναναστροφές μεταξύ ρωσικής και ουκρανικής καταγωγής πολιτών υπήρχαν πολλές, οι ρωσόφωνοι αποτελούν άλλωστε τη μεγαλύτερη μειονότητα στη χώρα, όμως μετά το ’14 τα προβλήματα οξύνθηκαν κι έπειτα ήρθε η στρατιωτική εισβολή που κοντά στα άλλα έσπειρε τη διχόνοια, διαλύοντας πολλές μεικτές φιλίες, γάμους και οικογένειες, συνεχίζει.
Αναφέρεται στην Ουκρανική Δημοκρατία του ’17, πριν από την προσάρτηση στην ΕΣΣΔ, στον Μεγάλο Λοιμό του 1932-33, στον Β’ Παγκόσμιο, τη σοβιετική και τη μετασοβιετική περίοδο, στις διαχρονικές τραυματικές περιπέτειες των Ελλήνων της Ουκρανίας, στην ηρωική αντίσταση της Μαριούπολης σήμερα όπου συμμετέχουν και ομογενείς, στην υπόθεση της Κριμαίας, στην εξέγερση του Μαϊντάν το ’14, στη συστηματική ρωσική παραπληροφόρηση και προπαγάνδα, στα δεκάδες εκατομμύρια ευρώ που έχουν επενδυθεί και στην Ελλάδα για να προβάλλονται οι θέσεις της Μόσχας, στους Ρώσους πολίτες που αντιτάχθηκαν στον πόλεμο, στηλιτεύει ταυτόχρονα τα κακώς κείμενα και στη δική της χώρα.
Μιλά με πόνο για τα εκατομμύρια προσφύγων και εκτοπισμένων, τους σκοτωμούς, τις καταστροφές, τον συλλήβδην στιγματισμό των Ουκρανών ως «φασιστών», τους μύθους και τις προκαταλήψεις που υιοθετούν πολλοί Έλληνες, εξαίρει όμως την ένθερμη συμπαράσταση πολλών άλλων στον ουκρανικό λαό και τους πρόσφυγες. Υπηρεσίες, δήμοι, σύλλογοι, εταιρίες, απλοί πολίτες έχουν συνδράμει προσφέροντας στέγη, τρόφιμα και ό,τι άλλο χρειάζεται, υπάρχει μέριμνα ώστε όσα παιδιά κατέφυγαν στη χώρα να συνεχίσουν τις σπουδές τους, δεν θεωρεί μάλιστα τυχαίο ότι ιδιαίτερη ευαισθητοποίηση έδειξαν οι Έλληνες μικρασιατικής καταγωγής – «αυτοί γνωρίζουν από προσφυγιά».
Αναγνωρίζει ότι οι Ουκρανοί είναι καλοδεχούμενοι και ευτυχώς γιατί «δεν είναι δεδομένο αυτό για κάθε πρόσφυγα», υπάρχουν παρά ταύτα προβλήματα στην υποδοχή τους, γραφειοκρατικά και οργανωτικά. Αυτό ισχύει και για τα παιδιά που πάνε σχολείο – «παρά την καλή θέληση των αρμοδίων, έπρεπε να περιμένουν εβδομάδες για μια λύση, την οποία τελικά έδωσε ο ιδιωτικός τομέας». Πολλοί μένουν προσωρινά σε συγγενείς, φίλους ή αλληλέγγυους πολίτες, χρειάζεται όμως πρόβλεψη και για το μετά, επισημαίνει. Ακόμα, έπειτα, κι αν έχει βρεθεί στέγη, δεν σημαίνει ότι είναι εξασφαλισμένη και η καθημερινή διατροφή.
Οι εδώ ουκρανικές κοινότητες συνδράμουν με παροχή γευμάτων, οι δυνατότητες όμως είναι περιορισμένες και οι ανάγκες μεγαλώνουν καθημερινά. Η ίδια προσπαθεί μέσω των επαφών της να εξασφαλιστεί τουλάχιστον η τροφοδοσία των οικογενειών. Δόθηκαν, έπειτα, κάποιες προσφυγικές δομές στη διάθεσή τους, είναι όμως υποβαθμισμένες και καθόλου ελκυστικές. Προτιμούν, λέει, να τους δώσουν κάποια άδεια σπίτια ή διαμερίσματα και είναι πρόθυμοι να τα φτιάξουν οι ίδιοι εξαρχής.
«Η Ουκρανία θέλει να ζήσει ενωμένη και ανεξάρτητη και θα ζήσει… πολλοί την επιβουλεύτηκαν στην ιστορία της, αλλά σε όλους αντιστάθηκε. Το τίμημα που πληρώσαμε και πληρώνουμε γι' αυτό είναι τεράστιο, δεν είναι μόνο οι νεκροί, είναι κι όσοι δεν θα γεννηθούν στο μέλλον… Η βάρβαρη εισβολή του Πούτιν μάς ένωσε, εντούτοις, περισσότερο από ποτέ».
Αριθμός τραπεζικού λογαριασμού της κοινότητας της ουκρανικής διασποράς στην Ελλάδα «Ουκρανο-Ελληνική Σκέψη»: IBAN GR2101401010101002101169805
Στυλιανή Νάνου: «Δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία των ανηλίκων, στην πρόληψη περιστατικών έμφυλης βίας και εμπορίας ανθρώπων»
Υπεύθυνη επικοινωνίας Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες στην Ελλάδα (UNHCR)
«Σχεδόν το 1/4 του πληθυσμού της Ουκρανίας –περισσότεροι από 11 εκατ. άνθρωποι– έχουν ήδη αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, εκ των οποίων 4,3 εκατ. έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, καθιστώντας την προσφυγική κρίση της Ουκρανίας την ταχύτερα εξελισσόμενη στην Ευρώπη μεταπολεμικά. Τουλάχιστον 13 εκατ. εκτιμάται ότι βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε πληγείσες περιοχές.
Η Ύπατη Αρμοστεία κινητοποίησε άμεσα πόρους και προσωπικό ώστε να ανταποκριθεί σε αυτήν τη σοβαρή ανθρωπιστική κρίση όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά, τόσο μέσα στην Ουκρανία όσο και στις γειτονικές χώρες (Πολωνία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Μολδαβία, Σλοβακία) που δέχονται τις μεγαλύτερες ροές.
Αναφορικά με την Ουκρανία, όπου η Ύπατη Αρμοστεία έχει παρουσία από το 1994, παρά τις τεράστιες δυσκολίες οι συνάδελφοί μας δεν σταμάτησαν να εργάζονται στιγμή. Η δράση αυτή εντάσσεται στη διυπηρεσιακή ανθρωπιστική ανταπόκριση της οποίας ηγείται ο Συντονιστής Διαχείρισης Κρίσεων του ΟΗΕ.
Εστιάζουμε τις προσπάθειές μας στους τομείς της προστασίας, της στέγασης και της παροχής χρηματικής και ανθρωπιστικής βοήθειας, σε συνοριακούς σταθμούς, κέντρα διέλευσης και υποδοχής. Σε συνεργασία με τις τοπικές αρχές σε περιοχές που φιλοξενούν εσωτερικά εκτοπισμένους ανθρώπους, εντοπίζουμε κτίρια που μπορούν να ανακατασκευαστούν και να αξιοποιηθούν ως κέντρα υποδοχής καθώς οι ανάγκες για καταλύματα είναι τεράστιες. Ήδη δημιουργήθηκαν 73 τέτοια κέντρα.
Υλοποιούμε ταυτόχρονα ένα πρόγραμμα παροχής οικονομικού βοηθήματος ύψους 80 εκατ. δολαρίων που στοχεύει να καλύψει τις ανάγκες 360.000 ανθρώπων για τρεις μήνες αρχικά, πήγαμε επίσης σε βομβαρδισμένες περιοχές για να προσφέρουμε επείγουσα συμβουλευτική σε θέματα προστασίας και είδη πρώτης ανάγκης.
Ευελπιστούμε αυτή η θερμή υποδοχή και η συνειδητοποίηση ότι κανένας δεν επιλέγει να γίνει πρόσφυγας αν δεν κινδυνεύει η ζωή του να μας απομακρύνει από τοξικές ρητορικές και πολιτικές, όπως αυτές που είδαμε σε πολλές χώρες και με διάφορες αφορμές, ευελπιστούμε επίσης αυτό το κύμα ευαισθητοποίησης συμπαράστασης να επεκταθεί και σε άλλους ξεριζωμένους συνανθρώπους μας, ανεξάρτητα από την καταγωγή, τη θρησκεία ή το χρώμα του δέρματός τους.
Στις γειτονικές χώρες η Ύπατη Αρμοστεία βοηθά στη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας και την εύρυθμη λειτουργία των δομών υποδοχής και φιλοξενίας, στη χρηματική κάλυψη βασικών αναγκών, στη νομική, συμβουλευτική και ψυχολογική υποστήριξη, την προστασία των ανηλίκων, βεβαίως και στην πρόληψη περιστατικών έμφυλης βίας και trafficking όπου δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή, καθώς το 90% των Ουκρανών προσφύγων είναι γυναίκες και παιδιά.
Διευκολύνουμε, τέλος, την πραγματοποίηση μεταφορών ευάλωτων καταρχήν προσφύγων από τη Μολδαβία σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη στο πλαίσιο της Πλατφόρμας Αλληλεγγύης της Ε.Ε., η οποία μάλιστα ενεργοποίησε φέτος για πρώτη φορά από το 2001 την Οδηγία Προσωρινής Προστασίας για τους Ουκρανούς πρόσφυγες.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να κλείνουν ραντεβού μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου και έπειτα να απευθυνθούν σε ένα από τα περιφερειακά γραφεία της Υπηρεσίας Ασύλου επιδεικνύοντας ό,τι έγγραφο ταυτοποίησης διαθέτουν. Η κάρτα που τους χορηγείται, μαζί με ΑΦΜ και ΑΜΚΑ, λειτουργεί ως άδεια προσωρινής διαμονής, με ημερομηνία λήξης 4/3/23 και δυνατότητα ετήσιας ανανέωσης ανά εξάμηνο. Έτσι αποκτούν ταυτόχρονα πρόσβαση στην αγορά εργασίας και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Οι δικαιούχοι προσωρινής προστασίας μπορούν επίσης να υποβάλουν αίτημα για διεθνή προστασία/άσυλο, χωρίς να απωλέσουν την άδεια διαμονής μέσω της προσωρινής προστασίας.
Στην Ελλάδα υπάρχει επίσης συνεργασία με τις αρχές, τα αρμόδια υπουργεία, την τοπική αυτοδιοίκηση και άλλους φορείς, με άλλες οργανώσεις των Ηνωμένων Εθνών, της κοινωνίας των πολιτών και βέβαια με τις ουκρανικές κοινότητες της χώρας. Έχουμε καθημερινή παρουσία στον Προμαχώνα και παρακολουθούμε την κατάσταση τόσο σε άλλα συνοριακά περάσματα όσο και στον αστικό ιστό. Παρέχουμε κι εδώ ενημέρωση, διερμηνεία, είδη πρώτης ανάγκης στους νεοαφιχθέντες, εξειδικευμένη υποστήριξη σε θέματα παιδικής προστασίας και έμφυλης βίας, προσαρμόζοντας παράλληλα τα τρέχοντα προγράμματά μας στις νέες ανάγκες.
Ελλάδα και Ευρώπη έχουν μέχρι στιγμής επιδείξει αξιοσημείωτη ευελιξία, ετοιμότητα και αλληλεγγύη απέναντι στους πρόσφυγες από την Ουκρανία. Οι ευρωπαϊκές χώρες κρατούν ανοιχτά τα σύνορά τους και οι τοπικές κοινωνίες τούς υποδέχονται με γενναιοδωρία και ανθρωπιά. Η ενεργοποίηση της Οδηγίας Προσωρινής Προστασίας της Ε.Ε. κινείται επίσης στη σωστή κατεύθυνση. Ακριβώς τέτοιες ευέλικτες και στοχευμένες προσεγγίσεις είναι που πρέπει να ακολουθούνται γενικότερα σε συνθήκες προσφυγικών κρίσεων.
Η Ευρώπη απέδειξε ότι μπορεί να αντιμετωπίσει οργανωμένα και λειτουργικά τα ζητήματα που σχετίζονται με το άσυλο και την προστασία των προσφύγων. Στην Ουκρανία, στην Υεμένη, στο Τιγκρέ της Αιθιοπίας ή στο Καμερούν, τα δεινά του πολέμου είναι κοινά. Οι άνθρωποι που διαφεύγουν από αυτές τις δραματικές καταστάσεις χρειάζονται υποστήριξη και σεβασμό.
Ευελπιστούμε αυτή η θερμή υποδοχή και η συνειδητοποίηση ότι κανένας δεν επιλέγει να γίνει πρόσφυγας αν δεν κινδυνεύει η ζωή του να μας απομακρύνει από τοξικές ρητορικές και πολιτικές, όπως αυτές που είδαμε σε πολλές χώρες και με διάφορες αφορμές, ευελπιστούμε επίσης αυτό το κύμα ευαισθητοποίησης συμπαράστασης να επεκταθεί και σε άλλους ξεριζωμένους συνανθρώπους μας, ανεξάρτητα από την καταγωγή, τη θρησκεία ή το χρώμα του δέρματός τους».
Άντλα Σασάτι: «Υπάρχει μεγάλη συμπαράσταση τόσο από Έλληνες όσο κι από άλλες μεταναστευτικές και προσφυγικές κοινότητες»
Διευθύντρια του γραφείου του Ελληνικού Φόρουμ Μεταναστών.
«Το ΕΦΜ συνδράμει εξαρχής τους πρόσφυγες σε συνεργασία με την ουκρανική διασπορά. Στις οργανώσεις-μέλη μας συγκαταλέγονται τρεις δραστήριες οργανώσεις της ομογένειας, το Ukrainian Women's Club, η «Γη του Πελαργού» και ο Σύλλογος Ενίσχυσης και Προβολής της Πολιτιστικής Κληρονομιάς Τρεμπίτα. Συζητήσαμε τις ανάγκες τους, στηρίξαμε τις κινητοποιήσεις τους και παραχωρήσαμε τα γραφεία μας για συναντήσεις με άλλους φορείς, όπως η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
Από τις πρώτες μέρες του πολέμου δημιουργήθηκε ένα συντονιστικό των ουκρανικών κοινοτήτων και ο Σύνδεσμος της Ουκρανικής Διασποράς στην Ελλάδα, για καλύτερο συντονισμό των δράσεών τους. Ο όγκος των αιτημάτων και των προσφορών είναι πολύ μεγάλος.
Με το ΕΦΜ ξεκινήσαμε ένα γραφείο πληροφόρησης στο Γεωργιανό Πολιτιστικό Κέντρο «Καύκασος», όπου ασχολούμαστε κυρίως με όσες Ουκρανές και Ουκρανούς βρίσκονται τώρα στην Ελλάδα, φοιτητές, πρόσφυγες, είτε μετανάστες με άδειες διαμονής. Τους ενημερώνουμε για τη διαδικασία απόκτησης ασύλου και καθεστώτος προσωρινής προστασίας, πού να απευθυνθούν για σίτιση, φιλοξενία κ.λπ., προσπαθούμε επίσης να τους εντάξουμε σε τρέχοντα προγράμματα όπως το FOOD for All. Ακόμα κι όσοι βρήκαν προσωρινή στέγη αγωνιούν για το μετά.
Είμαστε σε διαρκή επικοινωνία και με τα αρμόδια υπουργεία, την τοπική αυτοδιοίκηση, ανθρωπιστικές οργανώσεις και ΜΚΟ. Η συμπαράσταση τόσο από Έλληνες –φορείς, εταιρίες, απλούς πολίτες– όσο κι από άλλες μεταναστευτικές και προσφυγικές κοινότητες είναι μεγάλη. Έχουν ήδη βοηθήσει έμπρακτα συγκεντρώνοντας είδη πρώτης ανάγκης και τρόφιμα ο Σύλλογος Αλβανίδων Γυναικών, η Αλβανική και η Γεωργιανή Κοινότητα, η Αφγανική Κοινότητα Μεταναστών και Προσφύγων, η ομάδα Τούρκων Πολιτικών Προσφύγων κ.ά.
Το αίτημά μας για Οδηγία Παροχής Προσωρινής Προστασίας είχε θετική ανταπόκριση εφόσον πάρθηκε σχετική απόφαση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και ισχύει αναδρομικά για όσους ήρθαν ή έρχονται από τις 24/2 και μετά. Η Οδηγία αυτή σχεδιάστηκε μετά τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας ώστε σε περίπτωση «μαζικής ή επικείμενης μαζικής εισροής» ανθρώπων που εισέρχονται σε ένα κράτος της Ε.Ε. να τους χορηγείται καθεστώς συλλογικής προστασίας διάρκειας ενός έτους. Διευκολύνεται έτσι η πρόσβασή τους στη στέγαση και άλλα δικαιώματα (εκπαίδευση, υγεία, κοινωνική πρόνοια, άδειες παραμονής), ευνοείται επίσης η οικογενειακή επανένωση.
Η ανταπόκριση των αρμόδιων αρχών είναι αρκετά ικανοποιητική, καθώς υπάρχουν έτοιμες δομές και εμπειρία στο προσφυγικό. Αυτό που μας ανησυχεί είναι ότι εκτός από τους Ουκρανούς πρόσφυγες υπάρχουν πολλοί άλλοι από άλλες εθνικότητες που παραμένουν στο περιθώριο.
Υπάρχουν, επιπλέον, Ουκρανοί μετανάστες-τριες που βρίσκονταν στην Ελλάδα πριν τις 24/2/22, οι άδειες διαμονής τους έληξαν ή πρόκειται να λήξουν, άλλοι-ες με φοιτητικές βίζες που δεν χρησιμεύουν για αναζήτηση εργασίας και δεν ξέρουν αν πρέπει να αλλάξουν καθεστώς, ορισμένοι πάλι δεν διαθέτουν καν νομιμοποιητικά έγγραφα. Όλοι αυτοί είναι σε απόγνωση και χρειάζεται να ανταποκριθεί άμεσα η πολιτεία στα αιτήματά τους.
Δεν γνωρίζουμε πότε θα τελειώσει ο πόλεμος, σε κάθε όμως περίπτωση οι άνθρωποι αυτοί δεν θα γυρίσουν αμέσως πίσω. Όταν απομακρυνθούν τα φώτα της δημοσιότητας, όταν σταματήσουν να προσφέρουν όσοι ανταποκρίθηκαν ως τώρα, οι άνθρωποι αυτοί θα πρέπει να βρουν δουλειά, να πάνε τα παιδιά τους σχολείο, να μάθουν να ζουν σε μια ξένη χώρα και θα χρειαστούν υποστήριξη».