Η πανδημία άλλαξε πολλά πράγματα στη ζωή όλων μας, αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Ένα από αυτά είναι και ότι μας έκανε να ξανακοιτάξουμε τους ανθρώπους που εργάζονται στον τομέα της υγείας και να θυμηθούμε πόσο σημαντικοί είναι για τη συνοχή της κοινωνίας. Όλοι μας τους αποκαλούμε πλέον «ήρωες» όμως οι γιατροί και οι νοσοκόμοι δεν δουλεύουν με αυταπάρνηση μόνο τώρα, κατά την περίοδο της μάχης που δίνεται ενάντια στον κορωνοϊό, αλλά δούλευαν πάντα έτσι, έχοντας στο επίκεντρο τον «άνθρωπο» και πώς θα μπορέσουν να τον βοηθήσουν, φροντίζοντας όσο καλύτερα γίνεται γι' αυτόν.
Ζητήσαμε από γιατρούς και νοσηλευτές που εργάζονται σε νοσοκομεία αναφοράς του κορωνοϊού στην Αθήνας να μας πουν τι τους δίνει δύναμη ώστε να συνεχίζουν να κάνουν την δουλειά που κάνουν.
Ποια ήταν η πιο έντονη και δύσκολη εμπειρία που είχαν να αντιμετωπίσουν μέσα στο νοσοκομείο κατά τη διάρκεια της πανδημίας; Πώς έχουν επηρεαστεί προσωπικά από την πανδημία; Τι είδους θυσίες χρειάστηκαν να κάνουν για τη δουλειά τους αλλά και γιατί εντέλει διακινδυνεύουν τη δική τους υγεία –και των οικογενειών τους– για το καλό των συνανθρώπων τους;
Γιάννης Παρίσης
Καθηγητής καρδιολογίας στο ΕΚΠΑ και δ/ντης του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών στο Αττικόν
ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ διαρκές στρες το πώς θα διαμορφωθεί η εφημερία. Πόσα περιστατικά θα έρθουν; Πώς θα καταφέρουμε να αντεπεξέλθουμε; Ο ειδικά διαμορφωμένος χώρος όπου περιμένουν οι ασθενείς μέχρι να βγουν τα τεστ μερικές φορές αρχίζει και γεμίζει διότι τα αποτελέσματα αργούν να βγουν και προσπαθούμε να βρούμε τρόπους να διαχειριστούμε την κατάσταση και να δώσουμε στους ασθενείς την ιατρική φροντίδα που πρέπει. Όλα αυτά είναι μια διαρκής αγωνία.
Και είναι και το άλλο, πρέπει όλη την ώρα να έχουμε τον νου μας να μην μας διαφύγει κάποιος από τον ειδικό χώρο και πάει σε κάποιον άλλο χώρο όπου βρίσκονται άλλοι ασθενείς κι έτσι γίνει διασπορά του ιού. Αυτό εντείνει την αγωνία και πρέπει να είμαστε διαρκώς σε εγρήγορση για να τα αντιμετωπίσουμε.
Το πιο τραυματικό βέβαια είναι όταν κάποιοι ασθενείς παρουσιάζουν βαριά συμπτώματα, πρέπει να διασωληνωθούν και να οργανωθεί η μεταφορά τους στη μονάδα εντατικής θεραπείας περνώντας μέσα από ειδικούς χώρους ώστε να μην υπάρξει επιμόλυνση.
Είναι ύπουλος πολύ. Σε «κοιμίζει» γιατί νομίζεις ότι είσαι καλά αλλά υπάρχει περίπτωση στην 7η με 8η μέρα να κάνει μια έξαρση και να δημιουργήσει μια πνευμονία που μπορεί να οδηγήσει στην κατάρρευση.
Η εφημερία μας είναι κάθε τέσσερις μέρες. Δύο μέρες πριν μαζεύω το προσωπικό του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών και οργανώνουμε ένα πλάνο, μια στρατηγική. Σαν να πηγαίνουμε σε πόλεμο, με ρόλους και αρμοδιότητες για τον καθένα. Είμαστε σαν μια ορχήστρα που πρέπει να είναι πολύ συντονισμένη ούτως ώστε να βγει ένα καλό αποτέλεσμα.
Η τωρινή είναι μια από τις περιόδους που βιώνω το μεγαλύτερο άγχος στη ζωή μου. Ο μεγαλύτερός μου φόβος είναι να μην γίνει μαζική έξαρση, δηλαδή πολλές προσελεύσεις ασθενών την ίδια στιγμή, και καταρρεύσει το σύστημα, γιατί εκεί θα ζήσουμε σκηνές Ιταλίας και Ισπανίας, όπου χρειάζεται να γίνει και επιλογή ασθενών που θα διασωληνωθούν. Ο άλλος μου φόβος είναι να μη μολυνθώ εγώ ο ίδιος και μολύνω την οικογένειά μου. Εξαιτίας αυτού έχω φύγει από το σπίτι μου εδώ και είκοσι μέρες και ζω σε ένα άλλο σπίτι, που ευτυχώς υπάρχει, μόνος μου. Επικοινωνώ με την οικογένειά μου τηλεφωνικά και πηγαίνω μια φορά την εβδομάδα για να τους δω από απόσταση και να πάρω κάποια προσωπικά είδη. Κι αυτό γιατί στο σπίτι υπάρχουν και συγγενείς πρώτου βαθμού οι οποίοι ανήκουν στις λεγόμενες ευπαθείς ομάδες.
Ο τελευταίος μου φόβος είναι να μη νοσήσει το προσωπικό του νοσοκομείου ή της ομάδας μου γιατί, όπως καταλαβαίνετε, αν συμβεί αυτό, απειλείται και πάλι το σύστημα με κατάρρευση. Αυτήν τη στιγμή το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες. Θα σας πω μόνο το εξής: είναι δραματική η κατάσταση όταν αναγκάζεσαι να είσαι με την ειδική στολή και τη μάσκα για οκτώ ώρες στον ειδικό χώρο του ιατρείου και να εξετάζεις ασθενείς. Κατανοείτε πόσο τεράστιο είναι το ψυχολογικό και το σωματικό φορτίο, ειδικά σε συνδυασμό με το στρες που υπάρχει για να μη μολυνθείς. Όμως το προσωπικό στέκεται άψογα στην περίσταση, αυτήν τη δύσκολη στιγμή.
Τι μου δίνει δύναμη να συνεχίζω; Μα, γι' αυτό τον σκοπό προορίστηκα. Αυτό τον χώρο επέλεξα από μόνος μου. Η δουλειά μου είναι να έρχομαι σε επαφή με τους ασθενείς και να τους κάνω καλά. Αυτή η αλληλεπίδραση του γιατρού με τον ασθενή είναι εκπληκτική. Είναι μια σχέση δούναι και λαβείν με τον ασθενή. Είναι μια αμφίδρομη σχέση που πραγματικά σε εξελίσσει και σε κάνει καλύτερο άνθρωπο. Σε κάνει να εκτιμάς τις απλές καθημερινές στιγμές.
Ας πούμε ότι αυτό που μου λείπει απόλυτα αυτή την περίοδο είναι μια αγκαλιά από τους δικούς μου ανθρώπους. Η μεγαλύτερη αποφόρτιση για μένα θα ήταν να με πάρει αγκαλιά ο γιος μου και να ξεχάσω όλο αυτό το στρες. Το μόνο που με παρηγορεί είναι ότι ο γιος μου παίζει μπουζούκι –είναι πολύ καλός σε αυτό– και μερικά βράδια, όταν είναι να κλείσουμε τη συνομιλία μας, μου παίζει κάποιες νότες και τον ακούω από μέσα να μου λέει: «Πατέρα, παίζω για να παίρνεις δύναμη!».
Έχει τύχει να συνομιλώ με ασθενή με Covid-19 o οποίος μου δίνει πλήρως το ιστορικό του χωρίς να έχει καταλάβει ακόμα τη βαρύτητα του προβλήματος ενώ η ακτινολογική του εικόνα από την αξονική τομογραφία δείχνει άλλα. Τον πνεύμονά του σχεδόν κατεστραμμένο κι εγώ να γνωρίζω ότι μέσα στις επόμενες ώρες θα καταρρεύσει. Είναι φοβερό αυτό που έχουμε να αντιμετωπίσουμε με αυτό τον ιό.
Κάνω μάχιμη ιατρική από το 1990 μέχρι και σήμερα, που είμαι πλέον και καθηγητής καρδιολογίας, από τότε εφημερεύω στα επείγοντα περιστατικά. Δεν το εγκατέλειψα ποτέ αυτό κι αυτή η μεγάλη μου εμπειρία και η εξοικείωση με την αρρώστια και τον θάνατο με έχει βοηθήσει πολύ ψυχολογικά ώστε να μπορώ να αντεπεξέλθω στη σημερινή κατάσταση. Με βοηθάνε και οι δικοί μου άνθρωποι που έστω και από μακριά με στηρίζουν αλλά με βοηθά και το ίδιο μου το προσωπικό. Η μεγαλύτερή μου χαρά είναι όταν βγαίνει από την εφημερία κάποιος από τους γιατρούς μου, ο οποίος είναι εξαντλημένος, και νιώθω την ανάγκη να τον πάρω αγκαλιά και να του πω «μπράβο». Και, ξέρετε, χαμογελάει αμέσως και αναπτερώνεται έτσι και το δικό μου ηθικό.
Το άλλο μου όπλο είναι ότι στον ελεύθερο μου χρόνο προσπαθώ να ακούω μουσική, να διαβάζω βιβλία και να βλέπω ταινίες. Ξαναδιάβασα τελευταία ποίηση του Λαπαθιώτη, του Ρώμου Φιλλύρα, του Τέλλου Άγρα και του Καρυωτάκη αλλά και το αγαπημένο ποίημα του Σεφέρη, την «Κίχλη». Είναι κι αυτό ένα αντίδοτο σε αυτή την καθημερινότητα που μας φθείρει.
Γεωργία Χριστοπούλου
Νοσηλεύτρια στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του νοσοκομείου Σωτηρία
ΑΝΗΚΟΝΤΑΣ ΣΤΟ νοσηλευτικό προσωπικό του νοσοκομείου Σωτηρία, μπήκα από πολύ νωρίς στη μάχη κατά του κορωνοϊού. Ήδη από τα τέλη του Ιανουαρίου αρχίσαμε να προετοιμαζόμαστε καθώς γνωρίζαμε το τι συνέβαινε στην Κίνα. Και παρότι ως μέλη του νοσηλευτικού προσωπικού των επειγόντων είμαστε πάντα προετοιμασμένοι να ζήσουμε ζόρικες καταστάσεις ή ότι μπορεί να προκύψει κάτι με το οποίο να μην έχουμε ξαναέρθει σε επαφή, ωστόσο όλο αυτό με το οποίο ήρθαμε αντιμέτωποι ήταν πραγματικά πρωτόγνωρο. Κι αυτό γιατί, τουλάχιστον στην αρχή, γνωρίζαμε ελάχιστα πράγματα.
Όταν ήρθαν τα πρώτα κρούσματα στο νοσοκομείο ακόμα οργανωνόμασταν γιατί ακόμα οργανωνόταν και η κοινωνία. Κάθε μέρα διέφερε πολύ με την προηγούμενη, τα δεδομένα άλλαζαν διαρκώς. Στην αρχή ερχόταν πάρα πολύς κόσμος στο νοσοκομείο με συμπτώματα. Υπήρχε μια σύγχυση, και λογικό είναι, γιατί ο κόσμος φοβόταν.
Κι έτσι έπεφτε όλο το βάρος σε εμάς τους νοσηλευτές που, πέρα από τη εξέταση που έπρεπε να γίνει σε όλους τους ασθενείς, έπρεπε να διαχειριστούμε και τη ψυχολογία τους, κάτι που ήθελε ιδιαίτερους χειρισμούς. Όλοι φοβούνταν (και φοβούνται) – και δεν βγάζουμε τους εαυτούς μας απ' έξω.
Την πρώτη φορά που βρέθηκα μέσα στο ιατρείο με έναν ασθενή που ήταν επιβεβαιωμένο ότι είχε μολυνθεί από τον κορωνοϊό δεν σας κρύβω ότι μου πέρασε η σκέψη ότι θα μπορούσα να μολυνθώ κι εγώ, κι ας φορούσα τον ειδικό εξοπλισμό μιας χρήσης – την αδιάβροχη, ολόσωμη στολή με την κουκούλα, τον σκούφο, τα ποδονάρια, τα γυαλιά ευρέως οπτικού πεδίου, τη μάσκα υψηλής προστασίας και τα διπλά γάντια. Ο φόβος μου για τη δική μου μόλυνση είχε να κάνει κυρίως με τον φόβο να μη μεταφέρω τον ιό σε κάποιον δικό μου άνθρωπο αλλά και γενικά το ενδεχόμενο να νοσήσει κάποιος εξαιτίας μου. Γι' αυτό και απομονώθηκα από πολύ νωρίς από τους γύρω μου και διέκοψα όλες μου τις επαφές. Δεν βλέπω κυριολεκτικά κανέναν, παρά μόνο τους συναδέλφους μου στη δουλειά.
Ο φόβος μου για τη δική μου μόλυνση είχε να κάνει κυρίως με τον φόβο να μη μεταφέρω τον ιό σε κάποιον δικό μου άνθρωπο αλλά και γενικά το ενδεχόμενο να νοσήσει κάποιος εξαιτίας μου. Γι' αυτό και απομονώθηκα από πολύ νωρίς από τους γύρω μου και διέκοψα όλες μου τις επαφές.
Στην αρχή, μάλιστα, πριν έρθει επιπλέον προσωπικό στο νοσοκομείο, ήταν πολύ δύσκολες και οι βάρδιές μας. Η προσωπική ζωή είχε τελειώσει και υπήρχε μόνο το τμήμα κι οι βάρδιες που έπρεπε να καλυφθούν ώστε να μη μένουν συνάδελφοι μόνοι τους. Δεν υπολογίζαμε οκτάωρα και ούτε κουβέντα για διάλειμμα κατά τη διάρκεια της βάρδιας.
Δεν θέλω να ακουστεί περίεργο αυτό που θα πω αλλά όλο αυτό το διάστημα νιώθω έναν μικρό ρατσισμό ο οποίος φυσικά και είναι δικαιολογημένος. Όλοι λένε πως εμείς που εργαζόμαστε μέσα στα νοσοκομεία είμαστε «ήρωες» –αν και εγώ δεν το βλέπω έτσι, γιατί είμαστε εκεί κάνοντας τη δουλειά μας όπως πάντα– όμως όταν βγαίνουμε εκτός νοσοκομείου αντιμετωπιζόμαστε ως μια πιθανή πηγή μετάδοσης του κορωνοϊού. Λαμβάνω τηλεφωνήματα που με ρωτούν αν είμαι καλά κ.λπ. αλλά λαμβάνω και μια αποστασιοποίηση από τους γύρω μου. Ξαναλέω, είναι απολύτως κατανοητό, αλλά επειδή είμαστε άνθρωποι κι εμείς και βιώνουμε τη μοναξιά, αυτό το εισπράττουμε και είναι κάπως αποκαρδιωτικό και κάπως οξύμωρο. Και θες να φωνάξεις και να πεις «είμαι εκεί για να βοηθήσω με κίνδυνο της ζωής μου».
Όταν μπαίνουμε μέσα στα περιστατικά με κορωνοϊό αφήνουμε απ' έξω ένα κομμάτι του εαυτού μας, την οικογένειά μας και τις σκέψεις μας. Πολλοί με ρωτούν πώς μπορώ να κάνω τη δουλειά που κάνω. Όταν μπαίνεις συνειδητά στην υπηρεσία του ανθρώπου αυτό από μόνο του σου δίνει δύναμη γιατί στην ουσία είσαι εκεί για να προσφέρεις. Είναι απίστευτο το συναίσθημα όταν ξέρεις ότι έχεις βοηθήσει κι εσύ ώστε ένας άνθρωπος να πάψει να ταλαιπωρείται και να γίνει καλά. Όσοι επιλέγουμε να κάνουμε αυτήν τη δουλειά είναι διότι αγαπάμε τον «άνθρωπο». Κι αν δεν αγαπάς τον άνθρωπο στα χειρότερά του, δεν μπορείς να το κάνεις αυτό το επάγγελμα.
Αυτό είναι που μου δίνει τη δύναμη να πηγαίνω στη δουλειά κάθε πρωί αλλά και όταν είμαι «δεμένη» κάτω από μια στολή που γίνεται ασφυκτική από ένα σημείο και έπειτα. Διότι σε πονάει το πρόσωπό σου κάτω από τη μάσκα και όταν τη βγάζεις έχεις σημάδια γύρω από τα μάτια σου. Κάποια στιγμή μπορεί να σε πιάσει απελπισία αλλά αν κοιτάξεις τον ασθενή μέσα από τη μάσκα δεν μπορείς παρά να του πεις: «όλα θα πάνε καλά».
Ένας ασθενής ο οποίος βιώνει το αίσθημα της έντονης δύσπνοιας, αυτό από μόνο του είναι πολύ στρεσογόνο και για τον ίδιο, ο οποίος αισθάνεται να μην του φτάνει ο αέρας, αλλά και για εμάς που θέλουμε να τον ανακουφίσουμε άμεσα. Και η δύσπνοια είναι ένα από τα πιο συχνά συμπτώματα που βλέπουμε σε αυτή την ασθένεια. Σκεφθείτε να υπάρχουν αρκετοί τέτοιοι ασθενείς ταυτόχρονα στους οποίους πρέπει να δείξουμε εξίσου την ίδια προσοχή.
Πολλές φορές μάλιστα έτυχε να έχει έρθει ασθενής με ήπια συμπτωματολογία αλλά κατά τη διάρκεια της αναμονής να επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας του. Είναι δυναμική η κατάσταση στα ΤΕΠ, αλλάζει πολύ γρήγορα και πρέπει να είμαστε συνεχώς σε εγρήγορση. Νιώθεις συνέχεια ότι βρίσκεσαι σε μάχη και προσπαθείς να σκέφτεσαι ότι εσύ θα τα καταφέρεις καλύτερα από τον ιό γιατί έχεις μπροστά σου τον στόχο σου που είναι να σώσεις τη ζωή του ανθρώπου που έχεις απέναντί σου.
Η καλύτερη ικανοποίηση για έναν νοσηλευτή δεν είναι το «ευχαριστώ» αλλά να βλέπεις τις γραμμές του προσώπου να γλυκαίνουν όταν με κάποιο παυσίπονο καταφέρεις να απαλύνεις τον πόνο κι αυτό το αμυδρό χαμόγελο που θα δεις να διαγράφεται στις άκρες των χειλιών. Αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο για μένα από αυτό το επάγγελμα που γίνεται κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Όμως τελικά νιώθω πως είμαι τυχερή γιατί είμαι δίπλα στους συνανθρώπους μου και το αποτέλεσμα της δουλειάς μου είναι τόσο απτό.
Σταυρούλα Πατσιλινάκου
Πνευμονολόγος-Εντατικολόγος στο ΠΓΝ Αττικόν
Η ΕΙΚΟΝΑ ΠΟΥ επικρατεί στη ΜΕΘ σήμερα καλύπτεται από μια εκκωφαντική σιγή. Καταρχάς, οι ασθενείς, που είναι και οι πρωταγωνιστές της μονάδας, είναι περισσότερο μόνοι από ποτέ. Δεν υπάρχουν ώρες επισκεπτηρίου, δεν επιτρέπεται η είσοδος συγγενών.
Σε καταστολή ή μη, διασωληνωμένοι ή αποσωληνωμένοι, αφυπνισμένοι ή όχι, οι ασθενείς δεν βλέπουν οικεία πρόσωπα, ούτε γιατρούς ή νοσηλευτές, παρά ανθρώπους με σκάφανδρα και διαστημικές στολές που τους πλησιάζουν, κάνουν επίπονες και μη πράξεις στο σώμα τους και εναλλάσσονται συνεχώς, με το ίδιο καλυμμένο πρόσωπο. Δεν υπάρχει χρόνος, μέρα ή νύχτα, τα φώτα δεν σβήνουν ποτέ, ενώ ο ήχος των μηχανημάτων, που στην αρχή ήταν εκνευριστικός και επαναλαμβανόμενος, γίνεται τελικά γνώριμος και ίσως η μόνη τους συντροφιά, που είναι εκεί να τους υπενθυμίζει ότι είναι ακόμα ζωντανοί.
Οι γιατροί και οι νοσηλευτές, λυπούμαστε κάθε φορά που χάνουμε κάποιον ασθενή μας και νιώθουμε αυτήν τη ματαίωση του έργου μας, των προσπαθειών μας, των θεραπειών μας και των ελπίδων μας. Κάθε φορά.
Σε καταστολή ή μη, διασωληνωμένοι ή αποσωληνωμένοι, αφυπνισμένοι ή όχι, οι ασθενείς δεν βλέπουν οικεία πρόσωπα, ούτε γιατρούς ή νοσηλευτές, παρά ανθρώπους με σκάφανδρα και διαστημικές στολές που τους πλησιάζουν, κάνουν επίπονες και μη πράξεις στο σώμα τους και εναλλάσσονται συνεχώς, με το ίδιο καλυμμένο πρόσωπο.
Τώρα όμως δεν είναι μόνο αυτό, δεν είναι μόνο η διάθεση για προσφορά και η αγάπη για το συνάνθρωπο που κυριαρχεί στο μυαλό μας. Τα έχει σκεπάσει όλα ο φόβος. Ο φόβος και η αγωνία για τη δική μας ζωή, αλλά περισσότερο για τη ζωή και την υγεία των αγαπημένων μας προσώπων που μένουν στο σπίτι.
Είναι ασύλληπτες οι εικόνες ανά τον κόσμο που έχουμε δει όλοι μας στην τηλεόραση και σίγουρα δεν μας βοηθάνε να κάνουμε τη δουλειά μας, ως οφείλουμε. Έτσι κλείσαμε τις τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα και κλειστήκαμε στη μονάδα, μέσα στις άσπρες στολές και στον εαυτό μας, να παλέψουμε με πείσμα και όλη μας την δύναμη απέναντι σε αυτό τον νέο εχθρό, που είναι αόρατος και αδυσώπητος. Δεν ξέραμε ούτε εμείς πόση δύναμη και πόσες αντοχές είχαμε πριν τις χρειαστούμε.
Μας λείπουν οι δικοί μας άνθρωποι και δεν μας αρκεί να τους ακούμε στο τηλέφωνο. Αλλά πλέον οικογένειά μας έχουν γίνει όλοι οι ασθενείς με κορωνοϊό, όλοι οι συνάδελφοί μας και όλος ο κόσμος που μάχεται νοερά στο πλευρό μας μένοντας σπίτι. Όταν τελειώσουν όλα αυτά, τίποτα δεν θα είναι το ίδιο, εξωτερικά και εσωτερικά.
Γενναίος Χριστόπουλος
Νοσηλευτής Εντατικής Θεραπείας στο Αττικό Νοσοκομείο
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ κι εκείνη νοσηλεύτρια στο ίδιο νοσοκομείο και αναγκαζόμαστε να πηγαίνουμε εναλλάξ στις βάρδιες γιατί έχουμε μικρά παιδιά και τώρα που αναγκαστικά κρατάμε μακριά τη γιαγιά τους, δεν έχουμε καμία άλλη βοήθεια.
Με ρωτάτε να σας πω πώς αντιπαρέρχομαι στον φόβο που αισθανόμαστε όλοι μας, κι ειδικά εμείς που ερχόμαστε λόγω της δουλειάς μας σε επαφή με ανθρώπους που νοσούν από τον κορωνοϊό. Όταν ντύνεσαι και μπαίνεις μέσα τα ξεχνάς όλα και δεν σκέφτεσαι τίποτα. Το μόνο που σκέφτεσαι είναι ο ασθενής σου.
Φεύγοντας το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι μια πολύ καλή καθαριότητα για να μην μεταφέρουμε τον ιό στο σπίτι μας. Όμως πρέπει να σας πω ότι αυτή την αντισηψία την τηρούσαμε και πριν από τον κορωνοϊό γιατί οι νοσηλευτές και οι γιατροί, ειδικά αυτοί που εργάζονται στις ΜΕΘ, έρχονται καθημερινά σε επαφή με ασθενείς με λοιμώδη νοσήματα. Απλά τώρα η κατάσταση είναι πιο έντονη.
Στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας πρέπει να είσαι ντυμένος σαν αστακός και η στολή που φοράμε σε κάνει να ιδρώνεις πάρα πολύ. Τα γυαλιά θολώνουν και δεν βλέπεις πολύ καλά ενώ η μάσκα σε πιέζει στο πρόσωπο. Μέσα στη μονάδα οι ασθενείς είναι συνήθως «κοιμισμένοι» και δεν αντιδρούν.
Τι σημαίνει όμως επί της ουσίας ότι ερχόμαστε σε επαφή με τους ασθενείς με Covid-19; Θα σας το πω απλά: σημαίνει ότι τους παίρνουμε κυριολεκτικά αγκαλιά για να τους μεταφέρουμε και ερχόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο σε επαφή μαζί τους. Καταλαβαίνετε πόσο πολύ πρέπει να προσέχουμε.
Πολλοί από τους ασθενείς με κορωνοϊό, που χρειάζεται να νοσηλευθούν στην εντατική, ξυπνάνε μέσα στο περιβάλλον της ΜΕΘ και δεν ξέρουν πού βρίσκονται. Μέχρι να περάσουν 1-2 εικοσιτετράωρα και να συνειδητοποιήσουν τι γίνεται μπορεί να είναι ανήσυχοι κι εμείς προσπαθούμε, όπως μπορούμε, να τους καθησυχάσουμε.
Πολλοί ασθενείς με Covid-19, ειδικά αυτοί που είναι μέσα στις ΜΕΘ, είναι αιμοδυναμικά ασταθείς δηλαδή χρειάζονται φαρμακευτική αγωγή για να μπορέσουν να κρατηθούν στη ζωή και για τη χορήγηση της αγωγής, η οποία αν σταματήσει κινδυνεύει η ζωή τους, είμαστε υπεύθυνοι εμείς οι νοσηλευτές. Όλο αυτό είναι ιδιαίτερα αγχωτικό.
Πολλοί από τους ασθενείς με κορωνοϊό, που χρειάζεται να νοσηλευθούν στην εντατική, ξυπνάνε μέσα στο περιβάλλον της ΜΕΘ και δεν ξέρουν πού βρίσκονται. Μέχρι να περάσουν 1-2 εικοσιτετράωρα και να συνειδητοποιήσουν τι γίνεται μπορεί να είναι ανήσυχοι κι εμείς προσπαθούμε, όπως μπορούμε, να τους καθησυχάσουμε. Όμως και πάλι η επαφή δεν μπορεί να είναι στενή γιατί μας βλέπουν σαν διαστημάνθρωπους με τη στολή που φοράμε, μέσα από την οποία ούτε το μάτια μας καλά-καλά δεν μπορούν να ξεχωρίσουν.
Η κατάσταση που ζούμε τώρα είναι πρωτόγνωρη και ως προς το εξής: δεν έχουμε πάρει την ευχαρίστηση να δούμε τους αρρώστους που βγαίνουν από την μονάδα να επιστρέφουν για να μας σφίξουν το χέρι. Για να καταλάβετε, από τη δική μας εντατική μονάδα έχουν βγει μόνο δύο ασθενείς αλλά κι αυτοί ακόμα δεν μπορούν να έρθουν να μας πουν δυο κουβέντες, κάτι που συνηθίζεται τόσα χρόνια που κάνω αυτό το επάγγελμα. Αυτή την ηθική ανταμοιβή δεν την έχουμε πάρει ακόμα, αλλά θέλω να πιστεύω ότι θα μπορέσει να γίνει κι αυτό κάποια στιγμή στο μέλλον.
σχόλια