Ίδρυσε ένα από τα επιδραστικότερα μέσα, το σφράγισε με το επώνυμό της και επί της ουσίας δημιούργησε την πρώτη αλυσίδα media στον κόσμο, το πρώτο online site επικαιρότητας και άρθρων γνώμης, που βρισκόταν υπό την αιγίδα του επωνύμου της.
Η Αριάνα Χάφινγκτον από δραστήρια δημοσιογράφος μέσα σε μία δεκαετία βρέθηκε στην κορυφή των online εκδοτών με ένα πρότυπο διοίκησης και ένα μοντέλο δημοσιογραφίας που πολλοί επιχείρησαν να μιμηθούν. Και μετά εγκατέλειψε την επιτυχία και τη θέση της, ξαφνικά, αφήνοντας άφωνους φίλους, αντιπάλους, συναδέλφους, προσωπικότητες του επιχειρηματικού κόσμου και των media.
Όσο οι φιλίες της Χάφινγκτον στα VIP κοινωνικά στρώματα αυξάνονταν, όσο αυτοί οι φιλικοί δεσμοί γίνονταν πιο στενοί, τόσο οι συγκρούσεις στην αίθουσα σύνταξης πολλαπλασιάζονταν, τόσο περισσότερα γίνονταν τα «επικίνδυνα θέματα» που απαιτούσαν λεπτούς χειρισμούς
Γιατί να κάνει κάποιος κάτι τέτοιο, πόσο μάλλον η πολυσυζητημένη και δυναμική Χάφινγκτον; Γιατί να εγκαταλείψει το δημιούργημά της, το οποίο μέχρι πριν από λίγο καιρό στήριζε με κάθε τρόπο, με σημαντικές γνωριμίες, με προσλήψεις ακριβοπληρωμένων δημοσιογράφων, με προώθηση στα social media, με πολυεπίπεδες επεκτάσεις και καθημερινές βελτιώσεις του ενημερωτικού προϊόντος που προσέφερε;
Το ιστορικό μιας αποχώρησης
Τον Αύγουστο του 2014, η εύπορη, ελληνικής καταγωγής ιδρύτρια της Huffington Post δέχθηκε στο e-mail της ένα σύντομο μήνυμα από τον φίλο της, γνωστό δημοσιογράφο και τηλεπαρουσιαστή Fareed Zakaria. Το mail πρακτικά την ενημέρωνε για τις περιπέτειες στις οποίες είχε εμπλακεί. Ο Zakaria είχε βρεθεί στο στόχαστρο ρεπορτάζ συναδέλφων με κατηγορίες που τον αναμείγνυαν σε υπόθεση λογοκλοπής, ότι, δηλαδή, χρησιμοποίησε αποσπάσματα από τη δουλειά άλλου δημοσιογράφου, χωρίς να τον αναφέρει ή έστω να επισημάνει την πηγή προέλευσης του αρχικού κειμένου. Και δεν ήταν η πρώτη φορά. Το mail ήταν απλώς η συνέχεια μιας ιστορίας που είχε αρχίσει για τον Zakaria ήδη από το 2012 και είχε γίνει η αφορμή για να τεθεί σε διαθεσιμότητα από τα πόστα του τόσο στην τηλεόραση του CNN όσο και στο περιοδικό Time.
Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο, ο Zakaria είχε αναγνωρίσει ότι έκανε ένα τρομερό λάθος. Στη συνέχεια, όμως, και δημοσίως αρνήθηκε τις κατηγορίες. Σε κάθε περίπτωση, ο Zakaria δεν είχε στείλει το μήνυμα στη Χάφινγκτον για να θρηνήσει για τις πρόσφατες περιπέτειές του. Το είχε στείλει για να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι η ομάδα σύνταξης της Huffington Post δεν δίστασε να ασχοληθεί με την εξέλιξη που προέκυψε στην αρχική ιστορία της λογοκλοπής.
Όπως της είχε γράψει, θεώρησε εξαιρετικά οδυνηρό και το ότι ασχολήθηκαν και το ότι αμέσως μετά του ζητούσαν από διάφορα μέσα να πάρει εκ νέου θέση για το ζήτημα. Και η Χάφινγκτον είχε αρνηθεί να μιλήσει επ' αυτού, όπως είχε αρνηθεί και το ότι το συγκεκριμένο mail περιείχε το παραμικρό παράπονο του δημοσιογράφου.
Όμως, αυτό δεν ήταν το μόνο που απασχολούσε την ιδρύτρια της Huffington. Το mail του Zakaria την είχε βρει στην πιο ακατάλληλη στιγμή, σε μια περίοδο που, όπως ψιθυριζόταν στις αίθουσες σύνταξης, οι σχέσεις της εκδότριας με τον Tim Armstrong, τον διευθύνοντα σύμβουλο της AOL –της εταιρείας, δηλαδή, που είχε εξαγοράσει τη φίρμα HuffPost πριν από τρία χρόνια για 315 εκατομμύρια δολάρια– βρίσκονταν σε κρίσιμη καμπή.
Επίσης, την ίδια περίοδο επικρατούσε μια φήμη που έκανε λόγο για αλλαγή του ρόλου της Χάφινγκτον, ακόμη και για ημιαπόσυρσή της από αρμοδιότητες και θέσεις εξουσίας που κατείχε και για αξιοποίησή της στη διοργάνωση και στον συντονισμό συνεδρίων και διαλέξεων με συγκεκριμένες θεματικές. Ακόμη χειρότερα, σε ό,τι αφορά τις συγκυρίες, την ίδια περίοδο που βρισκόταν στον αφρό της επικαιρότητας η ιστορία της λογοκλοπής, η Verizon βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις με την AOL για μια εξαγορά της τάξης των 4,4 εκατομμυρίων δολαρίων, η οποία, σύμφωνα με δημοσιεύματα, προγραμματιζόταν για περίπου δέκα μήνες αργότερα.
Μόνο που η Χάφινγκτον δεν είχε καμία πρόθεση να παραιτηθεί από εξουσίες και αρμοδιότητες ενός ομίλου που η ίδια δημιούργησε πριν από δέκα χρόνια. Αντιθέτως, και παρά τα όσα της καταλόγιζαν ήδη από το 2005 –ότι δεν είχε προηγούμενη εμπειρία, ότι δεν ήταν παρά μια εύπορη διαζευγμένη, ότι το μόνο που είχε καταφέρει ήταν να γράψει μερικά βιβλία και να διεκδικήσει ανεπιτυχώς πολιτικό αξίωμα στην Καλιφόρνια–, η Χάφινγκτον είχε κατορθώσει να δημιουργήσει ένα από τα πιο ισχυρά και αναγνωρίσιμα brands της εποχής. Μέσα σ' αυτή τη δεκαετία είχε κάθε χρόνο παρουσία στο διεθνές οικονομικό συνέδριο του Νταβός, ενώ ήταν αγαπημένο πρόσωπο των τηλεοπτικών εκπομπών, γκουρού του σύγχρονου τρόπου ζωής και στενή φίλη προσωπικοτήτων των media και της πολιτικής. Η ζωή της μοιραζόταν ανάμεσα στην πανέμορφη έπαυλή της στο Brentwood, στην Καλιφόρνια και στο διαμέρισμά της στο Σόχο αξίας οκτώ εκατομμυρίων δολαρίων.
Η Χάφινγκτον παραιτήθηκε από την ιστορική θέση της στη Huffington Post για να αφοσιωθεί στο νέο της εγχείρημα, το Thrive Global, μια προσπάθεια αφιερωμένη στην ευεξία και στην... αποσύνδεση από την τεχνολογία και τα media
Στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του site μόνο και μόνο η υποστήριξη των διάσημων φίλων της Χάφινγκτον πρακτικά υπέγραφε την αξιοπιστία του εγχειρήματός της. Όμως, όσο οι φιλίες της Χάφινγκτον στα VIP κοινωνικά στρώματα αυξάνονταν, όσο αυτοί οι φιλικοί δεσμοί γίνονταν πιο στενοί, τόσο οι συγκρούσεις στην αίθουσα σύνταξης πολλαπλασιάζονταν, τόσο περισσότερα γίνονταν τα «επικίνδυνα θέματα» που απαιτούσαν λεπτούς χειρισμούς από την πλευρά των δημοσιογράφων.
Σύμφωνα με αρκετές πηγές στα media, η Χάφινγκτον προστάτευε τους συμμάχους της με τρόπο επιθετικό, σχεδόν ηγεμονικό. Γι' αυτό και η ιστορία με τον Zakaria την εξόργισε σε τέτοιο βαθμό που η οργή της διέτρεξε την αίθουσα σύνταξης, σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα του Vanity Fair. Δεν είχε πρόβλημα που το σκάνδαλο του φίλου της είχε κάνει τον γύρο του διαδικτύου, με ρεπορτάζ και δηλώσεις σε ηλεκτρονικά περιοδικά όπως το Politico και άλλα. Εκείνο που την εξόργισε ήταν ότι η ομάδα σύνταξης του δικού της site αποφάσισε να κάνει έστω και την παραμικρή αναφορά σε αυτό το θέμα. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες πρώην εργαζομένου στο site, η Χάφινγκτον ήθελε να απολυθούν όλοι όσοι συμμετείχαν στην έρευνα για το συγκεκριμένο δημοσίευμα: ο Jack Mirkinson, η Gazelle Emami, αρχισυντάκτης και βοηθός αρχισυντάκτη, αντιστοίχως και η Catherine Taibi, η δημοσιογράφος που έγραψε το ρεπορτάζ. Το ακόμη χειρότερο; Όταν ζητήθηκαν ευθύνες, η κατάσταση αποδείχθηκε περίπλοκη: ο Mirkinson, όταν δημοσιεύθηκε το θέμα, κοιμόταν στο σπίτι του μετά από δύο μέρες γεμάτες ρεπορτάζ. Δεν γνώριζε καν ότι η ιστορία του Zakaria είχε δημοσιευθεί. Η Emami είχε εγκρίνει το θέμα εν τη απουσία του. Το επόμενο πρωί ο Mirkinson με το που ξύπνησε βρήκε στο κινητό του δεκάδες οργισμένα μηνύματα και mail της Χάφινγκτον, η οποία ζητούσε να μάθει γιατί δημοσιεύθηκε αυτό το θέμα. Μέχρι να φτάσει στο γραφείο του τον αναζητούσε ήδη ο διευθυντής σύνταξης για να τον ενημερώσει ότι η ομάδα των τριών τους είχε τεθεί σε διαθεσιμότητα για τουλάχιστον δέκα μέρες. Ο λόγος; Το ότι δημοσίευσαν το θέμα ενώ είχαν αποτύχει να αποσπάσουν ένα σχόλιο από τον βασικό εμπλεκόμενο. Βέβαια, η πολιτική της εταιρείας δεν προέβλεπε κάτι τέτοιο για δημοσιεύματα που αποδίδονταν σε άλλες διαδικτυακές πηγές. Συν τοις άλλοις, το διαδίκτυο εξασφαλίζει ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να γίνει διόρθωση σε οποιοδήποτε κείμενο.
Ήταν επόμενο ότι θα ξεσπούσε σοβαρή αντιπαράθεση που θα έφτανε μέχρι τα γραφεία των υπευθύνων διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού της AOL. Ο Mirkinson αντέδρασε με σθένος στην απόφαση περί δεκαήμερης διαθεσιμότητας, η οποία τελικά μειώθηκε σε τρεις μέρες, αλλά η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει. Ναι μεν ο αυστηρός κανόνας που ίσχυε στην αίθουσα σύνταξης της Huffington Post όριζε ότι κάθε αρνητικό δημοσίευμα έπρεπε να συνοδεύεται από δηλώσεις του εμπλεκομένου, όμως, όλοι γνώριζαν ότι η αναταραχή δεν προέκυψε από αυτό.
Από το Πούλιτζερ στην πόλωση
Λίγους μήνες αργότερα και ύστερα από την αντιμετώπιση που τους επιφυλάχθηκε και οι τρεις δημοσιογράφοι εγκατέλειψαν το site. O Mirkinson πλέον δουλεύει στο Fusion, η Taibi ανέλαβε θέση social-media editor στο Bloomberg και τον Φεβρουάριο του 2015 η Emami εντάχθηκε στην ομάδα αρχισυνταξίας του περιοδικού New York. Κανείς από τους τρεις δεν δέχθηκε να προχωρήσει σε δηλώσεις.
«Νομίζω ότι αυτό ήταν ένα σαφέστατο δείγμα του τρόπου με τον οποίο αντιδρούσε σε τέτοια θέματα η Αριάνα», εξηγεί στο περιοδικό ανώνυμος εμπλεκόμενος στην ιστορία. «Αν κάποιος από τους ισχυρούς της φίλους εξοργιζόταν με κάτι που είχε γραφτεί, αυτό ήταν μια εγγύηση ότι θα τον υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια. Το άλλο που συνήθιζε ήταν να κάνει forward το mail κάποιου εξοργισμένου φίλου της, συνοδεύοντάς το με ένα δικό της μήνυμα που συνήθως έγραφε: "Δώσε εξηγήσεις γι' αυτό"».
Η ίδια πάντως σε ερωτήσεις δημοσιογράφων έχει αρνηθεί κατ' επανάληψη ότι παρενέβαινε στη δουλειά των δημοσιογράφων, αν και παραδέχθηκε ότι λάμβανε όλη την ώρα μηνύματα από δυσαρεστημένους φίλους για δημοσιεύματα του site της. Πάντως, στην υπόθεση του Zakaria αναμείχθηκε.
Λένε ότι από ένα σημείο και μετά το site έγινε γραφείο δημοσίων σχέσεων και τρόπος διατήρησης ισορροπιών και συμφερόντων.
Τον περασμένο μήνα, όπως έγινε γνωστό, η Χάφινγκτον παραιτήθηκε από την ιστορική θέση της στη Huffington Post για να αφοσιωθεί στο νέο της εγχείρημα, το Thrive Global, μια προσπάθεια αφιερωμένη στην ευεξία και στην... αποσύνδεση από την τεχνολογία και τα media, δηλαδή αυτά που μέσα σε μια δεκαετία τη βοήθησαν να δημιουργήσει την αυτοκρατορία της. Ένα site, ένας όμιλος media για την ακρίβεια, που για χρόνια αποτελούσε το φιλελεύθερο αντίδοτο των αμερικανικών ΜΜΕ και από το οποίο όχι μόνο έχουν περάσει κορυφαίες δημοσιογραφικές υπογραφές όπως ο Tim O'Brien, ο Tom Zeller, ο Peter Goodman και η Lisa Belkin, αλλά που το 2012 κέρδισε και το βραβείο Πούλιτζερ για την έρευνα του David Wood. Ήταν μια δημοσιογραφική δουλειά που δημοσιεύθηκε σε δέκα μέρη και αφορούσε τη ζωή των Αμερικανών στρατιωτών μετά τον πόλεμο.
Τη δημοσιογραφική εμπειρία που της έλειπε η Χάφινγκτον την αναπλήρωνε με τις σχεδόν υπερφυσικές ικανότητές της στο μάρκετινγκ, με το ένστικτό της σε ό,τι είχε να κάνει με τη σωστή προώθηση και επικοινωνία της είδησης ως προϊόντος και με τη βαθιά πίστη της στο διαδίκτυο. Εκείνη πρώτη, όπως αναφέρει το Vanity Fair, είχε αντιληφθεί ότι το ίντερνετ ήταν ένας ανυπολόγιστης επιρροής κόσμος και ότι υπήρχε κοινό που διψούσε για περιεχόμενο που να αφορά τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες του για ενημέρωση.
Όμως, αυτό δεν αλλάζει την πόλωση στην αίθουσα σύνταξης και την κόντρα που εδώ και καιρό έχει ανοίξει με τους δημοσιογράφους της. Όπως λένε ρεπόρτερ που εργάστηκαν για εκείνη, η υπόθεση του Zakaria ήταν μία από τις πολλές. Παρόμοιες συμπεριφορές και αντιδράσεις είχε επιφυλάξει και σε υπόθεση που αφορούσε ένα ρεπορτάζ για τον Δαλάι Λάμα και για άλλους ισχυρούς φίλους της. Και όταν οι φίλοι έχουν προτεραιότητα, το δημοσιογραφικό επίπεδο εξαφανίζεται. Κάποιοι άλλοι λένε ότι από ένα σημείο και μετά το site έγινε γραφείο δημοσίων σχέσεων και τρόπος διατήρησης ισορροπιών και συμφερόντων. Ο Tom Zeller, πάντως, που εργάστηκε μαζί της περίπου δύο χρόνια, δηλώνει αντικειμενικά ότι η Χάφινγκτον νοιάζεται για την καλή, αληθινή δημοσιογραφία, απλώς συχνά ξεχνά τι χρειάζεται για να παραχθεί το καλύτερο δυνατό περιεχόμενο ενός site. «Στη Huffington Post εξακολουθεί να παράγεται ποιοτικό δημοσιογραφικό προϊόν, όμως πρέπει να προσπαθήσεις πολύ και να ασκήσεις πίεση για να συμβεί αυτό».
Το μακροσκελές δημοσίευμα του περιοδικού αναφέρεται και στην αδυναμία της ίδιας της Χάφινγκτον να σταθεί γερά στα πόδια της μέσα στην αίθουσα σύνταξης, καθώς και εκείνη είχε κατηγορηθεί για λογοκλοπή κατά το παρελθόν. Συγκεκριμένα, είχε κατηγορηθεί για το περιεχόμενο κάποιων βιβλίων της, μεταξύ των οποίων η βιογραφία της Μαρίας Κάλλας που είχε εκδώσει το 1981. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, το ζήτημα τότε είχε λυθεί εξωδικαστικά, με τη Χάφινγκτον να πληρώνει, βάσει διακανονισμού, ένα ποσό στον βιογράφο της Κάλλας Gerald Fitzgerald. Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τη βιογραφία του Πικάσο, το 1988, όταν την κατηγόρησε για λογοκλοπή μια φημισμένη ιστορικός τέχνης, η Lydia Gasman. Η Gasman, μιλώντας και πάλι στο Vanity Fair, είχε αποκαλύψει ότι η Χάφινγκτον είχε κανιβαλίσει τη θέση που είχε εισαγάγει στο διδακτορικό της, μετατρέποντάς τη σε τράπεζα δεδομένων, προκειμένου να γράψει το βιβλίο της. «Αυτό που έκανε ήταν να κλέψει είκοσι χρόνια από τη δουλειά μου», δήλωνε τότε, ωστόσο η Χάφινγκτον είχε αρνηθεί όλες τις κατηγορίες.
Όλα αυτά και ενώ η αγορά αναμένει το επόμενο επιχειρηματικό βήμα της Χάφινγκτον, καθώς και τις εξελίξεις που θα κρίνουν το μέλλον της αλυσίδας μέσων που δημιούργησε σε όλο τον κόσμο.
Με στοιχεία από το Vanity Fair
σχόλια