Η Ελλάδα και η Αλβανία συμφώνησαν να προσφύγουν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, για το ζήτημα των θαλάσσιων ζωνών.
Η συμφωνία Αθήνας και Τιράνων για την παραπομπή του ζητήματος στη Χάγη έγινε κατά τη διάρκεια της συνάντησης του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, με τον πρωθυπουργό της Αλβανίας, Έντι Ράμα.
«Έχοντας εξετάσει ενδελεχώς το ζήτημα, συμφωνήσαμε να προχωρήσουμε Ελλάδα και Αλβανία από κοινού στην υποβολή του ζητήματος αυτού στη διεθνή δικαιοσύνη, στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης», δήλωσε ο κ. Δένδιας μετά τη συνάντηση με τον Αλβανό πρωθυπουργό, σύμφωνα με το ΑΠΕ.
«Η συμφωνία αυτή βασίζεται στη σταθερή προσήλωση των δύο χωρών στη διεθνή νομιμότητα και την αρχή της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών», πρόσθεσε ο υπουργός Εξωτερικών και συμπλήρωσε: «Αναφερθήκαμε επίσης στη συμφωνία Ελλάδας και Αλβανίας το 1996 και συμφωνήσαμε ότι αυτή η συμφωνία χρειάζεται εμβάθυνση και ενδυνάμωση. Να προχωρήσουμε από κοινού σε μια νέα συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών και να οργανώσουμε G2G συνάντηση και μηχανισμό μεταξύ των δύο φίλων χωρών».
Οι δύο πλευρές συζήτησαν και θέματα που αφορούν την ελληνική μειονότητα. «Δεν πρέπει να χάσουμε άλλο καιρό. Έχουμε καταφέρει στις σχέσεις μας πολλά και σε εμάς εναπόκειται να πάμε τις σχέσεις μας ακόμη πιο μπροστά. Είδα με χαρά τις προόδους που η αλβανική πλευρά έχει κάνει στους τομείς των θεμάτων που αφορούν την ελληνική μειονότητα. Όλα μπορούν και είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο της θετικής μας ατζέντας», ανέφερε σχετικά ο κ. Δένδιας, που ανέφερε ότι είναι κοινός στόχος η είσοδος της Αλβανίας στην ΕΕ.
Στις δηλώσεις του ο Νίκος Δένδιας αναφέρθηκε και στην Τουρκία, σημειώνοντας ότι σε αντίθεση με τις προσπάθειες που καταβάλουν οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής τους προοπτικής, «μια άλλη χώρα της ευρύτερης περιοχής μας, η οποία είναι ακόμα υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ, δεν κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Για την ακρίβεια κινείται μάλλον προς την αντίθετη κατεύθυνση. Συνεχίζει να παραβιάζει κάθε μέρα τα θεμελιώδη κριτήρια ένταξης στην ΕΕ, τόσο πολιτικά, όσο και οικονομικά».