Κάτι φαίνεται να αλλάζει στην αντιμετώπιση της Γερμανίας απέναντι στο «Ελληνικό πρόβλημα», όχι μόνο μέσω των δηλώσεων στήριξης που εξέφρασε η Άνκελα Μέρκελ αλλά και μέσω των Γερμανικών ΜΜΕ, τα οποία μέχρι πρόσφατα είχαν «στήσει στον τοίχο» την αμαρτωλή Ελλάδα. Η προσπάθεια αναστροφής του κλίματος φαίνεται και από τις συνεντεύξεις που δίνουν Μέρκελ και Σόιμπλε σε γερμανικά περιοδικά ποικίλης ύλης, λαϊκά περιοδικά τα οποία πρωτοστατούσαν σε επιθέσεις εναντίον των «άσωτων» Ελλήνων. Είναι ίσως μια προσπάθεια της γερμανικής κυβέρνησης να απευθυνθεί στο πιο λαϊκό στοιχείο της γερμανικής κοινής γνώμης, το οποίο ήταν και το πιο σκληρό κατά της βοήθειας προς την Ελλάδα-προκειμένου να τους πείσει για την αναγκαιότητα αυτής της βοήθειας καθώς χρειάζεται και δεύτερο πακέτο (Βεβαίως την ίδια ώρα το σοβαρό περιοδικό Spiegel κυκλοφορεί με εξώφυλλο την κηδεία του ευρώ με το φέρετρο σκεπασμένο με την Ελληνική σημαία, αλλά το άρθρο δεν είναι ανθελληνικό όπως το είδε ο Στραβελάκης στο MEGA, δηλώνοντας προσβεβλημένος «πάνω από όλα είμαστε Έλληνες». Είναι ένα άρθρο για τις αδυναμίες του νομίσματος που αποκαλύφθηκαν με αφορμή την ελληνική κρίση). Ακόμη και το περιοδικό Focus που πρωτοστάτησε στις λαϊκίστικες επιθέσεις, τώρα με εξασέλιδο άρθρο του, προσπαθεί να δώσει την πραγματική διάσταση του οικονομικού προβλήματος που έχουν δημιουργήσει τα μέτρα λιτότητας στους Έλληνες, ασχολούμενο με τους «αγανακτισμένους». Στο άρθρο με τίτλο «Γιατί βγαίνουν οι Έλληνες στους δρόμους» το περιοδικό παραθέτει με πολλή σοβαρότητα και καλό ρεπορτάζ και χωρίς λαϊκίστικες κραυγές, την οικτρή οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα.
Αφού αναφέρεται στις δηλώσεις των πολιτικών αρχηγών όπως του Γιώργου Παπανδρέου που χαρακτήρισε τα μέτρα άδικα αλλά αναγκαία και σε αυτές του Αντώνη Σαμαρά γράφοντας ότι αντιδρά με «συνήθως λαϊκίστικες δηλώσεις», καταλήγει στη συνέχεια ότι αυτές οι δηλώσεις κρύβουν στον πυρήνα τους μια αλήθεια. «Ότι από τα οικονομικά μέτρα επηρεάζονται οι οικονομικά ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού».
Στο άρθρο περιγράφονται στη συνέχεια οι συνέπειες των μέτρων για τους Έλληνες με τις αλλαγές στο εργασιακό καθεστώς, αναφέρει ότι τα χαμηλά εισοδήματα επηρεάστηκαν αρνητικά, αδικαιολόγητα, η εγχώρια κατανάλωση κατέρρευσε και τη νύφη θα πληρώσουν και πάλι εργαζόμενοι και συνταξιούχοι. Καταγράφει την αδιαφάνεια και τις στρεβλώσεις του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος, επισημαίνει ότι η ανεργία ξεπέρασε το 16% και τονίζει ότι τα συστήματα κοινωνικής βοήθειας δεν υπάρχουν.
«Πολλοί Έλληνες θεωρούν κοροϊδία το ότι οι ίδιοι πρέπει να ζήσουν χωρίς το επίδομα αδείας και το δώρο Χριστουγέννων τη στιγμή που το προσωπικό του Κοινοβουλίου, δεν έχει καμία επίπτωση στο σύνολο των εσόδων του και το καθεστώς των 16 μισθών συνεχίζεται», γράφει το περιοδικό που στη συνέχεια καταγράφει το «γκρέμισμα» της οικοδομικής δραστηριότητας. «Οι Έλληνες παραδοσιακά προτιμούν να αγοράσουν ένα σπίτι με χρηματοδότηση από τραπεζικά δάνεια με λήξη στα 30 χρόνια. Τώρα η κυβέρνηση θέλει να εισαγάγει περισσότερους φόρους ακινήτων… Ήδη πολλά σπίτια είναι άδεια. Οι τρέχουσες τιμές αντιστοιχούν στο μισό της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων στις φτωχότερες περιοχές». Το Focus υπογραμμίζει ότι μεταξύ των αγανακτισμένων υπάρχουν και πολλοί εργαζόμενοι στον κατασκευαστικό τομέα και συνεχίζει με δηλώσεις διαδηλωτών για την δυσκολία της οικονομικής κατάστασης στη χώρα. περιγράφοντας παράλληλα την κατάσταση και τις στρεβλώσεις από την αύξηση του ΦΠΑ σε διάφορα προϊόντα και στις παραμεθόριες περιοχές.
Το Focus επικεντρώνει και στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, ένα πρόγραμμα που χαρακτηρίζει ελκυστικό για τους ξένους επενδυτές αλλά που βρίσκει αντίθετους τους διαδηλωτές οι οποίοι διαμαρτύρονται για τα κεφάλαια που θα φύγουν στο εξωτερικό υποστηρίζοντας ότι το κράτος θα στερηθεί και έσοδα από την πώληση των κρατικών επιχειρήσεων αλλά και η αγορά θέσεις εργασίας.
Αιχμηρά ολοκληρώνεται το άρθρο του γερμανικού περιοδικού επισημαίνοντας ότι ενώ στη γιορτή του Αγίου Πνεύματος οι «αγανακτισμένοι» διαδήλωναν σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, την ίδια ώρα τα υψηλά εισοδήματα εκμεταλλεύτηκαν το τριήμερο για να εκδράμουν στην ακριβή Μύκονο, όπως και σε άλλα νησιά που ήταν sold out.