Την ώρα που το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων ανοίγει στη χώρα μας και γίνεται θέμα στη βουλή, η γερμανική κυβέρνηση σπεύδει να ξεκαθαρίσει ότι για τους Γερμανούς, τέτοιο ζήτημα δεν τίθεται. Το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών σε αποκλειστική δήλωση προς το ΑΠΕ, δηλώνει ότι η Γερμανία αναγνωρίζει την ευθύνη της για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ότι "λυπάται βαθύτατα για την οδύνη των θυμάτων" αλλά όπως σημειώνει έχει καταβάλει ήδη αποζημιώσεις στο πλαίσιο της Συμφωνίας του 1946, ενώ στήριξε έμπρακτα και την ανοικοδόμηση της Ελλάδας, την οποία βεβαίως εκείνη είχε γκρεμίσει.
Ολόκληρη η δήλωση του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών:
"Η Γερμανία αναγνωρίζει την ευθύνη της για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και λυπάται βαθύτατα για την οδύνη των θυμάτων. Αυτό ισχύει και για την γερμανική κατοχή της Ελλάδας.
Η Γερμανία κατέβαλε από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, στο πλαίσιο της Συμφωνίας του 1946 για την Διασυμμαχική Υπηρεσία Αποζημιώσεων των Παρισίων, αποζημιώσεις και για την Ελλάδα και στήριξε την χώρα έμπρακτα στην ανοικοδόμησή της.
Εξήντα πέντε χρόνια μετά το τέλος του Πολέμου και έπειτα από δεκαετίες ειρηνικής, γεμάτης εμπιστοσύνης, συνεργασίας της Γερμανίας με την Ελλάδα και στενής σχέσης μας στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., το ερώτημα των αποζημιώσεων από την σκοπιά της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης δεν αποτελεί πλέον θέμα".
Η Συμφωνία του 1946
Στην ιστοσελίδα www.distomo.gr όπου και αναφέρεται όλη η νομολογία βάσει της οποίας οι συγγενείς των θυμάτων των ναζιστικών θηριωδιών προσέφυγαν στα δικαστήρια διεκδικώντας αποζημιώσεις, (τελικά το Δικαστήριο της Χάγης στο οποίο προσέφυγε η Γερμανία για το θέμα της ετεροδικίας αποφάσισε ότι ιδιώτες δεν μπορούν να διεκδικήσουν τις αποζημιώσεις, μπορούν όμως χώρες), αναφέρονται τα εξής σχετικά με τη Συμφωνία του 1946: «Στη Σύμβαση για τις πολεμικές αποζημιώσεις του Παρισιού του 1946 τα πολεμικά χρέη απέναντι στην Ελλάδα είχαν υπολογιστεί ότι ανέρχονταν σε 7,1 δισεκατομμύρια αμερικάνικα δολάρια. Μερικά χρόνια αργότερα όμως, στα πλαίσια του ανερχόμενου Ψυχρού Πολέμου, οι δυτικοί σύμμαχοι χρειάζονται τη Γερμανία ως σύμμαχο κατά του κομμουνισμού. Γι' αυτό συμφωνείται με τη Συνθήκη του Λονδίνου του 1953 ότι η ξεπληρωμή των αναγνωρισμένων πολεμικών χρεών της Γερμανίας θα αναβληθεί — ώσπου να υπάρξει μία τελική συμφωνία μέσα στα πλαίσια μίας μετέπειτα συνθήκης για την ειρήνη. Η Ελλάδα — που δεν συγκαταλέγεται στις νικήτριες δυνάμεις — δεν μπορεί να εκφωνήσει γνώμη πάνω στο θέμα αυτό.
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας συνάπτει μεν στη δεκαετία του ΄60 με τις δυτικές χώρες τις λεγόμενες ομαδικές συμφωνίες, σύμφωνα με τις οποίες η Γερμανία αποδέχεται την υποχρέωση αποζημίωσης. Με την Ελλάδα συνάπτεται μία τέτοια σύμβαση για 115 εκατομμύρια μάρκα, δηλαδή ένα πολύ μικρό ποσοστό του πραγματικού χρέους. Αλλά τα θύματα των εγκλημάτων της Βέρμαχτ, αυτοί που δούλεψαν σε καταναγκαστικά έργα και οι αντιστασιακοί εξαιρούνται καθαρά από αυτές τις πληρωμές, και έτσι εξαιρούνται από τη σύμβαση αυτή οι αξιώσεις από ιδιώτες. Η ελληνική κυβέρνηση πάντα τόνιζε ότι με αυτή τη ομαδική συμφωνία δεν πάρθηκε καμία τελική απόφαση — και ακόμα και υπάλληλοι του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Υπουργείου Οικονομικών παραδέχτηκαν γραπτώς ότι οι ελληνικές απαιτήσεις πολεμικής αποζημίωσης δεν έχουν ικανοποιηθεί με αυτή τη ομαδική συμφωνία.
Μετά από την επανένωση της Γερμανίας μπορεί να ήρθε η ώρα να γίνει μία τελική «σύμβαση ειρήνης» — όπως αναφέρθηκε στη συνθήκη του Λονδίνου του 1953. Αλλά αυτό αποφεύγεται συνειδητά και αντ' αυτού καταρτίζεται μία «Σύμβαση 2+4», που ναι μεν κανονίζει την παραίτηση από απαιτήσεις πολεμικών αποζημιώσεων — αλλά μόνο με τις τέσσερις «Μεγάλες δυνάμεις», δηλαδή ανάμεσα στους τότε συμμάχους. Η Ελλάδα και πολλές άλλες χώρες δεν καλούνται στην αναίρεση της σύμβασης. ΄Έτσι λοιπόν δεν μπορούν να προβάλουν αξιώσεις — ούτε όμως και να παραιτηθούν από ενδεχόμενες αξιώσεις.
Σχεδόν όλοι οι νομικοί που είναι ειδικευμένοι σε αυτό το θέμα, συμφωνούν στο ότι με αυτή τη «Σύμβαση 2+4» έχει αναιρεθεί η Συνθήκη του Λονδίνου. Έτσι υπάρχει η δυνατότητα για χώρες και ίσως και για ιδιώτες, να διεκδικήσουν τις παλιές τους απαιτήσεις — αυτές τις απαιτήσεις, για τις οποίες η Γερμανία είχε πάρει παράταση πληρωμής το 1953 λόγω της Σύμβασης του Λονδίνου. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα και για την Ελλάδα και για Έλληνες πολίτες».
σχόλια