H κρίση στην Τουρκία είναι σοβαρή και χειροτερεύει μέρα με τη μέρα, σημειώνει ο Guardian στην ανάλυση που κάνει σχετικά με την ελεύθερη πτώση της τουρκικής λίρας που κλυδωνίζει τις αγορές.
Κατά τα τελευταία πέντε χρόνια, η ανάπτυξη της Τουρκίας σχεδόν συμβαδίζει με εκείνη της Κίνας και της Ινδίας, αλλά τώρα εμφανίζει τα κλασικά σημάδια «υπερθέρμανσης»: ένα μεγάλο εμπορικό έλλειμμα, μια έκρηξη των κατασκευών και αυξανόμενο χρέος. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές αντιμετώπισαν τον πληθωρισμό, ο οποίος αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό άνω του 15%, πουλώντας την τουρκική λίρα, η οποία έχει χάσει κατά 45% την αξία της έναντι του δολαρίου ΗΠΑ από την αρχή του έτους.
Δύο επιπλέον παράγοντες επιδεινώνουν την κρίση. Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αντιτίθεται στην αύξηση των επιτοκίων για την εξυγίανση της οικονομίας και την υποστήριξη του νομίσματος και έχει χρησιμοποιήσει την πρόσφατη εκλογική νίκη του για να επιβάλει τις ανορθόδοξες απόψεις του στην κεντρική τράπεζα της χώρας.
Η έλλειψη δράσης για τα επιτόκια συνέπεσε με μια έντονη επιδείνωση των σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ. Η απόφαση της Τουρκίας να κρατήσει φυλακισμένο τον Αμερικανό πάστορα Μπράνσον ώθησε τον Τραμπ να επιβάλει κυρώσεις και δασμούς στις εισαγωγές τουρκικού χάλυβα και αλουμινίου.
Ποιες είναι οι επιπτώσεις για την παγκόσμια οικονομία;
Ο άμεσος αντίκτυπος της εμφάνισης μιας αναπόφευκτης ύφεσης στην Τουρκία θα ήταν σχετικά μικρός, επειδή παρά τα 80 εκατομμύρια κατοίκους και την ισχυρή ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, η χώρα αντιπροσωπεύει μόνο το 1% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Οι χώρες της ευρωζώνης διατηρούν εμπορικό πλεόνασμα με την Τουρκία, αλλά είναι μικρό. Στις δύο προηγούμενες τουρκικές χρηματοπιστωτικές κρίσεις, οι ευρωπαίοι εξαγωγείς μπόρεσαν να εκτρέψουν τις δραστηριότητές τους σε άλλες αγορές.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξέφρασε την ανησυχία της για πιθανή μετάδοση της κρίσης μέσω του τραπεζικού συστήματος της ευρωζώνης, με την Ισπανία και ακολούθως την Ιταλία, να είναι οι πιο εκτεθειμένες χώρες.
Ένας μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ότι η κρίση της Τουρκίας θα επεκταθεί σε άλλες αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς καθώς υπάρχουν σημάδια τη Δευτέρα ότι άλλες χώρες που θεωρούνται ευάλωτες δέχτηκαν πλήγμα.
Τα προβλήματα της Τουρκίας είναι ιδιαίτερα οξυμένα, διότι έχει περισσότερα από 300 δισεκατομμύρια εταιρικού χρέους σε δολάρια. Ωστόσο, άλλες χώρες - όπως το Μεξικό και η Νότια Αφρική - εκμεταλλεύτηκαν επίσης τα χαμηλά επιτόκια των ΗΠΑ τα χρόνια μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση για να δανειστούν σε δολάρια σε μεγάλο βαθμό και είδαν τα νομίσματά τους να πιέζονται. Ο φόβος έχει να κάνει με μια πλήρη κρίση των αναδυόμενων αγορών.
Ποιες είναι οι γεωπολιτικές επιπτώσεις;
Από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Τουρκία έχει στρέψει το βλέμμα της προς τα δυτικά. Είναι από το 1952 μέλος του ΝΑΤΟ, το 1987 ζήτησε να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και υπερηφανευόταν ότι ήταν ένα κοσμικό δημοκρατικό κράτος. Αλλά υπήρξε μια σημαντική μετατόπιση υπό τον Ερντογάν. Οι ενταξιακές συνομιλίες με την ΕΕ έχουν ανασταλεί ως απάντηση σε φερόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Η Ουάσινγκτον ανέφερε ότι η απόφαση της Άγκυρας να αγοράσει ρωσικούς πυραύλους S-400 ήταν ασυμβίβαστη με τα αμυντικά συστήματα του ΝΑΤΟ, και ο Ερντογάν υποστήριξε τον εξισλαμισμό της Τουρκίας.
Η αντιπαράθεση του Τούρκου Προέδρου με τον Τραμπ τροφοδότησε ανησυχίες για μια μετατόπιση της εξωτερικής πολιτικής που θα είχε ως αποτέλεσμα την αποχώρηση της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, τη σφυρηλάτηση ισχυρότερων πολιτικών δεσμών με τη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν, και την αποχώρηση των τριών εκατομμυρίων Συρίων προσφύγων που ζουν στην Τουρκία για την ΕΕ. Ωστόσο, καμία από αυτές τις μακροπρόθεσμες αποφάσεις δεν θα λύσει τα άμεσα προβλήματα της Τουρκίας.
Τι μπορεί να κάνει η τουρκική κυβέρνηση
Προς το παρόν η Άγκυρα έχει περιοριστεί σε «σκληρή» γλώσσα αλλά μηδαμινή δράση. Ο Ερντογάν κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι «μαχαίρωσαν πισώπλατα» την Τουρκία, με την κυβέρνηση να προαναγγέλλει αυστηρά μέτρα καταστολής της διασποράς ψευδών ειδήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Εν τω μεταξύ, η κεντρική τράπεζα έχει μειώσει τις απαιτήσεις χρηματοδότησης για τις τουρκικές τράπεζες.
Τίποτα από όλα αυτά όμως δεν φαίνεται έστω και ελάχιστα επαρκές για να αντιμετωπίσει την κρίση αυτής της κλίμακας, δεδομένης της ανεπάρκειας συναλλάγματος και των τουρκικών αποθεμάτων χρυσού, που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση των κερδοσκόπων.
Ο Ερντογάν επιμένει πως η χώρα του παραμένει προσηλωμένη στις αρχές των ανοικτών αγορών αλλά η δυνατότητα εφαρμογής capital controls θα μπορούσε να αποσβέσει κάποιες από τις πιέσεις που δέχεται η λίρα. Ωστόσο και αυτό το μέτρο θα είχε μόνο βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα, καθώς η ανοικτή οικονομία της χώρας έχει ανάγκη από ξένα νομίσματα.
Τι θα συμβεί μετά;
Η ιστορία των προηγούμενων κρίσεων διδάσκει πως είτε θα επικρατήσει η Τουρκία είτε θα κερδίσουν οι «νομισματικοί κερδοσκόποι».
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, μόνο δύο πράγματα μπορούν να ανακόψουν τον κατήφορο της τουρκικής λίρας: μία σημαντική αύξηση των επιτοκίων (που βρίσκονται ήδη πάνω από το 17%) ή η ανακοίνωση ενός έκτακτου πακέτου οικονομικής στήριξης από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Αν η κατάρρευση συνεχιστεί, ίσως χρειαστούν και τα δύο.
Η απελευθέρωση του Αμερικανού πάστορα Μπράνσον επίσης θα βοηθούσε, ακόμα κι αν αυτό σήμαινε μία ντροπιαστική υποχώρηση του Ερντογάν. Στο σημείο που βρίσκεται η τουρκική οικονομία δεν υπάρχουν εύκολες επιλογές και το μόνο ερώτημα που μένει αναπάντητο είναι πόσο βαθιά θα αποδειχθεί η ύφεση στη γειτονική χώρα.
Με πληροφορίες από Guardian
σχόλια