Η Ουάσινγκτον δημοσιοποίησε την Τρίτη έναν κατάλογο 1.300 εισαγόμενων κινεζικών προϊόντων -μεταξύ άλλων των τομέων της τεχνολογίας, των ιατρικών εφαρμογών, των μεταφορών- στα οποία θέλει να επιβάλει επιπρόσθετους δασμούς ύψους 25%.
Στόχος της είναι να αναγκάσει το Πεκίνο να αλλάξει στάση και πρακτική σε ό,τι αφορά την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας.
Με τη δημοσιοποίηση αυτή, η κυβέρνηση του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ κλιμάκωσε ακόμη περισσότερο την ένταση στη διευρυνόμενη διένεξη με την Κίνα στο πεδίο του εμπορίου.
Το γραφείο του αντιπροσώπου της αμερικανικής κυβέρνησης για εμπορικά θέματα σε διεθνές επίπεδο (USTR) αποκάλυψε τον κατάλογο των εισαγόμενων προϊόντων, τα περισσότερα από τα οποία δεν είναι ευρείας κατανάλωσης και η αξία των οποίων σε ετήσια βάση υπολογίζεται σε περίπου 50 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ο κατάλογος αυτός καθιστά σαφές ότι θα πληγούν οι αλυσίδες εφοδιασμού πολλών αμερικανικών επιχειρήσεων. Στον κατάλογο συμπεριλαμβάνονται από μοτοσικλέτες μέχρι προϊόντα για οδοντιάτρους και από προϊόντα ρομποτικής μέχρι ημιαγωγοί.
Η δημοσιοποίηση του καταλόγου αυτού σηματοδοτεί την έναρξη μιας περιόδου δημόσιας διαβούλευσης, η οποία αναμένεται να διαρκέσει περίπου δύο μήνες. Κατόπιν, ο USTR θα προχωρήσει στην ανακοίνωση της «οριστικής» λίστας των προϊόντων. Έχει προγραμματιστεί μια δημόσια ακρόαση την 15η Μαΐου για τους δασμούς.
Η κυβέρνηση της Κίνας καταδίκασε την κίνηση της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Επανέλαβε ότι η αντίδρασή της θα είναι να επιβάλλει «αντίστοιχα μέτρα ίσου μεγέθους και ίσης ισχύος σε βάρος προϊόντων των ΗΠΑ» και διεμήνυσε ότι θα καταθέσει προσφυγή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
«Όπως λέει ένα κινεζικό ρητό, είναι ευγενική η ανταπόδοση. Η κινεζική πλευρά θα προσφύγει στον μηχανισμό επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ και θα λάβει αντίστοιχα μέτρα, ίδιας αναλογίας και ίσης ισχύος, εναντίον αμερικανικών προϊόντων βάσει της κινεζικής νομοθεσίας», ανέφερε ανακοίνωση της κινεζικής πρεσβείας στην Ουάσινγκτον.
Στην ανακοίνωση του USTR, υποστηρίζεται ότι οι δασμοί επιβάλλονται σε αντίδραση για τις πολιτικές της Κίνας που «εξαναγκάζουν αμερικανικές εταιρείες να προχωρούν στη μεταφορά τεχνολογίας και πνευματικής ιδιοκτησίας σε κινεζικές επιχειρήσεις», με στόχο να εξυπηρετηθεί «η δεδηλωμένη πρόθεση της Κίνας να αρπάξει την ηγεσία στο οικονομικό πεδίο της προηγμένης τεχνολογίας και να προωθήσει τους βιομηχανικούς σχεδιασμούς της».
Η Κίνα διαψεύδει ότι οι νόμοι της ή οι πολιτικές της έχουν σκοπό τη μεταφορά τεχνολογίας και καταγγέλλει ότι η Ουάσινγκτον επιδίδεται σε τακτικές «εκφοβισμού», τονίζοντας ότι η «μόνη» επιλογή που έχουν οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου είναι η «συνεργασία», αλλά παράλληλα διαμηνύοντας πως θα υπερασπιστεί τα συμφέροντά της.