Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την εκδίκαση προσφυγής που κατέθεσαν τρεις αιτούντες άσυλο ζητώντας την ακύρωση της συμφωνίας ΕΕ–Τουρκίας για τον περιορισμό των μεταναστευτικών ροών, ανακοίνωσε πως να είναι «αναρμόδιο» για να αποφανθεί επί τέτοιων προσφυγών.
Οι τρεις προσφεύγοντες, δύο Πακιστανοί και ένας Αφγανός υπήκοος, που έθεσαν σε αμφισβήτηση την νομιμότητα της συμφωνίας που υπεγράφη τον Μάρτιο του 2016, κατέθεσαν το αίτημα ακύρωσης της στις 22 Απριλίου 2016.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, οι Βρυξέλλες υποσχέθηκαν την επιτάχυνση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας, την απελευθέρωση των θεωρήσεων εισόδου και τρία δισεκατομμύρια ευρώ στην Άγκυρα με αντάλλαγμα να παίρνει πίσω τους μετανάστες που φθάνουν στην Ελλάδα από τις τουρκικές ακτές.
Στο σκεπτικό του το Δικαστήριο, που έχει την έδρα του στο Λουξεμβούργο, ανέφερε πως «δεν ήταν η Ένωση, αλλά τα κράτη–μέλη της, ως φορείς του διεθνούς δικαίου, που διεξήγαγαν τις διαπραγματεύσεις με την Τουρκία».
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο «έκρινε ότι ούτε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (που περιλαμβάνει τους ηγέτες των κρατών–μελών), ούτε κανένας άλλος θεσμός της ΕΕ δεν αποφάσισε να καταλήξει σε συμφωνία με την τουρκική κυβέρνηση για την μεταναστευτική κρίση».
«Εν τη απουσία μιας πράξης ενός θεσμικού οργάνου της Ένωσης, την νομιμότητα της οποίας μπορεί να εξετάσει, το Δικαστήριο κρίνει ότι είναι αναρμόδιο να εξετάσει τις προσφυγές των τριών αιτούντων άσυλο», υπογραμμίζεται.