— Πώς αποτιμάτε τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των γαλλικών εκλογών;
Το εκλογικό αποτέλεσμα της 10ης Απριλίου στη Γαλλία σηματοδοτεί τη ριζική μεταβολή του κομματικού συστήματος της Πέμπτης Δημοκρατίας, το οποίο πλέον χαρακτηρίζεται από δύο αντίρροπες δυναμικές: από την ενίσχυση του κέντρου αφενός, των άκρων του κομματικού συστήματος αφετέρου. Οι ιστορικές παρατάξεις της δεξιάς και της αριστεράς εξαϋλώθηκαν πολιτικά, αφήνοντας χώρο για περαιτέρω ενίσχυση ριζοσπαστικών κομματικών μορφωμάτων.
Η συνύπαρξη στην κομματική αρένα του κέντρου («Η Δημοκρατία προχωρά μπροστά» του Ε. Μακρόν) με δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς (Ανυπότακτη Γαλλία, Ζ.-Λ. Μελανσόν) και της ριζοσπαστικής ακροδεξιάς (Εθνικός Συναγερμός, Μ. Λεπέν) καλλιεργεί ένα κλίμα διαρκούς πόλωσης, το οποίο θα καταστήσει δύσκολη τη διακυβέρνηση σε ένα θεσμικό περιβάλλον ημιπροεδρικής δημοκρατίας, στο οποίο ο εκάστοτε εκλεγμένος Πρόεδρος, ως αρχηγός του κράτους, πρέπει να μπορεί να συναιρεί πολιτικές διαθέσεις και ενδεχομένως να «συγκατοικήσει» στην Εθνοσυνέλευση με την πλειοψηφία ενός άλλου κόμματος από αυτό που τον εξέλεξε στην προεδρία.
Το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία θέτει ζητήματα που αφορούν την ποιότητα και τη λειτουργικότητα της δημοκρατίας σε μια χώρα με τις ισχυρότερες παραδόσεις ρεπουμπλικανικής δημοκρατίας στην Ευρώπη και μένει να φανεί αν το βάθος αυτών των παραδόσεων και μια δημοκρατική κουλτούρα μπορούν να αποδειχθούν ισχυρότερες κληρονομιές από τον λαϊκισμό και τη ριζοσπαστικοποίηση.
Το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία θέτει ζητήματα που αφορούν την ποιότητα και τη λειτουργικότητα της δημοκρατίας σε μια χώρα με τις ισχυρότερες παραδόσεις ρεπουμπλικανικής δημοκρατίας στην Ευρώπη και μένει να φανεί αν το βάθος αυτών των παραδόσεων και μια δημοκρατική κουλτούρα μπορούν να αποδειχθούν ισχυρότερες κληρονομιές από τον λαϊκισμό και τη ριζοσπαστικοποίηση.
— Το φάντασμα του λαϊκισμού πλανάται πάνω από την Ευρώπη;
Πρόκειται, πλέον, για ένα πολιτικά απτό ρεύμα που αφορά συνολικά τον δυτικό κόσμο. Ο λαϊκισμός έχει γιγαντωθεί στην κομματική σκηνή και ο φόβος είναι ότι οι δυνάμεις που κινούνται στο λαϊκίστικό φάσμα έχουν μια δεύτερη πολιτική ατζέντα που θα επιχειρήσουν να υλοποιήσουν με το που θα κατακτήσουν την απαραίτητη πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα.
Αυτό το είδαμε στις ΗΠΑ στη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ, η οποία συνοδεύτηκε από τον πειραματισμό του τότε Προέδρου με ανελεύθερες πρακτικές αλλά και από ένα εγχείρημα κατευθυνόμενης βίαιης λαϊκίστικής κινητοποίησης με σκοπό την κατάλυση της δημοκρατίας. Ορισμένα κράτη-μέλη της Ε.Ε. ‒το παράδειγμα της Ουγγαρίας είναι χαρακτηριστικό‒ δοκιμάζουν επί μακρόν ανελεύθερες πολιτικές πρακτικές, έχοντας στραγγαλίσει τη δημοκρατία.
Ο λαϊκισμός παράγει ήδη απτά και μη αναστρέψιμα πολιτικά αποτελέσματα, με το Brexit να είναι ένα από αυτά, ενώ και σε άλλες χώρες του δυτικοευρωπαϊκού πυρήνα (Ιταλία, Αυστρία) η διακυβέρνηση υπονομεύεται από την παρατεταμένη ενίσχυση του λαϊκισμού.
Το πιο ανησυχητικό, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι, εκτός από ένα πολιτικό/κομματικό ρεύμα, που είναι μάλιστα ανοδικό, ο λαϊκισμός δείχνει να είναι μια επιλογή που ένα αριθμητικά σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας μπαίνει στον πειρασμό να δοκιμάσει, εκτονώνοντας παράπονά του (grievances) και αρνητικές διαθέσεις.
Αυτός ο πειρασμός γίνεται εντονότερος καθώς οι λαϊκιστικές κομματικές δυνάμεις έχουν επιδοθεί σε πρακτικές ανασχεδιασμού του προφίλ τους (rebranding) και μιας κάποιας «κανονικοποίησης», καμουφλάροντας έτσι τις πραγματικές πολιτικές τους στοχεύσεις.
— Το φιλολαϊκό προφίλ της Λεπέν μπορεί να απειλήσει εκείνο του «παγκοσμιοποιημένου» Προέδρου Μακρόν;
Η απειλή είναι ήδη εδώ. Ακόμα κι αν χάσει η Λεπέν από τον Μακρόν, κάτι που αποτελεί το πιο ισχυρό σενάριο καθ’ οδόν προς τον δεύτερο γύρο της προεδρικής κούρσας, ούσα η επικεφαλής του Εθνικού Συναγερμού για δεύτερη συνεχόμενη φορά στον επαναληπτικό γύρο, δείχνει ότι μπορεί να συσπειρώσει μια σημαντική μερίδα του εκλογικού σώματος και ότι πια δεν αποτελεί μια πολιτική «πυγολαμπίδα».
Η λαϊκοποίηση αυτή είχε ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1990, όταν το Εθνικό Μέτωπο σκόραρε πολύ ψηλά ανάμεσα στα «μπλε κολάρα».
Η δύναμη της Λεπέν κατανέμεται σε όλες τις περιοχές του άξονα αριστεράς - δεξιάς και διεισδύει ευδιάκριτα σε άλλοτε αριστερούς εκλογείς ή/και σε εκλογείς με τυπικά ταξικά γνωρίσματα αριστερού ψηφοφόρου, δικαιολογώντας έτσι τον χαρακτηρισμό του «αριστερολεπενισμού».
Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι, όσον αφορά αυτόν τον χώρο, τα αρνητικά χαρακτηριστικά του έχουν απομειωθεί στα μάτια του εκλογικού σώματος, ένα σημαντικό τμήμα του οποίου (πηγή: ifop) έχει πάψει να θεωρεί ρατσιστικό και επικίνδυνο για τη δημοκρατία τον Εθνικό Συναγερμό, σε σύγκριση με τον πρόγονό του (Εθνικό Μέτωπο).
— Και τι σηματοδοτεί το υψηλό ποσοστό αποχής;
Στην αποχή αποτυπώνονται τόσο η ανασφάλεια των χαμηλών κοινωνικο-οικονομικά στρωμάτων (είναι σημαντικά υψηλότερη η αποχή στα χαμηλά εισοδήματα) όσο και η κριτική στάση των πολιτών με υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, των οποίων η αποχή κυμαίνεται λίγο πάνω από τη μέση τιμή της στο σύνολο του εκλογικού σώματος. Η πολιτική δυσαρέσκεια συσχετίζεται με υψηλότερα ποσοστά αποχής, ενώ φαίνεται ότι την αποχή επέλεξε ένα τμήμα παραδοσιακών δεξιών ψηφοφόρων, όπως και ψηφοφόρων των σοσιαλιστών.
Το χάσμα στα ποσοστά της αποχής μεταξύ των νέων έως 34 ετών και των μεγαλύτερων σε ηλικία είναι τεράστιο, γεγονός που επιβεβαιώνει το εύρημα ότι η ηλικία στη μετανεωτερική πολιτική σκηνή αποτελεί έναν καλό δείκτη πρόβλεψης της υψηλότερης συμμετοχής των μεγαλύτερων ηλικιών αλλά και των παλιότερων γενεών συγκριτικά με τους νέους και τις γενιές από το 1970 και μετά.