Ανάμεσα στους κοινούς ήχους των Φίτζι - τον παφλασμό του ωκεανού, μια εκκλησιαστική χορωδία - υπάρχει ένας αναπάντεχος και ανεπιθύμητος θόρυβος: το επίμονο γάβγισμα αδέσποτων σκύλων.
Ο πληθυσμός των αδέσποτων σκύλων σε ολόκληρη τη χώρα του Ειρηνικού έχει εκτοξευθεί τα τελευταία χρόνια, ξεκινώντας από ένα baby boom κουταβιών, που σημειώθηκε όταν οι πρωτοβουλίες στείρωσης σταμάτησαν στη διάρκεια της πανδημίας και το κλείσιμο των συνόρων έκοψε τη ροή των άκρως απαραίτητων διεθνών εθελοντών κτηνιάτρων.
«Είναι τεράστιο πρόβλημα... υπάρχουν τόσα πολλά σκυλιά», λέει ο Shaneel Narayan, διευθυντής του καταφυγίου SPCA της Σούβα, που εκτιμά ότι μόνο στην πρωτεύουσα κυκλοφορούν ελεύθερα 20.000 έως 30.000 σκυλιά. Ορισμένα είναι αδέσποτα, ενώ άλλα είναι απλώς περιπλανώμενα - έχουν ιδιοκτήτες αλλά τους επιτρέπεται να περιφέρονται ελεύθερα στους δρόμους.
«Σε ένα χρόνο συνήθως στειρώναμε περίπου 3.000 ζώα και λόγω του Covid για δύο χρόνια, δεν μπορούσαμε να εφαρμόσουμε κανένα από αυτά τα προγράμματα λόγω των περιορισμών», εξηγεί. «[Τα σκυλιά] κάνουν πέντε ή έξι κουτάβια σε μια γέννα. Οπότε, σε δύο χρόνια μπορείτε να φανταστείτε πόσα ζώα έχουμε μπροστά μας σε μια γειτονιά».
Τα σκυλιά αφήνονται έρμαια να ψάχνουν για αποφάγια, να περιφέρονται με τραύματα εγκατάλειψης και να μεγαλώνουν τα κουτάβια τους στα περίχωρα της πόλης.
Ακόμη και αν οι υπηρεσίες στείρωσης έχουν επανεκκινήσει μετά την πανδημία, η SPCA και άλλα καταφύγια ζώων παλεύουν να αντιμετωπίσουν τον αριθμό των ζώων.
«Μετά την πανδημία, πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο, περίπου 40 με 50 ζώα έρχονται στο καταφύγιο κάθε εβδομάδα. Είμαστε πνιγμένοι», προσθέτει.
Τα αδέσποτα σκυλιά μεταφέρουν ασθένειες, κυκλοφορούν συχνά σε πολυσύχναστους δρόμους και ορισμένα έχουν γίνει πρωτοσέλιδα για άγριες επιθέσεις σε παιδιά.
Ο Petero Bole, φύλακας στο Πανεπιστήμιο του Νοτίου Ειρηνικού, καλείται να απομακρύνει τα σκυλιά από την πανεπιστημιούπολη. «Πρέπει να τα διώχνουμε. Τη νύχτα τα σκυλιά περιφέρονται στις εγκαταστάσεις. Το δημοτικό συμβούλιο της Σούβα στήνει παγίδες, πιάνουμε περίπου δύο με τρία σκυλιά το πρωί», λέει.
Στην άλλη πλευρά του μεγαλύτερου νησιού των Φίτζι, του Βίτι Λεβού, η κατάσταση είναι εξίσου άσχημη, ειδικά στο Greater Good Foundation (GGF) στη Λαουτόκα, το οποίο φιλοξενεί περισσότερα από 200 σκυλιά σε ένα ανοιχτό καταφύγιο.
Το καταφύγιο μοιάζει με παζλ από περιφραγμένα μαντριά, το καθένα από τα οποία φιλοξενεί δεκάδες σκυλιά που γαβγίζουν και δαγκώνουν. Ο Mere Ranedi, που φροντίζει τα σκυλιά, γνωρίζει κάθε ζώο με το όνομά του. Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις είναι να τα κρατάει ταϊσμένα. «Κάθε μέρα καταναλώνουμε 47 κιλά ρύζι και 52 κιλά νταλ».
Η Naomi Nacagilevu, εθελόντρια του GGF, λέει ότι πολλά από τα σκυλιά που φροντίζει το καταφύγιο έχουν υποστεί κακοποίηση.
«Τα περισσότερα από τα σκυλιά που βρίσκονται εκεί έχουν διασωθεί από το δρόμο, κάποια έχουν εγκαταλειφθεί από τους ιδιοκτήτες, κάποια είναι μανούλες με κουτάβια που είχαν πεταχτεί στο Νάντι ή τη Λαουτόκα και έπρεπε να τα σώσουμε. Μικρά αγόρια περνάνε δίπλα από αθώα ζώα και τα χτυπούν με ξύλα ή τα κλωτσάνε... μερικά έχουν τραυματισμένα πόδια από τροχαίο... οι κυνηγοί γουρουνιών κόβουν τα αυτιά των σκύλων», λέει.
Ο Nacagilevu, ο οποίος βοηθάει στο πρόγραμμα παγίδευσης, στείρωσης και απελευθέρωσης της GGF, λέει ότι η κακομεταχείριση έχει συμβάλει στις επιθέσεις σκύλων στην κοινότητα.
«Πολλοί διαμαρτύρονται για τα σκυλιά που επιτίθενται σε κόσμο στην κοινότητα, αλλά ο λόγος που επιτίθενται και δαγκώνουν είναι η κακομεταχείριση που δέχονται από ανθρώπους», λέει.
Για τον Nacagilevu, τον Narayan και άλλους ειδικούς, ο δρόμος προς την «σωτηρία» είναι μια απλή διαδικασία τριών βημάτων. Με την στείρωση των σκύλων ελπίζουν να μειώσουν τον αριθμό τους τα επόμενα χρόνια.
«Δεν θα γίνει από τη μια μέρα στην άλλη- χρειάζονται τουλάχιστον οκτώ έως 20 χρόνια. Έχει δουλέψει σε ορισμένα μέρη της Σρι Λάνκα και των Φιλιππίνων», λέει ο Narayan.
Το πρόβλημα των σκύλων στα Φίτζι δεν έχει νικητές - τα ζώα υφίστανται κακοποίηση, μεταφέρουν ασθένειες, δαγκώνουν ανθρώπους και τρέχουν σε πολυσύχναστους δρόμους. Οι κτηνίατροι είναι υπερφορτωμένοι και η κοινότητα απογοητευμένη από τις επιπτώσεις.
Η κατάσταση θα μπορούσε να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο, με καταφύγια όπως το GGF να παλεύουν να φροντίσουν τα ζώα. Τον Ιούλιο το καταφύγιο προειδοποίησε ότι τα κεφάλαιά του ήταν εξαιρετικά χαμηλά, με αποτέλεσμα να απέχει μόλις μερικές εβδομάδες από το κλείσιμο. Τελικά κατάφερε να εξασφαλίσει αρκετές δωρεές για να παραμείνει ανοιχτό, αλλά δεν έχει καμία κρατική χρηματοδότηση ή χορηγούς.
«Αν αναγκαστούμε να κλείσουμε, τα σκυλιά που φροντίζουμε... δεν θα έχουν πουθενά να πάνε», ανέφερε το φιλανθρωπικό ίδρυμα σε ανακοίνωσή του τον Ιούλιο. Εκτός από τη μείωση του κινδύνου για την κοινότητα, λέει ο Ranedi, το καταφύγιό τους είναι το ασφαλέστερο μέρος για τα σκυλιά. «Αυτά τα σκυλιά είναι τόσο τυχερά που διασώθηκαν και μεταφέρθηκαν εδώ».
Με πληροφορίες από Guardian