Μία ιστοσελίδα αγγελιών, η οποία κατηγορείται ότι αποτελεί «κόμβο» για σωματεμπορία παιδιών, έκλεισε την ενότητά της για ενήλικες στις ΗΠΑ, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το BBC.
Πρόκειται για την ιστοσελίδα Backpage.com, ενώ το κλείσιμο της «ενότητας ενηλίκων» σημειώθηκε μετά τη δημοσίευση έκθεσης της αμερικανικής Γερουσίας, στην οποία αναφέρεται ότι η ιστοσελίδα «έχει εν γνώσει της αποκρύψει αποδεικτικά στοιχεία εγκλημάτων» καθώς επεξεργάζεται τις διαφημίσεις που περιέχουν λέξεις οι οποίες σχετίζονται με την κακοποίηση παιδιών.
Η ιστοσελίδα υποστηρίζει από την πλευρά της ότι παραβιάστηκαν τα δικαιώματα ελευθερίας του λόγου της, ενώ ισχυρίζεται ότι ορισμένες διαφημίσεις που φιλοξενούνται στην πλατφόρμα έχουν βοηθήσει τις αστυνομικές αρχές να εντοπίσουν εξαφανισμένα παιδιά.
Σύνδεσμοι στην ιστοσελίδα που παραπέμπουν στην ενότητα ενηλίκων περιλαμβάνουν πλέον τη λέξη «λογοκρισία» και κατευθύνουν τους χρήστες σε μια σελίδα με ένα κείμενο στο οποίο η εταιρία ισχυρίζεται ότι έχει πέσει θύμα «αντισυνταγματικής κυβερνητικής λογοκρισίας».
Το κλείσιμο της ενότητας ήταν αναπάντεχο, σχολιάζει το BBC. Τον περασμένο μήνα ένας δικαστής στις ΗΠΑ απέρριψε μια υπόθεση στην οποία οι αστυνομικές αρχές της Καλιφόρνια ισχυρίζονταν πως ο γενικός διευθυντής της Backpage και δύο ακόμα πρώην ιδιοκτήτες είχαν διαπράξει αδικήματα μαστροπείας και ότι είχαν αποκτήσει εκατομμύρια δολάρια φιλοξενώντας διαφημίσεις με σεξουαλικό περιεχόμενο στην ιστοσελίδα.
Η βάση για την απόφαση ήταν πως η νομοθεσία των ΗΠΑ ορίζει ότι οι εκδότες των ιστοσελίδων δεν μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνοι για το περιεχόμενο που δημιουργείται αποκλειστικά από τους χρήστες.
Επίσης τη Δευτέρα, το Ανώτατο Δικαστήριο αρνήθηκε να εξετάσει την προσφυγή που κατέθεσαν τρεις γυναίκες, οι οποίες έκαναν λόγο για υπαιτιότητα της Backpage για το γεγονός ότι είχαν «πωληθεί» ως ιερόδουλες μέσω της ιστοσελίδας όταν ήταν μόλις 15 ετών.
Η βρετανική και άλλες διεθνείς εκδοχές της Backpage συνεχίζουν να διατηρούν την «ενότητα ενηλίκων».
Η μόνιμη Υποεπιτροπή Ερευνών της Γερουσίας περιέγραψε, σε έκθεσή της, την Backpage ως τη «δεύτερη μεγαλύτερη ιστοσελίδα αγγελιών στον κόσμο», υπογραμμίζοντας ότι η υπηρεσία εμπλέκεται στο 73% του συνόλου των υποθέσεων εμπορίας ανηλίκων που έχουν καταγγελθεί από τους πολίτες στο Εθνικό Κέντρο για Εξαφανισμένα και Κακοποιημένα Παιδιά (NCMEC).
Ανέφερε επίσης, ότι η εταιρία έχει επίγνωση του προβλήματος, αλλά αντί να μπλοκάρει ύποπτες αγγελίες, έχει δημιουργήσει ένα πρόγραμμα το οποίο αφαιρεί τις ενοχοποιητικές λέξεις και φράσεις. Οι αποκλεισμένοι όροι περιλαμβάνουν λέξεις όπως «βιασμός», «νέος», «Lolita», «φρέσκο» και «μαθήτρια».
Όπως υποστηρίζει στην έκθεσή της η Επιτροπή, αρχικά αυτές οι λέξεις αφαιρούνταν αυτόματα μέσω ενός ηλεκτρονικού φίλτρου και στη συνέχεια γίνονταν έλεγχοι από υπαλλήλους της υπηρεσίας για τη διαγραφή παρόμοιων λέξεων -ωστόσο οι αγγελίες ανέβαιναν στην ιστοσελίδα «καθαρές».
Η Επιτροπή προσθέτει επίσης ότι από το 2012 μια διαφορετική διαδικασία έχει τεθεί σε εφαρμογή, μέσω της οποίας εμφανίζεται ένα «σφάλμα» εάν εντοπιστούν οι απαγορευμένοι όροι. Οι ειδοποιήσεις αυτές αναγνώριζαν τις «ακατάλληλες» λέξεις, ωστόσο επιτρέπουν στους χρήστες να υποβάλουν εκ νέου αναζήτηση για αγγελίες χρησιμοποιώντας διαφορετικές λέξεις.
Όπως αναφέρει στο δημοσίευμά του το BBC, δικηγόροι της Backpage ανέφεραν πως στελέχη της εταιρίας πρόκειται να εμφανιστούν ενώπιον μιας υποεπιτροπής της Γερουσίας αυτή την εβδομάδα, αλλά όπως δήλωσαν δεν σκοπεύουν να καταθέσουν.