Περισσότερες από 50 γυναίκες καταγγέλλουν εργαζομένους στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και κορυφαίες ΜΚΟ για σεξουαλική εκμετάλλευση και κακοποίηση κατά τη διάρκεια προσπαθειών για την καταπολέμηση του Έμπολα στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.
Σε συνεντεύξεις τους, οι 51 γυναίκες, πολλές από τις οποίες δέχθηκαν τη στήριξη από οδηγούς του οργανισμού βοήθειας και τοπικούς εργαζόμενους σε ΜΚΟ, ανέφεραν πολλαπλά περιστατικά κακοποίησης.
Κυρίως από από άνδρες που υποστήριξαν ότι εργάζονταν σε διεθνές επίπεδο, κατά την κρίση του Έμπολα από το 2018 έως το 2020.
Η πλειοψηφία των γυναικών είπε ότι πολλοί άνδρες είτε τους πρότειναν είτε τις ανάγκασαν να κάνουν σεξ με αντάλλαγμα να τους δώσουν δουλειά. Σε περιπτώσεις που αρνήθηκαν, σύμφωνα με τις καταγγελίες τους, τους έπαυσαν τα συμβόλαια.
Ο αριθμός και η ομοιότητα πολλών από τις καταγγελίες των γυναικών στην ανατολική πόλη Μπένι υποδηλώνουν ότι η πρακτική ήταν ευρέως διαδεδομένη. Τρεις οργανισμοί δεσμεύτηκαν να διερευνήσουν τις κατηγορίες. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες ζήτησε να «διερευνηθούν πλήρως οι ισχυρισμοί».
Ορισμένες γυναίκες δήλωσαν ότι τους έδωσαν αλκοόλ, άλλες ανέφεραν ότι τους έστησαν «ενέδρα» σε γραφεία και νοσοκομεία και άλλες δήλωσαν ότι άνδρες τις κρατούσαν κλειδωμένες σε δωμάτια.
«Πάρα πολλές γυναίκες υπέστησαν ανάλογη κακοποίηση ή εκμετάλλευση», δήλωσε μια 44χρονη, η οποία είπε στους δημοσιογράφους ό,τι για να βρει δουλειά, έκανε σεξ με έναν άνδρα που είπε ότι ήταν εργαζόμενος στον ΠΟΥ.
Εκείνη και οι άλλες γυναίκες μίλησαν, με την προϋπόθεση να διατηρήσουν την ανωνυμία τους υπό τον φόβο εκδίκησης.
Ορισμένες λεπτομέρειες δε, που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την ταυτότητά τους αφαιρέθηκαν για την προστασία τους.
Ορισμένες γυναίκες ήταν μαγείρισσες, καθαριστές και εργαζόμενες σε κοινότητες, που προσελήφθησαν με βραχυπρόθεσμα συμβόλαια, έναντι 50 έως 100 δολάρια το μήνα.
Περισσότερα από το διπλάσιο του κανονικού μισθού δηλαδή. Μία από αυτές ήταν επιζήσασα από Έμπολα και είχε ζητήσει ψυχολογική στήριξη.
Τουλάχιστον δύο γυναίκες δήλωσαν ότι έμειναν έγκυες.
Πολλές γυναίκες είπαν επίσης ότι δεν είχαν αναφέρει μέχρι τώρα τα περιστατικά από φόβο μήπως υπάρξουν αντίποινα ή χάσουν τη δουλειά τους. Οι περισσότερες, όμως, από ντροπή.
Πολλές ήταν εκείνες που είπαν ότι τα περιστατικά αυτά συνέβησαν τον περασμένο Μάρτιο.
«Οι ενέργειες που φέρεται να διαπράττονται από άτομα που ταυτίζονται ως εργαζόμενοι στον ΠΟΥ είναι απαράδεκτες και θα διερευνηθούν αυστηρά», ανέφερε σε δήλωσή του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
«Η προδοσία των ανθρώπων στις κοινότητες που υπηρετούμε είναι κατακριτέα», ανέφερε, τονίζοντας ότι «δεν ανεχόμαστε τέτοια συμπεριφορά από κανένα από τους υπαλλήλους μας ή τους συνεργάτες μας».
Ο ΠΟΥ επεσήμανε ακόμα ότι έχει «πολιτική μηδενικής ανοχής σε ό,τι αφορά περιπτώσεις σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κακοποίησης».
«Όποιος ταυτοποιηθεί ως εμπλεκόμενος, θα θεωρηθεί υπεύθυνος και θα αντιμετωπίσει σοβαρές συνέπειες, συμπεριλαμβανομένης της άμεσης απόλυσης», επισημαίνει ο ΠΟΥ.
Ωστόσο, παρά τις πολιτικές «μηδενικής ανοχής» και τις δεσμεύσεις των Ηνωμένων Εθνών και των ΜΚΟ για καταστολή τέτοιων καταχρήσεων, όπως αναφέρονται στην Αϊτή και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, εξακολουθούν να εμφανίζονται ανάλογες περιπτώσεις.
Οι περισσότεροι οργανισμοί παροχής βοήθειας και οι ΜΚΟ που επικοινώνησαν με το New Humanitarian, ένα μη κερδοσκοπικό πρακτορείο ειδήσεων, και το Ίδρυμα Thomson Reuters δήλωσαν ότι είχαν λάβει ελάχιστες ή μηδενικές αναφορές σεξουαλικής κακοποίησης.
Με πληροφορίες του Guardian
σχόλια