Τουλάχιστον 6.700 Ροχίνγκια, εκ των οποίων 730 παιδιά κάτω των 5 ετών, σκοτώθηκαν από τα τέλη Αυγούστου ως τα τέλη Σεπτεμβρίου στη διάρκεια των επιχειρήσεων του στρατού της Μιανμάρ, σύμφωνα με εκτίμηση των Γιατρών χωρίς Σύνορα (MSF), που όμως επισημαίνουν ότι ο πραγματικός αριθμός ίσως να είναι ακόμη μεγαλύτερος.
Οι εκτιμήσεις των MSF δεν αφορούν παρά μόνο τον πρώτο μήνα των διώξεων εναντίον της μουσουλμανικής μειονότητας, ενώ η έξοδος των προσφύγων συνεχίζεται ακόμη και σήμερα.
Ο ΟΗΕ δεν έχουν δώσει μέχρι στιγμής εκτιμήσεις για τον αριθμό των νεκρών.
«Οι εκθέσεις δείχνουν ότι τουλάχιστον το 71,7% των θανάτων οφείλεται στη βία, συμπεριλαμβανομένων παιδιών μικρότερων των 5 ετών. Αυτό σημαίνει τουλάχιστον 6.700 άνθρωποι, ανάμεσά τους 730 παιδιά», τονίζουν οι MSF που πήραν συνεντεύξεις από 11.000 πρόσφυγες στο Μπανγκλαντές για να καταλήξουν σε αυτή την εκτίμηση.
Σύμφωνα με τον Σίντεϊ Ουόνγκ των MSF, «ο αριθμός των νεκρών είναι σίγουρα υποτιμημένος», διότι «το εύρος και η φύση των βιαιοτήτων που έχουν δει το φως της δημοσιότητας είναι φρικτά».
«Έχουμε ακούσει ανθρώπους να διηγούνται ότι ολόκληρες οικογένειες χάθηκαν αφού μέλη των ενόπλων δυνάμεων τους έκλεισαν στο σπίτι τους το οποίο στη συνέχεια πυρπόλησαν», εξήγησε.
Σύμφωνα με τις χιλιάδες συνεντεύξεις που πήρε η μη κυβερνητική οργάνωση σε μια προσπάθεια να εκτιμήσει το εύρος του δράματος, το 69% των θυμάτων σκοτώθηκαν από σφαίρες, το 9% από εγκαύματα και το 5% από ξυλοδαρμό.
«Σχεδόν κάθε οικογένεια Ροχίνγκια είδε ένα ή περισσότερα μέλη της να σκοτώνονται από τη βία», σημείωσε ο Μοχαμάντ Ζούμπιρ, ένας δάσκαλος της μειονότητας που έχει καταφύγει στο Μπανγκλαντές εδώ και 25 χρόνια και ο οποίος έχει αναλάβει ηγετικό ρόλο στην τοπική κοινότητα.
Εξαιτίας των διώξεων του στρατού της Μιανμάρ περίπου 647.000 Ροχίνγκια αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους για το γειτονικό Μπανγκλαντές, δηλαδή περισσότερα από τα μισά μέλη της μειονότητας αυτής που ζούσε κυρίως στην Πολιτεία Ραχίν στο δυτικό τμήμα της Μιανμάρ.
«Δεν πιστεύω ότι 600.000 άνθρωποι εγκατέλειψαν τα σπίτια και τους ορυζώνες τους χωρίς καλό λόγο», εκτίμησε η Κάρλαϊν Κλάιερν των MSF.
Η ΜΚΟ, όπως και οι άλλες ανθρωπιστικές οργανώσεις αλλά και οι δημοσιογράφοι, δεν έχουν πρόσβαση στην περιοχή των συγκρούσεων. Τα προγράμματά της στη χώρα δεν λειτουργούν πλέον.
Οι Γιατροί χωρίς Σύνορα, ακολουθώντας το παράδειγμα του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ζητούν να ξεκινήσει διεθνής έρευνα για τις διώξεις του βιρμανικού στρατού και να αποκατασταθεί η πρόσβαση στην Πολιτεία Ραχίν.
Την ίδια ημέρα που δόθηκε στη δημοσιότητα η έκθεση των MSF, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε μια απόφαση για τη Μιανμάρ, με την οποία καλούσε τις χώρες της Ε.Ε. να επιβάλουν «κατά άμεση προτεραιότητα τιμωρητικές κυρώσεις εις βάρος προσώπων στον στρατό» της χώρας.
Μέχρι στιγμής ο στρατός στη Μιανμάρ αρνείται ότι επιδίδεται σε ωμότητες εναντίον αμάχων και έχει ανακοινώσει ότι ο αριθμός των νεκρών είναι 400 και είναι όλοι τους «τρομοκράτες» Ροχίνγκια.
Σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Χόρσι, ανεξάρτητο αναλυτή με έδρα τη Μιανμάρ, ο απολογισμός των MSF «είναι σοκαριστικός» και πρέπει «αναμφισβήτητα να αναγκάσει τη διεθνή κοινότητα να ενδιαφερθεί εκ νέου με το θέμα των ευθυνών».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ- AFP
σχόλια