Ο ΟΗΕ εκτίμησε σήμερα πως περισσότεροι από 100.000 ιρακινοί άμαχοι έχουν εγκλωβιστεί από τους τζιχαντιστές της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος στην παλιά πόλη της Μοσούλης (βόρειο Ιράκ), όπου «χρησιμοποιούνται ουσιαστικά ως ανθρώπινες ασπίδες» καθώς οι μάχες συνεχίζονται.
Οι ιρακινές δυνάμεις συνεχίζουν την επιχείρηση για την ανακατάληψη της παλιάς πόλης της Μοσούλης από το ΙΚ, ένας στρατηγικός αλλά περίπλοκος στόχος.
Στη δυτική πλευρά του Τϊγρη, του ποταμού που χωρίζει την πόλη στα δυο, η πυκνοκατοικημένη παλιά πόλη αποτελείται από δαιδαλώδη δρομάκια που εμποδίζουν την προώθηση τεθωρακισμένων, ενώ ενδεχόμενη χρήση βαρέων όπλων θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια του άμαχου πληθυσμού.
«Περισσότεροι από 100.000 άμαχοι μπορεί να κρατούνται ακόμη στην παλιά πόλη... Οι άμαχοι αυτοί χρησιμοποιούνται ουσιαστικά ως ανθρώπινες ασπίδες», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στο Ιράκ, Μπρούνο Γκέντο, σε συνέντευξη Τύπου στη Γενεύη.
Ο Γκέντο εξήγησε πως το ΙΚ συνέλαβε αμάχους έξω από τη Μοσούλη και τους ανάγκασε να ενισχύσουν τις θέσεις του στην παλαιά πόλη. «Ξέρουμε πως το ΙΚ τούς πήρε μαζί του» ενώ έφευγαν για να γλιτώσουν από τις μάχες, διευκρίνισε.
Χωρίς νερό, τρόφιμα και ηλεκτρικό ρεύμα, οι άμαχοι αυτοί που έχουν εγκλωβιστεί στην παλιά πόλη «ζουν σε κατάσταση αυξανόμενης ένδειας και τρόμου», είπε, προσθέτοντας πως ελεύθεροι σκοπευτές προσπαθούν να σκοτώσουν όσους επιχειρούν να εγκαταλείψουν την περιοχή που τελεί υπό τον έλεγχο των τζιχαντιστών. Ορισμένοι κατάφεραν ωστόσο να διαφύγουν και έχουν τραυματιστεί σοβαρά, είπε.
Οι ιρακινές δυνάμεις έχουν εξαπολύσει από τα μέσα Οκτωβρίου επίθεση για την ανακατάληψη της Μοσούλης, η οποία έπεσε τον Ιούνιο του 2014 στα χέρια του ΙΚ. Αφότου ξεκίνησε η επίθεση, 862.000 άνθρωποι εκτοπίστηκαν από τη Μοσούλη. Ωστόσο, 195.000 από αυτούς επέστρεψαν στην πόλη, κυρίως στο ανατολικό τμήμα της (το οποίο έχει ήδη ανακαταληφθεί). Συνολικά, 667.000 άμαχοι παραμένουν εκτοπισμένοι και φιλοξενούνται σε οικογένειες υποδοχής ή σε 13 καταυλισμούς που έχουν δημιουργηθεί από την Ύπατη Αρμοστεία.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ/AFP/Reuters