Ο πρίγκιπας Φίλιππος της Ελλάδος και της Δανίας και σύζυγος της Ελισάβετ Β΄ του Ηνωμένου Βασιλείου έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 99 ετών.
Γεννημένος στις 10 Ιουνίου 1921, στην Επαυλη Μον Ρεπό της Κέρκυρας της Ελλάδας, ήταν ο μοναχογιός και το πέμπτο παιδί του πρίγκιπα Ανδρέα της Ελλάδας και της Αλίκης του Μπάττενμπεργκ. Αφηγήσεις της εποχής, μετέφεραν πως η Αλίκη τον είχε γεννήσει πάνω στο τραπέζι της κουζίνας.
Τον Δεκέμβριο του 1922 αποφασίστηκε η εξορία του πατέρα του από την Ελλάδα, λίγο μετά από την εγκατάλειψη του θρόνου από τον θείο του Φίλιππου, βασιλιά Κωνσταντίνο Α'. Ο πρίγκιπας Ανδρέας είχε καταδικαστεί από στρατοδικείο για την ανεπάρκειά του στο ρόλο του ως στρατιωτικός διοικητής στο Μικρασιατικό μέτωπο. Ο Φίλιππος ήταν ενάμισι έτους όταν ο πατέρας του καταδικάστηκε σε θάνατο.
«Πόσα παιδιά έχετε;» φέρεται να τον είχε ρωτήσει ο Πάγκαλος. «Τι λυπηρό, σύντομα θα είναι ορφανά». Η πριγκίπισσα Αλίκη είχε ταξιδέψει στην Αθήνα για να εκλιπαρήσει να μην εκτελεστεί ο σύζυγός της, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να τον δει. Τελικά στράφηκε στους Βρετανούς συγγενείς της για βοήθεια και η δική τους παρέμβαση οδήγησε στην «σωτήρια εξορία» του πρίγκιπα Ανδρέα.
Το HMS Καλυψώ, ένα πλοίο του βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού, εστάλη για να απομακρύνει την οικογένεια από την Ελλάδα. Ο αστικός μύθος θέλει τον πρίγκιπα Φίλιππο να κοιμάται σε καφάσι για πορτοκάλια στο βρετανικό αντιτορπιλικό, που είχε ξεκινήσει από τον Πειραιά και έκανε στάση στην Κέρκυρα για να παραλάβει την πριγκιπική οικογένεια πριν συνεχίσει για την Ευρώπη. Πρώτος σταθμός για την οικογένεια ήταν ένα προάστιο του Παρισιού, το Σεν Κλου, όπου τους φιλοξένησε η πλούσια σύζυγος του αδελφού του βασιλιά Γεωργίου.
Κατά τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια, έλαβε εκπαίδευση στη Γαλλία, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Μετά την αποφοίτησή του από το Γκόρντονστουν, το 1939, κατατάχθηκε στο Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό και αποφοίτησε ένα έτος αργότερα από το Βασιλικό Ναυτικό Κολέγιο Μπριτάννια ως ο καλύτερος δόκιμος της σειράς του.
Η γνωριμία με την Ελισάβετ
Φίλιππος και Ελισάβετ είχαν συναντηθεί σε έναν οικογενειακό γάμο το 1934 αλλά και όταν ανέβηκε στον θρόνο ο πατέρας της Ελισάβετ, το 1937. Όμως η καθοριστική συνάντηση ήρθε στα 1939: ο Γεώργιος ΣΤ΄ και η σύζυγός του Ελισάβετ επισκέφθηκαν το Βασιλικό Ναυτικό Κολέγιο Μπριτάνια. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, η βασίλισσα και ο θείος του Φιλίππου, Λουδοβίκος, ζήτησαν από εκείνον να συνοδεύσει τις δύο κόρες του βασιλιά, την Ελισάβετ και την Μαργαρίτα, οι οποίες ήταν μακρινές ξαδέλφες του.
Η Ελισάβετ, δεκατριών ετών τότε, ερωτεύθηκε τον 18χρονο Φίλιππο και ξεκίνησε να αλληλογραφεί μαζί του. Τελικά, το καλοκαίρι του 1946, ο Φίλιππος ζήτησε και έλαβε την άδεια από τον Γεώργι,ο προκειμένου να παντρευτεί την κόρη του. Ο βασιλιάς έδωσε τις «ευλογίες» του, υπό τον όρο οποιαδήποτε επίσημη δέσμευση να αναβληθεί έως τα εικοστά γενέθλια της Ελισάβετ.
Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, συνέχισε να υπηρετεί στις Βρετανικές δυνάμεις, ενώ δύο από τους γαμπρούς του, ο Xριστόφορος της Έσσης και ο Μαρκήσιος Μπερτόλδος της Βάδης, πολεμούσαν στο πλευρό των Δυνάμεων του Άξονα. Συμμετείχε στη Μάχη της Κρήτης και, κατά τη διάρκεια της Ναυμαχίας του Ταινάρου, βρισκόταν στον έλεγχο των προβολέων του θωρηκτού. Για τη συμμετοχή του στις επιχειρήσεις αυτές τιμήθηκε από το ελληνικό κράτος με τον Ελληνικό Πολεμικό Σταυρό.
Ο γάμος με την Ελισάβετ
Μετά τον πόλεμο, ο Φίλιππος πήρε την απαιτούμενη άδεια από το Γεώργιο ΣΤ΄ προκειμένου να παντρευτεί την Ελισάβετ. Πριν από την επίσημη ανακοίνωση του αρραβώνα τους, εγκατέλειψε τους ελληνικούς και δανικούς βασιλικούς του τίτλους και έγινε Βρετανός υπήκοος, υιοθετώντας το επώνυμο Μαουντμπάττεν των παππούδων του από την πλευρά της μητέρας του. Μετά από ένα αρραβώνα πέντε μηνών, παντρεύτηκε την Ελισάβετ, στις 20 Νοεμβρίου 1947. Λίγο πριν από το γάμο, ο βασιλιάς του χορήγησε τον τίτλο Βασιλική Υψηλότητα και τον έχρισε Δούκα του Εδιμβούργου.
Ο Φίλιππος αποστρατεύθηκε όταν η Ελισάβετ έγινε βασίλισσα, το 1952, έχοντας προηγουμένως φθάσει ως τον βαθμό του αντιπλοιάρχου. Η σύζυγός του τον ονόμασε Πρίγκιπα του Ηνωμένου Βασιλείου το 1957. Απέκτησαν τέσσερα παιδιά με την Ελισάβετ: τον Κάρολο, την Άννα, τον Ανδρέα και τον Εδουάρδο, οκτώ εγγόνια και δέκα δισέγγονα.
Με την άνοδο της Ελισάβετ στον θρόνο τέθηκε το ερώτημα της ονομασίας της βασιλικής δυναστείας. Ο θείος του Φιλίππου, Λούις Μαουντμπάττεν, υποστήριξε ότι έπρεπε να δοθεί το όνομα «Οίκος των Μαουντμπάττεν», κάτι στο οποίο εναντιώθηκε ο τότε πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ, υποστηρίζοντας ότι η δυναστεία έπρεπε να διατηρήσει το όνομα «Οίκος του Ουίνδσορ». Η ισχυρή αντιπάθεια του Τσώρτσιλ προς τον Λουδοβίκο Μαουντμπάττεν, τον οποίο θεωρούσε επικίνδυνο και υπαίτιο για την απώλεια της Ινδίας, θεωρείται ότι συνέβαλε σε αυτή του την άποψη.
Στις 8 Φεβρουαρίου 1960, αρκετά χρόνια μετά από το θάνατο της βασίλισσας Μαίρης και την παραίτηση του Τσώρτσιλ, η βασίλισσα εξέδωσε διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο οι απόγονοι του ζεύγους που δεν έφεραν τον τίτλο «Βασιλική Υψηλότητα» και ούτε έφεραν πριγκιπική ιδιότητα είχαν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν το επώνυμο «Μαουντμπάτεν-Ουίνδσορ». Η απόφαση για το διάταγμα αυτό ήρθε έπειτα από τις συμβουλές του συνταγματολόγου Έντουαρντ Ίουι, αλλά χωρίς να βρίσκει σύμφωνο τον πρωθυπουργό Χάρολντ Μακμίλαν.
Μετά την άνοδό της στο θρόνο, η βασίλισσα ανακοίνωσε ότι ο Δούκας του Εδιμβούργου, θα είχε θέση και προτεραιότητα έναντι άλλων δίπλα της για όλες τις περιπτώσεις, εκτός εάν προβλεπόταν διαφορετικά από νόμο του κοινοβουλίου. Αυτό σήμαινε ότι ο Φίλιππος θα υπερίσχυε τις περισσότερες φορές έναντι του γιου του, πρίγκιπα Καρόλου, ο οποίος είναι διάδοχος του θρόνου.
Ορόσημα
Ως σύζυγος της βασίλισσας, ο Φίλιππος υποστήριξε τη σύζυγό του στα νέα της καθήκοντα και τη συνόδευε σε τελετές, στο κοινοβούλιο, σε δείπνα και ταξίδια στο εξωτερικό. Ως πρόεδρος της επιτροπής στέψης, ήταν το πρώτο μέλος της βασιλικής οικογένειας που πέταξε με ελικόπτερο για να επισκεφθεί τα στρατεύματα που επρόκειτο να λάβουν μέρος στην τελετή ενθρόνισης.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η νύφη του, Μαργαρίτα, σχεδίαζε να παντρευτεί ένα διαζευγμένο και μεγαλύτερο από εκείνη άντρα, τον Πίτερ Τάουντσεντ, και ο Τύπος κατηγόρησε τον Φίλιππο ως εχθρό του δεσμού αυτού. Εκείνος αρνήθηκε την ανάμιξή του, ενώ το ζευγάρι τελικώς χώρισε.
Το 1956 καθιέρωσε, μαζί με τον Κουρτ Χαν, το «Βραβείο του Δούκα του Εδιμβούργου», προκειμένου να ενισχύσει στους νέους «το αίσθημα της ευθύνης για τον εαυτό τους και τις κοινότητές τους». Την ίδια χρονιά ίδρυσε το Συνέδριο Μελέτης της Κοινοπολιτείας σχετικά με τις ανθρώπινες πτυχές των βιομηχανικών ζητημάτων. Τη διετία 1956-1957, ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο με το πλοίο HMY Britannia και κήρυξε την έναρξη των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων της Μελβούρνης, ενώ επισκέφθηκε και την Ανταρκτική.
Εκείνη την περίοδο δημοσιεύματα στον τύπο μετέδιδαν ότι η βασίλισσα και ο δούκας απομακρύνονταν ο ένας από τον άλλο, κάτι που εξόργισε το δούκα και λύπησε τη βασίλισσα, με αποτέλεσμα να εκδοθεί μια έντονα διατυπωμένη διάψευση. Σε αντίθεση με τις φήμες κατά πέρασμα των χρόνων, η βασίλισσα και ο δούκας φαίνεται να διατήρησαν μια ισχυρή σχέση. Η βασίλισσα είχε αναφερθεί στον πρίγκιπα Φίλιππο με αφορμή το Διαμαντένιο Ιωβηλαίο το 2012 ως η «σταθερή δύναμή της και ο οδηγός» της.
Διορίστηκε στο Ανακτοβούλιο του Καναδά, στις 14 Οκτωβρίου 1957, λαμβάνοντας τον προβλεπόμενο όρκο αφοσίωσης ενώπιον του βασίλισσας στην καναδική κατοικία της, το Ρίντο Χολ.
Το 1969, ευρισκόμενος στον Καναδά, ο Φίλιππος μίλησε σχετικά με τις απόψεις του για τη δημοκρατία: «Είναι ένα τελείως λανθασμένη αντίληψη να φανταστεί κανείς ότι η μοναρχία υφίσταται προς το συμφέρον του μονάρχη. Αυτό δεν ισχύει. Υπάρχει προς το συμφέρον του λαού. Εάν σε οποιαδήποτε στιγμή οποιοδήποτε έθνος αποφασίσει ότι το σύστημα αυτό δεν είναι αποδεκτό, τότε είναι στο χέρι τους να το αλλάξουν.»
Ήταν προστάτης περίπου 800 οργανώσεων, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε αυτές που αφορούν το περιβάλλον, τη βιομηχανία, τον αθλητισμό και την εκπαίδευση. Από το 1961 έως 1982 υπηρέτησε ως επικεφαλής του βρετανικού τμήματος του Παγκόσμιου Ταμείου για τη Φύση, ενώ την περίοδο 1981 - 1996 ήταν ο διεθνής πρόεδρος της οργάνωσης. Αποτέλεσε προστάτης του think tank Ίδρυμα Εργασίας και έχει υπάρξει πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ιππασίας την περίοδο 1964-1986, πρύτανης των πανεπιστημίων του Κέμπριτζ, Εδιμβούργου, Σάλφορντ και Ουαλίας.
Η επιστολή στον Κάρολο για την Νταϊάνα
Στις αρχές του 1981, έγραψε μια επιστολή στον πρωτότοκο γιο του, Κάρολο, συμβουλεύοντάς τον είτε να προχωρήσει σε γάμο με την Νταϊάνα Σπένσερ είτε να διακόψει τη σχέση που είχε μαζί της. Ο Κάρολος αισθάνθηκε πιεσμένος από τον πατέρα του προκειμένου να λάβει μια απόφαση, κάτι που τελικώς έκανε, ζητώντας την Νταϊάνα σε γάμο τον Φεβρουάριο. Ο γάμος τους έγινε έξι μήνες αργότερα.
Το 1992, ο γάμος του πρίγκιπα και της πριγκίπισσας της Ουαλίας είχε οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Η βασίλισσα και ο Φίλιππος φρόντισαν για μια συνάντηση ανάμεσα στον Κάρολο και την Νταϊάνα, προσπαθώντας να πετύχουν ένα συμβιβασμό, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ο Φίλιππος έγραψε μια επιστολή στην Νταϊάνα, εκφράζοντας την απογοήτευσή του τόσο για το γιο του όσο και για την ίδια, ζητώντας της να εξετάσει τη συμπεριφορά της και του συζύγου της. Η Νταϊάνα εκτίμησε την πρόθεση του Φιλίππου προκειμένου να μην υπάρξει διαζύγιο, κάτι που ωστόσο ήταν αναπόφευκτο.
Ο θάνατος της Νταϊάνας
Ένα χρόνο μετά το διαζύγιο του Καρόλου και της Νταϊάνα, η τελευταία σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο Παρίσι, στις 31 Αυγούστου 1997. Την εποχή εκείνη, ο δούκας ήταν σε διακοπές στο Κάστρο Μπαλμόραλ με μέλη της βασιλικής οικογένειας. Οι δύο γιοι της Νταϊάνα, Ουίλλιαμ και Χάρρυ, ήθελαν να μεταβούν στην εκκλησία κι έτσι οι παππούδες τους τους πήγαν εκείνο το πρωί.
Για πέντε ημέρες, η βασίλισσα και ο δούκας προστάτευσαν τα εγγόνια τους από το έντονο ενδιαφέρον του Τύπου, κρατώντας τα στο Μπαλμόραλ, όπου μπόρεσαν να θρηνήσουν ιδιωτικά το χαμό της μητέρας τους. Την ημέρα της κηδείας, ο Φίλιππος, ο Ουίλλιαμ, ο Χάρρυ, ο Κάρολος και ο αδελφός της Νταϊάνα, Τσαρλς Σπένσερ, περπάτησαν πίσω από τη πομπή που τη μετέφερε στους δρόμους του Λονδίνου. Κατά τα επόμενα χρόνια, ο Μοχάμεντ Φαγιέντ, του οποίου ο γιος Ντόντι Φαγιέντ σκοτώθηκε επίσης στο δυστύχημα, ισχυρίστηκε ότι ο πρίγκιπας Φίλιππος διέταξε το θάνατο της Νταϊάνα και ότι το ατύχημα ήταν στημένο. Ωστόσο οι δικαστικές αρχές αποφάνθηκαν το 2008 ότι δεν υπήρχε απόδειξη μιας τέτοιας συνωμοσίας.
Οι απολαβές του
Ο Φίλιππος λάμβανε από το κοινοβούλιο το ποσό των £359.000 ετησίως, από το 1990, ως αποζημίωση για την κάλυψη των δημοσίων καθηκόντων των. Οποιοδήποτε ποσό της αποζημίωσης δεν χρησιμοποιείτο για επίσημο σκοπό, φορολογείτο. Η προσωπική περιουσία του Φιλίππου άγγιζε τα £28 εκατομμύρια το 2001.
Κατά τη διάρκεια του Χρυσού Ιωβηλαίου της Ελισάβετ, το 2002, ο δούκας είχε επαινεθεί από τον Πρόεδρο της Βουλής των Κοινοτήτων για το ρόλο στην υποστήριξη της βασίλισσας, κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας της. Ήταν το μεγαλύτερο σε ηλικία μέλος της Βρετανικής Βασιλικής Οικογένειας.
Ο χρόνος του ως σύζυγος της βασίλισσας ήταν μεγαλύτερος από κάθε άλλο πρώην σύζυγο μονάρχη στη βρετανική ιστορία. Ωστόσο, η Βασιλομήτωρ Ελισάβετ (η πεθερά του), που πέθανε σε ηλικία 101 ετών, είχε μεγαλύτερη διάρκεια ζωής.
Τον Ιούνιο του 2011, σε μια συνέντευξη για τα 90α γενέθλιά του, είπε ότι επρόκειτο να περιορίσει καθήκοντά του, λέγοντας ότι είχε κάνει το «κομμάτι» του. Για τα γενέθλιά του η βασίλισσα του χάρισε τον τίτλο του Λόρδου Αρχιναυάρχου. Τον Μάιο του 2017 ανακοινώθηκε από το Μπάκιγχαμ πως ο 95χρονος πρίγκιπας Φίλιππος δεν θα ασκούσε βασιλικά καθήκοντα.
Οχταήμερο πένθος
Αν και το πρωτόκολλο προέβλεπε ταφή με τιμές ηγέτη κράτους, ο Φίλιππος είχε εκφράσει την επιθυμία, πολύ πριν από την πανδημία, να μη γίνει λαϊκό προσκύνημα στη σορό του στο Westminster Hall στην αίθουσα του κοινοβουλίου. Το πιο πιθανό σενάριο είναι η σορός του να τοποθετηθεί στο Παλάτι του St. James, μέχρι την κηδεία του, όπως είχε γίνει και στην περίπτωση της πριγκίπισσας Νταϊάνα το 1997.
Το Παλάτι κήρυξε οκταήμερο επίσημο πένθος, κατά τη διάρκεια του οποίου κανένας νόμος του κράτους δε θα λάβει βασιλική έγκριση. Η βασίλισσα Ελισάβετ θα επιστρέψει στα καθήκοντά της ύστερα από τριάντα ημέρες.