Από το πρώτο δεκαήμερο της διακυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ τα δείγματα γραφής της πολιτικής του δημιουργούν έντονες ανησυχίες και πολιτικές αναταράξεις. Πρωτοσέλιδα διεθνών εφημερίδων μιλούν για την «τέλεια καταιγίδα» και για μια ρητορική που μας οδηγεί σε ένα ακραίο εθνικιστικό μοντέλο διακυβέρνησης, με στοιχεία απομονωτισμού και μισαλλοδοξίας. Ένα διάταγμα που απαγορεύει την είσοδο στις ΗΠΑ πολιτών από χώρες της Ασίας και της Αφρικής, κυρίως μουσουλμανικές, το χτίσιμο του τείχους στα σύνορα με το Μεξικό, η επιστροφή βασανιστηρίων, όπως ο εικονικός πνιγμός, η κατάργηση της χρηματοδότησης των αμερικανικών οργανώσεων που παρέχουν ενημέρωση σχετικά με τις αμβλώσεις και η συνθηματολογία που θα κάνει την Αμερική «σπουδαία ξανά» είναι μερικές από τις εξαγγελίες που δίνουν το στίγμα της προεδρίας Τραμπ. Φυσικά, οι αντιδράσεις και οι διαδηλώσεις πυκνώνουν καθημερινά, ακόμα και από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, ενώ ηθοποιοί, σκηνοθέτες, οργανώσεις, επιχειρηματίες και άνθρωποι του καλλιτεχνικού χώρου διατυμπανίζουν με κάθε τρόπο τη διαφωνία τους στο φαινόμενο Τραμπ. Ενδεικτικό είναι ότι εναντίον του τάχθηκαν οι πιο σημαντικές αμερικανικές επιχειρήσεις, όπως η Google, το Facebook, η Apple και τα Starbucks, με τον CEO της τελευταίας Χάουαρντ Σουλτς να δηλώνει ότι θα προχωρήσει σε προσλήψεις 10.000 προσφύγων από 75 χώρες την επόμενη πενταετία.
Σε αυτό το πλαίσιο, με την πολιτική του Τραμπ να δημιουργεί τρόμο, με τη Βρετανία να απομακρύνεται καθημερινά από την Ε.Ε., την Ευρώπη σε υπαρξιακό άγχος, τη Ρωσία του Πούτιν να βρυχάται, την Κίνα να εξυμνεί την παγκοσμιοποίηση και την Τουρκία του Ερντογάν να ανοίγει συνεχώς μέτωπα, παρατηρούμε ότι η κατάσταση στη διεθνή σκηνή έχει οξυνθεί. Ή, όπως το περιέγραψε γλαφυρά ο Βρετανός καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Τίμοθι Γκάρτον Ας, «καλωσορίσαμε τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο του εθνικισμού». Στη διεθνή διπλωματία οι αισιόδοξες προβλέψεις μειώνονται συνεχώς. Αφενός έχουμε την Ευρώπη που γίνεται περισσότερο εθνοκεντρική, απομακρύνεται διαρκώς από τον δημοκρατικό της χαρακτήρα και βλέπει να αυξάνεται καθημερινά το ποσοστό των ευρωσκεπτικιστών. Αφετέρου, την Αμερική, που έχει στο πηδάλιο τον Τραμπ, έναν νάρκισσο που αρέσκεται να προκαλεί, επιζητά να είναι συνεχώς στο επίκεντρο της δημοσιότητας, βρίζοντας ταυτόχρονα τους δημοσιογράφους, θέλει να μιλούν όλοι γι' αυτόν, απολαμβάνει τις συγκρούσεις, περιορίζει τα δικαιώματα και την αναγνώριση της διαφορετικότητας. Όλα αυτά αποτελούν αιτίες για μια διεθνή αναστάτωση.
Ο Τραμπ θα ρίχνει συνεχώς πυροτεχνήματα, θα επιδιώκει συνεχώς την προβολή, θα χρησιμοποιεί ορολογία που θα ικανοποιεί τον μέσο θυμωμένο Αμερικανό ψηφοφόρο, αλλά, υπογείως, είτε οι υπουργοί του είτε τα δικαστήρια θα μετριάζουν όλα αυτά που θα υποστηρίζει.
«Τον Νοέμβριο του 2008, οι Αμερικανοί πολίτες αποκήρυξαν με πανηγυρικό τρόπο την 8χρονη θητεία Μπους και μαζί τον συντηρητισμό και απομονωτισμό που τη συνόδευαν, γιατί ήθελαν μια νέα αρχή που θα σηματοδοτούσε την αλλαγή στη χώρα τους και την ελπίδα για ένα διαφορετικό μέλλον. Ο Ομπάμα κατάφερε να συγκεντρώσει την προσοχή ολόκληρου του κόσμου και να δώσει στους πολίτες ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Η επιτυχία του έγινε συνώνυμο της αξιοπρέπειας και της ελπίδας. Με κορυφαίες παρεμβάσεις του σε όλη τη διάρκεια της θητείας του εξηγούσε πώς αυτοί που οδηγούν σήμερα τον κόσμο πρέπει να το κάνουν στη βάση αξιών που μοιράζεται η πλειονότητα των λαών του πλανήτη. Αυτό που θα ξεχωρίζαμε είναι η έμφαση που έδινε στην υπόθεση της ενωμένης Ευρώπης. Τον Απρίλιο του 2016, στο Ανόβερο, είχε υποστηρίξει: "Ίσως θα πρέπει κάποιος που δεν είναι Ευρωπαίος να σας υπενθυμίσει τι έχετε επιτύχει ως ενωμένη Ευρώπη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μία από τις σπουδαιότερες πολιτικές και οικονομικές επιτυχίες της σύγχρονης εποχής". Για τον Μπαράκ Ομπάμα η ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, της αναταραχής στη Μέση Ανατολή αλλά και της προσφυγικής κρίσης. Οι εκκλήσεις του προς τους Ευρωπαίους να συμβάλουν περισσότερο στην εσωτερική αλλά και στη διεθνή ασφάλεια συνδέονται με την άποψη της διακυβέρνησής του πως η ασφάλεια και η ευημερία της Ευρώπης είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την ασφάλεια στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Για τον Ομπάμα, μια ισχυρή και ενιαία Ευρώπη είναι απαραίτητη για τον κόσμο επειδή συμβάλλει στη διατήρηση της διεθνούς τάξης, λέει στο LiFO.gr ο Σωτήρης Ντάλης, επίκουρος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Διεθνούς Πολιτικής του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Και συμπληρώνει: «Για τον διάδοχό του, τον Ντόναλντ Τραμπ, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας γραφειοκρατικός μηχανισμός που εξυπηρετεί τα γερμανικά συμφέροντα. Σήμερα, ο Τραμπ αρθρώνει έναν λόγο που δείχνει να υπονομεύει το ΝΑΤΟ, με απώτερο σκοπό να προκαλέσει την εγρήγορση των συμμάχων. Όλα αυτά αποκτούν ξεχωριστό ενδιαφέρον γιατί δρομολογούνται σε έναν κόσμο αποτελούμενο από αλληλοενισχυόμενους εθνικισμούς, όπως υποστήριξε ο καθηγητής Τίμοθυ Γκάρτον Ας, υπογραμμίζοντας την αποσάθρωση της σχετικής ισχύος και της εσωτερικής συνάφειας της Δύσης και στις δύο Ακτές του Ατλαντικού. Ο αγώνας εναντίον της "ισλαμικής τρομοκρατίας", η αποφασιστική στήριξη στο Ισραήλ και η αναζήτηση μετώπου εναντίον του Ιράν δείχνουν να είναι ψηλά στην ατζέντα της εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ. Επίσης, με την αμφισβήτηση της μεταρρύθμισης Ομπάμα στον τομέα της Υγείας και την απόφαση για απόσυρση των ΗΠΑ από τις συζητήσεις για τη ζώνη ελεύθερου εμπορίου στον Ειρηνικό, ο Τραμπ δείχνει αποφασισμένος να μη συμμετέχει σε μια διεθνή συνεργασία που είναι απαραίτητη για τη λύση πλανητικών προβλημάτων».
Εν τω μεταξύ, πριν από λίγες μέρες η Μαρίν Λεπέν δήλωσε ότι «το 2016 ήταν η χρονιά που ξύπνησαν οι Αγγλοσάξονες, ελπίζω το 2017 να είναι η χρονιά που θα ξυπνήσει η Ευρώπη». «Είναι οφθαλμοφανές ότι κάποιες εξελίξεις οδηγούν στην κατεύθυνση της δημιουργίας μικρών εθνοκεντρικών κρατιδίων. Όλα όμως θα κριθούν από τις βαρυσήμαντες εκλογικές αναμετρήσεις που θα γίνουν φέτος σε Γαλλία, Γερμανία και Ολλανδία, καθώς και στις τρεις χώρες υπάρχει από ένα εθνικιστικό κόμμα. Βέβαια, η Λεπέν έχει μετριάσει την ένταση της ρητορικής της σε σχέση με τον πατέρα της, αλλά αυτό είναι που την κάνει πιο επικίνδυνη και την φέρνει πιο κοντά στην εκλογή. Ο πατέρας της δεν ήταν εκλέξιμος, διότι είχε ακραίες απόψεις, όπως η υποβάθμιση του Ολοκαυτώματος. Η κόρη του είναι πιο προσεκτική και αν θυμάστε τον είχε διαγράψει γι' αυτόν το λόγο (Ολοκαύτωμα) από το κόμμα. Οπότε, το ότι γίνεται λιγότερο δυσάρεστη της δίνει περισσότερες πιθανότητες να εκλεγεί» μου λέει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Χαράλαμπος Παπασωτηρίου. Στη συνάντησή μας στην Πλάκα, στο νεοκλασικό όπου στεγάζεται το Ινστιτούτο, συζητήσαμε για τον νέο κόσμο που έρχεται και κρύβει πολλούς κινδύνους και δυσκολίες.
«Υπάρχουν ομοιότητες με τη δεκαετία του '30;», ρωτώ τον κ. Παπασωτηρίου. «Ναι, υπάρχουν ομοιότητες, αλλά εκεί που θα πολλαπλασιαστούν είναι αν υπάρξει εμπορικός πόλεμος. Δείτε την ανάπτυξη που έχει γνωρίσει η Κίνα τα τελευταία τριάντα χρόνια, καθώς και τον τρόπο που οι επιχειρήσεις έχουν αυξήσει την παραγωγικότητά τους. Οι βίδες κατασκευάζονται σε μια χώρα με καλές τιμές, τα μικροτσίπ σε μια άλλη χώρα υψηλού μορφωτικού επιπέδου και η συναρμολόγηση σε μια τρίτη χώρα με φθηνά εργατικά χέρια. Όλο αυτά τα οικονομικά συμπλέγματα έχουν εξελιχθεί στον χρόνο πάρα πολύ και ο Τραμπ, με τις πολιτικές του ενέργειες, προσπαθεί να τα διασπάσει. Αν το καταφέρει, η οικονομική αναστάτωση θα είναι ακόμη μεγαλύτερη. Ελπίζω να περιοριστεί σε κάποιες μικρές κινήσεις εντυπωσιασμού και να μην οδηγηθούμε σε εμπορικό πόλεμο. Επίσης, ο Τραμπ είχε πει προεκλογικά ότι θα επιτρέψει βασανιστήρια όπως ο εικονικός πνιγμός, ενώ σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις δήλωσε ότι πιστεύει στα βασανιστήρια αλλά ότι αν ο υπουργός Άμυνας θεωρεί πως δεν φέρνουν αποτελέσματα, θα αφήσει τον ίδιο να χειριστεί το θέμα. Δηλαδή, δείχνει να ασπάζεται την ακραία ρητορική, αλλά οι υπουργοί του μπορεί να πράξουν διαφορετικά. Κατά τη γνώμη μου, ο Τραμπ με αυτό τον τρόπο θα πολιτευτεί. Θα ρίχνει συνεχώς πυροτεχνήματα, θα επιδιώκει συνεχώς την προβολή, θα χρησιμοποιεί ορολογία που θα ικανοποιεί τον μέσο θυμωμένο Αμερικανό ψηφοφόρο, αλλά, υπογείως, είτε οι υπουργοί του είτε τα δικαστήρια θα μετριάζουν όλα αυτά που θα υποστηρίζει. Το παράδειγμα με την πράσινη κάρτα και την απαγόρευση εισόδου είναι χαρακτηριστικό της πολιτικής που θα εφαρμόσει, αλλά και των αντιδράσεων που θα υπάρξουν από το δικαστικό σώμα» απαντά.
Τι ήταν αυτό που οδήγησε στη νίκη τον Τραμπ; «Υπάρχει στο μάρκετινγκ μια στρατηγική σύμφωνα με την οποία oρίζεις έναν χώρο όπου είσαι καλός μεν, αλλά θες να παρουσιαστείς ως ο καλύτερος. Για παράδειγμα, είναι διαφορετικό να πεις ότι έχεις το καλύτερο εστιατόριο της Αθήνας και διαφορετικό να πεις ότι έχεις το καλύτερο εστιατόριο σούσι. Το δεύτερο σε κάνει πολύ πιο πειστικό. Ο Τραμπ, λοιπόν, κατάφερε να κυριαρχήσει με αυτό τον τρόπο σε διάφορα πεδία. Το πιο σημαντικό ήταν ότι δεν δεσμεύτηκε από τον πολιτικά ορθό λόγο. Ήταν ο μόνος που το έκανε και μονοπώλησε το ενδιαφέρον. Ακούσαμε να λέει ότι θα ξεφύγει από την παράδοση του ελεύθερου εμπορίου, έκλεισε το μάτι στους ρατσιστές και πήρε ακραία θέση απέναντι στους μετανάστες. Αυτές του οι ενέργειες ήταν πολύ εσκεμμένες και στοχευμένες. Ελάχιστοι πιθανόν θυμούνται πως από το 2009 αμφισβητούσε το ότι ο Ομπάμα έχει γεννηθεί σε αμερικανικό έδαφος», λέει ο κ. Παπασωτηρίου.
«Βλέποντας τον Αμερικανό Πρόεδρο να καυχιέται συνεχώς, να είναι εγωπαθής και να διατυπώνει τις απόψεις του μέσω των social media, μήπως η πολιτική γίνεται λίγο reality;». «Σίγουρα, αλλά σύντομα θα υπάρξει κόστος και θα συναντήσει μεγάλες αντιστάσεις. Στην πλειονότητά τους οι γερουσιαστές και οι βουλευτές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος έλαβαν περισσότερες ψήφους από τον Τραμπ, άρα δεν του οφείλουν την εκλογή τους. Η κρίση της Δύσης έχει δημιουργήσει μια παγκοσμιοποιημένη ελίτ, απέναντι από την οποία βρίσκονται όσοι θεωρούν ότι είναι περιθωριοποιημένοι. Οι δεύτεροι είναι αυτοί που αντιδρούν και αυτούς πιστεύει ότι εκφράζει ο Τραμπ. Παρουσιάστηκε ως ο εκφραστής τους και ως ο ηγέτης του λαϊκού κόσμου. Μιλούσε σε εργοστάσια, δείχνοντας ότι είναι ένας από αυτούς. Έδωσε μεγάλη βαρύτητα στην επικοινωνία. Ταυτόχρονα, τα δελτία ειδήσεων έδειχναν τη Χίλαρι Κλίντον σε συναντήσεις με τον Κόφι Ανάν αλλά και με άλλες προσωπικότητες, δίνοντας τη δυνατότητα στον Τραμπ να τους στοχοποιήσει ως βασικό μέρος της ελίτ. Πολλές φορές συνέκρινε τον εαυτό του με τον Αμερικάνο Πρόεδρο, Άντριου Τζάκσον. Ο Τζάκσον ήταν από το Κεντάκι και θεωρούνταν αουτσάιντερ. Ήταν στρατιωτικός και προστάτευσε τη λαϊκή δημοκρατία και τις ατομικές ελευθερίες. Ο Τραμπ, λοιπόν, δήλωσε πως κίνημα ανάλογο του δικού του είχαμε να δούμε από το 1828, δηλαδή όταν κέρδισε τις εκλογές ο Τζάκσον. Επίσης, με τη ρητορική του κατάφερε να εκτοπίσει πλήρως τους Δημοκρατικούς. Σε συνέντευξη προεκλογική, ενώ οι Δημοκρατικοί εξηγούσαν πόσο αρνητικό αντίκτυπο θα έχει η κατάργηση του νόμου Ομπάμα για την Υγεία και παρουσίαζαν επιχειρήματα, οι δημοσιογράφοι ασχολούνταν με τις σχετικές εξαγγελίες του Τραμπ, διαλύοντας τις θέσεις τους».
Η ρητορική του Τραμπ μπορεί να κυριαρχήσει και στην Ευρώπη εν όψει των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων; «Ο λαϊκισμός της Αμερικής και της Βρετανίας είναι δεξιός, ενώ στις χώρες της νότιας Ευρώπης ο λαϊκισμός είναι αριστερής κατεύθυνσης. Η πόλωση που μπορεί να δημιουργηθεί πιθανότατα θα αποβεί ιδιαίτερα επικίνδυνη, ιδιαίτερα σε μια Ευρώπη που φοβάται τους μετανάστες. Η Ευρώπη θα κινδυνεύσει αν εκλεγεί η Λεπέν – σε αυτή την περίπτωση την επόμενη μέρα θα καταρρεύσει το ευρώ. Επίσης, ο Τραμπ αμφισβητεί το ΝΑΤΟ, κάτι που δεν είναι πρόσκαιρο. Από τα τέλη της δεκαετίας του '80 είχε αγοράσει μια ολόκληρη σελίδα στους "New York Times" ως χώρο για διαφήμιση, γράφοντας πόσο το ΝΑΤΟ έχει πιάσει κορόιδο τους Αμερικανούς. Τι θα κάνει σήμερα; Θα πιέσει τους Ευρωπαίους να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες, ώστε να πει ότι τα κατάφερε. Κινείται στη λογική που λέει ότι οι Ευρωπαίοι είναι τζαμπατζήδες και εκμεταλλεύονται τους Αμερικανούς, παρά τα γεωπολιτικά οφέλη που έχουν από τις συμμαχίες μαζί της. Αναλογιστείτε ότι στην Ευρώπη η μόνη χώρα που ξοδεύει πάνω από το 3% του ΑΕΠ της για αμυντικές δαπάνες είναι η Ελλάδα, ενώ η Ιταλία βρίσκεται κάτω από 1%».
«Μεταπολεμικά, για πολλούς η ιστορία ήταν βαρετή. Μήπως τελευταία έχει αποκτήσει ένα επικίνδυνο ενδιαφέρον;» «Το φαινόμενο Τραμπ ενδέχεται να αποδειχτεί παροδικό. Το 1994 ο κυβερνήτης της Καλιφόρνιας, Πιτ Ουίλσον, υιοθέτησε μια σκληρή στάση εναντίον των μεταναστών. Έκτοτε, η Καλιφόρνια εξελίχθηκε σε μία από τις πιο δημοκρατικές πολιτείες. Υπήρξε μια μετατόπιση προς το Δημοκρατικό Κόμμα και το 2016 η Κλίντον έλαβε τέσσερα εκατομμύρια περισσότερες ψήφους από τον Τραμπ», αναφέρει.
«Πώς εξηγείτε την έλλειψη ηγετικών προτύπων;» «Πράγματι, μετά τον πόλεμο είχαμε σπουδαίους ηγέτες. Ακόμα και στη δεύτερη γενιά υπήρχαν ηγέτες όπως ο Μιτεράν, Κολ, η Θάτσερ με τον δικό της τρόπο, ενώ σήμερα δεν υπάρχουν τέτοιοι ηγέτες. Νομίζω ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός πως σε περιόδους πολιτικής ομαλότητας ο κόσμος δεν θέλει ήρωες αλλά πολιτικούς της διπλανής πόρτας» καταλήγει ο κ. Παπασωτηρίου.
Υπάρχει ελπίδα για δημοκρατική εγρήγορση ή οδεύουμε προς έναν κόσμο «αποπαγκοσμιοποιημένο»; Όπως σημείωσε και ο αρθρογράφος των «Financial Times», Μάρτιν Γουλφ: «Όταν ο ηγεμόνας επιτίθεται στο σύστημα που ο ίδιος δημιούργησε, τότε δύο είναι τα πιθανά αποτελέσματα: είτε το σύστημα θα καταρρεύσει είτε θα αναμορφωθεί γύρω από έναν νέο ηγεμόνα».