Φρούτα, καρποί, λαχανικά
Γεια σου, Κωστάκη μασκαρά
Ασκληπιός και χα, χα, χα
Ευτέρπη μου να 'σαι καλά.
Τα δυο σου μάτια τα γλαρά
φωτιές μ' ανάψαν στην καρδιά
πώς θα περάσει η βραδιά
πέθανε τώρα κι η νουνά;
Φεγγάρι μου να 'σαι καλά
δίνεις γλυκιά παρηγοριά
κάθε ψυχή που ξαγρυπνά
σε βλέπει και σ' απορροφά.
Κι όταν περάσει η βραδιά
αναπνοή, δουλειά, χαρά
γυμναστική, καλά λεφτά
σε θέλει ο κόσμος κι ο ντουνιάς.
____________________________________________________________________________________________
Έχοντας μόλις διαβάσει ότι ο Μόρισεϊ έχει καρκίνο, έπεσα πάνω σε αυτά τα στιχάκια και τη φωτογραφία του Μπακιρτζή πάνω σε μια φλορέττα στο Καζαβίτι. Είναι στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Θεσσαλονικέων Πόλις» – που είναι σοβαρό και υπέροχο, χωρίς να το κάνει θέμα. Δυστυχώς, τα περισσότερα περιοδικά στοχασμού και Τέχνης στην Ελλάδα πάσχουν από αδιόρθωτη λόρδωση. Νομίζουν ότι είναι η αρχή και το τέλος του κόσμου, φτιάχνουν μικρόκοσμους σνομπαρίας και ναρκισσισμού, μέσα στους οποίους αυτοστεφανώνονται – κι έτσι περνάει η μικρή (μικρότατη) ζωή τους. Όμως τα όντως ζωντανά περιοδικά συνομιλούν με το δαιμόνιο της πόλης, πειραματίζονται – δεν έχουν πόζα, απλώς διότι η πόζα τα καθυστερεί και δεν προχωράνε.
Γενικά, τώρα που μεγάλωσα και (νιώθω να) ηρέμησα –αν και ποτέ δεν ξέρεις– εκτιμώ πολύ περισσότερο αυτούς που πάνε κατευθείαν στην πηγή, χωρίς να χάνονται κυνηγώντας την ουρά τους. Τρία πράγματα είναι η ζωή – μετρημένα, λίγα και ακριβά. Μπαίνεις, και πας ντουγρού πάνω τους, πάνω σε αυτά που η δική σου καρδιά γουστάρει – όχι ο κόσμος ούτε η κοινωνία.
Το ξέρει αυτό ο Μπακιρτζής – γιατί είναι προϊόν μιας πόλης που έχει ακόμα μια κάποια σχέση με το χώμα, το αίμα και την άχνα του κρασιού. Το ξέρει κι ο Μόρισεϊ –ειδικά τώρα, που ένιωσε την ανάσα του τελευταίου φίλου του– του οριστικού φίλου του – και ξαφνικά σαν να έχει στάχτη στο πρόσωπο.
Μεγάλη μπλόφα η ζωή. Αλλά έχει πλάκα.
Κύριε, εξέσπασάς με!
σχόλια