Σάββατο03:00, Fantaseed
Είναιαπ' αυτές τις βραδιές που όσο πιο πολύχορεύω τόσο πιο πολύ συνειδητοποιώ πόσοκαιρό έχω να βγω έξω και να χορέψω μέχρινα πονέσουν τα πόδια μου. Με τον Γ.χορεύουμε από Cardigans μέχριDeelite με φόντο τους πέτρινουςτοίχους και τα δωμάτια λαβύρινθους.«Έχω να κάνω σεξ από το Πάσχα» μουλέει ο Γ. «Τι;» λέω εγώ και τονκοιτάω εμβρόντητη. «Όχι εγώ,ρε συ! Ο τύπος στ' αριστερά μου ουρλιάζειεδώ και δέκα λεπτά πως έχει να κάνει σεξαπό το Πάσχα». Κοιτάω τον τύπο. Φοράειένα πουκάμισο-αμερικάνικη σημαία μετα όλα του: ρίγες, αστεράκια, κοτοπουλάκια,κεραυνοί. Σκέφτομαι πως μάλλον φταίειτο πουκάμισο. Πάω να διατυπώσω τη θεωρίαμου, αλλά ο Γ. δεν ακούει, μόνο με πιάνειαπό το χέρι και χορεύουμε μαζί ΒίκυΛέανδρος: «Εϊ Καζανόβα μην παίζεις κρυφτό,θα μετανιώσεις γι' αυτό.Μακριά την αγάπη σαν τόπι πετάς,είσαι ωραίος μα δεν αγαπάς, λα, λα, λα, λα, λα, λα, λα,δεν έχεις μυαλό, λα, λα, λα, λα, λα, λα, λα,μαζί σου γελώ λα, λα, λα, λα, λα, λα, λα, πατίνια λευκά,λα, λα, λα, λα, λα, λα, λα, δεν τρέχουμε πια».
Σάββατο05:15, Sodade
Ητελευταία φορά που πήγα σε gayclub ήταν το καλοκαίρι στοΣαν Φρανσίσκο. Στη γελοία φαντασίωσήμoυ εγώ και η Kateθα χορεύαμε Madonna μεσυγχρονισμένες χορογραφίες εν μέσωενθουσιωδών κραυγών και παλαμακίων απότους Village People.Στην πραγματικότητα όπου κι αν μπαίναμεστο Castro -από εδώ ξεκίνησετο gay parade-μας κοιτάζανε σαν να είμασταν αιμοδιψείςφόνισσες. «Α, ναι, αυτό» μας είπεβαριεστημένα μια Σανφρανσισκανή τηνεπόμενη μέρα. «Η gay καιη λεσβιακή κοινότητα του Σαν Φρανσίσκοδεν τα πάνε καλά. Νόμιζαν πως είσαστελεσβίες και είχατε πάει να τους τησπάσετε». Με τον Γ. διασχίζουμε τοπηγμένο μπαρ και πάμε στο πίσω μέρος.Κάτι λέμε με το μπάρμαν, όταν εμφανίζεταιένας τύπος με ροζ πουκάμισο και χρυσήαλυσιδίτσα κι αρχίζει να χορεύει μαζίμας. «Βαγγέλης» μας συστήνεταικαι μετά γελάει με ένα ξερό περίεργογέλιο που μοιάζει να σκαλώνει στονουρανίσκο: «Χαρ, χαρ, χαρ». Εκείνητη στιγμή βρίσκω επιτέλους στο πάτωματο σκουλαρίκι που είχα χάσει. «Βρήκατο σκουλαρίκι μου». «Αχ να τογιορτάσουμε!!! Ουοοουυυυυυυυυυυυυ!»φωνάζει ο Βαγγέλης και πετάει τα χέριατου θριαμβευτικά στον αέρα και μετά μουπιάνει το χέρι με το ζόρι και το βάζειστο στήθος του. «Νούμερο 3» μουλέει, «χαρ, χαρ, χαρ». Πάω κάτι ναπω, αλλά είναι πολύ αργά, κι ο Βαγγέληςέχει μεγάλη δίψα για απλή ανθρώπινηεπαφή και επικοινωνία. Δεν υπάρχειπερίπτωση να ξεφύγω - ο τύπος χορεύειόλα τα τραγούδια σαν να ‘ναι η Μακαρένα,κολλημένος πάνω μου, ενώ ο Γ. προσπαθείαπεγνωσμένα να με σώσει. Στο τέλοςκρύβομαι πίσω από μια ατσάλινη κολόναστο μπαρ αλλά τίποτα. «Εδώ είσαι καισε ψάχνω;». «Ναι, εδώ είμαι» λέωεγώ με χαμόγελο παγωμένης αρκτικήςτούνδρας. «Kαι με τιασχολείσαι, Βαγγέλη;» λέω, προσπαθώνταςνα κερδίσω χρόνο πριν αρχίσω να χορεύωπάλι τη Μακαρένα με το ζόρι. «Είμαιπροπονητής ενόργανης γυμναστικής. Χαρ,χαρ. Να σου μάθω κι εσένα, όλο και κάτιθα σου χρησιμεύσει. Χαρ, χαρ, χαρ».
σχόλια