Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΕΙ να μην τα καταφέρνει στον έλεγχο της ακρίβειας, αλλά μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης Στουρνάρα είναι εκτεθειμένη, καθώς αυτή τεκμηριώνει ότι μεγάλο μέρος των ανατιμήσεων οφείλεται στην αισχροκέρδεια και δεν είναι εξ ολοκλήρου επιβεβλημένη από τους εξωτερικούς παράγοντες. Οι νέες δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν κι αυτές τη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης, με το 80% να δηλώνει ότι δεν είναι ικανοποιημένο από τα μέτρα αντιμετώπισης της ακρίβειας (Opinion Poll), ενώ το ίδιο μεγάλο ποσοστό απαντά ότι δεν είναι ικανοποιημένο ούτε από την κυβερνητική πολιτική για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, επηρεασμένο ενδεχομένως και από την πρόσφατη δολοφονία μπροστά στο αστυνομικό τμήμα των Αγίων Αναργύρων.
Η ακρίβεια και η εγκληματικότητα δεν είναι προβλήματα που μπορεί μια κυβέρνηση να κρύψει κάτω από το χαλί, ούτε αντιμετωπίζονται με επικοινωνιακά τρικ. Ακόμα κι αν όλα τα ΜΜΕ σταματούσαν να αναφέρουν το πρόβλημα της ακρίβειας, αυτή δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη, όταν τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα πλήττονται τόσο έντονα από αυτήν.
Η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και η ασφάλεια είναι επίσης ένα ζήτημα για το οποίο η κυβέρνηση έχει πει πολλά και έχει κάνει λίγα. Ακόμα και η εξαγγελία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ το φθινόπωρο ότι θα επέστρεφαν σε έναν μήνα 2.500 αστυνομικοί από τη φύλαξη προσώπων (δηλαδή πολιτικών, επιχειρηματιών και άλλων) δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμα και ο αριθμός όσων δέχθηκαν να γυρίσουν είναι πολύ μικρότερος.
Η κυβέρνηση στα Τέμπη δεν χάνει από την αντιπολίτευση αλλά από τους συγγενείς των θυμάτων, που είναι αποφασισμένοι, και τους πολίτες που τους συμπαραστέκονται. Τα Τέμπη έχουν λάβει κινηματικά χαρακτηριστικά και αυτό είναι κάτι που δεν το είχαν υπολογίσει.
Στη συνέντευξη που έδωσε εχθές στον τηλεοπτικό σταθμό AΝΤ1, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστήριξε ότι «έχει ενταθεί η αστυνομική παρουσία στη Δυτική Αττική» και πως ο ίδιος πήρε την απόφαση για μείωση των αστυνομικών από την ασφάλεια υψηλών προσώπων. Για τους Αγίους Αναργύρους είπε ότι «έγιναν όλα λάθος», αλλά πολιτική ευθύνη Χρυσοχοΐδη δεν θεωρεί ότι υπάρχει, γιατί «κάνει μεγάλη προσπάθεια να αλλάξει κακώς κείμενα» και «αν κάτι δεν πηγαίνει καλά στο κράτος, δεν μπορεί η ευθύνη να φτάνει πάντα στην κορυφή».
Ο πρωθυπουργός απολογήθηκε εμμέσως για τις κυβερνητικές καθυστερήσεις, λέγοντας ότι την προηγούμενη τετραετία υπήρχαν πολλές κρίσεις, ότι στόχος σε αυτήν τη θητεία είναι να τα βάλουν με το βαθύ κράτος και ότι θα κριθεί στο τέλος της.
Για τα Τέμπη εμφανίστηκε λιγότερο αδιάλλακτος από πριν (μάλλον οι δημοσκοπήσεις έπαιξαν ρόλο) και ανέφερε πως πάντα θα τους βαραίνει ότι δεν πρόλαβαν να έχουν έτοιμα «όλα τα συστήματα ασφαλείας της τηλεδιοίκησης». Για το «μπάζωμα» υποστήριξε ότι «η απόφαση να στρωθεί χαλίκι για να επιχειρήσουν τα μηχανήματα στα Τέμπη ήταν επιχειρησιακή και όχι της κυβέρνησης», αλλά όλα αυτά λέγονται μετά την αντίδραση της κοινής γνώμης, έναν χρόνο μετά. Αν η κυβέρνηση είχε αντιμετωπίσει τα Τέμπη με περισσότερη ευαισθησία, ίσως δεν θα αντιμετώπιζε σήμερα την καχυποψία που αντιμετωπίζει.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν μετανιώσει και για την επιλογή του Δ. Μαρκόπουλου, που φαίνεται να αντιλήφθηκαν επίσης εκ των υστέρων ότι δεν ήταν ο πιο κατάλληλος για πρόεδρος της Εξεταστικής. Οι βασικές επιλογές, όπως το να μην κληθούν κάποιοι μάρτυρες που ζητούσε η αντιπολίτευση, προφανώς ήταν κεντρικές, όμως οι επιμέρους χειρισμοί, η επιθετικότητα, οι προσβολές και κάποιες εκτός τόπου και χρόνου κουβέντες εξέθεσαν την κυβέρνηση και τώρα κάποιοι ρίχνουν στον Μάκη Βορίδη την ευθύνη της κακής –και εκ του αποτελέσματος– επιλογής του.
Η κυβέρνηση αναμετρήθηκε με τα Τέμπη και έχασε. Όλο το προηγούμενο διάστημα απαντούσε συχνά με επιθετικό τόνο ακόμα και στην εύλογη κριτική που εκφραζόταν και στην απαίτηση να μη συγκαλυφθούν οι ευθύνες των πολιτικών. Δόθηκε έτσι η εντύπωση ότι είναι απέναντι στους συγγενείς των θυμάτων και όχι μαζί τους στον αγώνα τους να μάθουν όλη την αλήθεια για τα αίτια του δυστυχήματος.
Η κυβέρνηση στα Τέμπη δεν χάνει από την αντιπολίτευση αλλά από τους συγγενείς των θυμάτων, που είναι αποφασισμένοι, και τους πολίτες που τους συμπαραστέκονται. Τα Τέμπη έχουν λάβει κινηματικά χαρακτηριστικά και αυτό είναι κάτι που δεν το είχαν υπολογίσει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και αν προσπαθεί να αξιοποιήσει τα Τέμπη αντιπολιτευτικά, δεν τα καταφέρνει, καθώς οι περισσότεροι θυμούνται τη στάση της κυβέρνησής του στο Μάτι. Ούτε βήμα στους συγγενείς των θυμάτων έδιναν, ούτε δικαιοσύνη απαιτούσαν τότε. Επίσης, όπως είναι γνωστό, το έργο της τηλεδιοίκησης έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί και παραδοθεί το 2016, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, και η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, εκτός από στοιχεία εναντίον του Κώστα Αχ. Καραμανλή, έχει βρει και στοιχεία εναντίον του Χρήστου Σπίρτζη.
Σύμφωνα με ορισμένους, η σύμβαση 717 για την τηλεδιοίκηση είχε προβλήματα από την αρχή. Αυτό το έχει αρνηθεί όμως ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, που ήταν ο υπουργός Μεταφορών (του ΠΑΣΟΚ) ο οποίος την υπέγραψε το 2014, επί κυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου.
Τα Τέμπη δεν είχαν κόστος για την κυβέρνηση στις περσινές εκλογές, επειδή οι πολίτες δεν πείστηκαν ότι αν ήταν κάποιοι άλλοι στην κυβέρνηση αυτό δεν θα γινόταν. Περίμεναν, όμως, μετά από ένα τέτοιο συγκλονιστικό γεγονός, ότι η κυβέρνηση θα έφερνε τα πάνω κάτω για να αποκαλυφθούν όλες οι ευθύνες. Κι εκεί είναι που η κυβέρνηση τους απογοήτευσε.