Τελευταία έξοδος, ΑΣΚΤ

Facebook Twitter
0

Καλοστημένη, με αέρα ανάμεσα από τα έργα και δυναμικές καταθέσεις πολλές φορές γεμάτες ευρηματικότητα και στο μεγαλύτερο μέρος της μακριά από «κατεστημένες» -για το γίγνεσθαι της σχολής- αναφορές ήταν η φετινή έκθεση των τελειοφοίτων. Πρόκειται για μια ενότητα έργων που μπορεί να μην εκπλήσσει τόσο (όπως είναι αναμενόμενο σε αυτό το στάδιο δημιουργίας) εξαιτίας των πρωτοποριακών τομών που δημιουργεί (ή κάτι τέτοιο), αλλά περισσότερο λόγω μιας αισθητικής τάσης προς την «οικιακή χειροτεχνία» με την καλή έννοια της λέξεως, η οποία ίσως αποτελεί και το πιο «ακομπλεξάριστα ανθρώπινο» ιδίωμα της σύγχρονης τέχνης... σε αυτή την εποχή, όπου μοιάζει όλα να έχουν κατακτηθεί και μαζί όλα να καταρρέουν.

Μπαίνοντας στην πρώτη αίθουσα, πέρα από το έργο του Κωνσταντίνου Πάτσιου, (δουλειά του οποίου έχουμε δει τον τελευταίο χρόνο σε αίθουσες τέχνης και ομαδικές εκθέσεις στην Αθήνα), το οποίο συνδυάζει με ενδιαφέροντα τρόπο και «άγρια» pop αισθητική τα δύο αρχετυπικά σύμβολα, «το σπιτάκι» της παιδικής ηλικίας με τη νεκροκεφαλή, καλή εντύπωση δημιουργούν τόσο το έργο της Μαρίας Ζαχαρογιάννη (μια γυναικεία φιγούρα φτιαγμένη από απλά υλικά -παλιά ρούχα και χαρτί- η οποία, παρά το νοσταλγικό χαρακτήρα της εκφράζει μαγικά τη σύγχρονη κινησιολογία και του τρωτού της ανθρώπινης φύσης) όσο και το video animation του Ντόνεφ, που απεικονίζει μια μικρή ανθρώπινη φιγούρα στην άκρη ενός ραφιού απλά να ψαρεύει.

Προχωρώντας πιο μέσα, στον ίδιο τόνο, ξεχωρίζουν τα μικρά assemblages από ύφασμα της Σοφίας Κυρίτση, τα οποία μοιάζει να «μαλακώνουν» τις «αρχές του Μοντερνισμού», καθώς τα σχήματα τα οποία αναφέρονται σε δομικές εικόνες της σύγχρονης πόλης είναι από ύφασμα και απλά ραμμένα πάνω σε άλλα υφάσματα. Πιο κάτω, τα οργανικά σχεδόν ανθρωπόμορφα σχέδια της Ουρανίας Προκόπη αμφιταλαντεύονται ανάμεσα στις επιρροές των κόμικς και της αφαίρεσης με ένα δυναμικά αυθόρμητο τρόπο, που θα έπρεπε να μη χαθεί στην καλλιτεχνική της ενηλικίωση. Παράδοξα θελκτικός φαίνεται και ο χρυσός κόσμος της Ερωφύλης Βενιέρη, ο οποίος, μέσα από μια μαξιμαλιστική αισθητική που έχει βέβαια αναφορές σε πολλά παραδείγματα της σύγχρονης έκφρασης, αγγίζει μια προσωπική γραφή και μια πολλά υποσχόμενη ζωντανή ενέργεια σε εξέλιξη... Τέλος, τόσο το γλυπτό του Παλτσελπ Άλτιν όσο και αυτό της Μαρία Καχριμάνογλου «παίζουν», ιδιαίτερα εύστοχα, με τους κώδικες της γλυπτικής. Το πρώτο, με κλασική παραστατική τακτική (όπως αυτή που έχουμε συνηθίσει από τα δημόσια γλυπτά) αναπαριστά μια ανδρική φιγούρα. Το μεγάλο μέγεθος, πέρα από την ανθρώπινη κλίμακα, όσο και η έκφραση, στοιχεία που ενισχύουν τον ηγετικό μνημειώδη χαρακτήρα της φιγούρας, έρχονται όμως σε ευχάριστη αντιπαράθεση με τη στάση αυτού του άντρα, ο οποίος αναπαρίσταται να κάθεται με το πιο φυσικό και ανεπίσημο τρόπο σε ένα ξύλινο κουτί. Μοιάζει σαν κάποιο μνημείο να ζωντάνεψε και να επέλεξε να ξεκουραστεί για κάποια λεπτά, αφήνοντας πίσω όλη την αγέρωχη αίγλη του και προσεγγίζοντας το θεατή για κουβεντούλα. Το δεύτερο γλυπτό αναφέρεται σε ένα μαγικό τόπο όπου ο συνδυασμός των γύψινων, σχεδόν βιβλικών, φιγούρων (οι οποίες μοιάζει να έχουν αναφορά τόσο στη θρησκευτική γλυπτική όσο ίσως και στις μαντόνες του Robert Cober) με τους πλαστικούς φοίνικες παραπέμπει ταυτόχρονα σε βιβλικά τοπία όσο και σε σύγχρονους εξωτικούς παραδείσους διακοπών, καταφέρνοντας έτσι να σοδιάσει τόσο ιστορικές όσο και περισσότερο προσωπικές μνήμες... Μήπως και αυτός δεν είναι ένας από τους βασικούς ρόλους της εικαστικής έκφρασης;

0