Συχνά οι δρομείς ισχυρίζονται ότι τρέχουν για να αποδράσουν προσωρινά από τις απαιτήσεις της καθημερινότητας αλλά και ότι πέρα από σωματική άσκηση, πρόκειται για την ιδανική μέθοδο διαλογισμού και τακτοποίησης της σκέψης. Μια νέα έρευνα όμως που διεξήγαγε για την διδακτορική της διατριβή η Carys Egan-Wyer, λέκτορας διοίκησης επιχειρήσεων και marketing στο Lund University, παρουσιάζει μια διαφορετική εικόνα.
Η έρευνα έγινε με τη μέθοδο της «ποσοτικής μελέτης» με υποκείμενα άτομα από τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, την Σουηδία, την Δανία και την Φινλανδία, τα οποία συμμετέχουν τακτικά σε «δρόμους» μικρών ή μεγάλων αποστάσεων, και στόχος ήταν να διερευνήσει τι πραγματικά κινητοποιεί τους ανθρώπους να τρέχουν δεκάδες χιλιόμετρα αφιερώνοντας μπόλικο ελεύθερο χρόνο αλλά και χρήμα συχνά.
Ενώ δεν χρειάζεται υποτίθεται ειδικό εξοπλισμό για να τρέξει κανείς – θεωρητικά μπορείς να τρέξεις ακόμα και ξυπόλητος – έχει αναπτυχθεί μια τεράστια βιομηχανία γύρω από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, από παπούτσια και ρούχα μέχρι απαιτητικές δίαιτες και οργανωμένα ταξίδια.
Σύμφωνα με την έρευνά της, το τρέξιμο έχει γίνει σε σημαντικό βαθμό ένα μέσο απόκτησης κοινωνικού στάτους μέσω της δημιουργίας μιας συγκεκριμένης εικόνας και ενός προσωπικού brand. Παρότι οι περισσότεροι ερασιτέχνες δρομείς δηλώνουν ότι δεν ανταγωνίζονται κανέναν εκτός από τον εαυτό τους, συχνά κάνουν χρήση των επιδόσεών τους για να ανταγωνιστούν άλλους. Αυτό δεν περιορίζεται μόνο στο τρέξιμο, αλλά επίσης στον ανταγωνισμό για θέσεις εργασίας και για ένα σωρό άλλα ζητήματα στην σύγχρονη ανταγωνιστική και ατομικιστική νεοφιλελεύθερη κοινωνία μας. Συχνά δε, χρησιμοποιούνται και τα social media στο πλαίσιο αυτού του ανταγωνισμού αλλά και εφαρμογές όπως η Strava, η οποία συνδέει εκατομμύρια ερασιτέχνες δρομείς ανά τον κόσμο.
Το τρέξιμο δεν αποτελεί βεβαίως το μοναδικό πεδίο ανάδειξης ενός προσωπικού brand. Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μαγειρική όπως έχει εξελιχθεί στην εποχή μας. Κάποτε απολαμβάναμε απλά την διαδικασία προετοιμασίας ενός δείπνου με φίλους. Σήμερα, η διαδικασία αυτή περνά από σαράντα κύματα: trendy συστατικά και μπαχάρια, πολύπλοκες συνταγές, πολυσύνθετα και σοφιστικέ σκεύη και εργαλεία κουζίνας κ.ο.κ. Όλα αυτά για να επιδείξει κάποιος (συχνά στα social media) πόσο μπροστά από τους άλλους βρίσκεται στο γαστριμαργικό πεδίο.
Αντιστοίχως, το τρέξιμο – αλλά και η σωματική άσκηση γενικώς – ήταν κάποτε μια υπόθεση στην οποία αφιερώναμε λίγο χρόνο κάθε μέρα ή κάθε εβδομάδα. Όπως όμως και η μαγειρική, το τρέξιμο υποστηρίζεται πλέον από μια μεγάλη βιομηχανία. Ενώ δεν χρειάζεται υποτίθεται ειδικό εξοπλισμό για να τρέξει κανείς – θεωρητικά μπορείς να τρέξεις ακόμα και ξυπόλητος – έχει αναπτυχθεί μια τεράστια βιομηχανία γύρω από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, από παπούτσια και ρούχα μέχρι απαιτητικές δίαιτες και οργανωμένα ταξίδια.
Οι δρομείς αντοχής εμφανίζουν έντονη εμμονή με τη βελτίωση του χρόνου και το μήκος της απόστασης που διανύουν. Όπως δήλωσαν κάποιοι από τους συμμετέχοντες στην έρευνα, θα τους ήταν πολύ δύσκολο να τρέξουν ξαφνικά μόνο «για πλάκα» χωρίς να ασχοληθούν με το χρονόμετρο τους. Ένας μάλιστα ομολόγησε ότι αν τελείωνε η μπαταρία στο χρονόμετρό του την ώρα της διαδρομής, πιθανότατα θα σταματούσε και θα επέστρεφε σπίτι.
Σύμφωνα πάντα με την έρευνα, όταν περιγράφουν το χόμπι τους οι ερασιτέχνες δρομείς, συχνά χρησιμοποιούν όρους και έννοιες στενά συνδεδεμένους με μια νεοφιλελεύθερη αντίληψη: παραγωγικότητα, αποδοτικότητα, ανταγωνιστικότητα. Κατά συνέπεια, το τρέξιμο γίνεται ένα μέσο που χρησιμοποιείται από τους ανθρώπους για να επιδείξουν την παραγωγικότητά τους και για να διαμορφώσουν το προσωπικό τους brand στην σύγχρονη ανταγωνιστική αρένα.
Όπως γνωρίζουμε, καταλήγει συμπερασματικά η έρευνα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι υποφέρουν από αγχώδεις διαταραχές και «κάψιμο», ακόμα και σε κοινωνίες με ιδανική ισορροπία υποτίθεται μεταξύ δουλειάς και ελεύθερου χρόνου (ζωής); Δεν θα έπρεπε συνεπώς να ασχολούμαστε περισσότερο με δραστηριότητες όπως το τρέξιμο ή άλλες μορφές σωματικής εξάσκησης ως αντίδοτο στο άγχος και στην κατάθλιψη;
Όχι απαραίτητα, ειδικά αν δραστηριότητες που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να μας χαλαρώνουν – όπως το τρέξιμο ή η προετοιμασία ενός δείπνου με φίλους – μας αγχώνουν ακόμα περισσότερο επειδή έχουν γίνει σαν δουλειά, και μάλιστα έντονα ανταγωνιστική.
Με στοιχεία από το The Conversation