Η Ιταλία, στην προσπάθειά της να περιορίσει το φαινόμενο του υπερτουρισμού, έχει πει πολλά «όχι» πρόσφατα: όχι selfies στο Πορτοφίνο, όχι μεγάλα κρουαζιερόπλοια στη Βενετία, όχι δωρεάν είσοδος στους επισκέπτες της μιας ημέρας, όχι τουριστικά λεωφορεία στην παραλία του Αμάλφι, όχι καθίσματα στα Ισπανικά Σκαλιά στη Ρώμη ‒ ένας μακρύς κατάλογος με μικρά μέτρα που μερικές φορές αποδεικνύεται δημιουργικός. Παραδείγματος χάριν, η διάσχιση των μονοπατιών του Cinque Terre με σαγιονάρες μπορεί να επιφέρει πρόστιμο έως και 2.500 ευρώ.
Δεδομένου ότι η Ιταλία θεωρούνταν ανέκαθεν ως η χώρα του έρωτα και ένας από τους πιο αγαπημένους ταξιδιωτικούς προορισμούς στον κόσμο ήδη από τον 17ο αιώνα, όταν αποτελούσε βασικό σταθμό στο Grand Tour των νεαρών Ευρωπαίων, αναρωτιέται κανείς αν αυτές οι μικρές απαγορεύσεις είναι σημάδι ότι έχουν αλλάξει τα συναισθήματα των Ιταλών. Με πιο μελοδραματικούς όρους, μήπως η Ιταλία παίρνει διαζύγιο από τους τουρίστες;
Είναι προφανές ότι οι σχέσεις της Bel Paese (της «όμορφης χώρας», όπως την αποκαλούν οι Ιταλοί) με τους πολυάριθμους εραστές της περνάνε κρίση ή τουλάχιστον γίνεται μια προσπάθεια να τεθούν κάποια όρια. «Οι Αμερικανοί μάς ρωτούν πότε κλείνει η Βενετία σαν να πρόκειται για μουσείο», λέει εξοργισμένος ο ακτιβιστής Marco Gasparinetti, περήφανος υπερασπιστής του αμφίβιου χαρακτήρα της γενέτειράς του, μιας πόλης όπου η ισορροπία μεταξύ νερού και ξηράς είναι λεπτή και πρέπει να προστατεύεται. Πιστεύει ότι οι 50.000 κάτοικοι της Βενετίας (οι οποίοι συχνά παραγκωνίζονται από τους 140.000 σε καθημερινή βάση επισκέπτες) έχουν «κουραστεί». Αναγνωρίζει πόσο σημαντικός είναι ο τουρισμός για την οικονομία αλλά και τις αρνητικές επιπτώσεις του στο περιβάλλον, στο κόστος διαβίωσης και στην ποιότητα ζωής, και συμπληρώνει: «Πρέπει, και έχουμε τη δυνατότητα, να ζήσουμε από τον τουρισμό, αλλά δεν θέλουμε να πεθάνουμε από αυτόν».
«Θα ήταν τρελό να χάσουμε τους νεαρούς τουρίστες, θα ήταν σαν να πυροβολούμε τα πόδια μας», λέει η Lalli. «Οι νέοι έρχονται εδώ και ερωτεύονται την Ιταλία και τον τρόπο ζωής της – και αυτό είναι που μακροπρόθεσμα ευνοεί τις εξαγωγές μας και τα προϊόντα μας στο εξωτερικό».
Στις αρχές Μαΐου, μια εξοργισμένη γυναίκα με ένα μικρό παιδί έγινε πρωτοσέλιδο τοπική εφημερίδα «Il Gazzettino», όταν επιτέθηκε σε τουρίστες στο βαπορέτο της γραμμής 1 που κατευθύνονταν προς το Λίντο. Λιγότερο από δύο εβδομάδες νωρίτερα, οι κάτοικοι είχαν βγει στους δρόμους και διαμαρτύρονταν για το εισιτήριο εισόδου των 5 ευρώ, ένα μέτρο που επέβαλε η Βενετία ως πείραμα για 29 ημέρες και ισχύει καθημερινά για επισκέπτες που φτάνουν στην πόλη πριν από τις 5 το απόγευμα. Το εισιτήριο προκάλεσε την αρνητική κριτική των πολιτών. Η περιβαλλοντολόγος-ακτιβίστρια Jane da Mosto λέει ότι το μέτρο είναι «στάχτη στα μάτια» και ο συγγραφέας Marco D’Eramo το θεωρεί «άχρηστο» («5 ευρώ κοστίζει ένας καφές»), ενώ μετατρέπει την πόλη σε φτηνό «ζωολογικό κήπο ή τσίρκο», προσθέτει ο Gasparinetti.
Ο τουρισμός σε ολόκληρη την Ιταλία αυξάνεται αδιάλειπτα κατά τη μετά-Covid εποχή και εάν η χώρα δεν τον διαχειριστεί σωστά θα βρεθεί μπροστά στο εξής περίεργο δίλημμα, σύμφωνα με τη Marina Lalli, πρόεδρο της Εθνικής Ομοσπονδίας Ταξιδιωτικής και Τουριστικής Βιομηχανίας της Ιταλίας. «Καμία πλευρά δεν θα ωφεληθεί: ούτε οι τουρίστες, που δεν θα μπορούν να απολαύσουν πλήρως το μέρος που επισκέπτονται, ούτε οι κάτοικοι, καθώς αυξάνεται το κόστος διαβίωσης και η εύρεση σπιτιού εξελίσσεται σε σοβαρό πρόβλημα», λέει, αναφερόμενη σε ολόκληρη τη χώρα και όχι μόνο στη Βενετία.
Το Εθνικό Πάρκο Cinque Terre, για παράδειγμα, υποδέχθηκε τέσσερα εκατομμύρια επισκέπτες το 2023, σημειώνοντας αύξηση κατά ένα εκατομμύριο σε σχέση με το 2022. Ο Francesco Villa, δήμαρχος της Vernazza, ενός από τα πιο γραφικά χωριά στο Cinque Terre, λέει ότι είναι πολύ ευχάριστο που ένα χωριό μόλις 750 κατοίκων προσελκύει έως 2.500 τουρίστες καθημερινά, γιατί ο τουρισμός τούς έχει κάνει πλούσιους. Παραδέχεται όμως ότι πολύ λίγοι κάτοικοι κυκλοφορούν μεταξύ 2 και 5 το μεσημέρι. Λέει χαρακτηριστικά: «Μπορούμε ακόμα να κάνουμε μια βόλτα στην εξοχή ή στον κήπο μας. Δεν είναι ιδανικό, αλλά το έχουμε αποδεχτεί γιατί είναι μια εξαιρετικά επωφελής κατάσταση, με άλλους τρόπους». Στην ειδυλλιακή Vernazza, επίσης, αντιστοιχούν κατά μέσο όρο δύο τόνοι απορριμμάτων ανά πολίτη ετησίως, και οι αριθμοί αυξάνονται.
Μία από τις προτεραιότητες της ιταλικής κυβέρνησης είναι να αυξήσει ακόμα περισσότερο τον τουρισμό και να «μετατρέψει την κληρονομιά μας σε εισόδημα», όπως λέει η υπουργός Τουρισμού Daniela Santanchè, η οποία θεωρεί ότι δεν είναι πάρα πολλοί οι τουρίστες και ότι η τουριστική βιομηχανία πρέπει να οργανωθεί καλύτερα σε επίπεδο διαχείρισης ώστε να γίνει πιο κερδοφόρα. «Στην Ιταλία πολλά πράγματα είναι δωρεάν ή σε πολύ πολύ χαμηλές τιμές», λέει στο BBC και συμπληρώνει: «Το Κολοσσαίο αποφέρει μόνο το ένα τέταρτο απ’ όσα το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Νέας Υόρκης».
Πιστεύει, επίσης, ότι η Ιταλία πρέπει να προωθήσει τις μικρότερες πόλεις της και να τις μετατρέψει από εποχικούς προορισμούς σε ετήσιους ώστε να αποτελούν επιλογή όλο τον χρόνο, όχι μόνο καλοκαίρι. Έτσι τίθεται το ερώτημα εάν και κατά πόσο οι κάτοικοι της Vernazza θα μπορούν να βγαίνουν από τα σπίτια τους στο μέλλον και αν η χώρα μετατρέπεται ουσιαστικά σε θεματικό πάρκο.
«Οι άνθρωποι που λένε αυτά τα πράγματα ζηλεύουν τα θαύματα της χώρας μας», απαντά η Santanchè. «Είμαστε ένα υπαίθριο μουσείο, διαθέτουμε τις πιο σημαντικές τοποθεσίες της Unesco». Υπερθεματίζει, δε, σχετικά με την απαράμιλλη κουλτούρα της Ιταλίας, το μοναδικό φαγητό, την υπέροχη φύση και τα 5.600 μικρά borghi (γοητευτικά ιστορικά χωριά), και καταλήγει ότι «ο κόσμος θέλει την Ιταλία, πολύ».
Για έναν Ιταλό, μια τέτοια δήλωση, ότι ο κόσμος θέλει πάρα πολύ τη χώρα του, θα μπορούσε να είναι ανησυχητική. Ωστόσο γνωρίζει ότι δεν τίθεται θέμα λύσης της μακραίωνης σχέσης και διαζυγίου της όμορφης Ιταλίας από τους θαυμαστές της, κυρίως επειδή η χώρα δεν θα μπορούσε να το αντέξει οικονομικά. Ο τουρισμός, σύμφωνα με την ομάδα της Santanchè, συνεισφέρει 13% στο ΑΕΠ (λαμβάνοντας υπόψη τόσο τον άμεσο αντίκτυπό του, π.χ. τα ξενοδοχεία και τις ενοικιάσεις, όσο και τον έμμεσο, δηλαδή όλες τις επιχειρήσεις που επωφελούνται από αυτόν).
Δεδομένου ότι οι Ιταλοί δεν έχουν άλλη επιλογή από το να σώσουν αυτόν τον γάμο, έχουν πέσει στο τραπέζι πολλές ιδέες και προτάσεις. Η πρώτη και πιο διαδεδομένη ιδέα είναι να ρυθμιστεί η ροή των επισκεπτών ώστε να κατευθύνονται και σε άλλους προορισμούς για να μη στριμώχνονται όλοι στη Βενετία, στη Φλωρεντία, στο Cinque Terre και στη Ρώμη. Αυτό όμως οδηγεί σε άλλα αδιέξοδα. Όπως εξηγεί η Lalli: «Δεν μπορείς να πεις σε κάποιον που θέλει να πάει στη Βενετία ότι πρέπει να πάει στο Τρεβίζο ‒ ζητώ συγγνώμη από το Τρεβίζο». Ακόμα και αν εκδηλώσεις ή συνέδρια καταφέρουν να ανακατευθύνουν τους επισκέπτες σε μικρότερα μέρη, θα πρέπει να δημιουργηθούν υποδομές που θα τους υποδεχτούν.
Η πολιτική κοστολόγησης επίσης ακούγεται συχνά ως λύση, καθώς κάποιοι υποστηρίζουν τη θεωρία ότι οι υψηλού επιπέδου, πλούσιοι τουρίστες ξοδεύουν χρήματα και δεν τρώνε στα σκαλιά των αρχαίων εκκλησιών, αφήνοντας συσκευασίες σάντουιτς και μπουκάλια νερού στοιβαγμένα πίσω από τις κολόνες. Αλλά οι νέοι και οι προσκυνητές –αναμένονται 32 εκατομμύρια προσκυνητές στη Ρώμη για το Ιωβηλαίο το επόμενο έτος– δεν είναι απαραίτητα πλούσιοι. «Θα ήταν τρελό να χάσουμε τους νεαρούς τουρίστες, θα ήταν σαν να πυροβολούμε τα πόδια μας», λέει η Lalli. «Οι νέοι έρχονται εδώ και ερωτεύονται την Ιταλία και τον τρόπο ζωής της – και αυτό είναι που μακροπρόθεσμα ευνοεί τις εξαγωγές μας και τα προϊόντα μας στο εξωτερικό».
Η Βενετία, γνωρίζοντας το πρόβλημα εδώ και πάρα πολλά χρόνια, έχει ακολουθήσει βήμα-βήμα μια πειραματική προσέγγιση. Ο δημοτικός σύμβουλος Simone Venturini εξηγεί: «Ήδη σε ένα ντοκιμαντέρ του 1964 ο κόσμος είχε εκφράσει την ανησυχία του για τον τουρισμό. Η δική μας δημοτική αρχή είναι η πρώτη που κάνει κάτι γι’ αυτό». Όχι μόνο έβαλαν τέλος εισόδου στην πόλη αλλά υποστηρίζουν και τους Guardians, μια ομάδα Βενετών που περιφέρονται στις πολυσύχναστες περιοχές του Αγίου Μάρκου και της γέφυρας του Ριάλτο, υποδεικνύοντας στους τουρίστες πώς να συμπεριφέρονται και πώς να σέβονται τις διάφορες απαγορεύσεις, π.χ. να μην ταΐζουν περιστέρια, να μην τρώνε ή να κάθονται στις γέφυρες ή στα σκαλιά των μνημείων, να μη χρησιμοποιούν ποδήλατα, που έτσι κι αλλιώς αποτελεί παράλογη επιλογή σε μια πόλη γεμάτη σκαλοπάτια.
Επιπλέον, η Βενετία έχει βάλει όριο στον αριθμό νέων τουριστικών επιχειρήσεων, π.χ. μαγαζιά που πωλούν μικροσκοπικές καρναβαλικές μάσκες και πλαστικά αντιαισθητικά αναμνηστικά. Προφανώς, δεν είναι η μόνη. «Πουλάς σκουπίδια, προσελκύεις μύγες», λέει η Da Μostο, η οποία πιστεύει ότι η πόλη πρέπει να προσφέρει καλύτερη ποιότητα υπηρεσιών στους κατοίκους και τους επισκέπτες της.
Τέλος, το άλλο μεγάλο όχι, που δεν γίνεται παρά να προκαλεί γέλια, είναι στο κολύμπι, γιατί, όπως εξηγεί ο Venturini: «Η Βενετία είναι πόλη τέχνης, όχι παραλία!».