Τότε δύο εκδοχές υπάρχουν. 1) Δεν εισαι σίγουρη μέσα σου για το όριο που πας να θέσεις. Άσχετα αν υποστηρίζεις σε εμάς, στους άλλους και στον εαυτό σου το αντίθετο. Ο άλλος αυτό το λαμβάνει, και φυσικά τραβάει τα πράγματα στα άκρα. Αυτό λύνεται με το να ρωτήσεις ειλικρινά και στα ίσια τον εαυτό σου "τί είναι αυτό που όντως μου φταίει;" και να μην περιμένεις απαραίτητα λογική απάντηση. Τα συναισθήματα βλέπουν τον κόσμο με άλλα μάτια (όχι απαραίτητα λάθος, όμως διαφορετικά.) Για να δώσω μία ιδέα, (χωρίς απαραίτητα να είναι αυτό που συμβαίνει) μπορεί να σε ενοχλεί όχι το γεγονός ότι δεν σέβεται κάποιος αυτό που του λες, αλλά ότι δεν τον εμπιστεύεσαι εξ'αρχής (υποσυνείδητα προφανώς), και άρα δεν του δίνεις καν την ευκαιρία να σε σεβαστεί. Πάνω σε αυτό να είσαι έτοιμη να κάνεις πειράματα, και λάθη, γιατί όταν μιλάς με το υποσυνείδητο, τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται.2) Κερδίζεις κάτι μέσα από αυτή την ιστορία. Δηλαδή, επίσης χωρίς να το ξέρεις, δεν θέλεις να κάνεις το εαυτό σου σαφή στον άλλο. Είτε γιατί κουβαλάς κάποιο υπόλειμμα κοινωνικής ηλιθιότητας του στύλ "μα η γυναίκα πρέπει πάντα να είναι θύμα του άντρα" ή/και "μα είμαστε το αδύναμο φύλο" "μα οι γυναίκες δεν κάνει να θυμώνουν" (δυστυχώς αυτά τα αρχέτυπα είναι δύσκολο να ξερριζωθούν όπως τους αξίζει, και έχουμε φάει μαλακομπούκωμα από πολύ μικρές...), είτε μεταθέτεις το πρόβλημα στον τρόπο που το λες, ενώ είναι κάτι πολύ πιο σοβαρό από πίσω, και με το να γκρινιάζεις για αυτό νιώθεις καλύτερα, γιατί κάπως ξεδίνεις βρε αδερφέ. Παράδειγμα: Μία κακοποιημένη γυναίκα μπορεί να ενοχλείται που το σπίτι της δεν είναι ποτέ τόσο καθαρό όσο θέλει ο άντρας της. Έτσι νιώθει κάπως καλύτερα, και αποφεύγει να δει το πραγματικό, και επώδυνο πρόβλημα που είναι ότι ο άντρας της την δέρνει όταν δεν είναι καθαρό το σπίτι. Βάλε το παραπάνω προφανώς στις δίκές σου αναλογίες. Ελπίζω να κατάλαβες και να βοήθησα.