
《Δε φταίει η νύχτα κι ο ουρανός αν ήσουν τ' άστρο οδηγός στη ρότα του Οδυσσέα κι εγώ σε πήρα σοβαράκαι από τότε χάθηκα πέρα από τον Μαλέα.Όσα είχα κάνει όνειρα δικά σου ήτανε παιδιά, τα ρίχνω στον Καιάδα κι όσα σου είπα "σ' αγαπώ"τώρα στης λήθης το βυθό κοιμούνται στρωματσάδα.Αχ, τα φιλιά μου θα στα 'δινα έτσι κι αλλιώςμα ήθελες να τα κλέψεις. Αχ, κι όταν είδες πως σ' άφηναεύκολα εσύ μου 'δινες υποσχέσεις.Τα λόγια σου τα ερωτικά και τα βραχιόλια τα χρυσά, πες μου τι να τα κάνω. Θα μου 'φτανε κι ένα φιλίαν μ' αγαπούσες πιο πολύ για σένα να πεθάνω.Θα 'θελα να σ' εμπιστευτώ, έτσι πώς να το φανταστώ πως μου 'στηνες παιχνίδια..Δε σου θυμώνω όμως γιατί, η αγέννητή μου η ψυχή διψούσε για ταξίδια.》