Ο Michael Findlay μίλησε στην εφημερίδα die Zeit στα πλαίσια της έκθεσης Art Cologne.
Πώς θα εξηγούσατε σε ένα πελάτη σας το γιατί πρέπει να πληρώσει εκατό εκατομμύρια δολάρια για να αποκτήσει ένα έργο του Πικάσο;
Πρώτα θα συνέκρινα την τιμή με παρόμοια έργα που πουλήθηκαν πρόσφατα. Μετά θα υπογράμμιζα τη σπανιότητα: πόσοι παρόμοιοι πίνακες υπάρχουν; Θα έλεγα επίσης: Από την περίοδο, κατά την οποία ο Πικάσο ήταν αθεράπευτα ερωτευμένος με την Marie Therese Walter υπάρχουν μόνο 15 πίνακες. Οι περισσότεροι βρίσκονται σε μουσεία και το πιθανότερο είναι ότι δεν θα βγουν ποτέ στην αγορά. Εξηγώ ποιοι είναι οι ιδιοκτήτες των υπόλοιπων έργων και πόση πιθανότητα υπάρχει να πωληθεί κάποτε κάποιος από αυτούς.
Εννοείτε ότι η τιμή δικαιολογείται απλά από τη σχέση προσφοράς / ζήτησης;
Σήμερα υπάρχουν πραγματικά πολλοί συλλέκτες που είναι πρόθυμοι να ξοδέψουν πολλά. Στη δεκαετία του ’60 υπήρχαν πολύ λίγοι, οι οποίοι πλήρωναν λίγα. Ο κόσμος περιγελούσε τους συλλέκτες. Αυτό άλλαξε γρήγορα, μέσα σε είκοσι χρόνια οι τιμές για έργα του Γουόρχολ και του Λίχτενσταϊν εκτοξεύτηκαν και αρκετοί ξεκίνησαν να αγοράζουν σύγχρονα έργα κατά τη δεκαετία του ’80. Ήλπιζαν ότι οι τιμές θα εξακολουθούσαν να ανεβαίνουν με τον ίδιο ρυθμό.
Ακόμα και οι ίδιοι καλλιτέχνες ενοχλούνται από τις αστρονομικές τιμές. Τον Οκτώβριο ένα έργο του Gerhard Richters Kerzen πουλήθηκε για δώδεκα εκατομμύρια ευρώ σε μία δημοπρασία και ο καλλιτέχνης δήλωσε ότι τέτοιες τιμές είναι «εντελώς απαράδεκτες και μάλλον γελοίες».
Φαντάζομαι ότι ο Richter θα προσαρμοστεί. Οι καλλιτέχνες μπορούν να επηρεάσουν τις τιμές όταν συνεργάζονται με γκαλερί αλλά στις δημοπρασίες δεν έχουν λόγο.
Μερικές φορές αυτές οι παθιασμένες μάχες στις δημοπρασίες, η οποίες οδηγούν τις τιμές στα ύψη, είναι εντελώς παράλογες. Παραδόξως η τιμή καθορίζεται από γελοίους κανόνες: οι μεγαλύτεροι πίνακες ενός καλλιτέχνη είναι πιο ακριβοί από τους μικρότερους, τα μοναδικά κομμάτια είναι πιο ακριβά από αυτά που έχουν αντίγραφα, οι πίνακες με πολλά χρώματα είναι πιο ακριβοί από τους μονοχρωματικούς.
Αυτό είναι αλήθεια. Υπάρχουν ελάχιστες εξαιρέσεις. Οι ακουαρέλες του Ντεγκά είναι πιο ακριβές από τους πίνακες με λάδι. Αυτές οι συμβάσεις πάντως σίγουρα δεν λένε κάτι για την ποιότητα του κάθε έργου.
Σήμερα πράγματι υπάρχουν περισσότεροι συλλέκτες σε σχέση με παλιότερα. Οι περισσότεροι άνθρωποι θα ξόδευαν 25 εκατομμύρια για να αγοράσουν ένα τεράστιο σπίτι με υπέροχη θέα κι όχι για να αποκτήσουν έναν πίνακα του Mark Rothko που απεικονίζει δύο κόκκινα, θολά τετράγωνα. Εσείς τι θα κάνατε;
Κάνετε πλάκα;
Αντιθέτως.
Είμαι σίγουρος ότι θα διάλεγα τον πίνακα. Εντάξει, δε μπορείς να ζήσεις μέσα σε έναν Rothko, αλλά ήδη έχω ένα σπίτι. Τα υπόλοιπά μου χρήματα τα ξοδεύω αγοράζοντας τέχνη. Είναι μια μόνιμη πηγή χαράς και έμπνευσης, μια αισθητική απόλαυση, προκλητική και εποικοδομητική. Κάτι που καθημερινά με μεταφέρει αλλού.
Στο βιβλίο σας αναφέρετε τρεις διαφορετικές λειτουργίες της τέχνης: μπορεί να λειτουργεί ως επένδυση, ως αντικείμενο πρεστίζ και ως αισθητική απόλαυση. Υπάρχουν στ’ αλήθεια άνθρωποι που αγοράζουν τέχνη χωρίς συναίσθημα, μόνο και μόνο επειδή το βλέπουν ως επένδυση;
Ξέρω πολλούς συλλέκτες οι οποίοι αγοράζουν τέχνη μόνο για εντυπωσιάσουν τους γείτονές τους, ή για να τοποθετήσουν κάπου τα χρήματά τους. Μετά κάθονται στον ακριβό τους καναπέ, βλέπουν τον τεράστιο ασπρόμαυρο πίνακα του Franz Kline και σκέφτονται «ούτε ένα χρώμα, και ξόδεψα έντεκα εκατομμύρια!» Όμως σιγά σιγά μαθαίνουν να τον αγαπούν.
Ο τύπος του εραστή της τέχνης είναι ακόμη πιο σπάνιος;
Το 1967 ήμουν παρών όταν μια νεαρή γυναίκα περίμενε ένα τηλεφώνημα από το Λονδίνο για να μάθει αν ο εκπρόσωπός της κατάφερε να αγοράσει σε μια δημοπρασία έναν πίνακα από τη μπλε περίοδο του Πικάσο. Δεν ήταν συλλέκτρια, είχε κληρονομήσει όμως λεφτά από τον παππού της. Κατάφερε να τον αποκτήσει για 530.000 δολάρια. Έζησε με τον πίνακα για πολλά χρόνια, αλλά αποκάλυψε μόνο στον άντρα της ότι ήταν αυθεντικός. Απλώς αντλούσε χαρά από τον πίνακα που αγαπούσε από τότε που ήταν παιδί.
σχόλια