[ φωτογραφίες: Αιμιλία Παναγιώτου ]
Γνωρίζαμε τον Γιάννη Ζαχόπουλο ως μία από τις σημαντικότερες φιγούρες του πολιτισμού της Θεσσαλονίκης.
Εδώ και δεκαετίες γενιές Θεσσαλονικιών είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν σημαντικές στιγμές του παγκόσμιου κλασικού κινηματογράφου μέσα από το ΑΖΑ, το μακροβιότερο βιντεοκλάμπ της πόλης.
Χρόνια πριν την έλευση του ίντερνετ, το ΑΖΑ ήταν το μοναδικό μέρος απ' όπου μπορούσε κανείς να προμηθευτεί τους πιο ιδιαίτερους τίτλους ταινιών, τίτλους που δεν κυκλοφορούσαν πουθενά αλλού -ενδεχομένως και σε ολόκληρη την χώρα, και να έρθει σε επαφή με την δουλειά σκηνοθετών τα ονόματα των οποίων πιθανόν να ηχούν ακόμα ως άγνωστες λέξεις στα αυτιά των περισσότερων ιδιοκτητών βιντεοκλάμπ.
Ό,τι και να ήταν αυτό που έψαχνες, το ΑΖΑ ήταν το μέρος που θα το έβρισκες.
Ένας κινηματογραφικός θησαυρός της πόλης. Μία προσεγμένη ταινιοθήκη. Ένα κινηματογραφικό 'σχολείο' για όλους μας.
Αυτό που ενδεχομένως δεν γνωρίζαμε, όμως, είναι ότι Γιάννης Ζαχόπουλος έχει και μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορία ζωής.
Με αφορμή τα φετινά τριακοστά γενέθλια του ΑΖΑ, του ζητήσαμε να μας τη διηγηθεί.
Γεννήθηκα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, δεν έχει σημασία πότε, και η σχέση μου με τον κινηματογράφο ξεκίνησε από μικρή, πολύ μικρή, ηλικία. Δέκα – έντεκα χρονών.
Εκείνα τα χρόνια δεν μας αφήνανε εύκολα να πάμε σινεμά, κι έτσι τις Κυριακές το μεσημέρι πήγαινα κρυφά στα Ηλύσια, στο Τιτάνια, στα Διονύσια, για να δω ταινίες.
Είχα την μητέρα μου σύμμαχο. Μόλις έπεφτε για ύπνο ο πατέρας μου, μου έδινε χαρτζιλίκι και μου έλεγε "κοιμάται τώρα, τρέχα". Με τραβούσε όλη αυτή η μαγεία του σινεμά, και δεν ήμουν και η εξαίρεση, φυσικά.
Τα χρόνια στην Αμερική
Τα χρόνια πέρασαν, και αφού τελείωσα το Κολλέγιο έδωσα εξετάσεις κρυφά από τους δικούς μου και κέρδισα Fulbright υποτροφία για το Grinnell College, στην Αμερική. Ο πατέρας μου τότε δεν ήθελε να σπουδάσω, αλλά να συνεχίσω το γραφείο του που είχε σχέση με τα Ναυτιλιακά. Η μητέρα μου έπαιξε και πάλι τον ρόλο του "συμμάχου", κι έτσι έφυγα για Αμερική.
Ήταν δύσκολα χρόνια τότε, δεν υπήρχαν πολλά χρήματα. Και το Κολλέγιο με υποτροφία το είχα τελειώσει. Τελοσπάντων.
Εκείνο το φεγγάρι, ασχέτως με το τι δρόμο ήθελες να ακολουθήσεις, έπρεπε να γίνεις ή γιατρός, ή δικηγόρος, ή μηχανικός. Οτιδήποτε άλλο ήταν ταμπού για εμάς τότε.
Εμένα μου άρεσε το μηχανιλίκι, κι έτσι μετά από το Grinnell πήγα στο Columbia University στη Νέα Υόρκη -όπου μου έδωσαν την πιο καλή υποτροφία- και σπούδασα Ηλεκτρολόγος Μηχανολόγος. Αργότερα, έκανα και μία απόπειρα για ένα Ντοκτορά στην Πυρηνική Φυσική, που έμεινε φυσικά ατελείωτο για λόγους και πάλι οικονομικούς.
Η πλάκα είναι ότι κατά κάποιον τρόπο το σινεμά έμπαινε πάντα στην ζωή μου, από μόνο του:
Στο Grinnell υπήρχε μία επιτροπή, θυμάμαι ακόμα το όνομα, "Social Coordinating Committee" λεγόταν, υπεύθυνη για τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του Πανεπιστημίου. Οπότε, χωρίς να πολυκαταλάβω πώς έγινε -μάλλον επειδή ήμουν ένας από τους λίγους ευρωπαίους φοιτητές τότε, με έβαλα να διαλέγω τις ταινίες για το σινεμά της σχολής. Το ίδιο ακριβώς έγινε και στο Columbia, στην Νέα Υόρκη.
Όταν τελείωσα τις σπουδές ξεκίνησα να δουλεύω σε ένα κέντρο ερευνών στο Σικάγο, το IAT ένα από τα τρία σημαντικότερα κέντρα ερευνών της Αμερικής.
Είχα τότε τρέλα με την έρευνα. Και πού με βάζουνε;
Στο τμήμα Magnetic Recording and Instrumentation, στα πρώτα βήματα έρευνας και κατασκευής του βίντεο. Απίστευτο! Να σου πω και ένα άλλο, όλη η ιστορία τότε με το βίντεο ξεκίνησε, αν το πιστεύεις, από χρήματα της μαφίας. Θέλανε, λέει, να έχουν "jukebox με εικόνα" και πήγαν και τα ακουμπήσανε στο κέντρο ερευνών.
Συνολικά στην Αμερική έζησα για πάνω από μια δεκαετία. Οι γυρισμοί ήταν ολόκληρη περιπέτεια.
Η υποτροφία μας πλήρωνε το εισιτήριο του γυρισμού – που ήταν και με πλοίο ακόμα αν θυμάμαι καλά- αλλά εγώ είχα βρει καλύτερο, αεροπορικώς, μέσω του Columbia. Έλα όμως που ήταν μέχρι το Παρίσι. Ξεμένω εκεί χωρίς φράγκο, και για καμιά εβδομάδα κοιμάμαι στον Σηκουάνα μαζί με τους κλοσάρ, αγκαλιά με τον τρίποδα της φωτογραφικής μηχανής για όπλο σε ώρα ανάγκης! Εκεί έκανα και μια σειρά ασπρόμαυρων φωτογραφιών, με τους κλοσάρ στους δρόμους του Παρισιού.
Με τα πολλά, ενώ έκανα βόλτα πέφτω πάνω σε ένα γραφείο της Ολυμπιακής. Τους εξηγώ, τους δείχνω το γράμμα της υποτροφίας, και γυρίζω πίσω.
Θυμάμαι, τότε, με αφορμή αυτές τις φωτογραφίες με είχε πλησιάσει τυχαία στο καφέ του Φλόκα ο Τάκης ο Κανελλόπουλος, ο σκηνοθέτης, για να κάνω την διεύθυνση φωτογραφίας στον "Ουρανό", αλλά εγώ έπρεπε να γυρίσω πίσω στην Νέα Υόρκη. Αυτά όλα γίνονται το '60 κάτι.
Από την ζωή στην Αμερική αυτό που με εντυπωσίασε περισσότερο και μου έμεινε, με επηρέασε σαν άνθρωπο, ήταν η επαφή και η γνωριμία με ανθρώπους από χώρες εντελώς άγνωστες στην ελληνική πραγματικότητα τότε. Ινδούς, μαύρους..
Εκείνα τα χρόνια δεν βλέπαμε ούτε για αστείο ξένους εδώ.
Αυτό, και η αξιοκρατία που ήταν εντονότατη παντού. Ακόμα με τσούζει αυτή η έλλειψη αξιοκρατίας που επικρατεί στην Ελλάδα, και η έλλειψη αυτοσεβασμού και σεβασμού προς τον συμπολίτη μας που μας χαρακτηρίζει.
Έχω καταλήξει, μάλιστα, και αφού πέρασα και κοντά δώδεκα χρόνια στην Αφρική αργότερα, ότι οι μαύροι είναι, πώς να το πω, πιο σοφοί όσον αφορά το τι μετράει στη ζωή. Πιο καλόκαρδοι και καλοσυνάτοι από τους λευκούς.
Εγώ ταίριαξα αμέσως μαζί τους. Και στο Σικάγο, δηλαδή, σε συνοικία μαύρων έμενα. Κι ενώ τους έβλεπες όλους στον δρόμο να περπατούν βιαστικά και διστακτικά μόλις έπαιρνε να βραδιάζει, εγώ δεν ένιωθα ποτέ φοβισμένος. Έπλενα το αυτοκίνητο μου μαζί τους στον δρόμο, έτρωγα μαζί τους τα μεσημέρια...
Η επιστροφή στην Θεσσαλονίκη, η χρυσή εποχή των διυλιστηρίων της Esso Pappas, και τα χρόνια στην Αφρική
Πήρα την απόφαση να γυρίσω πίσω για λόγους οικογενειακούς. Είχα παντρευτεί και είχαμία κόρη στην Αμερική.
Δεν ξέρω αν ήταν δύσκολη απόφαση να γυρίσω μετά από τόσα χρόνια, γιατί τότε πρώτη προτεραιότητα ήταν η κόρη μου.Την πήρα και ήρθαμε εδώ μωρό, τέσσερα χρονών άνθρωπος.
Με το που γύρισα με πήρε η Esso Pappas ( Ελληνικά Πετρέλαια, σήμερα) σαν ηλεκτρονικό μηχανικών οργάνων αρχικά, και αργότερα σαν employee relations manager στα κεντρικά της Αθήνας. Έμεινα στην Esso για πέντε – πεντέμισι χρόνια, και ήταν το μεγαλύτερο σχολείο για μένα.
Να σου πω ένα απλό πράγμα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον γενικό διευθυντή, John Gibbs, όταν κάναμε συνεντεύξεις μου έλεγε "δεν θα προσλάβεις κανέναν, αν δεν μπορείς να τον φανταστείς μετά από πέντε – δέκα χρόνια να είναι αφεντικό σου". To ακριβώς αντίθετο, δηλαδή, από την νοοτροπία που επικρατεί στην Ελλάδα.
Κάναμε θυμάμαι 4.500 συνεντεύξεις για να πάρουμε, ας πούμε, 400 μηχανικούς. Ούτε μέσον, ούτε γνωριμίες ούτε τίποτα. Δεν είχε μπει ρουθούνι! Στο παράρτημα της Αθήνας, βέβαια, ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα.
Η Esso ήταν τότε μεγάλη υπόθεση για την Θεσσαλονίκη. Άλλαξε την εικόνα ολόκληρης της πόλης.
Καταρχήν, η εταιρεία (εργοδοσία, διοίκηση) αποτελούταν ολοκληρωτικά από ξένους. Μιλάμε για εκατοντάδες οικογένειες που ζούσαν πλέον στην Θεσσαλονίκη. Έβλεπες, έτσι, όλο αυτό να επιδρά στην πόλη. Αλλάξανε τα μαγαζιά, η Τσιμισκή έγινε πιο εντυπωσιακή, πιο εφετζίδικη.
Κάποια στιγμή προέκυψε μια πρόταση για τη θέση του Γενικού Διευθυντή της Volkswagen στην Ελλάδα. Μου φάνηκε δελεαστική ιδέα, μιας που είχα και από πάντα τρέλα με τα αυτοκίνητα. Στην Αμερική, μάλιστα, έτρεχα και σε αγώνες. Πριν φύγω, όμως, καλά καλά από την Esso με καλεί το αφεντικό της Volkswagen και μου λέει, "έχω και μια εταιρεία στην Αφρική που χάνει λεφτά εδώ και χρόνια. Πας;" Επρόκειτο για την Carrier, την αμερικάνικη εταιρεία κλιματιστικών.
Κι έτσι προέκυψε και η Αφρική, που υπήρχε πάντα σαν ιδέα στο πίσω μέρος του μυαλού μου.
Ήταν ένα από εκείνα τα 'θέλω' τα οποία ούτε ο ίδιος πιστεύεις ότι θα πραγματοποιηθούν ποτέ. Αυτά τα 'θέλω', λοιπόν , έχω καταλήξει ότι τελικά πραγματοποιούνται από μόνα τους μερικές φορές.
Ούτε καν που τον ρώτησα για πόσα λεφτά μιλάμε, και ξεκίνησα αμέσως για την Νιγηρία.
Στην Αφρική έζησα συνολικά για δέκα περίπου χρόνια, ίσως και λίγο παραπάνω.
Τεράστια εμπειρία ζωής.
Δεκαετία του '80 – Το ΑΖΑ ανοίγει τις πόρτες του
Πώς προέκυψε; Θα σου πω ακριβώς.
Καταρχήν, γυρνώντας πίσω στην Ελλάδα δεν μπορούσα με κανέναν τρόπο να φανταστώ τον εαυτό μου να δουλεύει για Έλληνα εργοδότη. Με τίποτα.
Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι μετά από τόσα χρόνια με την ευθύνη ενός προσωπικού 600 περίπου ατόμων πάνω μου, είχα κάπως κουραστεί. Εφάρμοσα ό,τι είχα μάθει από την Esso, και η εταιρεία πήγαινε πλέον πολύ καλά. Έτσι γύρισα πίσω. Όλο αυτό ήταν πλέον too much για μένα, και κάπως ήθελα να ρίξω τους ρυθμούς.
Λέω λοιπόν, θα κάνω το χόμπι μου επάγγελμα. Και τα χόμπι μου ήταν η φωτογραφία και ο κινηματογράφος. Στήνω, λοιπόν, το πρώτο ΑΖΑ στην Παλαιών Πατρών.
Μισό φωτογραφείο – μισό βίντεο κλαμπ. Ήταν Απρίλης του 1984. Πριν από τριάντα χρόνια ακριβώς.
Η αλήθεια είναι πως γύρισα με κάποια χρήματα από την Αφρική, τα οποία επενδύθηκαν στην αγορά ενός μηχανήματος εκτύπωσης που εμφάνιζε τα φιλμ σε μία ώρα. Μεγάλη υπόθεση. Έκανε θυμάμαι 5 εκατ. δραχμές. Ποσό με το οποίο αγόραζες τότε ένα διαμέρισμα.
Όταν ανοίξαμε υπήρχαν στην πόλη άλλα δυο – τρία βίντεο κλαμπ μόνο. Εγώ δεν ήθελα να κάνω άλλο ένα τυπικό βίντεο κλάμπ. Αυτό που είχα στο μυαλό μου, και πιστεύω το πέτυχα, ήταν να δημιουργήσω μία ταινιοθήκη.
Να ασχοληθώ σοβαρά με το θέμα του παγκόσμιου κλασικού κινηματογράφου. Να μπορεί κάποιος να βρει οποιοδήποτε έργο ήταν σημαντικό στην ιστορία του σινεμά.
Ταινίες γιαπωνέζικες, ρώσικες, ελληνικές, αμερικάνικες, κλασικά φιλμ. Από το ξεκίνημα του κινηματογράφου, κοντά στα 1900, μέχρι και σήμερα.
Είχα ήδη μια μεγάλη συλλογή δική μου, και φυσικά έφερνα κασέτες. Δεν υπήρχε μεγάλη διανομή τότε στην κατηγορία των κλασσικών ταινιών. Ό,τι κυκλοφορούσε το αγόραζα. Και φυσικά υποτιτλισμός μόνο στα αγγλικά. Δεν μπορούσες να βρεις τίποτε άλλο.
Του θυμίζω περιστατικά όπως η βιντεοκασέτα της Έβδομης Σφραγίδας του Μπέργκμαν, αντιγραμμένη από την ΕΡΤ2.
Το θυμάμαι, βέβαια! Είχε έρθει τότε και η ΕΠΟΕ, η Εταιρία Προστασίας Οπτικοακουστικών Έργων, και περίμενα να σου πω κάποια αντίδραση γι' αυτό. Κι όμως, μου είπαν συνεχίστε το έργο σας, είναι σημαντικό να υπάρχουν αυτά τα έργα.
Τότε η τηλεόραση η κρατική έπαιζε σπουδαία έργα. Τα σημαντικά τα καταγράφαμε περισσότερο για το Πανεπιστήμιο σαν διδακτικά εργαλεία, με το οποίο συνεργαζόμασταν χωρίς χρέωση φυσικά.
Ο κόσμος δέχθηκε το ΑΖΑ πάρα πολύ καλά. Πολλοί μιλούν για ένα 'σχολείο' κινηματογράφου.
Πρόσφατα μου έγραψε κάποιος, "Ο Γιάννης ο Ζαχόπουλος και οι ταινίες που νοίκιαζα από το ΑΖΑ μου έμαθαν περισσότερα για τον κινηματογράφο απ' όσα μου έμαθαν οι πανάκριβες σπουδές μου στην Αγγλία."
Ένα τεράστιο κομπλιμέντο. Θέλω να το κάνω και σαν σλόγκαν, αλλά δεν ξέρω πώς ακριβώς να το κάνω με το photoshop.
Το κριτήριο των ταινιών που φέρναμε ήταν καθαρά προσωπικό. Ό,τι μου άρεσε ήθελα να υπάρχει και στο μαγαζί. Ακόμα κι αν ήταν κάτι πολύ ιδιαίτερο που εξ' αρχής ήξερα ότι μπορεί και να μην ενοικιαστεί ποτέ. To αγόραζα όμως για να συμπληρώσω λόγου χάρη την συλλογή του Γιοντορόφσκι.
Φυσικά έφερνα και τίτλους εμπορικούς, ψειριστικά διαλεγμένους. Οι εταιρείες διανομής τότε δεν πρέπει να με συμπαθούσαν ιδιαίτερα.
Θα διαβάσω πέντε έξι κριτικές και θα διαλέξω προσεκτικά. Ούτε χώρο έχω να περισσεύει, ούτε χρήμα να ξοδεύω σε ταινίες που δεν θα είναι καλές. Που θα την πάρει ο άλλος και θα του χαλάσω το βράδυ.
Το peakήταν από τότε που ξεκινήσαμε, μέχρι να ανοίξουν τα ιδιωτικά κανάλια. Αν κουράστηκα ποτέ; Καθόλου! Και τα τελευταία χρόνια με το Φεστιβάλ δουλεύω από τις τρεις το μεσημέρι μέχρι τις τρεις το βράδυ.
Είναι η ευχαρίστηση μου. Ένα κουβεντολόι που θα κάνω με έναν πελάτη για μια ταινία, η χαρά να συναντώ ακόμα ανθρώπους που έρχονται στο μαγαζί από την πρώτη μέρα..
Σήμερα, το ΑΖΑ το κρατάμε μαζί με τον γιο μου τον Αλέξη, που είναι πραγματικά μεγάλη βοήθεια. Έχει σπουδάσει στην Αγγλία και στην Αμερική. Διαλέγουμε μαζί τα φιλμ, διαβάζουμε τις κριτικές, ξεχωρίζουμε τις ταινίες, τι θα φέρουμε, όλα αυτά. Είμαστε πλέον μαζί εδώ, σε όλα.
Οι μεγάλες αλυσίδες βιντεοκλάμπ, και η έλευση του Ίντερνετ
Δεν ένιωσα ότι έχουμε ανταγωνισμό. Το κοινό του ΑΖΑ ήταν πάντα πολύ συγκεκριμένο. Και δεν πιστεύω στον ανταγωνισμό. Εννοώ, κάποτε που η πόλη έβριθε από βίντεο κλαμπ υπήρχε ένα Σωματείο Βίντεο Λέσχης.
Είχα πάει κάνα δυο φορές και τους είχα πει, "ρε παιδιά, μην πολεμάτε τον γείτονα, γιατί αν ο γείτονας έχει δουλειά, τότε θα έχετε κι εσείς. Αν κλείσει ο δίπλα δεν θα έρθει σε εσένα ο κόσμος."
Δεν μπορούσαν να το καταλάβουν.
-Και μετά ήρθε το Ίντερνετ, σας ακούω. Σας έκανε κακό φαντάζομαι,
-Πάρα πολύ μεγάλο, δε το συζητάω. Θα σου πω ένα πρόσφατο παράδειγμα.
Έχω πελάτη δικηγόρο, εδώ και είκοσι χρόνια. Εγώ του διάλεγα τις ταινίες, τυφλή εμπιστοσύνη.
Μόλις μεγάλωσε λίγο ο γιος του και του έδειξε πώς να κατεβάζει δεν ξαναπάτησε στο μαγαζί.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ο κόσμος δεν καταλαβαίνει ότι πρόκειται για κάτι 100% παράνομο. Και δεν θα βλάψεις τον σταρ ή τις μεγάλες εταιρείες με την πειρατεία. Θα βλάψεις τον ηχολήπτη, τον μηχανικό. Οι πρώτοι που χάνουν την δουλειά τους σε αυτές τις περιπτώσεις είναι οι απλοί υπάλληλοι.
Στην Γερμανία ή στην Γαλλία υπάρχουν νόμοι. Δεν διανοείσαι να κατεβάσεις.
Σου έρχεται κατευθείαν το πρόστιμο στο σπίτι, με γράμμα. Μιλάμε για πρόστιμα χιλιάδων ευρώ.
Ελπίζω να βγει σύντομα κάποιος νόμος και εδώ. Στην Αθήνα έχουν κλείσει κοντά πέντε εταιρείες ως τώρα. Κόσμος χάνει τη δουλειά του.
Και δεν είναι ότι κερδίζεις σε μόρφωση και ενημέρωση, γιατί ο σινεφίλ ενημερωνόταν και πριν.
Τώρα είναι ένα τζάμπα πράγμα. Σου λέει ο άλλος, "ψάχνω κάτι να κατεβάσω". Έτσι κουτουρού. Ό,τι ακούγεται.
Δεν είναι ότι δίνουν και σημασία στα έργα. Αν ήρθε το τέλος των βίντεο κλαμπ; Δεν ξέρω, θα δείξει. Ελπίζω να θεσμοθετηθεί νομικό πλαίσιο κι εδώ, σύντομα.
Νομίζω ότι τη σχέση του Σαλονικιού με το καλό σινεμά τη χάλασε πάρα πολύ το κατέβασμα. Δηλαδή αν πριν δέκα χρόνια υπήρχε ένα κοινό ας πούμε 25% φανατικών 'σινεματζίδων', τώρα έχει πέσει στο 10%.
Το ίδιο γίνεται και με το Φεστιβάλ.
Νομίζω, δηλαδή, ότι οι περισσότεροι που πάνε στο Φεστιβάλ δεν είναι σινεφίλ, και ίσως πάνε έτσι, για το event. Να βρούνε καμιά γκόμενα, κτλ. Ας πούμε, πέρσι, προσπαθούσα να βρω εισιτήρια για τον " Τυραννόσαυρο ".
Και τις δύο μέρες στο Φεστιβάλ ήταν sold out. Πάω μετά να το δω στο Φαργκάνη, και ήμασταν δεν ήμασταν 7-8 άτομα στην αίθουσα.
Το Διεθνές Φεστιβάλ Μικρού Μήκους Θεσσαλονίκης - TiSFF
Ξεκίνησε πριν από επτά χρόνια, το 2007, περισσότερο από παρακίνηση φίλων του AZA.
Ειλικρινά πιστεύω ότι το σινεμά του αύριο βρίσκεται στα φιλμ μικρού μήκους, και όχι στα μεγάλα. Δεν υπάρχει μεγάλος σκηνοθέτης που να μην ξεκίνησε από μικρού μήκους, και σε μερικές περιπτώσεις σκηνοθετών, μάλιστα, τα μικρού μήκους είναι σημαντικότερα των μεγάλων που ακολούθησαν. Το μικρού μήκους σινεμά είναι πιο δύσκολο, εξ' ορισμού. Είναι μεγαλύτερη η πρόκληση. Χρειάζεται φαντασία. Να πεις κάτι σημαντικό, δηλαδή, σε λίγα μόνο λεπτά.
Επιπλέον, θεωρώ ότι ένα φεστιβάλ μικρού μήκους είναι σημαντικότερο επειδή τις μεγάλες ταινίες τις παίζουν μετά και οι αίθουσες, ενώ οι μικρές δεν προβάλλονται πουθενά.
Σήμερα,το TiSFF συγκαταλέγεται στα 45 καλύτερα φεστιβάλ όλου του κόσμου (από τα συνολικά 2500 Φεστιβάλ Μικρού Μήκους παγκοσμίως), ενώ είναι το μοναδικό ελληνικό φεστιβάλ στα 28 καλύτερα της Ευρώπης.
Και την θέση αυτή την πήρε καθαρά λόγω του προγράμματος του. Από τα Βαλκάνια ήμαστε μόνο εμείς και το Φεστιβάλ του Σαράγιεβο.
Συχνά, διάφοροι ξένοι αλλά και Έλληνες σκηνοθέτες μας επαινούν ως ένα από τα καλύτερα Φεστιβάλ της Ευρώπης. Χαίρομαι ιδιαίτερα, γιατί στην ουσία μιλάμε για ένα...one man festival (γέλια), με πάρα πολύ τρέξιμο και χωρίς καμία σχεδόν στήριξη.
Το TiSFF διαρκεί μία εβδομάδα, και συνολικά προβάλλονται γύρω στις 110 – 120 ταινίες κάθε χρόνο.
Ελληνικές και ξένες, πολύ προσεκτικά επιλεγμένες.
Ξεχωρίζουμε τις συμμετοχές μία μία, "ξεψειρίζοντας" εκατοντάδες φιλμ. Ευτυχώς, ήμαστε 100% ανεξάρτητο φεστιβάλ κι έτσι δεν έχουμε καμία πίεση στο τι θα δείξουμε. Διαλέγουμε μόνοι μας, με κριτήριο το τι θεωρούμε καλή δουλειά.
Και φαίνεται πως δεν πέφτουμε έξω, μιας που πολλά από τα φιλμ που προβάλλουμε φτάνουνε στα Ευρωπαϊκά Βραβεία, ακόμα και στις υποψηφιότητες των Όσκαρ.
Και, φυσικά, δεν έχουμε πρώτο και δεύτερο βραβείο κτλ..
Σιχαίνομαι την λέξη 'Best'. Τι πάει να πει 'Best'; Στο τέλος του φεστιβάλ ξεχωρίζουμε απλά τα καλύτερα φιλμ, τα οποία μπορεί να είναι 8, 10, μπορεί να είναι 20. Ξεχωρίζουμε αυτά που αξίζουν ένα μεγάλο μπράβο και ένα χτύπημα στην πλάτη των νέων δημιουργών, Ελλήνων και ξένων.
-Και πώς τα βγάζει πέρα το Φεστιβάλ οικονομικά;
- Δεν τα βγάζει. Ο Δήμος Θεσσαλονίκης μας δίνει τα τελευταία χρόνια 5.000 ευρώ από τα οποία αφαιρείται ο φόρος, και μας μένουν γύρω στα 2500 ευρώ ετησίως. Δυστυχώς όμως δεν φτάνουνε. Ήμαστε πάρα πολύ ζόρικα.
Πέρσι μόνο καταφέραμε και πήραμε μια ιδιωτική χορηγία με την οποία καλύψαμε το κόστος της πεντάδας των υποψηφίων για Όσκαρ φιλμ μικρού μήκους, που εξασφαλίσαμε για το Φεστιβάλ.
Έχω ακόμα τα δικαιώματα, και είναι κρίμα να μην προβληθεί η συγκεκριμένη πεντάδα κάποια στιγμή και αλλού, ώστε να δουν τα φιλμ όλοι οι σινεφίλ της πόλης. Τελοσπάντων.
-Ποια είναι, αλήθεια, η σχέση σας ως TiSFF με τα υπόλοιπα Φεστιβάλ της πόλης;
-Δεν υπάρχει καμία σχέση, δυστυχώς.
Κοίταξε, στα δικά μου τα μάτια δεν υφίσταται ανταγωνισμός μεταξύ των φεστιβάλ. Θα ήταν γελοίο. Πιστεύω πάρα πολύ στην συνεργασία, όπως παραδείγματος χάρη στην εξαιρετική συνεργασία που έχουμε με το αντίστοιχο Φεστιβάλ Μικρού Μήκους της Αθήνας, το Psarokokalo.
Κάπου εδώ αξίζει να αναφερθούμε και στο DIALOG, το πρώτο ελληνοτουρκικό κινηματογραφικό φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους, που "γεννήθηκε" μέσα από την συνεργασία του TiSFF και τη Κινηματογραφική Σχολή του τουρκικού πανεπιστημίου ANADOLU.
Είναι περισσότερο μία απόπειρα " κινηματογραφικής φιλίας" μεταξύ των νέων παιδιών, Τούρκων και Ελλήνων, γιατί είμαστε ακόμα δυστυχώς βλακωδώς προκατειλημμένοι εναντίων των Τούρκων.
Δεν θα ξεχάσω ένα νέο παιδί, 25-30 χρονών που μου μιλούσε για το DIALOG και δεν ήθελε να πει την λέξη Τουρκία! "Εκείνο το φεστιβάλ που κάνετε με μία χώρα που αρχίζει από Τ", μου έλεγε.
-Κύριε Ζαχόπουλε, τι θα δούμε στο επόμενο Φεστιβάλ, τον Οκτώβριο;
-Ελπίζω να καταφέρουμε πάλι να έχουμε την πεντάδα των υποψήφιων για Όσκαρ φιλμ, που κοστίζουν πολύ, και φυσικά τα ειδικά αφιερώματα που είναι χαρακτηριστικά του Φεστιβάλ. Ακόμα είναι νωρίς.
Ενδεικτικά, πέρσι είχαμε για ακόμη μία φορά αφιέρωμα στο γαλλικό σινεμά. Επανειλημμένως, επίσης, έχουμε φιλοξενήσει αφιερώματα στο βασκικό σινεμά, στο βελγικό, στην Σχολή La Fémis, αφιερώματα σε Σέρβες
σκηνοθέτιδες, κ.α..
-Κάτι τελευταίο που θα θέλατε να μοιραστείτε;
-Ναι. Πρέπει να πω ότι η κατανόηση και η συμπαράσταση της Ljilja Jaric -καταξιωμένη ζωγράφος, σύζυγος, σύντροφος- η σπάνια αισθητική της και η υπομονή που έχει μαζί μου, ήταν και είναι βασικότατο συστατικό στην πραγματοποίηση και την επιτυχία του Φεστιβάλ!
Το ίδιο ισχύει και για δυο τρεις φίλους, που έχουν συμβάλλει στην επιλογή των ταινιών, αλλά επιθυμούν να μείνουν ανώνυμοι και μακριά από... κλίκες, όπως μου λένε, και φυσικά για τον γιό μου, τον Αλέξη, με τον οποίο ήμαστε πλέον μαζί στο ΑΖΑ.
______________
AZA Cinema Club
Αλεξάνδρου Σβώλου 6, Θεσσαλονίκη
Τηλ.: 2310 284 748
σχόλια