Ήρθε λοιπόν ο καιρός να οργανώσουμε την απαισιοδοξία μας, ο καθένας όπως μπορεί: στην πλατεία Συντάγματος, στους δρόμους, στην κάμαρα. Ήρθε ο καιρός να εργαστούμε με τον εαυτό μας. Διαβάζω στον Μπένγιαμιν: «Οργάνωση της απαισιοδοξίας δεν σημαίνει τίποτε άλλο από εξοστρακισμό της ηθικής μεταφοράς από την πολιτική». Να μην ακούμε και να μην περιμένουμε «ηθική» από τους πολιτικούς (ούτε καν από τον εξόχως «μεταφορικό», υψικάρδιο Βενιζέλο). Να μην πιστέψουμε στην παντομίμα τους (ο «εκφωνητής» της νοηματικής γλώσσας πλάι στην τηλεοπτική τους εικόνα είναι σαφέστερος). Να καταλάβουμε πως οι πολιτικοί στον νεοφιλελευθερισμό είναι είδος προς εξαφάνιση (οι αγορές τούς έχουν για υπηρέτριες, οι λύκοι για λύκους).
«ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑΣ ΠΙΝΑΚΑΣ του Κλέε με το όνομα “Angelus Novus”. Απεικονίζεται εκεί ένας άγγελος, που φαίνεται έτοιμος να απομακρυνθεί από κάτι όπου το βλέμμα του παραμένει προσηλωμένο. Διάπλατα τα μάτια του, ανοικτό το στόμα και τεντωμένες οι φτερούγες του. Έτσι πρέπει να είναι και ο άγγελος της Ιστορίας. Στραμμένο το πρόσωπό του προς το παρελθόν. Εκεί που εμφανίζεται σε μας μια αλυσίδα γεγονότων, αυτός διακρίνει μία και μοναδική καταστροφή, που συσσωρεύει αδιάκοπα ερείπια επί ερειπίων και τα εκσφενδονίζει μπροστά στα πόδια του. Θέλει αυτός να σταθεί, να ξυπνήσει τους νεκρούς και να στήσει τα χαλάσματα. Όμως, μια θύελλα σηκώνεται από τη μεριά του Παραδείσου κι αδράχνει τις φτερούγες του και είναι τόσο δυνατή που δεν μπορεί πια ο άγγελος να τις κλείσει. Τον ωθεί αυτή η θύελλα ασταμάτητα προς το μέλλον στο οποίο στρέφει την πλάτη, ενώ ο σωρός από τα ερείπια φθάνει μπροστά του ως τον ουρανό. Ό,τι αποκαλούμε εμείς πρόοδο, είναι αυτή η θύελλα».
Αυτή την περιβόητη ένατη Θέση για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας του Βάλτερ Μπένγιαμιν, είχα την τύχη να τη δω χορογραφημένη από τη Μαγκύ Μαρέν στην Πειραιώς. Την Τρίτη το βράδυ, τη νύχτα που καιγόταν πάλι η Αθήνα, έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα για να οργανώσω την απαισιοδοξία μου: παρέκκλινα για λίγο από την παράλληλη τροχιά μου με το «σύστημα» και συγκρούστηκα νοερά με τα σώματα των χορευτών στη σκηνή. Αναλογίστηκα μια νέα μορφή βιώματος που θα σαρώσει σαν θύελλα, από τη μεριά του Παραδείσου, και θα με εξαποστείλει προς το λιγοστό μου μέλλον, τώρα που ο σωρός από τα ερείπια της Ελλάδας έφθασε ως τον ουρανό. Θα μπορέσω να ξαναβρώ τη θέση μου στην Ιστορία, όταν τα ερείπια του συστήματος θα με ωθήσουν σε νέους τρόπους του «πολιτεύεσθαι», όχι πολύ μακριά απ' ό,τι επαγγέλλεται η τέχνη; Μ’ αυτήν τη θέση του Μπένγιαμιν, και το παράδειγμα της Μαγκύ Μαρέν που καλεί σε τάξη ή αταξία, οργανώνω την απαισιοδοξία μου.
ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΑ. Η πτώση μας εδώ στην Ελλάδα σημαίνει επίσης αξιοπρέπεια. Και, όπως γράφει η Μαγκύ Μαρέν στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ του Γιώργου Λούκου, το να δουλέψουμε την απαισιοδοξία και τους φόβους μας, προκειμένου να ξεφύγουμε από την ατμόσφαιρα των χημικών που μας συνθλίβει, μας θλίβει και μας εξουθενώνει, είναι το επείγον. Το παράδοξο επίσης είναι πως αυτός ο χώρος, τη γωνιά του οποίου θα μας αδειάσουν οι
πολιτικοί, θα μεταβληθεί σε χώρο εικόνας και πιο συγκεκριμένα «χώρο σώματος».
«Τι μπορεί ένα σώμα;» ρωτάει και ξαναρωτάει ο Σπινόζα, ο εκπρόσωπός μας στον Παράδεισο: να χορέψει πάνω στα ερείπια. (Κάτι σαν Ισιδώρα Ντάνκαν στην Ακρόπολη, ή σαν την αγανακτισμένη κοπελίτσα ανάμεσα στα μαρμάρινα θραύσματα, στην πλατεία Συντάγματος.)
ΥΓ.: Ο Α. Λιάκος το ‘πιασε προχτές στο «Βήμα»: «Τι θα συμβεί όταν οι Έλληνες συνειδητοποιήσουν ότι θυσιάζονται ανώφελα, απλώς για να κερδίσει χρόνο το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, σε ένα πεδίο όπου το ένα ηφαίστειο φουσκώνει μετά το άλλο, χωρίς να ξέρουμε ποιο θα εκραγεί πρώτο; Τι θα συμβεί αν η χώρα αναγκαστεί να βγει ταπεινωμένη από το ευρώ αποσυνδέοντας την τύχη της από την Ευρώπη; Πιθανόν η θύελλα που θα ακολουθήσει δεν θα έχει ιστορικό προηγούμενο».
σχόλια