Θωμάς Κοροβίνης

Θωμάς Κοροβίνης Facebook Twitter
0

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Μηχανιώνα, ψαροχώρι έξω από τη Θεσσαλονίκη, με προσφυγικές καταβολές. Οι γονείς μου κατάγονταν και οι δύο από την Ανατολική Θράκη. Η παιδική μου ηλικία κυριαρχείται από το στοιχείο της θάλασσας και από τον μικρόκοσμο του καφενείου-ταβέρνας που διατηρούσε ο πατέρας μου και όπου, χάρη στους θαμώνες του, απέκτησα τα πρώτα μου ισχυρά βιώματα. Ένας πόλος έλξης και γοητείας, από τους αμανέδες τους μέχρι τη δραματουργία του λόγου τους. Οι αφηγήσεις τους, τα ρεμπέτικα, τα τραγούδια τους, όλη η ατμόσφαιρα της ταβέρνας του ’60. Έπιναν, μεθούσαν και, ενώ έβριζαν, ήταν σαν να έσταζε η γλώσσα τους μέλι! Όλα αυτά δημιούργησαν τέτοιο κραδασμό στην παιδική μου ψυχοσύνθεση, που έγιναν παρακαταθήκη στη μετέπειτα εξέλιξή μου.

Επίσης, ένας άλλος παράλληλος χώρος ήταν το ψαλτήρι και το αναλόγιο της εκκλησίας. Καθώς με τραβούσαν από μικρό παιδί τα γράμματα, είχα οργανώσει από πολύ νωρίς μια βιβλιοθήκη που ούτε και οι Θεσσαλονικείς φίλοι μου, παιδιά αστών που παραθέριζαν το καλοκαίρι, δεν είχαν εκείνη την εποχή.

Το λύκειο το τελείωσα στη Θεσσαλονίκη. Ένα επαρχιωτόπαιδο που ξεχωρίζει δεν είναι ευκόλως αποδεκτό από το αστικό σινάφι. Οι αστοί, γενικά, έχουν μια εγκλωβιστική τάση και, ό,τι δεν γνωρίζουν, δεν το αναγνωρίζουν. Έχοντας ως παιδί σφραγιστεί από τη δυναστική και απωθητική επίδραση της εξουσίας του χωριού –δάσκαλος, παπάς, χωροφύλακας–, ήθελα να αποδράσω. Έχοντας υπάρξει δε ένα παιδί με ιδιαίτερα φλογερό ταμπεραμέντο και με πολλές ανησυχίες, ερχόμενος στη Θεσσαλονίκη αποφάσισα, ενστικτωδώς, να ζήσω, να την αλώσω και να την κατακτήσω.

Στη Θεσσαλονίκη της μεταπολίτευσης, κατεξοχήν πανεπιστημιούπολη, όσοι νέοι ήταν πραγματικά τολμηροί επωφελήθηκαν από ένα περιβάλλον ζυμώσεων και αναδιαμορφώσεων. Η εποχή προσφερόταν, και ειδικά η Φιλοσοφική Σχολή, όπου βρέθηκα κι εγώ, ήταν ένα πάμπλουτο φυτώριο. Όλοι εκεί κατέφευγαν – είχαμε μεγάλες καθηγητικές προσωπικότητες, όπως τον Γ.Π. Σαββίδη και τον Μαρωνίτη. Δάσκαλό μου θεωρώ τον Σαββίδη. Και τον Χριστιανόπουλο, κυρίως. Εξωπανεπιστιμιακός μεν αλλά κορυφαίος, κι ας τον αμφισβητούν και του καταλογίζουν διάφορα. Ο Χριστιανόπουλος χρησιμοποίησε όλη του τη γνώση τη φιλολογική και την κοινωνική μέσα στη ζωή, με έναν δικό του τρόπο. Εμένα αυτοί οι άνθρωποι με έλκουν. Ο ακαδημαϊσμός είναι ένα ξερό και στυφό πράγμα. Πέρα από αυτό, τον Ντίνο τον κατέτρεξαν σε εποχές πολύ βάναυσες, όταν άνθρωποι που ύψωναν έναν άλλο λόγο απειλούνταν. Μια τρομοκρατία που και στις μέρες μας θα μπορούσε να αναβιώσει, αν το επέτρεπαν οι καιροί. Η «Διαγώνιος» υπήρξε το στέκι μου. Εκεί μέσα συνάντησα τους σημαντικότερους λογοτέχνες και μουσικούς της πόλης μας. Δεν πιστεύω ότι ένας λογοτέχνης μπορεί να εκφράσει την εικόνα μιας πόλης καθ’ ολοκληρίαν. Μόνο προσωπικές καταγραφές μπορεί να κάνει.

Την ίδια εποχή αρχίζουν τα μεγάλα γλέντια μας στις πολυάνθρωπες ωραίες ταβέρνες των Κάστρων. Είμαι συμποσιακός τύπος, κι εκεί μέσα έζησα με τα ρεμπέτικα, τον Θεοδωράκη – μια ζωή σαν ονειροφαντασία. Διανοούμενοι, φοιτητές και λαϊκοί άνθρωποι μαζί. Τότε είναι που ανακαλύπτω και τον Βαρδάρη. Πήγα και τον βρήκα μόνος μου, δεν με πήγε κανείς. Αν δεν καίγεσαι, δεν πας. Εγώ είμαι από τους καμένους. Εκεί έβρισκα το alter ego μου ή το άλλο σκηνικό της πόλης. Ένα σκηνικό άγνωστο, μυστήριο και απαγορευτικό για τους περισσότερους. Μια σκηνογραφία κοινωνική και συνάμα καλλιτεχνική, μια φαντασμαγορία ανεπανάληπτη! Το πουταναριό, οι ομοφυλόφιλοι, οι τραβεστές – μια ανάπτυξη κοινωνική σε απόλυτη αναντιστοιχία με τη σημερινή παρακμή και απαλοιφή της. Μου είναι αδύνατο να ξεχάσω όλον εκείνο το «θίασο» που περιγράφω στο «Κανάλ Ντ’Αμούρ» – τη «Σεχραζάντ», το θρυλικό μαγαζί του Πρόδρομου και της μάνας του της Στάσας: αγροτιά, φαντάρια, κάποιες τολμηρές γυναίκες, οι τραβεστές να σερβίρουν και να ανεβαίνουν στο πάλκο να τραγουδάνε! Οι ψυχές τους, οι κατάρες τους, ο τρόπος που έκαναν έρωτα. Μπορούσες να βρεις κάποιον να πετάξει την καρδιά του κάτω και να την ξεράσει. Να κάνει έρωτα μαζί σου με όλες του τις αισθήσεις. Θα ήθελα να ζήσω ξανά μια βραδιά στη «Σεχραζάντ»! Ο θρίαμβος της αυθεντικής ζωής βρίσκεται στο περιθώριο. Δεν μπορεί να βρεθεί στον καλοκαθισμένο άνθρωπο που δεν ρισκάρει τίποτα.

Οι σχέσεις των ανθρώπων στη Θεσσαλονίκη είναι ουδέτερες, δεν είναι ζεστές. Ο καθένας το μπαϊράκι του. Αυτό είναι και θετικό: δεν ταυτίζεσαι, ζεις παράλληλα με τους άλλους. Στην Αθήνα ο ανταγωνισμός και η απόγνωση είναι πιο ισχυρά, αλλά μπορεί να ανακαλύψεις πιο φιλόξενες αγκαλιές. Η Αθήνα είναι για τους πολλούς και τους ξένους.

Έχω μια φυσική συστολή απέναντι στα είδωλά μου. Τον Καζαντζίδη, ας πούμε, για τον οποίον ξεσήκωσα τον κόσμο ώστε να του κάνω ένα εκτενέστατο αφιέρωμα, δεν θέλησα να τον πλησιάσω όσο ζούσε. Αντίθετα, όταν γνώρισα την Μπέλλου ενθουσιάστηκα διπλά. Μέσα στο ζόρι της και το μεγαλείο της, ταπεινή και οργισμένη, κουβαλούσε στις πλάτες της και στη φωνή της έναν ολόκληρο λαό. Στο πρόσωπο της φίλης μου Πόλυς Πάνου, αυτής της μεγάλης λαϊκής ιέρειας, είδα τη μάνα, την αδελφή και την ερωμένη μας. Μετανιώνω που δεν γνώρισα τον Ταχτσή. Αλληλογραφούσα όμως χρόνια με τη Διδώ Σωτηρίου, που με καθήλωνε πάντα. Και, ευτυχώς, γνώρισα τη Φλέρυ, που με μάγεψε. Κάποιες προσωπικότητες που μας ελκύουν απομυθοποιούνται στα μάτια μας με την άμεση επαφή, άλλες πάλι πολλαπλασιάζουν τον μύθο τους.

Είμαι αριστερός, αριστερότατος! Εν πολλοίς έχουν δίκιο όσοι καταλογίζουν στη γενιά του Πολυτεχνείου ότι ενέδωσε στην εξουσία και στο χρήμα. Σήμερα δε, ως πολιτισμός από καθέδρας εννοείται ότι είναι του συρμού. Είμαι εξοργισμένος με τους αστούς που αποδέχονται αυτό το αίσχος, να πριμοδοτείται η υποκουλτούρα με σκανδαλώδη κονδύλια από τη δημαρχία μας, καθιστώντας την ωραιότερη πλατεία των Βαλκανίων ένα απέραντο σκυλάδικο. Με την Ορθοδοξία και την παράδοση έχω μια δυνατή σχέση, συγχρόνως όμως μεγάλη ιδεολογική αντίθεση με την εκκλησιαστική εξουσία.

Έφυγα να ζήσω στην Κωνσταντινούπολη το ’87, για να διδάξω στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο. Το ένστικτό μου με πήγαινε πάντα προς ανατολάς. Η Πόλη με τραβούσε ως μια προγενέστερη μορφή της Ελλάδας. Πίστευα ότι εκεί θα έβρισκα ανθρώπους ατόφιους. Διαψεύστηκα. Όσο πάει, ενδίδει κι αυτή στο δυτικό μοντέλο ζωής. Τα ωραιότερα στέκια της εξαφανίζονται. Η παρουσία μου εκεί, βέβαια, με βοήθησε στις έρευνες μου για την τουρκική ποίηση, το τραγούδι και τον οθωμανικό πολιτισμό. Η Πόλη είναι η περιουσία μου. Ανέπτυξα ισχυρούς δεσμούς με την ομογένεια, αλλά συνδέθηκα και με Τούρκους και Κούρδους καλλιτέχνες. Στήσαμε εξαιρετικές εκδηλώσεις. Μια συναυλία στην αυλή της Αγ. Τριάδας εις μνήμην του Χατζιδάκι με μια μικρή ορχήστρα και τη χορωδία των μαθητριών μου είναι ό,τι ωραιότερο έχω κάνει στη ζωή μου. Κι όλα αυτά χωρίς άδεια από τις τουρκικές αρχές. Το προξενείο δεν ήθελε να αναμειχθεί, κάποιοι δε αιώνιοι υπάλληλοι έκαναν τα πάντα για να απαλλαγούν από μένα. Με τους Τούρκους έχουμε βαλκανιομεσογειακά κοινά. Είναι η συγγενέστερη σε μας κοινωνία. Η κοινή συμβίωση με τους Έλληνες τους έχει αφήσει ποικίλες επιδράσεις στη συμπεριφορά τους. Ο Ορχάν Παμούκ είναι ένας καλός συγγραφέας, όχι άριστος. Το Νόμπελ του θα μπορούσε να γίνει αφορμή να βοηθηθεί ο τουρκικός λαός που έχει σοβαρό έλλειμμα δημοκρατίας, αλλά δεν γίνονται έτσι τα πράγματα. Η Πόλη που βλέπει ο Παμούκ δεν είναι η Πόλη που βλέπω εγώ. Πρέπει η προσωπική εμπειρία να είναι άμεση και όχι μέσα από διαβάσματα. Ο Παμούκ είναι μεγαλοαστός, δεν την έχει περπατήσει την πόλη του, δεν έχει φάει ο κώλος του χώμα.

Επέστρεψα το ’96. Μέσω μιας ερωτικής αποκαρδίωσης ξεκινάει η σχέση μου με το τραγούδι. Αρχίζω να γράφω και να τραγουδάω στις μπουάτ της Θεσσαλονίκης δικά μου τραγούδια. Η σημερινή κοινωνία έχει ελευθεριότητα, δεν έχει ελευθερία – η ελευθερία θέλει κατάκτηση. Θέλει συνειδητοποίηση και διεργασία. Ούτε εξαγοράζεται ούτε κατασκευάζεται. Με εξοργίζει ο καταθλιπτικός μικροαστισμός της πόλης μας. Θαρρείς και μια συμπαιγνία παραγόντων διαμορφώνει μια άκρως συντηρητική και ασφυκτική ατμόσφαιρα. Ένας νέος δημιουργός δεν έχει θέση εδώ. Τον αποβάλλει η ίδια η πόλη. Έχει χάσει την πνευματικότητά της. Μια μεταπρατική Ελλάδα που εξορίζει τα πιο αυθεντικά της στοιχεία. Αν αυτό το μόρφωμα είναι η σημερινή Θεσσαλονίκη, με έχει τελειώσει και την έχω τελειώσει!

Αρχείο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ