Tης Τασουλας Καραϊσκακη από την Καθημερινή
Τι κρύβεται πίσω από τα ροζ σκάνδαλα; Σίγουρα όχι απλώς, μια συνταρακτική ιστορία πάθους ικανή να τινάξει στον αέρα μια λαμπρή καριέρα, μια υπηρεσία, μια κυβέρνηση. Το πιθανότερο είναι να κρύβεται ένα σοβαρό πολιτικό ζήτημα, μια εκτεταμένη κρίση, και χρησιμοποιείται ως πρόσχημα μια παράνομη σχέση για να απομακρυνθεί το εξιλαστήριο θύμα, ο πολιτικός, ο στρατιωτικός, ο λειτουργός «που δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων».
Οι δύο ευειδείς κυρίες στην υπόθεση Πετρέους - Αλεν είναι πιθανό να αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου των φημολογούμενων ανακατατάξεων στη CIA. Στις προεκλογικές περιόδους, σχεδόν πάντα ανασύρεται μια ερωτική περιπέτεια υποψηφίου για να αμαυρώσει την εικόνα του και να μειώσει τα ποσοστά των υποστηρικτών του. Και μόλις «σκάσει» η ροζ ιστορία, παραμένει στο προσκήνιο για καιρό, μονοπωλώντας την επικαιρότητα (Μπερλουσκόνι, Στρος Καν, Μπαϊκάλ, Χέιγκ, Ζαχόπουλος...).
Όμως για ποιο λόγο το κοινό δίνει τόση σημασία, τόσο συχνά, όλο και πιο συχνά, στο μπουντουάρ των δημόσιων λειτουργών; Πρέπει να υπάρχει κάτι άλλο πέρα από την ψυχολογία της κλειδαρότρυπας. Για παράδειγμα, η αναξιοπιστία των θεσμών, της πολιτικής, της ελίτ της εξουσίας. Όσο περνά ο καιρός τόσο οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται τους πολιτικούς, τους ειδήμονες, τους επιστήμονες, εν γένει τα δημόσια πρόσωπα, όσους διαθέτουν ένα κάποιο κύρος. Λέγεται συχνά ότι αιτία της αυξανόμενης δυσπιστίας είναι η κρίση, η κλιμακούμενη απογοήτευση, η ανασφάλεια, η ανεργία, η οικονομική εξουθένωση.
Ίσως την κύρια ευθύνη έχει η κατάλυση των αξιών. Οι παλιές βεβαιότητες έχουν υπονομευτεί και δεν έχουν εμφανιστεί νέες. Η επακόλουθη σύγχυση -δεν ξέρουμε ποιον να πιστέψουμε και τι στάση να υιοθετήσουμε-, η ηθική αδιαφορία, οδηγούν σε ακόμη μεγαλύτερη δυσπιστία για την ειλικρίνεια των δημόσιων δηλώσεων, που φαντάζουν σαν ένα καλοσερβιρισμένο ψέμα. Και παλαιότερα οι πολίτες αμφισβητούσαν τους ηγέτες τους, τους καταλόγιζαν λάθη, αλλά θεωρούσαν ότι πίστευαν σε κάτι. Σήμερα η περιρρέουσα πεποίθηση είναι ότι οι πολιτικοί δεν έχουν αρχές, δεν τηρούν υποσχέσεις, δεν έχουν πιστεύω. Κι όταν ζητούν την ψήφο των πολιτών, το κάνουν όχι για την ιδεολογία τους, αλλά για το πρόσωπό τους. Ζητούν να ψηφίσουν όχι μια θέση, αλλά τους ίδιους.
Έτσι ο πολίτης μοιραία οδηγείται να αναζητεί και να καταναλώνει αδηφάγα πληροφορίες για την ιδιωτική ζωή των εκπροσώπων του, των ευρισκομένων στα ύπατα αξιώματα, των -μέχρι μια κρίσιμη στιγμή- υπεράνω των 10 εντολών, που μεσουρανούν πασίγνωστοι, πανίσχυροι, απρόσβλητοι μέχρι την αλλαγή σελίδας, και ο δημόσιος βίος συρρικνώνεται σε συζητήσεις για τα αστραφτερά συμπαρομαρτούντα των προσωπικών τους στιγμών, σε κουτσομπολιά και ροζ ιστορίες. Δεν είναι ένα είδος κριτικής που οδηγεί στην ανατρεπτική αποδόμηση του λαμπερού φαίνεσθαι της κεφαλής. Δεν είναι απεικονίσεις κοινωνικών ταλαντεύσεων που εγκυμονούν βήματα προόδου. Είναι απολαυστική φυγή σε αβύσσους εκτονωτικής ψυχαγωγίας, οι οποίες, όμως, καθώς είναι χωρίς ρίζες, χωρίς θεμέλιο, δεν οδηγούν... πουθενά.
σχόλια