«Μωρέ κρεμάλες χρειάζονται! Να τους κρεμάσουν τσίτσιδους στο Σύνταγμα και να τους αφήσουν εκεί ένα μήνα!»
Τα λόγια αυτά τα ξεστόμισε με δυνατή, σταθερή φωνή ο συνεπιβάτης μου στο ταξί, ένας γκριζομάλλης κύριος με χρυσή καδένα και λιλά πόλο μπλουζάκι. Ο ίδιος άνθρωπος, λίγα λεπτά νωρίτερα ενώ περιμέναμε μαζί στην άκρη του δρόμου, μου είχε προτείνει να το παίξουμε φίλοι ώστε να μοιραστούμε το αντίτιμο της κούρσας –πηγαίναμε προς την ίδια κατεύθυνση. «Μενέλαος» συστήθηκε και μου έσφιξε το χέρι.
Στο πρώτο πεντάλεπτο της διαδρομής, ο καινούριος μου φίλος μας είχε ήδη εκμυστηρευτεί ότι στις πρώτες εκλογές ψήφισε Ανεξάρτητους Έλληνες αλλά στις 17 Ιουνίου Χρυσή Αυγή, γιατί στο μεταξύ κατάλαβε ότι ο Καμμένος είναι φλώρος (είχε βέβαια μεσολαβήσει και το γνωστό χαστούκι). Στη συνέχεια μας πληροφόρησε ότι για το μνημόνιο όπως και για τους λαθρομετανάστες, ευθύνονται δίχως αμφιβολία οι εβραίοι.
Μετά είπε αυτό με την κρεμάλα.
"Και ποιους θέλετε να κρεμάσουμε;" τον ρώτησε ο ταξιτζής με απρόσμενα ήρεμη φωνή.
"Και τους τρακόσιους του μπουρδέλου"
"Άρα και τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής..." συμπέρανα εγώ.
"Τους χρυσαυγίτες θα τους κρεμάσουμε πρώτους πρώτους", ξεκαθάρισε ο Μενέλαος. "Έτσι κι αλλιώς θα χαλάσουν και αυτοί εκεί μέσα".
Τίποτα το παράδοξο ως εδώ. Αυτού του τύπου η μπουρδολογία είναι στις μέρες μας τόσο συνηθισμένη ώστε, αν δεν υπήρχε η παρέμβαση του ταξιτζή, υποθέτω ότι θα ξεχνούσα αμέσως τη συζήτηση.
Ο τελευταίος αφού μας προειδοποίησε ότι έχει ψάξει αρκετά το ζήτημα της θανατικής ποινής στην Ελλάδα, άρχισε να μοιράζεται μαζί μας τις γνώσεις του.
Σύμφωνα λοιπόν με τα λεγόμενά του, η θανατική ποινή δεν ήταν ποτέ αγαπητή στην Ελλάδα. Κάθε άλλο μάλιστα. Για παράδειγμα, στις πρώτες εκτελέσεις το συγκεντρωμένο πλήθος, συγκλονισμένο από τις φωνές και τα παρακάλια των μελλοθάνατων, έπαιρνε με τις πέτρες το δήμιο.
Κάπως έτσι οι πρώτοι επαγγελματίες δήμιοι που είχαν έρθει μαζί με τη γκιλοτίνα τους από τη Γαλλία, τα βρόντηξαν και έφυγαν. Η θέση έμεινε κενή για αρκετό καιρό αφού κανείς δεν δεχόταν να τους αντικαταστήσει.
Τελικά προσλήφθηκε ένας θανατοποινίτης, ο οποίος έτσι γλίτωσε το κεφάλι του. Του παραχωρήθηκε για κατοικία το Μπούρτζι, το μικρό θαλάσσιο κάστρο του Ναυπλίου, ώστε να μην έρχεται σε επαφή με τους πολίτες. Όταν πέρασαν τα οκτώ χρόνια της συμφωνίας, ο δήμιος θέλησε να εγκαταλείψει την πόλη. Μόλις όμως απομακρύνθηκε έπεσε θύμα δολοφονίας.
Δυσκολία στο να βρεθεί δήμιος, υπήρχε και αργότερα. Μάλιστα, ένας κατάδικος αρνήθηκε μπροστά στη λαιμητόμο τη δελεαστική πρόταση που του έγινε (να του δοθεί επιτόπου χάρη με τον όρο να γίνει ο ίδιος δήμιος). Λίγα λεπτά αργότερα το κεφάλι του έπεφτε στο ειδικό καλάθι -το ντυμένο με λιόπανο, όπως μας πληροφόρησε ο ταξιτζής- που ήταν τοποθετημένο στο σωστό σημείο...
"Επίσης", συνέχισε, "δεν καταλαβαίνω την εμμονή που υπάρχει με την κρεμάλα. Από το 1830 μέχρι το 1916 το επίσημο μέσο θανάτωσης ήταν η γκιλοτίνα. Μετά ο τουφεκισμός. Η αγχόνη χρησιμοποιήθηκε μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα επί δικτατορίας Πάγκαλου (ως γνωστόν ήταν εκκεντρικός όπως και ο εγγονός του) και βέβαια στην Κατοχή. Μάλιστα στην Κατοχή εκείνοι που προτιμούσαν την κρεμάλα ήταν οι Γερμανοί και οι ράλληδες (οι γερμανοτσολιάδες) οι οποίοι εκτελούσαν με αυτόν τον τρόπο Έλληνες πατριώτες.
Οπότε, ίσως είναι προτιμότερο αντί για κρεμάλες να στήσουμε γκιλοτίνες. Ταιριάζει πιο πολύ στην ιστορία και την κουλτούρα μας. Και αν κρίνω από τα λεγόμενα του κυρίου, πιθανολογώ ότι σήμερα θα βρούμε και σχετικά εύκολα δήμιο", είπε ο οδηγός καθώς άναβε τα αλάρμ –είχαμε φτάσει στο σημείο που θα κατέβαινε ο Μενέλαος.
Ο τελευταίος μου άφησε τρία ευρώ, μου είπε ένα μασημένο "χαιρετίσματα στην οικογένεια" και βγήκε από το ταξί προβληματισμένος.
"Τι να κάνουμε..." μουρμούρισε ο ταξιτζής κοιτώντας με από τον καθρέφτη. "Είμαστε υποχρεωμένοι να δεχόμαστε τους φίλους μας με τα ελαττώματά τους"
ΥΓ. Αργότερα, παρακινημένος από τη διάλεξή του έκανα μια μικρή έρευνα και βρήκα κάποιες ενδιαφέρουσες -αν και ελάχιστα χαριτωμένες- λεπτομέρειες. Διάβασα για παράδειγμα ότι αν ο κατάδικος λιποθυμούσε ή έχανε τα λογικά του μπροστά στη γκιλοτίνα, η εκτέλεση αναβαλλόταν μέχρι να συνέλθει. Επίσης, ότι οι μελλοθάνατοι ήταν παρόντες στην κηδεία τους η οποία γίνοταν λίγα λεπτά πριν από την εκτέλεση.
Εδώ υπάρχει μια αρκετά κατατοπιστική παρουσίαση του θέματος, ενώ εδώ, η δημοσιογραφική κάλυψη μιας εκτέλεσης που έγινε στο Ναύπλιο στις αρχές του 20ου αιώνα.
Σε αυτό το πολύ ψαγμένο blog (μου το έμαθε η φίλη μου η Ιωάννα η οποία λατρεύει τις ιστορίες εγκλημάτων- σε βαθμό που μου μπαίνουν ψύλλοι στα αυτιά μήπως έχει διαπράξει κανένα) διαβάζει κανείς ότι τα κεφάλια των εκτελεσθέντων στην γκιλοτίνα διατηρούσαν κάποια ίχνη συνείδησης για λίγα δευτερόλεπτα. Κι όμως, αυτός ο τρόπος εκτέλεσης θεωρείται ανθρωπιστικός συγκριτικά με την αγχόνη...
"Αν έχεις δει με τα μάτια σου την γκιλοτίνα δεν μπορείς να να αδιαφορείς για τη θανατική ποινή. H γκιλοτίνα δεν είναι ουδέτερη και δεν μας επιτρέπει να παραμένουμε ουδέτεροι", γράφει ο Ουγκώ, στους Άθλιους.
Ο Γ. Παναγιωτάκης είναι συγγραφέας
σχόλια