I love Athens #18

Facebook Twitter
0

Η twilight zone της Ιεροσύνης.

Περπατάω στην Μητροπόλεως, όταν αποφασίζω να στρίψω σε ένα στενό. Ο κόσμος δυσανασχετεί γύρω μου, αλλά αυτό το απόγευμα είμαι ένα αδέσποτο που επιβιώνει ρουφώντας τις εικόνες της πόλης. Γιατί έτσι θέλω να είμαι σήμερα. Μπαίνω στην Απόλλωνος και βρίσκομαι μπροστά σε ένα πολύ περίεργο θέαμα. Τουλάχιστον πέντε μαγαζιά με εκκλησιαστικά είδη είναι μπροστά μου. Θυμιατά, άμφια, καντήλια, σαλατιέρες(!) με την  Παναγία, ξύλινες εικόνες, κεριά. Μπαινοβγαίνουν τουρίστες και κάτι γυναίκες που υποθέτω ότι  όταν ακούν την λέξη Σάββατο το πρώτο που τους έρχεται στο μυαλό είναι το Ψυχοσάββατο. Παρατηρώ απ τις βιτρίνες  τους ιδιοκτήτες. Έχουν στρογγυλά, καλοσυνάτα πρόσωπα, κόκκινα μάγουλα και οι δύο απ αυτούς φορούν άσπρα κοντομάνικα πουκάμισα και γκρι παντελόνια. Έχω αρχίσει να εκνευρίζομαι, σκέφτομαι ότι λίγα μέτρα πιο πάνω στη Σταδίου, κόσμος πεινάει, τρυπιέται, κοιμάται έξω απ την Εμπορική και εδώ όλα είναι τόσο αποστειρωμένα και γαλήνια. Θέλω να πέσω στα γόνατα και με τη φωνή του Κώστα Πρέκα να φωνάξω «Πως επιβιώνετε εσείς που να σας πάρει και να σας σηκώσει; Πως είναι δυνατόν να μην κλείνει κανένας από εσάς όταν βάζει λουκέτα όλος ο  κόσμος; Πως; Πως;» και μετά να αρπάξω μια Αγγλίδα που έβγαινε με μια ξύλινη εικόνα του Αγίου Νικολάου και να της ψιθυρίσω στο αυτί-με τη φωνή του Άντονι Χόπκινς στη Σιωπή των Αμνών- «Πήγαινε στην Πλάκα να φας τίποτα. Αυτοί δεν έχουν ανάγκη. Ξεκίνα τώρα μην σε δαγκώσω!»

Όμως η πόλη ακόμα και όταν σε εκνευρίζει έχει την ικανότητα να σου αλλάζει αμέσως  την διάθεση αρκεί να είσαι λίγο παρατηρητικός. Ανάμεσα στα μαγαζιά με τα άμφια, βλέπω ένα μικρό μαγαζάκι που φτιάχνει σαλάτες. Είναι μια γλυκιά παραφωνία. Ένα κρεοπωλείο με τα τσιγκέλια και τα θρεφτάρια του, θα ταίριαζε περισσότερο με τις κοιλιές των παπάδων. Είναι το ιδανικό μαγαζάκι για να γίνει θέμα στο Monocle(Εδώ σε αυτό το μικρό μαγαζάκι, ο πατέρας Νεκτάριος(φωτογραφία) τρώει μια σαλάτα με ρόκα. «Μου αρέσει μετά την θεία λειτουργία να τρώω μια σαλάτα, έτσι καταφέρνω να είμαι πάντα σε φόρμα και να χωράω μέσα στο στενό μου ράσο» μας είπε όταν το συναντήσαμε λίγο πριν ξεκινήσει τις αγορές του, στην Απόλλωνος». Και από κάτω οι τιμές για τα ρούχα της φωτογράφησης «Ράσο Prada 2000ευρώ», «Ferragamo Shoes 800ευρώ») στο αφιέρωμα για την Αθήνα.Ετοιμάζομαι να φύγω, όταν βλέπω έναν ιδιοκτήτη να έρχεται προς το μέρος μου «Γιατί δεν έρχεστε μέσα να δείτε καλύτερα;» μου λέει.«Όχι, ευχαριστώ» λέω σαν δεκαεξάχρονος που συνάντησε τον πρώτο ντίλερ έξω απ το κλαμπ και άκουσε την συμβουλή της μαμάς του. Φεύγω σχεδόν τρέχοντας προς τα κοσμηματοπωλεία.

Το τραπέζι των ιδεολόγων.

Όταν το φαγητό είναι καλό, δεν με ενοχλεί τίποτα. Ούτε καν οι Πυξ-Λαξ που ακούγονται απ τα ηχεία.  Ακούγοντας το «Μοναξιά μου όλα, μοναξιά μου τίποτα» λογικά θα έπρεπε να παίζει στο μυαλό μου, το μονόπλανο φιλμάκι «Ο ερημίτης»(υπόθεση:Ένας γέρος με γενιάδα και μακριά μαλλιά ανακατεύει μια σούπα. Παραγωγή –σκηνοθεσία: Δική μου. Διάρκεια: Όση και η διάρκεια του κομματιού).Αντί για αυτό έχω μια καθαρή, λευκή σκέψη που κάθε φορά που δαγκώνω αυτό το κρητικό παξιμάδι με τον κιμά, γίνεται ο καμβάς για εκατοντάδες 60’s ψυχεδελικά σχέδια.

Εκτός απ τους Πυξ-Λαξ ακούγονται και πράγματα ακραία, λες και τα μανιτάρια που περνάνε από χέρι σε χέρι είναι παραισθησιογόνα. Ένας θέλει να βαφτίσει το παιδί του στο Καραϊσκάκη. «Είναι τρελός;» λέω στο  διπλανό μου. Σε λίγα λεπτά παίρνω την απάντηση, λέει ένα εκνευριστικό ανέκδοτο με τον Τσακ Νόρις και γελάει μόνος του.Ένας άλλος λέει «Πως δεν πιάνουν τους γκραφιτάδες; Τα έχουν κάνει πλακάκια με την αστυνομία; Αν πας εσύ-λέει σε ένα 35χρονο με κοιλιά-να γράψεις κάτι στον τοίχο, θα σε πιάσουν αμέσως. Αυτούς τόσα χρόνια γιατί δεν τους πιάνουν;»Κάποια άλλη λέει «Ζωγραφίζω για τον εαυτό μου και ξέρω ότι τα έργα μου αξίζουν. Δεν θέλω να πουληθώ στο σύστημα. Κρατώ τα πάντα για τον εαυτό μου».Και ένας άλλος «Είμαι ιδεολόγος. Δεν μπορείς να βρεις ιδεολόγους την σημερινή εποχή.»Θέλω να πω «Καταλαβαίνω την πίεση που αισθάνεστε. Και εμένα μου τηλεφωνούν κάθε μέρα για να κάνω γυμνό, στο naked city της Lifo. Για καθαρά ιδεολογικούς λόγους και επειδή δεν με αφήνει η μαμά μου, αρνούμαι. Είναι όμως τόσο πιεστικοί». Δεν το λέω όμως, γιατί σέβομαι τον άνθρωπο που γιορτάζει και  μας έχει καλέσει στο τραπέζι.

Συνεχίζω να τρώω. Είναι όλα τόσο τέλεια. Θα μείνω σιωπηλός, ας ακουστεί ότι θέλει. Μέχρι που η πιο «ψαγμένη» της συντροφιάς, παίρνει το λόγο. «Γράφω ένα ημερολόγιο. Φυσικά δεν θα το εκδώσω ποτέ.»«Μπράβο σου!»της λέω χωρίς να μπορώ πια να κρατηθώ, έχονταςμόλις  καταπιεί ένα κομματάκι πίτα που τα μυρωδικά της είναι μια βραδυφλεγή βόμβα στον ουρανίσκο μου. «Είσαι μια φωτεινή εξαίρεση. Όλος ο κόσμος θέλει να βγάλει τα εσώψυχα του στο δίκτυο και εσύ θες να τα κρατήσεις για τον εαυτό σου. Λείπουν τέτοιοι άνθρωποι απ αυτή την εποχή της έκθεσης». «Υπερβάλεις» μου λέει χαμογελώντας αυτάρεσκα καθώς ο διπλανός μου, μου κλωτσάει το πόδι κάτω απ το τραπέζι.

Ο Sillyboy και ο μεθυσμένος τουρίστας.

Μπαινοβγαίνω στους χώρους της Τεχνόπολης. Είναι η τελευταία μέρα του video art festival και ο λόγος που έχω έρθει είναι μόνο για να δω το Sillyboy. Το played έχει γίνει ένα απ τα αγαπημένα μου άλμπουμ των τελευταίων χρόνων. Είναι τόσο δύσκολο να έχεις ένα αγαπημένο άλμπουμ πια. Ακόμα και αν σου αρέσει, το ξεχνάς μέσα σε ένα μήνα γιατί κάποιο άλλο θα έρθει να πάρει την θέση του με το έτσι θέλω. Όχι όμως το played.Έχω μπει σε όλους τους χώρους της έκθεσης και αυτό που μου έχει μείνει στο μυαλό μετά από δέκα λεπτά, είναι η φωνή ενός μεσήλικα άντρα που με το ένα χέρι μιλούσε στο κινητό και έλεγε «Έχει ένα ρολόι που γυρνούσε γύρω-γύρω για δεκαπέντε λεπτά. Ήταν λίγο βαρετό»και με το άλλο χέρι κρατούσε ένα κερί που όταν το περνούσε την φλόγα του πάνω από ένα έργο ακουγόντουσαν κάτι περίεργοι ήχοι. Τον συμπονώ. Είμαι το ίδιο άσχετος με το θέμα.

Έξω στην αυλή καμιά εικοσαριά άτομα, έχουν μαζευτεί πάνω από μια κοπέλα που είναι ντυμένη στα λευκά. Τις ρίχνουν μπογιές σε όλο το σώμα και την ίδια στιγμή την βιντεοσκοπούν. Έχω το βλέμμα κατοίκου ορεινού χωριού, που ξεναγείτε στην Νέα Υόρκη απ τα ξαδέρφια του. «Ε ρε πόσο ψηλοί είναι  οι ουρανοξύστες». «Ε ρε πως την έκαναν έτσι την κοπέλα και γιατί».Όταν τελειώνουν οι μπογιές συμβαίνει το καλύτερο. Η κοπέλα πασαλειμμένη με χρώματα, πλησιάζει το χιπστερικό κοινό, το οποίο σταματάει να βιντεοσκοπεί και τραβιέται  αγχωμένο προς τα πίσω. Φοβούνται μήπως τους αγκαλιάσει και τους λερώσει τα ρουχαλάκια. Θα πέθαινα να τους αγκαλιάσει και να φωνάξει «Είναι σκληρή η επαφή με την τέχνη. Πρέπει να λερωθείτε όλοι. Πρέπει όλοι να νιώσετε την συντριβή του καλλιτέχνη». Αργότερα οι No profile παίζουν για ένα κοινό το οποίο δεν τους κάνει την χάρη να σηκωθεί. Έχουν τόση βαρεμάρα και κούραση στο βλέμμα λες και τους πλήρωσαν για να τους παρακολουθήσουν. Αλλά η μπάντα μάλλον συνηθισμένη σε τέτοιο «κουρασμένο» κοινό, δεν μασάει και παίζει λες και χοροπηδάνε όλοι μπροστά.

Κάποια στιγμή ένα πορτοκάλι, φεύγει απ την τσάντα μιας κοπέλας και προσγειώνεται κοντά στα πόδια μου. Το παίρνει και συνεχίζει να μιλάει με την φίλη της καθώς οι No profile παίζουν μια διασκευή. Οι επόμενες γενιές είμαι σίγουρος ότι θα πηγαίνουν στις συναυλίες με τα καρεκλάκια τους.Όταν βγαίνει ο Sillyboy ακούγονται κάποιες κραυγές («οι κραυγές που βγάζει κάποιος όταν τον πονάει η μέση του και αλλάζει πλευρό στον ύπνο» σκέφτομαι)αλλά το σκηνικό είναι το ίδιο. Που είναι αυτό το ιδρωμένο κοινό που έβλεπα στα you tube βιντεάκια απ το Synch festival;

Όμως ο Sillyboy δεν μασάει. Διασκευάζει τα κομμάτια του played με μοναδικό τρόπο. Παίζει και αυτός λες και όλοι από κάτω χοροπηδάνε ιδρωμένοι. Από πού άραγε αντλεί  δύναμη ένας μουσικός όταν το κοινό του είναι τόσο μα τόσο βαρετό;. Μάλλον απ την ίδια πηγή που αντλούν δύναμη οι ηθοποιοί όταν παίζουν σε άδεια καθίσματα. Ίσως είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει κάποιος μερικές φορές για το χάρισμα που έχει. Αμπελοφιλοσοφώ από μέσα μου όταν ακούγεται το Time is all mine. Ο μόνος που χορεύει απ τους λίγους όρθιους είναι ένας γερμανός τουρίστας. Φαίνεται μισομεθυσμένος αλλά ξέρει απ έξω τους στίχους του κομματιού. Στο τέλος φωνάζει «Μπράβο» με βαριά βαυαρική προφορά. Κάποιοι τον δείχνουν και γελάνε αντί να στρέψουν τον καθρέφτη στα μούτρα τους.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ