Δεκαετίες ολόκληρες η Αθήνα αποτέλεσε το μεγάλο κόμπλεξ της επαρχίας. Πολύ πριν την οικονομική κρίση η φράση «Είμαι από την Αθήνα» προκαλούσε ρίγη στις ραχοκοκαλιές των κατοίκων εκτός Αθηνών. Αρκετοί μάλιστα δεν έμεναν στα ρίγη αλλά κυλούσαν σε «υψηλό πυρετό». Μέσα στην παραζάλη τους οι επαρχιώτες επιδεικτικά αγνοούσαν την πραγματική τους καταγωγή, φτάνοντας σε σημεία που το τραγικό ενώνεται με το αστείο. Έτσι λοιπόν η Αθήνα είχες την εντύπωση όταν βρισκόσουν σε παρέες επαρχιωτών, ότι η έκταση της απλώνεται από τον Ισθμό της Κορίνθου μέχρι τη Λαμία(και λίγο βάζω). Οι επαρχιώτες ανακάλυπταν μακρινούς Αθηναίους συγγενείς που πιστοποιούσαν την καταγωγή τους, τα Οινόφυτα ήταν διπλανή συνοικία με τα Κάτω Πατήσια και μια τεράστια αράχνη «Αθηνολατρείας» ύφαινε τους ιστούς της πάνω από τα κεφάλια μας.
Ήταν βέβαια η εποχή που η πρωτεύουσα περνούσε τις καλές της μέρες, οι οποίες έφτασαν στο peak τους όταν έγινε το επίκεντρο των πάντων με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τότε, οι επαρχιώτες ειδικά αυτοί που έμεναν σε πόλεις σε κοντινή απόσταση από την πρωτεύουσα, αντέγραφαν από συμπεριφορές μέχρι διακοσμήσεις μαγαζιών της Αθήνας (σ.σ «Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα χανουμάκια που έσκασαν πάνω στη μπάρα του κλαμπ της επαρχιακής μας πόλης, ξαφνικά μέσα σε ένα βράδυ, όταν η Αθήνα περνούσε την oriental φάση της;)
Η σχέση τους με την Αθήνα βέβαια παρέμενε από απόσταση και επιφανειακή ακόμα και όταν την επισκεπτόντουσαν για δυο μέρες. Διότι στο μυαλό αρκετών κατοίκων της επαρχίας που μένουν εκτός Αθηνών, η πρωτεύουσα έχει ταυτιστεί με το «μεγάλο». Όπου «μεγάλο» βάλε από παραστάσεις της Ντενίση (Κάποτε κάθε Σάββατο έφευγε πούλμαν από το χωριό μου για το θέατρο της) μέχρι τον Ολυμπιακό. Και τίποτα πέρα από αυτό.
Έτσι περνούσε ο καιρός. Το κόμπλεξ των επαρχιωτών είχε μετατραπεί σε ένα είδος θαυμασμού για οτιδήποτε «μεγάλο» της Αθήνας με την απαραίτητη δόση χαιρεκακίας απόρροια του κόμπλεξ: «Πως ζείτε κλεισμένοι σε αυτά τα κλουβιά με αυτή την κίνηση τους δρόμους»;
Η οικονομική κρίση έμελλε να αλλάξει την σχέση αυτή. Μέσα σε ένα βράδυ ο «θαυμασμός» του επαρχιώτη για την Αθήνα μετατράπηκε σε «συμπόνια». Οι φτωχοί άνθρωποι που ψάχνουν στους κάδους για φαγητό, η εγκληματικότητα, η ανέχεια, η ανεργία. Ότι αρνητικό δηλαδή συμβαίνει αυτή την στιγμή στην πρωτεύουσα. Αυτό δηλαδή που προβάλει με λύσσα η τηλεόραση. Τη μισή πραγματικότητα. Για τις θετικές δράσεις που συμβαίνουν στην πόλη μάλλον θα χρειαστεί να κλείσεις το «κουτί».
Ως επαρχιώτης που βρέθηκα να μένω μόνιμα στην Αθήνα λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση, γίνομαι αρκετές φορές ο «κάδος» των άλλων επαρχιωτών που αδειάζουν την «συμπόνια» τους για την πρωτεύουσα. Επίσης αρκετός κόσμος είναι περήφανος πια που είναι από τα χωριά του. Το ψέμα της καταγωγής θα επιστρέψει μετά την ανάκαμψη της οικονομίας. Συνήθως αυτούς τους ανθρώπους τους αγνοώ διότι για αυτούς θέατρο ίσον Ντενίση, ΤΟ γεγονός η ποδοσφαιρική τους ομάδα και ΤΟ κορυφαίο μέρος για να πιεις καφέ το Κολωνάκι. Ένα virtual reality καλυμμένο με σεμεδάκι ήταν πριν την κρίση η σχέση τους με την Αθήνα, το ίδιο είναι και τώρα.
Τελευταία όμως έχω ανακαλύψει μια «φυλή» που δεν μπορώ να αγνοήσω. Είναι επαρχιώτες που για τον άλφα ή βήτα λόγο βρέθηκαν στην Αθήνα τα τελευταία χρόνια. Μιλούν λοιπόν με μια λύσσα για την αλλαγή που έχει επέλθει στη πρωτεύουσα τα τελευταία χρόνια λες και «είδαν την συνοικία τους να αλλάζει από τότε που παιδιά έκαναν ποδήλατο την δεκαετία του εβδομήντα». Κάθε φορά που συναντώ ένα τέτοιο τύπο του υπενθυμίζω την πραγματικότητα: Οι επαρχιώτες είμαστε εσωτερικοί μετανάστες στην Αθήνα και πρέπει να προσαρμοστούμε στην κατάσταση. Συνήθως αυτοί οι τύποι σοκάρονται με τις δυο λέξεις που μπαίνουν δίπλα-δίπλα όταν τις ξεστομίζω. Μερικοί γελάνε αμήχανα. Άλλοι αλλάζουν θέμα. Μάλλον χτυπάω μια ευαίσθητη χορδή όπως παλιότερα χτυπούσε για κάποιους την ευαίσθητη χορδή τους όταν τους ρωτούσαν «Από πού είσαι»; Θα παρατηρήσω την εξέλιξη του φαινομένου και θα σας ενημερώσω.
Συμπέρασμα: Αθηναίοι, εσωτερικοί μετανάστες, μετανάστες ας κάνουμε μια προσπάθεια να συνυπάρξουμε χωρίς γκρίνια στην πόλη. Όσοι δεν θέλουν την Αθήνα ας γυρίσουν στα χωριά τους «για μια καλύτερη ζωή». Θα κάνουν καλό και σε εμάς που αποφασίσαμε να μείνουμε αλλά και στους εαυτούς τους. Τέλος, πρέπει να ξαναπώ το αυτονόητο: Χαλαρώστε όλοι. Η Αθήνα είναι(και) οι άνθρωποι της αλλά δεν είναι «άνθρωπος». Θα συνεχίσει να υπάρχει ακόμα και όταν έχουμε γίνει όλοι μας χώμα.
σχόλια